Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την αγία Μαρία Μαγδαληνή
Κωνσταντίνος Αντωνόπουλος, Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος για την αγία Μαρία Μαγδαληνή
Ισλαμοχριστιανική τερατογένεση στο Αριστοτέλειο
Με τη μεταροπή της από τριετούς σε τετραετούς φοιτήσεως και την προσθήκη μουσουλμανικών θεολογικών μαθημάτων διδασκομένων από Έλληνες υπηκόους θα έδινε λύση στο πρόβλημα ώστε να μην καταφεύγουν οι ενδιαφερόμενοι σε γειτονικές ή άλλες μουσουλμανικές χώρες.
Παρανοήσεις Ιουλιανού για την πτώση.
Πρόσφατα, διάβασα κάποια πράγματα για τον αυτοκράτορα Ιουλιανό που έμεινε στην ιστορία ως «Αποστάτης» και «Παραβάτης». Προσωπικά, θα συμφωνούσα με τον πρώτο χαρακτηρισμό, και θα διαφωνούσα με τον δεύτερο. Θεωρώ, ότι καλώς χαρακτηρίστηκε ως «Αποστάτης», μιας και υπήρξε ένα μικρό διάστημα της ταραγμένης ζωής του, Χριστιανός, αλλά κακώς χαρακτηρίστηκε ως «Παραβάτης», μιας και ο κάθε άνθρωπος έχει δικαίωμα στην ζωή του να διαλέγει τι θέλει να είναι, και να προσπαθεί να βάζει σε εφαρμογή την ιδεολογία του, έστω και αν αυτή είναι η επαναφορά της αρχαίας εθνικής θρησκείας, δεδομένου ότι ο Ιουλιανός δεν κυνήγησε άμεσα τον Χριστιανισμό, όπως οι πρότεροι μη Χριστιανοί αυτοκράτορες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Δεν θα μπορούσε άλλωστε, μιας και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού είτε είχε ασπαστεί τον Χριστιανισμό, είτε έδειχνε αδιαφορία ως προς τα θρησκευτικά πράγματα. Αυτά, θα τα δούμε από τα ίδια τα γραπτά του Ιουλιανού, σε επόμενα άρθρα.
Τα «ευαγγέλια» της Νέα εποχής
Διαφορές Νεοπλατωνισμού και Ορθόδοξης Θεολογίας
Νεοπλατωνισμός
Ο αιρετικός απολλιναρισμός.
Τα στοιχεία ελήφθησαν από τον δεύτερο τόμο της Πατρολογίας του καθηγητή Στυλιανού Παπαδόπουλου, σελ. 530-541.
Ναυπάκτου Ιερόθεος: Η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» και το «μποζόνιο του Χίγκς»
Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου κ. Ιεροθέου
Αυτές τις ημέρες ανακοινώθηκε ότι ανακαλύφθηκε το «μποζόνιο του Χίγκς», δηλαδή το έως τώρα αόρατο σωματίδιο, που αντιστοιχεί στο πεδίο του Χίγκς, και προσδίδει μάζα στην ύλη.
Είναι στοιχειώδες σωματίδιο, δηλαδή δεν έχει εσωτερική δομή και δεν αποτελείται από άλλα, συστατικά σωματίδια.
Είναι εξαιρετικά ασταθές και όταν σχηματισθή, καταρρέει σχεδόν ακαριαία και δίνει άλλα υποατομικά σωματίδια.
Άν και λέγεται και γράφεται ευρέως ότι το «μποζόνιο του Χίγκς» δίνει στα στοιχειώδη σωματίδια την μάζα τους, αυτό δεν είναι απόλυτα σωστό.
Την μάζα την δίνει το πεδίο του Χίγκς, το οποίο δεν την δημιουργεί εκ του μηδενός, αλλά την εμπεριέχει από πριν ως ενέργεια.
Λέγεται «μποζόνιο του Χίγκς», γιατί ο βρεττανός επιστήμων Χίγκς, που ζή ακόμη, πριν πολλά χρόνια είχε ομιλήσει για την ύπαρξή του.
Οι επιστήμονες εδώ και μερικά χρόνια προσπαθούσαν να βρούν τον τρόπο της δημιουργίας του κόσμου, με την θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» και με τα ανάλογα πειράματα αναζητούσαν να βρούν τα υποατομικά σωματίδια που δίνουν μάζα στην ύλη.
1. Η «Μεγάλη Έκρηξη»
Η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» (Big Bang) που κυριαρχεί σήμερα στην επιστήμη προσπαθεί να ερμηνεύση τον τρόπο της δημιουργίας του Σύμπαντος και του κόσμου.
Οι φυσικοί επιστήμονες ύστερα από διάφορες παρατηρήσεις «συμφωνούν ότι το σύμπαν ξεκίνησε σaν ένα άπειρα πυκνό, μηδενικών διαστάσεων σημείο καθαράς ενέργειας» (Francis Collins).
Σε γενικές γραμμές η θεωρία αυτή είναι η ακόλουθη:
«Σύμφωνα με την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης το Σύμπαν άρχισε από μία αρχέγονη κατάσταση πολύ υψηλής πυκνότητος να διαστέλλεται ταχύτατα, γεγονός που οδήγησε σε μείωση της αρχικής πυκνότητας και πτώση της θερμοκρασίας.
Σύντομα η ύλη κυριάρχησε πάνω στην αντιύλη, ίσως σε μια σειρά από διαδικασίες που προβλέπουν και την διάσπαση των πρωτονίων. Στο στάδιο αυτό πιθανόν να ήταν παρόντες πολλοί τύποι στοιχειωδών σωματιδίων.
Μερικά δευτερόλεπτα αργότερα, η θερμοκρασία του Σύμπαντος μειώθηκε αρκετά και επέτρεψε τον σχηματισμό ορισμένων πυρήνων. Σύμφωνα με την θεωρία, δημιουργήθηκαν συγκεκριμένες ποσότητες υδρογόνου, ηλίου και λιθίου, οι οποίες επιβεβαιώνονται και από τις σύγχρονες παρατηρήσεις.
Ύστερα από 1.000.000 χρόνια το Σύμπαν είχε ψυχθή σε ικανοποιητικό βαθμό, ώστε να σχηματισθούν άτομα, οπότε κατέστη δυνατόν η ακτινοβολία να αρχίση να ταξιδεύει στον χώρο.
Κατάλοιπο του πρώϊμου Σύμπαντος είναι η ακτινοβολία μικροκυμμάτων του υποβάθρου (περίπου 3 βαθμών Κέλβιν) που ανακαλύφθηκε το 1965 από τους Άρνο Άλαν Πενζίας και Ρόμπερτ Γούντροου Γουίλσον.
Σύμφωνα με την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης, το σημερινό Σύμπαν, εκτός από την συνηθισμένη ύλη και ακτινοβολία πρέπει να είναι επίσης πλήρες με νετρίνα, στοιχειώδη σωματίδια χωρίς μάζα ή ηλεκτρικό φορτίο. Υπάρχει πάντα η πιθανότητα να ανακαλυφθούν τελικά και άλλα κατάλοιπα του πρώϊμου Σύμπαντος» (Εγκυκλοπαίδεια Πάπυρους Larousse Britanica).
Σχετικά με την θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης», κατά τον μεγάλο επιστήμονα Φράνσις Κόλλινς, υπάρχει ένα αναπάντητο ερώτημα: «άν το Big Bang κατέληξε σ” ένα σύμπαν που θα συνεχίσει να διαστέλλεται για πάντα, ή αν κάποια στιγμή θα νικήση η βαρύτητα και οι γαλαξίες θα αρχίσουν να συγκλίνουν πάλι μαζί καταλήγοντας σε μια «Μεγάλη Σύνθλιψη»!
Πρόσφατες ανακαλύψεις αδιευκρίνιστων ποσοτήτων γνωστών σaν σκοτεινή ύλη και σκοτεινή ενέργεια, που φαίνεται να αποτελούν ένα πολύ σημαντικό μέρος του υλικού του σύμπαντος, κάνουν την απάντηση σ” αυτό το ερώτημα να εκκρεμεί, αλλά οι περισσότερες ενδείξεις προς το παρόν προβλέπουν μάλλον έναν αργό μαρασμό, παρά μια δραματική κατάρρευση».
Ακόμη, η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» θέτει σαφώς το ερώτημα: «τί έγινε πριν από αυτό και ποιός ή τί ήταν υπεύθυνος;». Αυτό το ερώτημα «ασφαλώς δείχνει τα όρια της επιστήμης όσο κανένα άλλο φαινόμενο».
Είναι φυσικό ότι η θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» αρχίζει έναν διάλογο μεταξύ επιστήμης και θεολογίας ή στην πραγματικότητα μεταξύ επιστημόνων και θεολόγων.
Μερικοί επιστήμονες φθάνουν στο σημείο να αρνηθούν την ύπαρξη του Θεού και αποδίδουν την δημιουργία του Σύμπαντος στην ύλη, αλλά άλλοι αγνωστικιστές επιστήμονες μπροστά στο θέμα αυτό εκφράζονται ως θεολόγοι, όπως ο αστροφυσικός Robert Jastrow που λέγει: «Τώρα βλέπουμε πώς η αστρονομία οδηγεί σε μια βιβλική άποψη της προέλευσης του κόσμου.
Οι λεπτομέρειες διαφέρουν, αλλά τα ουσιώδη στοιχεία της αστρονομικής και βιβλικής περιγραφής της Γενέσεως είναι τα ίδια.
Η αλυσίδα των γεγονότων που οδήγησαν στον άνθρωπο, άρχισαν ξαφνικά και απότομα σε μια ορισμένη στιγμή στον χρόνο με μια λάμψη φωτός και ενέργειας».
Ο Φράνσις Κόλλινς παρατηρεί: «Οφείλω να συμφωνήσω (μέ τον Jastrow). Το Big Bang κραυγάζει για μια θεία εξήγηση.
Επιβάλλει το συμπέρασμα ότι η φύση είχε μια ορισμένη αρχή. Δεν μπορώ να δώ πώς η φύση θα μπορούσε να δημιουργήση τον εαυτό της. Μόνο μια υπερφυσική δύναμη που είναι έξω από τον χώρο και τον χρόνο μπορεί να το έχει κάνει αυτό».
2. «Το μποζόνιο του Χίγκς»
Όπως ελέχθη πιο πάνω οι επιστήμονες προσπαθούν να βρούν το υλικό εκείνο που υπήρχε μετά την «Μεγάλη Έκρηξη» και μορφοποίησε το Σύμπαν.
Ο Πίτερ Χίγκς είναι βρεττανός καθηγητής σε διάφορα Πανεπιστήμια της Αγγλίας και στην συνέχεια κατέληξε στο Εδιμβούργο όπου και ζή σήμερα.
Το έτος 1964 διατύπωσε την θεωρία του πεδίου Χίγκς, που έλαβε το όνομά του, σύμφωνα με την οποία θεωρία το πεδίο αυτό διαπερνά το Σύμπαν δίνοντας μάζα στα στοιχειώδη σωματίδια, δηλαδή με την θεωρία αυτή εξηγεί πώς η ύλη αποκτά μάζα.
Η θεωρία αυτή του Χίγκς ταλαιπώρησε τους ερευνητές και όπως γράφει ο καθηγητής Γεώργιος Μπαμπινιώτης, όταν ο Αμερικανός φρυσικός Dick Teresi το 1993 έγραψε ένα βιβλίο για το θέμα αυτό, έκανε λόγο για το «αναθεματισμένο σωματίδιο» («Goddamn particle»).
Όμως, ο εκδότης του έργου θεώρησε την λέξη «αναθεματισμένο» υβριστική και απέδωσε ευφημιστικώς το σωματίδιο ως «σωματίδιο του Θεού» («The God particle») (Εφημερίδα TA NEA). Έτσι, επικράτησε αυτή η ονομασία.
Το 2008 λειτούργησε ο Μεγάλος Επιταχυντής Ανδρονίων του CERN (Οργανισμός για την Πυρηνική Ενέργεια), όπου εργάσθηκαν πολλοί επιστήμονες, ο οποίος προκάλεσε συγκρούσεις δεσμών πρωτονίων με ταχύτητα λίγο μικρότερη από την ταχύτητα του φωτός, με σκοπό να ανακαλυφθούν τα μυστήρια της σωματιδιακής φυσικής και της προέλευσης του Σύμπαντος.
Έτσι, πρόσφατα, έγινε η ανακάλυψη «ενός σωματιδίου αόρατου και θνησιγενούς».
Από τις πληροφορίες που έχουν δημοσιευθή μάθαμε ότι από την διάσπαση των πρωτονίων «προέκυψαν άλλα σωματίδια που παγιδεύονταν στους ογκώδεις ανιχνευτές του CERN και από την μελέτη τους προέκυπταν ίχνη του άφαντου σωματιδίου.
Οπτικά, δεν θα μπορούσε κανείς να το αντικρύσει. Ζεί μόνο για ένα εκατομμυριοστό του δισεκατομμυριοστού του δισεκατομμυριοστού του δευτερολέπτου» (Εφημερίδα TA NEA). Το σωματίδιο αυτό άφησε μερικά ίχνη πίσω του και φάνηκε ότι υπάρχει.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες είναι ένα σωματίδιο «σήμα κατατεθέν ενός πεδίου, που απλώνεται σε ολόκληρο το Σύμπαν, και προσδίδει στα σωματίδια την μάζα που έχουν».
Όταν έγινε η «Μεγάλη Έκρηξη» όλα τα σωματίδια δεν είχαν μάζα, αλλά την «απέκτησαν όταν ενεργοποιήθηκε το πεδίο μετά την Μεγάλη Έκρηξη».
Το σωματίδιο του Χίγκς «αιχμαλωτίζει» τα στοιχειώδη σωματίδια και τα καθιστά βαρύτερα προσδίδοντάς τους μάζα. Έτσι, τα σωματίδια αποκτούν μάζα και ξεχύνονται στο Σύμπαν για να δημιουργήσουν τον κόσμο.
Το ερώτημα που τίθεται είναι πώς αυτό το «αόρατο» και «θνησιγενές» σωματίδιο μπόρεσε να δημιουργήση όλο το Σύμπαν, αλλά και τόσα όντα –έλλογα και άλογα– που κατοικούν στην γή και όλες τις ομορφιές; Και πώς σε αυτό το σωματίδιο οφείλεται όλη η λογικότητα του ανθρώπου και οι πνευματικές αναζητήσεις του Θεού από τον άνθρωπο;
Πάντως, οι επιστήμονες, παρά την ανακάλυψη αυτή, ισχυρίζονται ότι μένουν πολλά ακόμη σημεία να διευκρινισθούν που δεν μπορούμε τώρα να εξηγήσουμε στο Σύμπαν, όπως η λεγόμενη «σκοτεινή ύλη», που αποτελεί το 25% του Σύμπαντος, οι μαύρες τρύπες και οι «περίφημες έξτρα διαστάσεις».
Ο γνωστός ακαδημαϊκός Δημήτριος Νανόπουλος ισχυρίζεται ότι «τό μποζόνιο του Χίγκς» «ανοίγει τον δρόμο για την ερμηνεία πολύπλοκων καταστάσεων στο Σύμπαν», «μάς βοηθά να κατανοήσουμε περίπου το 4% του Σύμπαντος», ενώ «τό 25% του Σύμπαντος που αποτελείται από την λεγόμενη σκοτεινή ύλη παραμένει ακατανόητο και το Καθιερωμένο Μοντέλο μας είναι άχρηστο» (Εφημερίδα TA NEA).
Το υπόλοιπο του Σύμπαντος φαίνεται ότι αποτελείται από μια τελείως μυστηριώδη οντότητα, την σκοτεινή ενέργεια.
3. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης για την δημιουργία του κόσμου
Είναι ανάγκη να δούμε με συντομία την εκπληκτική διδασκαλία του αγίου Γρηγορίου Νύσσης για την δημιουργία του κόσμου, που ομοιάζει κατά κάποιον τρόπο με την θεωρία της «Μεγάλης Έκρηξης» με την διαφορά ότι την ερμηνεύει μέσα από την ενέργεια του Θεού, ότι, δηλαδή, ο Θεός με την άκτιστη ενέργειά Του δημιούργησε τον κόσμο.
Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης απορρίπτει, όπως το κάνουν όλοι οι άγιοι Πατέρες, την αυτόματη δημιουργία του κόσμου, γιατί όλα έγιναν με την δημιουργική ενέργεια του Θεού και προήλθαν «εκ του μη όντος». Τα πάντα δημιουργήθηκαν «ουκ αυτομάτω τινί συντυχία, κατά τινα άτακτον και τυχαίαν φοράν».
Εκτός από την αρχή της μη «αυτομάτου συντυχίας» για την δημιουργία του κόσμου, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο για την «αθρόαν καταβολήν». Έτσι εξηγεί τον λόγο του Μωϋσέως «εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γήν».
Γράφει: «Η ούν αθρόα των όντων παρά της αφράστου δυνάμεως του Θεού καταβολή αρχή παρά του Μωϋσέως, ήγουν «κεφάλαιον» κατενομάσθη». Η σύσταση των όντων έγινεν αθρόως: «Ότι αθρόον της των όντων συστάσεως…».
Μιά άλλη βασική αρχή που συνδέεται με το προηγούμενο είναι ότι στην κτίση υπάρχει ο λεγόμενος «εγκείμενος της κτίσεως λόγος». Ακόμη και όταν δημιουργήθηκε το Σύμπαν, πριν εμφανισθή κάθε μέρος, όλο το Σύμπαν βρισκόταν στο σκοτάδι, γιατί «ούπω γάρ εξεφάνη του πυρός η αυγή υποκεκρυμμένη τοίς μορίοις της ύλης» και έτσι όλα ήταν αόρατα, αφανή και ανακατεμμένα. Όταν ο Θεός έδωσε εντολή για την γένεση του κόσμου, τότε αυτό το πύρ που επισκιαζόταν από τα μόρια της ύλης επρόβαλε και αμέσως «τώ φωτί τα πάντα περιηυγάζετο».
Έπειτα, μέσα σε όλη την κτίση υπάρχει ο λόγος του Θεού. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης κάνει λόγο για τον «εγκείμενον της κτίσεως λόγον».
Σε κάθε όν ενυπάρχει κάποιος σοφός και τεχνικός λόγος, έστω κι αν εμείς δεν τον βλέπουμε έτσι, «πάν το γινόμενον, λόγω γίνεται» και τίποτα από εκείνα που δημιουργήθηκαν από τον Θεόν δεν νοείται «άλογον τι και συντυχικόν και αυτόματον». Όταν ο Θεός είπε «γεννηθήτω φώς», ερμηνεύεται ότι αυτό αναφέρεται «εις τον εγκείμενον της κτίσεως λόγον».
Αυτός ο λόγος-ενέργεια που ενυπάρχει σε όλα τα όντα χαρακτηρίζεται από τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης «οιωνεί σπερματική δύναμις».
Πρόκειται για την πρώτη ορμή του Θεού προς δημιουργία, που υπήρχε «δυνάμει» στην κτίση, όχι όμως και ενεργεία, διότι η γή ήταν ακόμη αόρατη και ακατασκεύαστη.
Η αριστοτελική αρχή του δυνάμει και ενεργεία χρησιμοποιείται από τον άγιο Γρηγόριο Νύσσης για να ερμηνεύση το πώς δημιουργήθηκε η κτίση.
Αυτή η σπερματική δύναμη στα όντα, την οποία έβαλε ο Θεός, ενεργοποιήθηκε με την δύναμη του λόγου Του. Γράφει: «τή μεν δυνάμει τα πάντα ήν εν πρώτη του Θεού περί την κτίσιν ορμή, οιονεί σπερματικής τινος δυνάμεως προς την του παντός γένεσιν καταβληθείσης, ενεργεία δε τα καθ” έκαστον ούπω ήν».
Έτσι, τα διάφορα είδη των όντων ήταν αποτέλεσμα της σπερματικής δυνάμεως και της δημιουργικής ενέργειας του Θεού. Στην αρχή ο Θεός δημιούργησε την άμορφη ύλη που δεν ήταν άκτιστη, και στην συνέχεια με τον δημιουργικό Του λόγο δημιούργησε τις ποιότητες και έτσι δημιουργήθηκαν τα επί μέρους είδη.
Μέ αυτήν την δύναμη και σοφία που καταβλήθηκαν στην κτίση για την τελείωση κάθε μορίου του κόσμου, «ειρμός τις αναγκαίος κατά τινα τάξιν επηκολούθησεν».
Γράφει ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης ότι όλα έχουν προκατανοηθή από την σοφία του Θεού «τά δια τινος αναγκαίας τάξεως κατά το ακόλουθον εκβησόμενα».
Γίνεται φανερό ότι η δημιουργία του κόσμου «εν αρχή» και η επί μέρους δημιουργία των όντων, ήτοι το δυνάμει και ενεργεία, η άμορφος ύλη, τα μόρια και η εξέλιξή τους, οι ποιότητες έγιναν με την προσωπική ενέργεια του Θεού, με τον δημιουργικό Του λόγο, που εισήλθε ευθύς εξ αρχής «αθρόως» στην ουσία των όντων.
Από εκεί με την δημιουργική ενέργεια του Θεού προήλθε αυτή η ορμή και το φώς που περιέλουσε την κτίση και δημιούργησε τις ποιότητες των ειδών.
Επομένως, ο κόσμος δημιουργήθηκε από τον Θεό, με την άκτιστη δημιουργική ενέργειά Του και μέσα σε όλη την κτίση υπάρχει η άκτιστη ενέργεια του Θεού που ουσιοποιεί και ζωοποιεί την κτίση.
4. Επιστήμονες και Πατέρες της Εκκλησίας
Επανερχόμενος στην σύγχρονη ανακάλυψη του «μποζονίου του Χίγκς» θέλω να υπενθυμίσω ότι μερικοί αποκάλεσαν αυτό το σωματίδιο ως «σωματίδιο του Θεού».
Άλλοι όμως διετύπωσαν την άποψη ότι κακώς αποδόθηκε ως «σωματίδιο του Θεού», αλλά ο καλύτερος ορισμός είναι «σωματίδιο θεός».
Υφίσταται μεγάλη διαφορά. Άλλο να υποστηρίζη κανείς ότι πρόκειται για έναν τρόπο με τον οποίο ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο, και άλλο ότι αυτή η ενέργεια και η ύλη είναι θεός.
Στην δεύτερη αυτή περίπτωση όχι μόνον οδηγείται ο άνθρωπος στον αγνωστικισμό και τον αθεϊσμό, αλλά αποδέχεται τον ματεριαλισμό-υλισμό, ότι δηλαδή αρχή του κόσμου είναι η ύλη.
Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι προσπαθούσαν να απαντήσουν στο ερώτημα πώς δημιουργήθηκε και υπάρχει ο κόσμος καί, όπως λέγει ο Χάϊντεγκερ, ερωτούσαν «γιατί υπάρχει ο κόσμος και όχι το τίποτα».
Μπορούμε να δούμε δύο γενικές απαντήσεις που δόθηκαν για το θέμα αυτό.
Μερικοί προσωκρατικοί φιλόσοφοι, όπως οι λεγόμενοι Ίωνες φυσικοί (Θαλής, Αναξίμανδρος, Αναξιμένης), που είναι «εισηγητές της λογικής, αμυθολόγητης κοσμοερμηνείας», μιλούσαν για την ύπαρξη της ύλης από την οποία δημιουργήθηκε ο κόσμος, η οποία ύλη έχει μέσα της δύναμη, οπότε «ύλη και δύναμη είναι ένα» και «η ενέργειά της μηχανική».
Οπότε, ο κόσμος, κατά την ιωνική αντίληψη «είναι υλικός και μηχανικός». Αυτή η «ιωνική φυσική», «η φυσιολογία», όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες, «έχει βάση τον ντετερμινισμό» (Χαράλαμπος Θεοδωρίδης).
Άλλοι, οι μεταφυσικοί φιλόσοφοι, όπως ο Πλάτων, ανέπτυξε την θεωρία των ιδεών, ότι όλα τα όντα είναι αντίγραφα των ιδεών που υπήρχαν στον νού του ανώτατου όντος, του Θεού, ο δε Αριστοτέλης έκανε λόγο για το «πρώτον ακίνητον κινούν».
Οι Πατέρες της Εκκλησίας, όπως είδαμε προηγουμένως και στον άγιο Γρηγόριο Νύσσης, μελέτησαν τα σχετικά με την δημιουργία του κόσμου με θεολογικό λόγο.
Αρνήθηκαν και τον υλισμό και την μεταφυσική. Έτσι, στις δύο αυτές φιλοσοφικές κατευθύνσεις «εν αρχή ήν η ύλη» και «εν αρχή ήν η ιδέα», αντιπαρέθεσαν το «εν αρχή ήν ο Λόγος».
Ο Θεός είναι πρόσωπο, είναι αγάπη, αφού η αγάπη είναι η άκτιστη ενέργεια του Θεού. Επομένως ο Θεός δεν είναι ούτε ιδέα ούτε ύλη.
Έπειτα, λέγουν ότι ο Θεός εδημιούργησε τον κόσμο «εξ ούκ όντων», «εκ μη υπαρχούσης ύλης» με τον λόγο Του που είναι η άκτιστη ενέργειά Του, η οποία δημιουργεί κτιστά όντα.
Σύγχρονοι επιστήμονες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, ερμηνεύοντας τις νέες ανακαλύψεις.
Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν εκείνοι που αποδέχονται κάποια δύναμη που βρίσκεται έξω από τον χώρο και τον χρόνο, η οποία δημιούργησε τον κόσμο.
Στην δεύτερη κατηγορία είναι οι αγνωστικιστές και οι άθεοι που ερμηνεύουν την δημιουργία του κόσμου χωρίς να πιστεύουν στην ύπαρξη του Θεού. Πρόσφατα διάβασα τις απόψεις ενός επιστήμονος που έλεγε: «Είμαστε μια ανακατανομή του τίποτα».
Επίσης έλεγε ότι η «Μεγάλη εικόνα» «πού έχουμε σήμερα για την εμφάνιση κι εξέλιξη του σύμπαντος» σε συνδυασμό με την δαρβινική εξέλιξη των ειδών «ελευθερώνει τον άνθρωπο από πολλά θεμελιώδη και υπαρξιακά ερωτήματα που τον απασχολούν από τότε που υπάρχει» (Δ. Νανόπουλος).
Πάντως, κατά τους Πατέρας, οι επιστήμονες μπορούν να ερευνούν τον κόσμο, να εξετάζουν από τί αποτελείται, πώς έγινε, αλλά δεν μπορούν να εισέρχωνται σε άλλα πεδία, δηλαδή της ύπαρξης ή μη του Θεού.
Άλλωστε, άλλο είναι το έργο της επιστήμης και άλλο το έργο της ορθόδοξης θεολογίας και δεν πρέπει να υπάρχη σύγκρουση ή σύγχυση μεταξύ τους.
Η επιστήμη ερευνά τον κτιστό κόσμο, την ύλη, τα άτομα, τα μόρια, τα πρωτόνια, τα σωματίδια, το κύτταρο, τα γονίδια κλπ. ενώ η θεολογία, που είναι εμπειρία, ασχολείται με το πώς ο άνθρωπος θα γνωρίση τον Θεό-πρόσωπο με τις άκτιστες ενέργειές Του.
Η επιστήμη προχωρεί σε διάφορες ανακαλύψεις οι οποίες πρέπει να ωφελούν και να μη βλάπτουν τους ανθρώπους, και η ορθόδοξη θεολογία δίνει απαντήσεις στις πνευματικές αναζητήσεις του ανθρώπου και στο πώς θα αποκτήση ανιδιοτελή αγάπη προς τον Θεό και τους συνανθρώπους του, σε μια εποχή μάλιστα που όχι μόνον κηρύσσεται «ο θάνατος του Θεού», αλλά και «ο θάνατος του πλησίον».
Τελικά, όσες ανακαλύψεις και αν κάνη η επιστήμη, ο άνθρωπος πεινά και διψά για προσωπικό Θεό, για ανιδιοτελή αγάπη, εσωτερική ειρήνη και ελευθερία, για πληρότητα πνευματική, θέλει να μάθη τί υπάρχει πέρα από την κτίση, τί γίνεται μετά τον θάνατο, τί είναι η αιώνια ζωή κ.ά.
Ο άνθρωπος δεν είναι άλογο όν, αλλά αναπτύσσει πολιτισμό, καλλιεργεί τις πνευματικές αρχές, αναζητά τον Θεό και επιδιώκει να βιώση την αγάπη Του.
Ο άνθρωπος μπορεί να ζήση χωρίς επιστήμη, αλλά δεν μπορεί να ζήση χωρίς Θεό.
Επομένως, η επιστήμη προσπαθεί να δώση μια ερμηνεία για την δημιουργία και την σύσταση του κόσμου, αλλά εκείνο που έχει μεγάλη σημασία είναι ποιός δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο.
Ο Θεός δεν είναι μια άλογη δύναμη, ούτε ένα ευδαίμον όν, αλλά πρόσωπο, είναι ο Λόγος που δημιούργησε τον κόσμο και μέσα σε όλη την κτίση υπάρχουν οι «λόγοι των όντων», η ενέργεια του Θεού.
Ακόμη ο Θεός προσέλαβε σώμα για να θεώση τον άνθρωπο. Έτσι, ο άνθρωπος πού, κατά τον σημαντικό ορισμό του αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, είναι «ζώον ενταύθα οικονομούμενον και αλλαχού μεθιστάμενον και πέρας του μυστηρίου τη προς Θεόν νεύσει θεούμενον», δεν αναπαύεται σε μερικές ανακαλύψεις, όσο ωφέλιμες κι αν είναι, αλλά αναζητά τον προσωπικό Θεό.
Ξωτικά στη μπλογκόσφαιρα!
Συγχωρέστε με, αν σας πικράνω. Καμιά φορά πικραίνεις, για να γλυκάνεις…
Η Ελλάδα δεν διαθέτει μόνο τη λαϊκή παράδοση, ούτε μόνο την αρχαία ελληνική παράδοση. Έχει και δύο χιλιετίες ορθόδοξης παράδοσης, η οποία περιέχει το «δρόμο το λιγότερο ταξιδεμένο» προς το Φως. Χιλιάδες άνθρωποι – ακόμη και στην εποχή μας – σεπολλούς λαούς έχουν ενωθεί με το Θεό και έχουν φτάσει σε κατάσταση θέωσης (ενώ ακόμη ζουν στη Γη, όχι μετά θάνατον) ακολουθώντας το δρόμο που δίδαξε ο Χριστός, τον ορθόδοξο δρόμο. Ο δρόμος αυτός δεν έχει διαμορφωθεί από κάποιες «ομάδες ρασοφόρων» αμφίβολης εγκυρότητας, αλλά από αγίους κάθε κοινωνικής τάξης, φύλου, ηλικίας και μορφωτικού επιπέδου. |
Στην Εσωτερική Παράδοση ο κόσμος των ξωτικών περιγράφεται ως «στοιχειακό βασίλειο». Πρόκειται για οντότητες που υπάρχουν επάνω στη Γη από την αυγή της δημιουργίας της και είναι πιο αρχαίες και από τον άνθρωπο. Ουσιαστικά είναι εγγενείς δυνάμεις της φύσης, που ζουν και εργάζονται επάνω στη Γη. Η ύπαρξή τους αποτελεί μορφή έκφρασης και δράσης εκείνων των θεμελιωδών αρχών της Εκδήλωσης που αναφέρονται ως Τέσσερα Στοιχεία (Αέρας, Φωτιά, Νερό, Γη), παρόλο που δεν ταυτίζονται με τα τελευταία, αλλά αποτελούν μια κατώτερη αντανάκλασή τους. Τα στοιχειακά στο έργο τους, το οποίο αφορά στην ανοικοδόμηση, την υλοποίηση, τη διαμόρφωση και τη συντήρηση ολόκληρου του «φυσικού πεδίου» ύπαρξης, καθοδηγούνται από τους Αρχαγγέλους και τους Αγγέλους.Πρόκειται για μορφές ύπαρξης οι οποίες χαρακτηρίζονται ως «δημιούργημα του δημιουργήματος», καθώς συνιστούν ενεργειακά εργαλεία, τα οποία δομήθηκαν από το αγγελικό βασίλειο. Ως «τεχνητές» οντότητες, συνεπώς, στερούνται εκείνης της πνευματικής αρχής που ενυπάρχει, για παράδειγμα, στον άνθρωπο και την οποία οι εσωτερικές παραδόσεις αναφέρουν ως «πνευματικό σπινθήρα». Ωστόσο, τους έχει δοθεί η δυνατότητα να αποκτήσουν αυτόν τον πνευματικό σπινθήρα, μοχθώντας και μαθητεύοντας δίπλα στον άνθρωπο, ο οποίος έχει, για αυτόν το λόγο, τεράστιες ευθύνες. Παραδοσιακά, τα στοιχειακά όντα τα οποία έχουν αποκτήσει αυτόν τον πνευματικό σπινθήρα αναφέρονται ως «στοιχειακοί βασιλιάδες» και αποτελούν ένα είδος γέφυρας με τον κόσμο των ανθρώπων, αλλά και καθοδηγητές των υπόλοιπων στοιχειακών. Τα στοιχειακά είναι άφθαρτα και η ζωή τους δεν διέπεται από τους κύκλους γέννησης και θανάτου που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά διαρκεί όσο και η ίδια η Εξέλιξη. Όταν, για παράδειγμα, ένα άνθος, ένα δέντρο ή οτιδήποτε άλλο με το οποίο συσχετίζονται πεθαίνει, εκείνα εξακολουθούν να ζουν, έστω και αν δεν φαίνονται πουθενά, συνεχίζοντας αλλού το έργο της δημιουργίας.
Συνδέονται με κάθε μορφή ύπαρξης επάνω στη Γη, συμπεριλαμβανομένων των βουνών, των ποταμών, των δέντρων, των θάμνων, των λουλουδιών, της χλόης, των γκρεμών και των βραχωδών σχηματισμών. Είναι παρόντα στη δημιουργία των κλιματολογικών φαινόμενων, όπως βροχές, άνεμοι, καταιγίδες, ανεμοστρόβιλοι, αλλά και ουράνια τόξα.Η δική τους εξελικτική πορεία είναι διαφορετική, αλλά παράλληλη με την ανθρώπινη. Βρίσκονται σε μια άλλη διάσταση, από όπου όμως υπάρχει η δυνατότητα να επικοινωνούν μαζί μας. Οι πύλες που οδηγούν σε αυτούς τους κόσμους είναι αόρατες, χωρίς συγκεκριμένες γεωγραφικές διαστάσεις και ανοίγουν σε διαφορετικές επικράτειες συνείδησης, πέραν αυτής του φυσικού επιπέδου ύπαρξης. Σε ορισμένες περιπτώσεις τα στοιχειακά μπορούν να γίνουν ορατά από ψυχικά ευαίσθητους ανθρώπους και υπάρχουν πλήθος τέτοιων αναφορών σε όλο τον κόσμο.
Εκείνο που χρειάζονται αυτά τα όντα από τον άνθρωπο είναι αγάπη, σεβασμός και συνεργασία. Ξαναβρίσκοντας τη χαμένη μας επαφή μαζί τους, βοηθάμε τη διαδικασία θεραπείας τόσο των εαυτών μας όσο και της Γης πάνω στην οποία ζούμε. Και μια τέτοια ουσιαστική σύνδεση με αυτά τα βασίλεια αναπτύσσεται όταν προσεγγίζουμε το περιβάλλον μας με λεπτότερο και βαθύτερο τρόπο. Πραγματοποιείται όταν, μέσα σε κλίμα αγάπης και γαλήνης, ανοίγουμε την καρδιά μας και αφήνουμε ελεύθερη και δεκτική την ύπαρξή μας στις ενέργειες της ζωής, πέρα από κάθε λογική και σκέψη. Μέσα σε νοητική σιγή, βιώνουμε τότε την παρουσία των λεπτότερων κόσμων, άμεσα και πέρα από κάθε ερμηνεία.
Για το σκοπό αυτό, πολλοί άνθρωποι ανέκαθεν αναζητούσαν να φέρουν τον εαυτό τους πιο κοντά στη σοφία της φύσης, σε μια βαθύτερη εσωτερική αντίληψη των ενεργειών και των μηνυμάτων της. Αυτή η προσπάθεια ανοίγει τα κανάλια επικοινωνίας μεταξύ των ανθρώπων και των στοιχειακών πνευμάτων της φύσης, με αποτέλεσμα, μέσα στο ταξίδι της ζωής, να νιώθουμε όλοι μας τα αδιόρατα νήματα που μας συνδέουν με αυτούς τους μαγευτικούς και παράξενους λεπτούς κόσμους ύπαρξης. Τελικά, εκείνο που φαινόταν μύθος, λαϊκή παράδοση, όνειρο και φανταστικό διαπιστώνεται ότι αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της Μίας Ζώης, στην οποία όλοι συμμετέχουμε ως ζωντανά και δημιουργικά κύτταρα.
Είναι απίστευτο αυτό το site για τις Νεράϊδες! Εγώ πιστεύω οτι υπάρχουν. Και υπάρχουν σε ένα κόσμο με άλλα, μυθικά πλάσματα, ξωτικά, περίεργους, μυστηριώδεις κόσμους, αόρατους στο ανθρώπινο -απασχολημένο από την επίπεδη καθημερινότητα- μάτι.
Ευτυχώς είμαι Σαββατογεννημένη, κι έτσι πιστεύω οτι κάποια μέρα θα δώ αυτά τα φανταστικά πλάσματα. Το λέω με σιγουριά, γιατί όταν ήμουν μικρή, “έβλεπα” και ζούσα περίεργα, παραφυσικά φαινόμενα, που μεγαλώνωντας, τα παρέβλεψα, χάρην της επίπεδης πραγματικότητας. Και ξαφνικά, συνάντησα κατα τύχη αυτό το υπέροχο site, που με ξύπνησε απ’το λήθαργο, και θυμήθηκα να ονειρεύομαι ξανά!
Οι αρκαδιανές νεράιδες υμνήθηκαν από το λαό μας περίσσια. Σύμφωνα με μαρτυρία μιας γερόντισσας στο Νεραϊδοβούνι Αρκαδίας έχουνε το λημέρι τους και γυρίζουν αναγύρω και μαζεύονται ύστερα εκεί πάνου κάθε μεσημέρι και κάθε βράδυ. Οι νεράιδες μπορεί να γίνουνε ό,τι θες. Γυναίκες είναι, μα μεταμορφώνονται και σε άλλα αερικά. Φορούνε όμορφα σκουτιά χρυσά κι ουλοένα γλεντάνε, τραγουδάνε και χορεύουνε. Έχουνε λογιώνε όργανα, νταούλια, σιουρίχτρες, χίλια δυο. Δεν κοτάει να ζυγώσει κανείς κατά το Νεραϊδοβούνι.
Όγιος τις γλέπει, λαβώνει. Ή γίνεται ζουρλός ή αρρωσταίνει καμπόσο καιρό κι αν δεν τουδιαβάσουνε ευκέλαιο, δε γιατρεύεται. Όσοι περνάνε από μακριά, ακούνε ναι βουή. Έχω κι εγώ ακουσμένα μια αντάρα που σειέται ούλος ο τόπος. Αν κάνει και μιλήσει κανείς κοντά τους, πάει δουλειά του. Θα του πάρουνε τη φωνή και θα μείνει άλαλος και μουγγός.
Έχουνε την Κυρά τους, τάχατες να πούμε, που τις διευθύνει, εδώ να πάτε, εκεί να πάτε, τους λέει [«Ν»: παρόμοιες παραδόσεις υπάρχουν και για τους δαίμονες]. Όγιος περάσει νύχτα ή ντάλα μεσημέρι από το Νεραϊδοβούνι δίχως να ξέρει πως βγαίνουνε νεράιδες και τον ιδούνε, πάει! Του πέφτουνε κοντά και τον παίρνουνε μαζί τους. Από τότενες πλια χάνεται ο άνθρωπος. Τόνε κρατούνε δυο τρεις ημέρες και λένε τάχατες, ξέρω κι εγώ; Πως κάνουν αμαρτία και γεννάνε και παιδιά. Τόνε ταΐζουνε κει μέσα κάτι δικά τους φαγιά και τόνε ξελογιάζουνε με δικά τους κρασιά. Και κοιμώνται λέει αντάμα κι ο άνθρωπος τελεύεται από τις αγκαλιές τους. Υστερινά τον απολάνε και κείνος τότενες γυρίζει τα όρη και τα βουνά σαν τρελλαμένος. Γίνεται κατακίτρινος, ισχνός και ξεραγκιανός σαν τσίρος. Αρχινάει πλια και σώνεται και θα πεθάνει, αν δεν τον ξορκίσουνε οι μαγίστρες. Ετούτα τά ‘παθε ένας από τη Βυτίνα, μα εγίνηκε καλά, γιατί τον ξορκίσανε οι μαΐστρες. Τον παίρνουνε τον άρρωστο στο σπίτι τους και τον ξαπλώνουνε κατάχαμα, απάνου σ’ ένα κόκκινο σκουτί. Ύστερα παίρνουνε μέλι κι αλείβουνε γύρω γύρω το πάτωμα, γιατί μιλάνε των νεράιδωνε κι εκείνες έρχονται κι αν δεν τις γλυκάνεις, δεν ξαμποδένουνε τον άρρωστο, φεύγουνε. Εκεί καθόνται μοναχές οι μαΐστρες και κλειούνε τα παραθύρια και κάτι λένε μέσα τους κι ερχόνται οι νεράιδες με την Κυρά τους εκεί, ξέρω κι εγώ τι κουβεντιάζανε και σε λιγούλι βγαίνει όξω μια μαΐστρα και λέει στους συγγενείς του άρρωστου:
Μας είπε η Κυρά να μας φέρουτε το τάδε, ένα τουλούμι τυρί να ειπούμε, πέντε τουλούπες μαλλιά, έν’ αρνί, πενήντα δραχμές. Ό,τι θέλουν εκείνες, λένε τάχατες πως τα παίρνουνε οι νεράιδες για πλερωμή, μα δε με συχωράς, τα τρώνε οι μαΐστρες οι άτιμες. Άμα πλια πάρουνε ό,τι τις βαστάξει η ψυχή τους, κάνουν τα γητέματα και ποτίζουνε τον άρρωστο ένα γιατρικό από κάτι ρίζες, που λένε πως λάμπουνε σαν κωλοφωτιά τη νύχτα και γίνεται πλια ο άρρωστος καλά.
Ξόρκια και φυλαχτά
Οι Νεράιδες δίνουνε και πάθος στον άνθρωπο, που γιατρεύεται με ξόρκια και μαγικά. Με τους καλούς είναι καλές, τους δίνουν φυλαχτά και τους μαθαίνουν πολλά μαγικά γιατροσόφια. Για να προστατευτούν απ’ την κακή ώρα των νεράιδων οι άνθρωποι φοράνε φυλαχτά με ψωμί, μπαρούτι, σκόρδο, κόκκαλα χελώνας ή φιδιού τυλιγμένα σε άσπρο πανάκι. Στην Αρκαδία αν θέλει κανείς να δει τη νεράιδα της ανεμοξουριάς, να φανερωθεί μπροστά του μ’ όλη της την ομορφιά, πρέπει το καλοκαίρι να σούρνει πάντα κοντά του αλάτι κι όταν δει ανεμοξουριά να ρίξει τ’ αλάτι και η νεράιδα θα ξεφυτρώσει και θα τη δει. Μπορεί κανείς, αν κάνει όσα πρέπει, κι από μέσα απ’ την ανεμοξουριά να της αρπάξει το κόκκινο φεσάκι ή το μεταξωτό μαντήλι που φορεί στο κεφάλι της και να της γυρέψει ό,τι θέλει, ό,τι χάρη της ζητήσει του την κάνει και μετά τον αφήνει και γυρίζει στο σπίτι του. Το καλύτερο απ’ ούλα είναι να της γυρέψει το αθάνατο νερό ή κανένα ρούχο της νεράιδας, γιατί αυτό γιατρεύει κάθε λογής αρρώστια.
Λαβώματα
Οι νεράιδες γνέθουν και υφαίνουν κατάλευκα υφάσματα λεπτότατα σαν τον ιστό της αράχνης. Πλένουν στα ποτάμια και απλώνουν τα άσπρα αραχνοΰφαντα ρούχα τους στους γύρω θάμνους να στεγνώσουν. Αν κάποιος περάσει από κει τον πειράζουν, τον λαβώνουν και μόνο με μαγικά ξόρκια θεραπεύεται.ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Δρ. Λαογραφίας Πανεπιστημίου Αθηνών
Ουλούθε όπου βγαίνει νερό, εκεί μένει και νεράιδα. Για τούτο, ο άνθρωπος, τη νύχτα που ήθελε να περάσει κοντά από τρεχούμενο νερό, δε μίλαγε, για να μην του πάρει η νεράιδα τη φωνή. Αλλά κάποσες βολές, και τούτο ακόμα το λένε μερικές γυναίκες ότι το είδανε, το νερό τη νύχτα κοιμάται, όπου λέμε, μένει χωρίς να κουνηθεί ολότελα, και τότε πλια η νεράιδα έναι κει στο νερό. Αλλά για να φύγει η νεράιδα και να τρέξει πάλε το νερό, είναι ετούτο: ο άνθρωπος πετάει μια πέτρα μες το νερό, και τότες αμέσως η νεράιδα φεύγει και το νερό τρέχει.
Τη νεράιδα τότε ούλοι δεν τη γλέπουνε. Μομ” τα άλογα τη γλέπουνε και φρουμάζουνε και ξαφνιάζονται, και δε θέλουνε να περάσουνε από κει, καθώς και τα σκυλιά – όσα όμως είναι τεσσερομάτικα, δηλαδή έχουν σημάδι απού πάνω από τα φρύδια, τα μαύρα άσπρο, τα άσπρα μαύρο. Τα άλλα δεν τη γλέπουνε
πηγή : Aπό τις Παραδόσεις του Νικολάου Πολίτη (Εκδόσεις γράμματα)
(Λάστα του Δήμου Μυλάνοτος της Γορτυνίας)
Το εσφαλμένο του Filioque (π. Ι. Ρωμανίδης).
Κατά τα πρώτα βήματα της επιστροφής μου (σημείωση π. Γ. Μεταλληνού: «Ασφαλώς εννοεί την στροφή του στην μελέτη της ορθοδόξου παραδόσεως») εις την Ορθοδοξίαν έμαθα ότι το εσφαλμένον του Filioque βασίζεται εις την δυτικήν σύγχυσιν θείας ουσίας και ενεργείας. Ούτω οι Δυτικοί ισχυρίζονται μεταξύ άλλων ότι, αφού το Πνεύμα πέμπεται και δίδεται όχι μόνον υπό του Πατρός, αλλά και υπό ή δια του Υιού, έπεται ότι εκπορεύεται και εκ του Υιού ή δια του Υιού. Η σύγχυσις αύτη της ενεργείας του πέμπειν μετά της εκπορεύσεως, ο της ουσίας εστίν, δικαιολογεί εις τα όμματα των Δυτικών το Filioque.
Σπαράγματα αληθείας από τις επιστολές του Ιουλιανού.
Ο Ιουλιανός ο Αποστάτης, αν και καταφέρθηκε εναντίον της Εκκλησίας και της Χριστιανικής πίστεως, μιλώντας μάλιστα πολύ υποτιμητικά για αυτήν χαρακτηρίζοντάς την «αθεΐα», «ασέβεια», και τους Χριστιανούς «Γαλιλαίους», εντούτοις έγραψε και πράγματα που μπορεί να χρησιμοποιηθούν ως απολογητικά στοιχεία υπέρ της. Τέτοια σπαράγματα αληθείας παρουσιάζονται παρακάτω, από τις επιστολές του. Έχουν αξία διότι προέρχονται από έναν αρνητή της πίστεως. Τα στοιχεία ελήφθησαν από τον τρίτο τόμο των «Απάντων του Ιουλιανού», από τις εκδόσεις Ζήτρος.
Είμαστε σίγουροι ότι οι συγγραφείς της Αγίας Γραφής έγραψαν την αλήθεια;
Τα Ευαγγέλια γράφτηκαν, ενώ υπήρχαν ακόμη αυτόπτες και αυτήκοοι μάρτυρες του Χριστού. Δεν μπορούσαν να γράψουν ψέμματα και για το λόγο ότι θα ελέγχονταν από τους συγχρόνους τους.
Επιπλέον οι ευαγγελιστές έγραψαν με ειλικρίνεια και απλότητα. Αναφέρουν μάλιστα λεπτομέρειες και γεγονότα, που δείχνουν ότι δεν είχαν προσχεδιάσει τίποτα. Αν είχε πονηριά, δε θα έγραφε ο ευαγγελιστής Μάρκος για το νέο που, όταν συνέλαβαν το Χριστό οι στρατιώτες, συνέλαβαν και αυτόν οι νεαροί του αποσπάσματος και, καθώς ήταν τυλιγμένος μόνο μ’ ένα σεντόνι, το άφησε κι έφυγε γυμνός. Πιθανόν να ήταν ο ίδιος ο συγγραφέας σε νεαρή ηλικία. Επίσης δε θα έγραφαν σφάλματα και ελαττώματα των αποστόλων, όπως λ.χ. δειλία, φιλαρχία, δυσπιστία, φιλοχρηματία (περίπτωση Ιούδα), άρνηση (περίπτωση Πέτρου) κ.τ.λ.
Ο Λουκάς ήταν συνοδός και γιατρός του Παύλου (Κολ. 4,14) και γι’ αυτό γνωρίζει καλά τα γεγονότα των περιοδειών του Παύλου και τα περιγράφει στο βιβλίο του «Πράξεις των αποστόλων». Πιθανόν τους λόγους του αποστόλου Παύλου να τους υπαγόρευσε ο ίδιος ο απόστολος σ’ αυτόν, όπως υπαγόρευε τις επιστολές του στους γραμματείς του.
Από το βιβλίο «Νεανικές Αναζητήσεις – Α’ Τόμος: Ζητήματα πίστεως» (σελ. 80),Αρχ. Μαξίμου Παναγιώτου, Ιερά Μονή Παναγίας Παραμυθίας Ρόδου
«Ουκ ένι άρσεν και θήλυ» – Η θέση της γυναίκας στη ζωή της Εκκλησίας
Η θέση της γυναίκας στη ζωή της Εκκλησίας δεν ακολούθησε τη θέση της στην κοινωνία. Η γυναίκα στην πίστη μας τιμάται στο πρόσωπο της Παναγίας στην υψηλότερη θέση που μπορούσε να πάρει ο άνθρωπος, είναι το δώρο της ανθρωπότητας στο Θεό.
Αλλά και πλήθος γυναικών θαυμάζεται και τιμάται για την αγάπη και την πίστη στο Θεό και έχει λάβει περίοπτη θέση στο χριστιανικό εορτολόγιο και στην πνευματική ζωή. Είναι πρότυπα για την Εκκλησία και τα μέλη της.
Δεν είναι η εργασία, η μόρφωση, η ομορφιά και η εμφάνιση ή η ευφυΐα με την οποία ασχολείται η πίστη μας, όταν προβάλλει τις γυναίκες. Είναι η σχέση με το Θεό, την οποία αναπτύσσουν στη ζωή τους οι γυναίκες που τιμώνται από την Εκκλησία, το κριτήριο για την ανάδειξή τους. Το ίδιο συμβαίνει και με τους άνδρες αγίους. Δεν ασχολείται η Εκκλησία με τα χαρίσματα ή την καταγωγή ή την κοσμική τους πρόοδο. Καταγράφει όλα αυτά, αλλά προχωρεί στη σχέση με το Θεό που δίνει άλλο νόημα στη ζωή των ανθρώπων και τους αγιάζει.
Όλα αυτά ενώ η κοινωνία επεφύλαξε στο παρελθόν ένα ρόλο κλειστό και περιορισμένο για τις γυναίκες. Τις θεωρούσε ως τις φύλακες των σπιτιών και των οικογενειών, ως αυτές που είχαν την ευθύνη για την ανατροφή των παιδιών, ως τα πρόσωπα εκείνα που έπρεπε να είναι πάντοτε υπό την σκιά των ανδρών. Γι’ αυτό και τα όποια δικαιώματα για τις γυναίκες άργησαν πολύ να δοθούν από τις ανθρώπινες κοινωνίες και σε κάποιους λαούς και κοινωνίες δεν έχουν δοθεί ακόμη.
Για την πίστη όμως υπάρχει ο περίφημος λόγος του αποστόλου Παύλου προς τους Γαλάτες: «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ. Πάντες γαρ υμείς εις εστέ εν Χριστώ Ιησού» (Γαλ. 3, 28). Η διαφοροποίηση των φύλων έχει να κάνει με το ρόλο, όχι με την αξία των προσώπων έναντι του Θεού. Η σωτηρία δεν είναι για τους άνδρες μόνο. Όπως κάθε διάκριση, είτε ανάμεσα στις εθνικότητες, είτε ανάμεσα στα θρησκεύματα, είτε στην κοινωνική και ταξική καταγωγή έχει καταργηθεί, έτσι και η διάκριση ανάμεσα στα φύλα δεν μπορεί να ισχύει στην Βασιλεία του Θεού. Ο άνθρωπος δεν γίνεται πολίτης της επειδή είναι άνδρας, Ιουδαίος, ελεύθερος, αλλά κατά τη πίστη του. Δεν είναι η εξουσία και η ισχύς τα κριτήρια της αποδοχής ενός ανθρώπου από το Θεό, αλλά η ιδιότητα του προσώπου, που είναι μοναδική και ανεπανάληπτη. Γιατί η γυναίκα είχε αυτή τη θέση στην κοινωνία, επειδή θεωρούνταν ανίσχυρη να επιβληθεί με τις δυνάμεις της στον ανδρικό εγωισμό και ανίκανη να διοικήσει την κοινωνία και να δώσει με το δικό της τρόπο και ήθος άλλο μήνυμα στη ζωή και τον κόσμο.
Η Εκκλησία δεν μπαίνει στη λογική της συζήτησης της ικανότητας της γυναίκας να εξουσιάσει ή να διοικήσει την κοινωνία και τη ζωή. Αποκαθιστά τη γυναίκα στο πρότερον κάλλος της σχέσης με το Θεό, από το οποίο και εκείνη και ο άνδρας εξέπεσαν εξαιτίας της αμαρτίας. Και ζητά τόσο από εκείνη όσο και από τον άνδρα να οικειωθούν την πίστη που τους οδηγεί στον αληθινό Θεό, στην μεταμόρφωση του κατ’ εικόνα τους στο καθ’ ομοίωσιν και να αναλάβουν το ρόλο που μπορούν, ανάλογα με το χάρισμά τους, στη ζωή της Εκκλησίας, στη ζωή της Βασιλείας του Θεού.
Γυναίκα και άνδρας λειτουργούν ως «εις» εν Χριστώ Ιησού. Και αυτό μπορεί να επιτευχθεί μέσα από την πίστη, την εν Αγίω Πνεύματι κοινωνία και την παράθεση της ζωής τόσο του άνδρα όσο και της γυναίκας στο Χριστό.
Η πίστη συνεπάγεται την εμπιστοσύνη στο Χριστό ως τον Σωτήρα και Λυτρωτή και ως Εκείνον που αγαπά τον άνθρωπο τόσο, ώστε να σαρκωθεί, να σταυρωθεί, να αναστηθεί και να οδηγήσει την ανθρώπινη φύση στο Θεό-Πατέρα. Η πίστη δεν είναι μαγική κατάσταση. Είναι δωρεά του Θεού, αλλά και απάντηση στις αναζητήσεις της ανθρώπινης ύπαρξης. Ταυτόχρονα, αποτελεί επιλογή του ανθρώπου, άνδρα και γυναίκας, κίνηση αποδοχής του Θεού ως Πατέρα και απόφαση χρήσης της ελευθερίας ως υπέρβασης του εγωισμού, της αμφιβολίας, της αυτο-θεοποίησης. Με άλλο τρόπο, εξαιτίας της διαφορετικότητας των φύλων, εκφράζει την απιστία στο Θεό και την προτεραιότητα του εαυτού ο άνδρας, με άλλον η γυναίκα. Και στα δύο φύλα όμως πρυτανεύει ο εγωισμός, φανερός ή κρυφός. Και ο εγωισμός μόνο με την ταπεινότητα της πίστης θεραπεύεται.
Η κοινωνία του Αγίου Πνεύματος συνεπάγεται την άρνηση του ανθρώπου να προτάξει το ήθος της εξουσίας ως αυτοσκοπό στη ζωή του και να επιλέξει την οδό της διακονίας της αγάπης μέσα από την συνάντηση με τον άλλο. Ο άλλος ας θέλει να εξουσιάζει. Αυτός που έχει εν τη καρδία του το Άγιο Πνεύμα επιλέγει την αγάπη. Και η αγάπη εκφράζεται με την καλοσύνη, τον διάλογο, τη σιωπή, την υπομονή, την ταπεινότητα. Η αγάπη εκφράζεται με την θυσία της παραίτησης από τα δικαιώματα. Η αγάπη εκφράζεται με την ασφάλεια που ο ένας μπορεί να παρέχει στον άλλο. Και αυτοί οι τρόποι δεν έχουν να κάνουν με τα φύλα, αλλά είναι στοιχεία που όλοι οι άνθρωποι καλούνται να ζήσουν. Γιατί αποτελούν δωρεές της σχέσης με το Θεό εν Αγίω Πνεύματι στη ζωή της Εκκλησίας. Μέσα στην Εκκλησία άνδρας και γυναίκα, όπως και ολόκληρος ο κόσμος βρίσκουν την αληθινή καταξίωση, η οποία δεν μένει στον παρόντα χρόνο, αλλά προχωρεί στην αιωνιότητα.
Χρειάζεται όμως και μία τρίτη κατάσταση. Είναι η εναπόθεση, η παράθεση «πάσης της ζωής ημών Χριστώ τω Θεώ». Τα δύο φύλα δεν περιορίζονται στη σχέση αναμεταξύ τους, στην από κοινού πορεία και διακονία στην οικογένεια, στην εργασία, στη δημιουργία, στη ζωή της Εκκλησίας και του κόσμου, αλλά εμπιστεύονται τη ζωή και την πορεία τους στην προοπτική της σχέσης με το Χριστό. Εμπιστεύονται, αλλά και αφήνονται στην αγάπη του Θεού. Δεν κάνουν ό,τι κάνουν για να πετύχουν κατά κόσμον, αλλά για να υπακούσουν στο θέλημα του Θεού και ταυτόχρονα να μπορούν να χαρούν τη ζωή της Βασιλείας των ουρανών. Δεν είναι οι ανθρώπινοι νόμοι, τα αστικά και άλλα δικαιώματα, τα όποια καθήκοντα του ενός έναντι του άλλου που δίνουν πλαίσια και περιγράφουν τον τρόπο της ζωής, αλλά η γνώση και η βίωση της κοινωνίας με το Χριστό και το άφημα του εαυτού και της ζωής και των δυσκολιών, της οδύνης και του κόπου σ’ Αυτόν. Και όταν χρειαστεί, ακόμη και η συγγένεια, ακόμη και τα χαρίσματα ή οι ικανότητες μπορούν να τεθούν στο περιθώριο, γιατί προηγείται η αγάπη προς το Χριστό. Και αυτός ο δρόμος μπορεί να οδηγήσει στο μαρτύριο, αλλά και στην αληθινή δόξα της κοινωνίας με το Θεό.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία όταν τιμά τη μνήμη κάποιας ξεχωριστής γυναίκας-Αγίας θυμίζει στους πιστούς αυτή την ενότητα που υπάρχει στη ζωή της πίστης. Θυμίζει την πίστη στο Χριστό που επέδειξε η γυναίκα, την κοινωνία με το Θεό και τον συνάνθρωπο στη ζωή της Εκκλησίας, αλλά και την παράθεση της ζωής της στο Χριστό που την οδηγεί στο μαρτύριο είτε του αίματος είτε της συνειδήσεως.
Και, παράλληλα, υπενθυμίζει ότι και ο Χριστός εκ γυναικός γεννήθηκε, για να μη μένει καμία αμφιβολία ότι δεν είναι η ισχύς και η εξουσία που δίνουν κατά Θεόν νόημα στη ζωή, αλλά η σχέση με τον Θεάνθρωπο. Για να αποτελεί τελικά η τιμώμενη γυναίκα πρότυπο, όχι μόνο για τις άλλες γυναίκες, αλλά και για τους άνδρες, για όλα τα μέλη του σώματος του Χριστού. Για να μπορούμε όλοι, ζώντας την ενότητα της πίστεως, την κοινωνία του Αγίου Πνεύματος και την παράθεση της ζωής μας Χριστώ τω Θεώ, να βιώνουμε τη χαρά της Βασιλείας, ακόμη κι αν ο κόσμος μας βλέπει τα πράγματα αλλιώς, κατά το εγωκεντρικό του, κατά το εξουσιαστικό του, κατά το αυτορυθμιστικό του θέλημα. Η αποτυχία αυτού του θελήματος και ο θάνατος που φέρνει μας καλούν να δούμε τον άλλο δρόμο και να επιλέξουμε.
Ο Συμβολισμός της Αποκαλύψεως
Του Αειμνήστου Στεργίου Ν. Σάκκου
Σ” ὅλα τὰ βιβλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, κατὰ κύριο δὲ λόγο στὰ προφητικά, ἀπαντοῦν συμβολικὲς ἐκφράσεις, οἱ ὁποῖες χαρακτηρίζουν ἐπίσης καὶ τὰ Ἀποκαλυπτικὰ κείμενα. Ἡ ἀφθονία συμβολικῶν ἐκφράσεων στὰ προφητικὰ βιβλία ὀφείλεται στὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Προφῆτες συχνὰ λαμβάνουν ἀπὸ τὸν Θεὸ προφητεῖες μὲ τὴ μορφὴ συμβολικῶν παραστάσεων καὶ μερικὲς φορὲς καταφεύγουν
οἱ ἴδιοι στὴ χρῆσι συμβόλων, διότι δὲν μποροῦν νὰ ἐκφράσουν τὰ ὁράματά τους μὲ τὴ γλῶσσα τῆς ἐποχῆς τους. Εὔλογα, λοιπόν, στὴν Ἀποκάλυψι τοῦ Ἰωάννου, ἕνα σαφῶς προφητικὸ βιβλίο, κυριαρχεῖ ἡ συμβολικὴ χρῆσι ἐκφράσεων, προσώπων, χρωμάτων, ἀριθμῶν καὶ παραστάσεων.
Ὁ Ἰωάννης, μάλιστα, καθὼς καὶ οἱ πρῶτοι παραλῆπτες τῆς Ἀποκαλύψεως, «αἱ ἑπτὰ Ἐκκλησίαι αἱ ἐν τῇ Ἀσίᾳ» (Ἀπ. 1, 4), ἦσαν ἐξοικειωμένοι μὲ τὴ χρῆσι συμβόλων. Αὐτὸ μαρτυροῦν νομίσματα καὶ ἄλλα εὑρήματα τῆς περιοχῆς, ποὺ φέρουν συμβολικὲς παραστάσεις. Τὴν ἀσιατικὴ αὐτὴ συνήθεια, ποὺ εἶχε ἐπιδράσει βαθιὰ καὶ στοὺς ἀσιάτες Χριστιανούς, χρησιμοποιεῖ ὁ Θεὸς γιὰ νὰ δείξῃ «τοῖς δούλοις αὐτοῦ ὃ δεῖ γενέσθαι ἐν τάχει» (Ἀπ. 1, 1). Στὴν πραγματικότητα, ἡ πρωτοβουλία στὴν χρῆσι συμβόλων ἀνήκει στὸν Θεό, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἐκδίωξι τῶν πρωτοπλάστων ἀπὸ τὸν παράδεισο διατύπωσε τὸ λεγόμενο πρωτευαγγέλιο μὲ συμβολικὲς ἐκφράσεις «αὐτός σου τηρήσει κεφαλήν, καὶ σὺ τηρήσεις αὐτοῦ πτέρναν» (Γέν. 3, 15).
Μὲ τὸ συμβολισμὸ τῆς Ἀποκαλύψεως οἱ Ἐκκλησίες τῆς Ἀσίας ἐφοδιάζονται μὲ ἕνα ἀντίβαρο ἐνάντια στὴν ἄφθονη χρῆσι συμβόλων ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Καὶ δὲν πρόκειται ἁπλῶς γιὰ ἀντίβαρο. Σύμβολα συνηθισμένα στὸν εἰδωλολατρικὸ κόσμο ἀποκτοῦν στὴν Ἀποκάλυψι ἀντίκρυσμα μὲ ὑψηλό, θεϊκὸ ἢ ἔστω βαρυσήμαντο νόημα.
Ὁ συμβολισμὸς ἐπιτελεῖ στὴν Ἀποκάλυψι τριπλὴ λειτουργία :
1. Καλύπτει ἐν μέρει τὸν προφητικὸ λόγο ἀπὸ τὰ μάτια τῶν Ρωμαίων, τῶν εἰδωλολατρῶν κατακτητῶν, καὶ προστατεύει τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς πιστοὺς ἀπὸ τὴν ὀργή τους.
2. Λειτουργεῖ παρόμοια μὲ τὶς παραβολὲς ποὺ χρησιμοποιοῦσαν οἱ Προφῆτες καὶ ὁ Κύριος. Ἀφήνει ἀδιάφορους τοὺς χλιαροὺς ἢ ψυχροὺς στὴν πίστι καὶ ἀφυπνίζει τὸ ἐκλεκτὸ κατάλοιπο τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὥστε νὰ ἐντείνῃ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ τὴν κατανόησι τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ὑπακοὴ σ᾽ αὐτόν.
3. Ἀναδεικνύει τὴν διαχρονικότητα τοῦ συμβολιζομένου, καθ᾽ ὅσον δὲν τὸ περιορίζει σὲ μία καὶ μόνη περίπτωσι μιᾶς συγκεκριμένης ἐποχῆς. Ἔτσι, ὑπὸ τὸν ὅρο «Βαβυλών», π.χ., ἐννοεῖται ὄχι μόνον ἡ ἀντίχριστη ρωμαϊκὴ αὐτοκρατορία, ἀλλὰ καὶ κάθε κοσμικὴ ἐξουσία ποὺ στρέφεται κατὰ τῆς Ἐκκλησίας, κάθε πνευματικὴ ἢ πολιτικὴ δύναμι ποὺ γίνεται ὄργανο τοῦ σατανᾶ, γιὰ νὰ βλάψῃ τὴν πίστι τῶν Χριστιανῶν.
Τὰ ποικίλα γεγονότα τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ ἐξαγγείλῃ ὁ Ἰωάννης καὶ τὰ πνευματικὰ νοήματα ποὺ ὀφείλει νὰ μεταφέρῃ στοὺς πιστούς, ἀσφαλῶς τοῦ τὰ Ἀποκαλύπτει ὁ Θεὸς κάτω ἀπὸ εἰκόνες καὶ παραστάσεις ποὺ ἀνήκουν στὸν κύκλο τῶν γνώσεων καὶ ἐμπειριῶν τοῦ εὐαγγελιστοῦ. Καὶ ὁ Ἰωάννης περιγράφει ὅ,τι ἀκριβῶς βλέπει. Οἱ παραστάσεις τῆς Ἀποκαλύψεως θυμίζουν εἰκόνες ἀπ᾽ ὅλους τοὺς τομεῖς τῆς φύσης καί τῆς ζωῆς. Ζωικὸ καὶ φυτικὸ βασίλειο, γεωργικὴ καὶ ἐμπορικὴ ζωή, θάλασσα, οὐρανός, φυσικὰ φαινόμενα, πολύτιμοι λίθοι, ἀλλὰ καὶ ἡ ἀνθρώπινη ζωή, μὲ τὴ μητέρα καὶ τὸ παιδί, τὴν παρθένο νύμφη, τὴν πόρνη, τὸν πόλεμο, τὴν εἰρήνη, τὰ μεταφορικὰ μέσα, προσφέρουν μία ἀφθονία εἰκόνων μὲ τὶς ὁποῖες ἐκφράζονται οἱ ἀλήθειες τοῦ θεοπνεύστου αὐτοῦ βιβλίου.
Ὁπωσδήποτε, παρόμοιες εἰκόνες συναντῶνται ἐπίσης σὲ διάφορα κείμενα τῆς ἰουδαϊκῆς καὶ θύραθεν γραμματείας. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ δὲν πρέπει νὰ μᾶς παραπλάνησῃ καὶ νὰ μᾶς ὁδηγήσῃ στὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Ἰωάννης χρησιμοποίησε διάφορες πηγὲς γιὰ τὴν καταγραφὴ τῶν ὁράσεών του. Μοναδική του πηγὴ εἶναι ὁ Θεός, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδειξε τὶς ὀπτασίες. Βεβαίως, ὅπως προανέφερα, ὁ Θεὸς πρόσφερε στὸν Ἰωάννη τὶς Ἀποκαλύψεις μὲ συμβολικὲς εἰκόνες, τὶς ὁποῖες ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον γνώριζε ὁ προφήτης ὄχι μόνο ἀπὸ τὴν φυσικὴ ζωή, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ.
Αὐθαίρετους καὶ ἀβάσιμους θεωρῶ τοὺς ἰσχυρισμοὺς ὅτι κάποιες εἰκόνες ἀντλεῖ ἡ Ἀποκάλυψι ἀπὸ τὴ θεματικὴ τῆς Ἀποκαλυπτικῆς. Τὸ γεγονὸς ὅτι ὑπάρχουν κάποια στοιχεῖα κοινὰ στὴν Ἀποκάλυψι καὶ στὶς ἰουδαϊκὲς ἢ χριστιανικὲς Ἀποκαλύψεις, δὲν ἀποτελεῖ ἀπόδειξι ὅτι ἡ πρώτη τὰ δανείστηκε ἀπὸ τὶς ἄλλες. Ἄλλωστε οἱ διάφορες Ἀποκαλύψεις εἶναι ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον μεταγενέστερες τῆς Ἀποκαλύψεως. Ἐπίσης ἀστήρικτες εἶναι οἱ ἀπόψεις ὅτι ἡ Ἀποκάλυψι περιέχει ἐπιδράσεις ἀπὸ εἰδωλολατρικὲς θρησκεῖες, μάλιστα δὲ καὶ ἴχνη συγκρητισμοῦ. Ὁπωσδήποτε ἀπὸ αὐτὲς τὶς εἰκασίες ἀπουσιάζει ἡ κατανόησι τοῦ πνεύματος τοῦ ἱεροῦ βιβλίου, τοῦ χριστιανικοῦ χαρακτῆρος του, ποὺ δὲν συμβιβάζεται μὲ ὁτιδήποτε εἰδωλολατρικό. Ἀρκεῖ μία ἀνάγνωσι τῆς Ἀποκαλύψεως γιὰ νὰ ἀντιληφθῇ ὁ καλοπροαίρετος ἀναγνώστης τὴν ἀποστροφὴ τοῦ Κυρίου πρὸς τὴν εἰδωλολατρία καὶ τὴν τελεσίδικη καταδίκη τῶν εἰδωλολατρῶν (βλ. Απ. 21, 8. 22, 15). Ὁ Ἰωάννης, ὁ ὁποῖος εἶδε, ἄκουσε καὶ κατέγραψε ὅλα αὐτὰ καὶ μὲ τὴν ἀγωνία τοῦ πνευματικοῦ ποιμένος παραγγέλλει στοὺς πιστοὺς «Τεκνία, φυλάξατε ἑαυτοὺς ἀπὸ τῶν εἰδώλων» (Α’ Ἰωάνν. 5, 21), πῶς θὰ κατέφευγε σὲ εἰδωλολατρικὰ δάνεια ;
Εἶναι ἀξιοσημείωτο ὅτι καὶ ἐκεῖνοι ποὺ ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Ἰωάννης ἐπηρεάζεται ἀπὸ ξένες πηγὲς παραδέχονται ὅτι ὁ συγγραφέας τῆς Ἀποκαλύψεως κινεῖται μὲ πλήρη ἀνεξαρτησία καὶ πρωτοτυπία, ἀφοῦ μάλιστα πολλὲς ἀπὸ τὶς εἰκόνες τοῦ βιβλίου δὲν συναντῶνται οὔτε στὴν Παλαιὰ Διαθήκη οὔτε σὲ ἄλλα κείμενα.
Τὰ ἰδιάζοντα χαρακτηριστικὰ τοῦ συμβολισμοῦ τῆς Ἀποκαλύψεως εἶναι :
1. Ἐλευθερία στὴ χρῆσι τῶν συμβόλων καὶ τῶν εἰκόνων. Δὲν χρησιμοποιεῖται τὸ ἴδιο συμβολικὸ λεξιλόγιο στὰ διάφορα τμήματα τοῦ βιβλίου, ἀλλὰ οὔτε καὶ στὴ ροὴ τοῦ ἴδιου δράματος. Ἡ προσεκτικὴ ὅμως μελέτη Ἀποκαλύπτει στὸν ἀναγνώστη ὅτι καὶ τὰ ὁράματα ποὺ φαίνονται ἄσχετα καὶ ἀσύνδετα μεταξύ τους περιέχονται στὸ ἴδιο πλαίσιο. Αὐτὸ καθορίζεται ἀπὸ ὁρισμένα σύμβολα, ὅπως εἶναι τὸ ἀρνίο, ὁ δράκοντας, τὰ δυὸ θηρία, ἡ Βαβυλῶνα.
2. Συγγένεια ἢ καὶ ταύτισι διαφορετικῶν συμβόλων. Τὸ ἴδιο πρόσωπο ἢ γεγονὸς μπορεῖ νὰ συμβολίζεται μὲ διαφορετικὰ σύμβολα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς π.χ. συμβολίζεται μὲ παραστάσεις ποὺ φαίνονται ἀπόλυτα ἀνεξάρτητες καὶ ἄσχετες μεταξύ τους: ὡς ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου (Ἀπ. 1,13), ὡς ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς Ἰούδα (5, 5), ὡς τὸ ἀρνίο (5, 6), ὡς ὁ ἱππέας τοῦ λευκοῦ ἵππου (6, 2).
3. Σύμβολα δυνάμεως καὶ νίκης μετασχηματίζονται σὲ εἰκόνες πόνου ἢ ἀδυναμίας. Ἔτσι, ἐνῷ ὁ Ἰωάννης ἀκούει ὅτι «ἐνίκησεν ὁ λέων ὁ ἐκ τῆς φυλῆς τοῦ Ἰούδα» (5, 5), βλέπει «Ἀρνίον ἑστηκὸς ὡς ἐσφαγμένον» (5, 6).
4. Πολλὲς ἀπὸ τὶς περιγραφὲς τοῦ βιβλίου δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀπεικονισθοῦν, οὔτε κὰν νὰ συλληφθοῦν ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φαντασία, καθόσον τὰ συμβολιζόμενα βρίσκονται ἔξω ἀπὸ τὸν κύκλο τῆς ἀνθρώπινης γνώσης καὶ ἐμπειρίας.
Σὲ ἀρκετὲς περιπτώσεις ἡ ἑρμηνεία τῶν συμβόλων τῆς Ἀποκαλύψεως ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Ἰωάννη πλήρως ἢ ἐν μέρει. Παραμένουν ὅμως κάποιες συμβολικὲς μορφές, ὡς πρὸς τὶς ὁποῖες ὑπάρχει ποικιλία ἑρμηνειῶν ἀκόμα καὶ μεταξὺ τῶν ἑρμηνευτῶν ποὺ ἀκολουθοῦν τὴν ἴδια γενικὴ ἑρμηνευτικὴ μέθοδο. Μποροῦμε νὰ διατυπώσουμε τὶς ἀκόλουθες ἀρχὲς ἑρμηνείας τῶν συμβόλων τῆς Ἀποκαλύψεως :
1. Χρειάζεται κατ” ἀρχὴν ἡ γνῶσι τῶν χαρακτηριστικῶν τοῦ συμβολισμοῦ τῆς Ἀποκαλύψεως.
2. Ὅπου τὸ ἴδιο τὸ κείμενο δὲν δίνει καμία ἑρμηνεία, οἱ παραστάσεις ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον πρέπει νὰ ἐκληφθοῦν μὲ συμβολικὴ σημασία, «ἀλληγορικῶς», ὄχι ὅμως κατὰ τὴν αὐθαιρεσία τῆς ἀλληγορικῆς ἑρμηνείας.
3. Μερικὲς ἀπὸ τὶς εἰκόνες τῆς Ἀποκαλύψεως δὲν πρέπει νὰ ἑρμηνευθοῦν ὡς συμβολικές. Χρησιμεύουν ἁπλῶς γιὰ νὰ προσθέσουν ζωηρότητα καὶ κίνηση στὴ συνάφεια.
4. Διαδοχικὰ μέλη μιᾶς σειρᾶς ὁραμάτων δὲν ὑπονοοῦν ἀναγκαστικὰ μία χρονολογικὴ συνέχεια.
5. Οἱ ἀριθμοὶ τρία, τέσσερα, ἕξι, ἑπτά, δώδεκα κ.ἄ. ἔχουν ἰδιάζουσα σημασία, ἡ ὁποία, μάλιστα, δὲν εἶναι μονοσήμαντη. Στὸν ἀριθμὸ τοῦ θηρίου 666, τὸ 6, ὡς ὑπολειπόμενο τοῦ 7, θεωρεῖται σύμβολο τῆς ἐλλείψεως καὶ τοῦ κακοῦ, ἀλλὰ ἐν τούτοις τὰ «ζῷα» γύρω ἀπὸ τὸν θρόνο εἶναι ἑξαπτέρυγα (Ἀπ. 4, 8), σύμβολο ποὺ ἐκφράζει τὴν πλήρη καὶ τέλεια κίνησί τους σὲ κάθε κατεύθυνσι.
6. Ὁ ἑρμηνευτὴς δὲν πρέπει νὰ παρασύρεται ἀπὸ τὰ δεδομένα καὶ τὶς ἀντιλήψεις τῆς δικῆς του ἐποχῆς, γιὰ νὰ ἑρμηνεύσῃ τὶς συμβολικὲς παραστάσεις τῆς Ἀποκαλύψεως.
7. Τὰ σύμβολα τῆς Ἀποκαλύψεως εἶναι τύποι, οἱ ὁποῖοι βρίσκουν ἐφαρμογὴ ὄχι μόνο στὴν πρώτη πραγματικότητα, τὴν ὁποία ἀρχικὰ συμβολίζουν, ἄλλα ἐπὶ πλέον σὲ διάφορα γεγονότα καὶ πρόσωπα ἀνὰ τοὺς αἰῶνες. Ἡ ἑρμηνεία τους, λοιπόν, δὲν ἐξαντλεῖται σὲ συγκεκριμένα ἱστορικὰ γεγονότα ἢ πρόσωπα.
Σ᾽ ὅλα τὰ παραπάνω πρέπει νὰ προστεθῇ ὅτι ἕνα μεγάλο μέρος τῆς ἑρμηνείας ἐπαφίεται στὴν «ἑρμηνευτικὴ διακριτικότητα τοῦ ἑρμηνευτοῦ», διακριτικότητα βεβαίως «ἐν Πνεύματι», καθ᾽ ὅσον τὸ ἑρμηνευόμενο εἶναι «τί τὸ Πνεῦμα λέγει». Ὅσο μποροῦμε νὰ ἐντοπίσουμε τὴν ψυχὴ ἀνατέμνοντας τὸ ἀνθρώπινο σῶμα, τόσο μποροῦμε νὰ βροῦμε τὴν σωστὴ ἑρμηνεία τῆς Ἀποκαλύψεως προσεγγίζοντάς την ἄνευ Πνεύματος.
ΠΗΓΗ : ΘΕΟΛΟΓΙΑ, 2007, τευχ. 2, σσ. 531-544.
Γιατί η αστρολογία είναι σήμερα σε αυτήν την έξαρση , καθ “ ην στιγμήν η επιστήμη είναι στο απόγειό της;
Μ.Μ: Γιατί η αστρολογία είναι σήμερα σε αυτήν την έξαρση , καθ “ ην στιγμήν η επιστήμη είναι στο απόγειό της;
π.Ι : Αυτό είναι η περιεργότατη ειρωνεία του θέματος. Αυτό συμβαίνει επειδή δεν λύνονται όλα τα προβλήματα με την ψυχρή επιστήμη , ούτε με τα μαθηματικά,
ούτε με τη φυσική , ούτε με τη χημεία , ούτε με τη μηχανική, ούτε με τίποτε από όλα αυτά. Δεν λύνονται έτσι οι υποθέσεις της ζωής! Η ψυχή του ανθρώπου είναι πλασμένη – όπως έλεγε ο Τερτυλλιανός- « εκ φύσεως χριστιανή » . Και πρέπει ως χριστιανή ψυχή , να τρέφεται με τον πραγματικό λόγο του Θεού. Όταν δεν τρέφουμε την ψυχή μας με τον πραγματικό λόγο του θεού , θα την τρέφουμε με τα ξυλοκέρατα της αμαρτίας, της αθεΐας, της αρνήσεως. Όπως έκανε ο άσωτος της παραβολής.
Επειδή ο σύγχρονος άνθρωπος γκρέμισε από το βάθρο της ψυχής του τον αληθινό Θεό, την πίστη στον αληθινό Θεό, το Δημιουργό του και Λυτρωτή του κόσμου, και δεν μπορεί να βάλει το μηδέν στη θέση Του – όποιος λέει ότι βάζει το μηδέν ψεύδεται. Δεν υπάρχει άνθρωπος πραγματικά μηδενιστής και πραγματικά άθεος – , βάζει μια άλλη θεότητα, είτε πολιτική λέγεται αυτή, είτε θέατρο λέγεται, είτε κινηματογράφος, είτε αθλητισμός… Οτιδήποτε άλλο βάζει στη θέση του Θεού και πάνω από τον Θεό. Αυτοί οι άνθρωποι, εφόσον έδιωξαν από τη ζωή τους τον πραγματικό Θεό, έβαλαν στη θέση του τα άστρα! Το κτίσμα, δηλαδή το φθαρτό και πεπερασμένο, στη θέση του Αφθάρτου και Απείρου Θεού. Και έτσι δεν καθορίζει πλέον τη ζωή τους ο Θεός, αλλά τα άστρα. Εκεί κατήντησαν! Ενώ τα άστρα δεν μπορούν να επηρεάσουν καθόλου την ανθρώπινη θέληση , την οποία ο Ίδιος ο Κύριος θέλησε να είναι ελεύθερη ακόμη και απέναντι στον Ίδιο ! …
… Για το θέμα της αστρολογίας έχω να προσθέσω και το εξής: ότι ο άνθρωπος είναι ελεύθερος , αποδεικνύεται από το μεγάλο αγώνα που γίνεται στην ψυχή κάθε ανθρώπου , όταν έχει να πάρει κάποια απόφαση. Αν ήμασταν αυστηρώς καθορισμένοι , αν εξηρτάτο δηλαδή η θέλησή μας από τα άστρα, δεν θα είχαμε αυτή τη φοβερή διελκυστίνδα κατά τη λήψη αποφάσεων, ούτε τύψεις συνειδήσεως όταν πράττουμε κάτι κακό , κάτι το αμαρτωλό, ούτε επαίνους από τη συνείδησή μας ,όταν πράττουμε κάτι καλό. Το ρομπότ δεν δέχεται ούτε επαίνους, ούτε ψόγους. Το ότι ο άνθρωπος αισθάνεται μέσα του και τον έπαινο και τον ψόγο, είναι απόδειξη ότι είναι ελεύθερος. Και ακριβώς ως ελεύθερο τον αντιμετώπισε ο Θεός και έθεσε μπροστά του τις « τιμωρίες » της κολάσεως και τις « αμοιβές » του παραδείσου… ]
βιβλίο «ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΛΟΓΙΚΗ », εκδόσεις Τραυλός Ο ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΩΣΤΩΦ ΑΠΑΝΤΑ ΣΤΙΣ ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΑΝΩΛΗ ΜΕΛΙΝΟΥ
Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας περί τοῦ Διαβόλου
πατρός Αγαθαγγέλου Κ. Χαραμαντίδη
Κατά την βιβλιοπατερική παράδοση ο διάβολος δεν είναι προσωποποίηση των παθών, αλλά πρόσωπο που δημιουργήθηκε από το Θεό ως άγγελος και όταν έχασε την κοινωνία μαζί του έγινε σκοτεινό πνεύμα, διάβολος. Ο διάβολος, ως πρόσωπο, έχει αυτεξούσιο, δηλ. ελευθερία, την οποία δεν παραβιάζει, ούτε καταργεί ο Θεός.
Το μυστήριο της ανομίας ενεργείται στην ιστορία, ο διάβολος εξακολουθεί να γεννά το κακό και να κάνει το καταστροφικό του έργο από τη στιγμή που εμφανίσθηκε η Εκκλησία. Η βιβλική και πατερική παράδοση, έξω από κάθε θεωρητική και ηθική θεώρηση του καλού και του κακού, μιλά για τον πονηρό αντίπαλο του Θεού και τον εχθρό του ανθρώπου. Είναι ο διάβολος στον οποίο υπάρχει μόνο η άρνηση και ο οποίος καταστρέφει και νεκρώνει τα πάντα, γιατί είναι πνεύμα νεκρότητας κατ” αποβολήν της όντως ζωής.
Συνεπώς ο διάβολος είναι μια συγκεκριμένη οντότητα, μια συγκεκριμένη ύπαρξη.
Εισέρχεται με την ύβρη, την οίηση και την πλάνη στην ιστορία, ως θεοκτόνος και ανθρωποκτόνος, σαν η απάτη και το ψέμα του μηδενός, σαν το παράσιτο που παρωδεί και περιπαίζει τη δημιουργία και τον άνθρωπο. Η αμαρτία, τα πάθη, ο θάνατος είναι το κακό που εκείνος γεννά με τη διαστροφή και το μίσος του και πάνω στο οποίο ασκεί την εξουσία και κυριαρχία του. Το κακό δεν είναι άθροισμα ανθρωπίνων πράξεων, αλλά μία ενεργός πρόκληση που έχει τη ρίζα της στη δαιμονική αρχή, σε μία αρχή δηλαδή έξω από τον άνθρωπο και τη φύση του και που η ανθρώπινη ελευθερία μπορεί να δέχεται ή να αρνείται.
Ο διάβολος προήλθε από τη βούληση και ενέργεια του Θεού.
Οι δαίμονες δεν δημιουργήθηκαν δαίμονες από το Θεό εξ αρχής, γιατί ο Θεός δεν δημιούργησε το κακό, αφού τα πάντα εποίησε καλά λίαν. Εδημιουργήθηκαν άκακοι κατά την ουσία και τη φύση τους, ελεύθεροι, ανεξάρτητοι και αυτεξούσιοι κατά τη θέληση και επιθυμία τους, όπως ακριβώς συνέβη με τους αγγέλους. Μετά δε την οικειοθελή πτώση τους από την αλαζονεία τους τα λεπτά, αερώδη και άχραντα σώματά τους μετεβλήθησαν σε ζοφώδη και άμαυρα, ένυλα και εμπαθή.
Επειδή κατά τη δημιουργία τους οι δαίμονες συνέστησαν ολόκληρο τάγμα θεωρείται ότι είναι πολυάριθμοι και διακρίνονται σε ομάδες και τάξεις.
Το πλήθος των δαιμόνων και η διάκρισή τους σε ομάδες και διαβαθμίσεις στηρίζεται στην πολυωνυμία και στο έργο τους. Όντες λοιπόν οι δαίμονες πολυάριθμοι και ποικιλώνυμοι αγωνίζονται αδιάλειπτα για την ματαίωση του απολυτρωτικού έργου του Χριστού. Μη δυνάμενοι να βλάψουν αμέσως το Θεό, στρέφονται προς τους ανθρώπους και τους πολεμούν με την δαιμονώδη σοφία τους, θολώνουν τις βουλές μας, μας πειράζουν δημιουργώντας πειρασμούς, κάνουν τα πάντα για να πληγώσουν τον άνθρωπο, ενεργούν δια των παθών, μας πολεμούν με τις θλίψεις, φέρουν εμπόδια στην προσευχή.
Μετέρχεται τόσους τρόπους ώστε εάν ο Θεός είναι ο Ων, ο διάβολος μπορεί να χαρακτηρισθεί ως ο μετασχηματιζόμενος.
Ο πειρασμός και ο πόλεμος του διαβόλου δεν είναι ποτέ πάνω από τις δυνάμεις των ανθρώπων, δε βιάζει το αυτεξούσιο και δεν θίγει το φυσικό λογισμό του, που ο Θεός έδωσε να κρατά με τη διάθεση και ελευθερία του. Η δύναμη του διαβόλου δεν είναι αναγκαστική, αλλά εξαρτάται πάντοτε από την ελευθερία μας. Το να υποκύψουμε στους πειρασμούς είναι υπόθεση ιδική μας. Ή το να κάνει κράτος και να ασκεί εξουσία ο Σατανάς, αυτό συνδέεται με την ενεργό απόφαση του ανθρώπου, που διαστρέφοντας την ελευθερία του, λέει όχι στο Θεό και ναι στο διάβολο. Οι Πατέρες της Εκκλησίας υπογραμμίζουν πως ο άνθρωπος δεν μένει ποτέ μόνος. Αν αποδημήσει από τη Χάρη του Θεού, γίνεται ευάλωτος σατανικών επιδράσεων. Αν τα μέλη του ανθρώπου δεν τα χειρίζεται ο Χριστός ως άρματα, λέγει ο άγ. Συμεών ο Ν. Θεολόγος, τα χειρίζεται ο διάβολος, με την συγκατάθεση και τη συνεργασία του ανθρώπου.
Ο πιστός καλείται να είναι ο άνθρωπος της νήψεως και της προσευχής, γιατί ο σατανάς δε θα πάψει να διακωμωδεί και να περιπαίζει, να μεταμορφώνεται και να απατά, να διαφθείρει και να διαστρέφει το Ευαγγέλιο του Θεού και την ελευθερία του Σταυρού του Χριστού με το να υπόσχεται άνεση και ευτυχία. Και υπάρχει ο κίνδυνος να φθάσουμε στον πλήρη εξευτελισμό με την παράδοσή μας στους δαιμονικούς πειρασμούς, όπως σήμερα τους συναντούμε στις «Εκκλησίες» και τη λατρεία του Σατανά.
Αν ο διάβολος έχει τη δυνατότητα να μεταμορφώνεται σε άγγελον φωτός, τότε κατανοούμε πόσο μπορεί και σήμερα να πειράζει και να εξευτελίζει τον άνθρωπο με τα πιο αθώα, ευτυχή και χρήσιμα πράγματα. Καταφέρνοντας να μας στήνει την πιο έξυπνη παγίδα: το φαινομενικό θρίαμβο της ανθρώπινης ανεξαρτησίας.
Λέγουν πολλοί: δεν υπάρχει ούτε Θεός, ούτε διάβολος.Αλλά η άρνηση των δαιμόνων ισοδυναμεί με την απόρριψη της Θείας Οικονομίας της Αγίας Τριάδος. Ο Χριστός εξευτέλισε και απογύμνωσε τις δαιμονικές αρχές. Αλλά και η άρνηση της υπάρξεως του διαβόλου διευκολύνει όσο τίποτε το έργο του. Θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για να γίνουμε θεατές των πιο καταπληκτικών σημείων και τεράτων του διαβόλου, με τα οποία ζητά να θρέψει το σύγχρονο άνθρωπο· με το να κάνει τις πέτρες ψωμί. Πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε μια εποχή μυστικών πλανών και ανθρωποκτόνων, που θα σημάνουν το νέο σκοτάδι της γης από την έκτη ως την ενάτη ώρα, μέσα στο οποίο θα εξαντλείται ο άνθρωπος και θα κενώνονται τα έργα του.
Η σατανιστική Βίβλος διακηρύσσει: «Δώσε χτύπημα για χτύπημα, περιφρόνηση στην περιφρόνηση, χαμό για χαμό με πρόσθετο τόκο σε τετραπλάσια, εκατονταπλάσια ισχύ». «Εξουδετέρωσε κάθε συναίσθημα, όλα τα ταμπού και όλες τις αναστολές. Θανάτωσε όλους εκείνους που προσπαθούν να σου αφαιρέσουν αυτό το δικαίωμα».
Η παντοδυναμία του Θεού, σύμφωνα με τη βούλησή του, δεν καταργεί την ελευθερία των λογικών όντων.Έτσι αφήνει τον διάβολο να εργάζεται το κακό, επειδή είναι πρόσωπο. Όμως περιορίζει το καταστρεπτικό του έργο με την αγάπη και τη φιλανθρωπία. Όταν ο άνθρωπος μετανοεί τον συγχωρεί και κατ” αυτό τον τρόπο περιορίζει το βασίλειο του πονηρού, η τελική όμως κατάργηση του κράτους του διαβόλου θα γίνει κατά την Δευτέρα Παρουσία.
Το έργο του διαβόλου είναι καταστρεπτικό. Μισεί υπερβολικά τον άνθρωπο και όλη τη δημιουργία. Διακατέχεται από υπερβολική θανατηφόρο μισανθρωπία. Εμπνέει σκέψεις εναντίον του Θεού και του συνανθρώπου, επηρεάζει την βούληση του ανθρώπου, ενεργεί στη φύση οντολογικά. Οι Πατέρες λένε ότι επειδή οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να καταλάβουν την ύπαρξη και μανία του διαβόλου, που εκδηλώνεται με τις προσβολές εναντίον της ψυχής, γι” αυτό ο Θεός παραχωρεί να εισέρχεται και στο σώμα, ώστε όλοι να εννοήσουμε τη μανία του.
Ο σατανάς κατόρθωσε με απάτη και δόλο να υποδουλώσει στα πάθη και την αμαρτία τον άνθρωπο.Η αιτία που τον οδήγησε στην πράξη αυτή ήταν ο φθόνος. Εφθόνησε ο διάβολος τον Αδάμ, γιατί τον έβλεπε να διαμένει στο χώρο της ακέραιας και αναφαίρετης απολαύσεως, τον Παράδεισο, από όπου εκείνος δίκαια απομακρύνθηκε.
Αυτή η προσβολή και η προσπάθεια του διαβόλου, να παρασύρει τον άνθρωπο στα πάθη, μπορεί πολλές φορές, να γίνεται σταδιακά. Ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέει ότι ο Σατανάς δεν υπαγορεύει απευθείας την αμαρτία και την ξέχωρη από τη ζωή της Εκκλησίας βιοτή, αλλά «κατά μικρόν υποκλέπτει πανούργως» με το να υποψιθυρίζει στον άνθρωπο τη σκέψη ότι μπορεί να παραμένει στην αρετή και να γνωρίζει αφ” εαυτού τι πρέπει να κάνει, χωρίς καν να εκκλησιάζεται και χωρίς να υπακούει στους ποιμένες και διδάσκαλους της Εκκλησίας. Και όταν κατορθώσει να τον βγάλει από τη λατρευτική ζωή της Εκκλησίας, τον απομακρύνει από τη Χάρη του Θεού, αφού προηγουμένως τον παραδώσει στη δουλεία των παθών.
Γιατί, τώρα, παραχωρεί ο Θεός στον διάβολο να μας πολεμά; Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής αναφέρει πέντε λόγους:
· Ο πρώτος είναι για να έλθουμε σε διάκριση της αρετής από την κακία, διεξάγοντας αυτόν τον αγώνα.
· Ο δεύτερος, ώστε με τον αγώνα να διατηρήσουμε βέβαιη και αμετάθετη την αρετή.
· Ο τρίτος για να μην υπερηφανευόμαστε, προκόπτοντες στην αρετή, αλλά να θεωρούμε ότι είναι δωρεά Θεού.
· Ο τέταρτος για να μισήσουμε τελείως την κακία και ο πέμπτος για να μην ξεχάσουμε την δική μας ασθένεια και την δύναμη του Θεού, όταν φθάσουμε στην απάθεια.
Το κακό σήμερα είναι ότι η παιδεία και όλος μας ο πολιτισμός αγνοεί αυτή την πραγματικότητα.
Όχι μόνο δεν τα αντιμετωπίζει, αλλά ούτε μιλάει για το διάβολο και την αμαρτία. Γι” αυτό μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε, ότι αφήνουμε τον άνθρωπο αλύτρωτο, ανίσχυρο και αδύνατο.
Και μείς με την σειρά μας λησμονήσαμε σαν ορθόδοξοι ότι ανήκουμε στην Εκκλησία του Χριστού και εισερχόμεθα σ” αυτήν όχι για να επιτελέσουμε ένα τυπικό καθήκον και να δικαιώσουμε τους εαυτούς μας, αλλά για να θεραπευθούμε. Γιατί η Εκκλησία είναι θεραπευτήριο, νοσοκομείο μέσα στο οποίο εισέρχεται ο άνθρωπος για να θεραπεύσει τον εσωτερικό του κόσμο και να απαλλαγεί από τα πάθη του και όχι για να ξεχωρίσει τον καλό του εαυτό. Από την άλλη πλευρά η κένωση των εκκλησιαστικών μυστηρίων είναι το πιο αποκαρδιωτικό φαινόμενο της εκκλησιαστικής μας ζωής.
Γιατί ενώ τα μυστήρια δόθηκαν στην Εκκλησία για τη σωτηρία του ανθρώπου, να εξορκίζει, να πολεμά και να νικά το Σατανά, εμείς τα μετατρέψαμε σε ευκαιρίες ατομικής κενοδοξίας και κοινωνικής ματαιοδοξίας. Λησμονήσαμε φαίνεται «ότι όπου δεν είναι ο Χριστός, είναι οι δαίμονες, και εκεί που είναι οι δαίμονες οι ορθοί λογισμοί διαφθείρονται και διαστρέφονται».
Αν αυτή την αλήθεια ζήσουμε θα βγούμε από τον εγκλωβισμό μας στην πλάνη του διαβόλου και της αμαρτίας και θα γίνουμε ελεύθεροι.
Ωστόσο δεν χρειάζεται φόβος. Όχι!Υπάρχει ο Χριστός, η Εκκλησία, η λατρευτική ζωή, η προσευχή, η πνευματική ανδρεία, η μετάνοια. Μια ορθοδοξία που δεν νικά, αλλά νικάται από το διάβολο, που δεν είναι φοβερή, αλλά φοβάται τους δαίμονες, δεν είναι του Χριστού και της Εκκλησίας.
Καλούμεθα να μαρτυρήσουμε μέσα από τη δογματική μας συνείδηση ότι Κύριος του κόσμου και της ιστορίας είναι ο Χριστός. Όποιος γνωρίζει την αλήθεια αυτός ούτε φοβάται ούτε απελπίζεται.
Σε απάντηση της ερωτήσεως, «συ ει ο ερχόμενος ή άλλον προσδοκούμεν;» ο Κύριος αποκριθείς είπεν: «πορευθέντες απαγγείλατε α είδατε και ηκούσατε· τυφλοί αναβλέπουσιν, χωλοί περιπατούν, λεπροί καθαρίζονται, νεκροί εγείρονται, πτωχοί ευαγγελίζονται. «Έφθασεν εφ” ημάς η Βασιλεία του Θεού».
Μακάρι να ζήσουμε την αλήθεια αυτή τίμια, βαθειά και ειλικρινά. Είναι ό,τι καλύτερο για μας, τον κόσμο μας, τα παιδιά και τους νέους μας για να ανακαλύψουμε το βαθύτερο νόημα της ζωής, την αληθινή φύση του ανθρώπου, την ελευθερία και τη θεογνωσία.
Σχέση πίστεως και αναζήτησης σημείων (Χρυσόστομος)
Απόσπασμα από την ΚΔ’ (24) ομιλία του αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη, ΕΠΕ 13, σελ. 373-377. Ο ιερός Χρυσόστομος εξετάζει το θέμα της πίστης και της αναζήτησης σημείων, βάζοντας τα πράγματα στην θέση τους. Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο ιερός Πατέρας δεν αναφέρεται γενικά στα σημεία, αλλά στην αναζήτηση αυτών προκειμένου να πιστέψει κάποιος. Το σημείο έχει και αυτό την θέση του στην Χριστιανική πίστη, είτε ως αρχή αφορμής για να οδηγηθεί κανείς στην διδασκαλία, είτε ως επισφράγισμα της πίστεως (χωρίς αυτό να είναι απόλυτο). Αυτό όμως που προέχει είναι η πίστη που είναι «εξ ακοής» (Ρωμαίους 10:17) και όχι «εκ της οράσεως».
Από τους τότε ανθρώπους άλλοι μεν επέμεναν στην πλάνη, άλλοι παραδέχονταν την αλήθεια, αλλά και μερικοί από αυτούς επειδή μόνο λίγο κατείχαν αυτήν, πάλι εξέπιπταν από αυτήν. Αυτούς υπαινισσόμενος ο Χριστός, τους συνέκρινε με σπόρους, οι οποίοι δεν βρίσκονται στο βάθος, αλλά ριζοβολούν πάνω από την επιφάνια του εδάφους και οι οποίοι, είπε, θα καταστραφούν ταχέως. Αυτούς υπενθυμίζει επίσης ο Ευαγγελιστής εδώ όταν λέγει: «Ως ην εν τοις Ιεροσολύμοις εν τω Πάσχα εν τη εορτή, πολλοί επίστευσαν εις αυτόν, θεωρούντες αυτού τα σημεία, α εποίει. Αυτός δε ο Ιησούς ουκ επίστευεν εαυτόν αυτοίς». Σταθερότεροι ήσαν εκείνοι οι μαθητές του, οι οποίοι παρακινήθηκαν να προσέλθουν όχι μόνο από τα θαύματα, αλλά και από την διδασκαλία. Διότι τους μεν αφελέστερους προσέλκυαν τα θαύματα, τους λογικότερους οι προφητείες και η διδασκαλία. Όσοι λοιπόν δελεάστηκαν από την διδασκαλία, αυτοί ήσαν σταθερότεροι από εκείνους, οι οποίοι ακολούθησαν ένεκα θαυμάτων. Αυτούς μακάριζε και ο Χριστός λέγων: «Μακάριοι οι μη ιδόντες, και πιστεύσαντες» (Ιωάννης 20:29). Αλλά ότι αυτοί δεν ήσαν αληθινοί μαθητές, αποδεικνύει και αυτό που πρόσθεσε. Διότι λέγει ο Ευαγγελιστής, «Αυτός ο Ιησούς ουκ επίστευεν εαυτόν αυτοίς». Γιατί; «Δια το γινώσκειν πάντα, και ότι ου χρείαν είχεν, ίνα τις μαρτυρήση περί του ανθρώπου· αυτός γαρ εγίνωσκε τι ην εν τω ανθρώπω». Και αυτό που λέει, σημαίνει τούτο: Δεν πρόσεχε εις τα εξωτερικά λόγια, διότι διείσδυε σε αυτές τις καρδιές και εισχωρούσε στην διάνοια και μολονότι γνώριζε καλώς τον πρόσκαιρο ζήλο τους, δεν θεωρούσε αυτούς ως τέλειους μαθητές και δεν εμπιστεύονταν σε αυτούς όλα τα δόγματα, διότι δεν πίστευαν ακόμα με βεβαιότητα. Αλλά η γνώση εκείνων, τα οποία βρίσκονται στην καρδιά των ανθρώπων είναι έργο μόνο του Θεού, ο οποίος έπλασε τις καρδιές. «Συ επίστασαι καρδίας μονώτατος» (Γ’ Βασιλειών, 8:39). Δεν είχε λοιπόν ανάγκη μαρτύρων, για να γνωρίσει την διάνοια των δικών του πλασμάτων. Για αυτό δεν είχε εμπιστοσύνη στην πρόσκαιρη πίστη τους. Διότι υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι, ενώ δεν γνωρίζουν τίποτε ούτε από τα παρόντα, ούτε από τα μέλλοντα, τα λέγουν και τα παραδίδουν όλα χωρίς φόβο σε εκείνους που τους πλησιάζουν με δόλο και που πρόκειται μετ’ ολίγον να απομακρυνθούν. Αλλά ο Χριστός δεν έκανε έτσι. Διότι γνώριζε σαφώς όλα τα απόρρητά τους. Τέτοιοι άνθρωποι υπάρχουν και σήμερα πολλοί, οι οποίοι έχουν όνομα πιστού, αλλά είναι ευμετάβλητοι στην πίστη και ασταθείς. Για αυτό ο Χριστός ούτε τώρα εμπιστεύεται τον εαυτό του, αλλά αποκρύπτει τα περισσότερα. Όπως ακριβώς εμείς έχουμε εμπιστοσύνη όχι στους απλά φίλους, αλλά στους γνήσιους έχουμε θάρρος, έτσι και ο Θεός. Άκουσε λοιπόν τι λέει ο Χριστός στους μαθητές του. «Ουκ έτι υμάς λέγω δούλους· υμείς γαρ φίλοι μου εστέ». Από πού και γιατί; «Ότι πάντα, όσα ήκουσα παρά του Πατρός, απεκάλυψα υμίν» (Ιωάννης, 15:14). Για αυτό δεν έδινε τα σημεία στους Ιουδαίους που τα ζητούσαν, διότι τα ζητούσαν για να τον δοκιμάσουν. Επομένως, το να ζητά κανείς σημεία είναι ίδιον αυτών που θέλουν να δοκιμάσουν και τότε και τώρα. Διότι και τώρα υπάρχουν αυτοί που τα ζητούν και λέγουν: Γιατί δεν γίνονται και σήμερα σημεία; Διότι, αν είσαι πιστός, όπως πρέπει να είσαι, και αν αγαπάς τον Χριστό, όπως πρέπει να τον αγαπάς, δεν έχεις ανάγκη από σημεία. Γιατί αυτά δίδονται στους απίστους. Γιατί, θα ρωτήσεις, δεν δόθηκαν στους Ιουδαίους; Βεβαίως δόθηκαν. Εάν όμως ενίοτε δεν τα έλαβαν, όταν τα ζητούσαν, αυτό συνέβη, επειδή τα ζητούσαν όχι για να απαλλαγούν από την απιστία, αλλά για να επιβεβαιώσουν την πονηρία.
Μεγάλη Πέμπτη: Ποιοι ξανασταυρώνουν σήμερα τον Χριστό; (Μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου)
Με δέος και κατάνυξι, ατενίζουμε απόψε στη μέση των εκκλησιών μας υψωμένο το Σταυρό του Λυτρωτή και ακούμε τα ιερά Ευαγγέλια να μας αφηγούνται τις συνθήκες της σταυρώσεως και νοερά μεταφερόμαστε στη μακρυνή εκείνη Ιερουσαλήμ, και ζούμε από κοντά όλες τις φάσεις του θείου δράματος.
Έτσι, καθώς και από το συναξάρι της αποψινής βραδυάς, καλούμαστε να στοχασθούμε πάνω στους «εμπτυσμούς, τα ραπίσματα, τα κολαφίσματα, τας ύβρεις, τους γέλωτας την πορφυραν χλαίναν, τον κάλαμον, τον σπόγγον, το όξος, τους ήλιους, την λόγχην, καί προ πάντων τον σταυρόν και τον θάνατον, α δι’ ημάς εκών κατεδέξατο…», αφήνουμε το νου μας σε ένα γλυκό πνευματικό μετεωρισμό και με αφετηρία τα πραγματικά γεγονότα του πάθους, αναλογιζόμαστε του Χριστού μας την οδύνη πάνω στο Σταυρό.
Ήταν μια οδύνη και ένας πόνος βαθύς που αυλάκωνε όλη του την ύπαρξη. Δεν πονούσε μόνο• σωματικά και υλικά από τις πληγές των καρφιών. Πονούσε και εσωτερικά περισσότερο, πονούσε για την αγνωμοσύνη των ανθρώπων, για την επιμονή τους στην πλάνη, για την άρνησή τους να δεχθούν τη δική του λύτρωση. Και αυτού του είδους ο πόνος, αληθινό μαρτύριο για το Θεό της αγάπης, προεκτείνεται μέσα στους αιώνες, είναι διαρκής και παρατεινόμενος, καθώς κάθε μέρα οι άνθρωποι αυτού του κόσμου παίρνουν στα χέρια τους το σφυρί και τα καρφιά και ξανασταυρώνουν τον Χριστό με τη ζωή και τη συμπεριφορά τους.
***
Ναι. Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους ανάξιους διαδόχους του, κληρικούς μέσα στην Εκκλησία, που ενώ ανέλαβαν στους ώμους των το βαρύ φορτίο της ευθύνης για τη σωτηρία των ανθρώπων, αυτοί επαναπαύονται στις οποιεσδήποτε απολαβές του αξιώματος των και αδιαφορούν για το λαό του Θεού, που διψάει για πνευματική τροφοδοσία. Προδότες αυτοί της μεγάλης αποστολής τους και διαχειριστές της θείας χάριτος, έμειναν στ’ αχνάρια των φαρισαίων, για τους οποίους ο ίδιος Κύριος είχε πη στο λαό να ακούνε τι λένε, αλλά να μη κάνουν ό,τι κάνουν. Δεν έλειψαν ποτέ από την Εκκλησία οι ανάξιοι και επιλήσμονες. Κοντά στους πολλούς άξιους που δοξάζουν το Θεό, είναι κι’ εκείνοι, οι λίγοι που τον ξανασταυρώνουν, επαναλαμβάνοντας το έγκλημα των ιουδαίων. Και το σταύρωμα αυτό, οδυνηρό όσο και το πρώτο, κατεδαφίζει την πίστη από τις καρδιές των πιστών, γκρεμίζει από μέσα την Εκκλησία, χαροποιεί τους εχθρούς της, θλίβει τους οπαδούς της. Αυτό το ξανασταύρωμα, έχει πελώριες διαστάσεις, γιατί μαρτυρεί πόσο το άλας μωράνθηκε, πόσο οι λυχνίες έσβυσαν. Και ο Χριστός πονεί και πάσχει, όπως τότε πού ψιθύριζε λόγια συγγνώμης για τους σταυρωτές του.
***Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους κάπηλους των αρχών για τις οποίες θυσιάσθηκε. Πολλοί στην ιστορία του κόσμου έβαλαν για σημαία τους το Ευαγγέλιο του. Κρατώντας το στο χέρι, και στο άλλο το Σταυρό, έκρυψαν από κάτω τις άνομες προθέσεις τους, για να επιτύχουν στο σκοπό τους. Πρόβαλαν το Χριστό για να κερδίσουν χρυσό. Λέρωσαν την αγιότητά του μέσα στη λάσπη των συμφερόντων τους. Έβαλαν στα καλούπια τους τη διδασκαλία του και την δέχτηκαν όσο αυτή εξυπηρετούσε τα σχέδιά τους. Έτσι καταπάτησαν τον ίδιο το Χριστό στο πρόσωπο της εικόνας του, εκμεταλλεύθηκαν τον αδύνατο, αιχμαλώτισαν την ‘ Εκκλησία. Ουσιαστικά, κάθε φορά που εχρησιμοποίησαν το Χριστό, για να ικανοποιήσουν είτε τις φιλοδοξίες των, είτε τις πολιτικές και οικονομικές τους επιδιώξεις, δεν έκαναν τίποτε άλλο παρά να ξανασταυρώνουν τον Κύριο ανελέητα, αθεόφοβα και υβριστικά.
**
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους ιδεολογικούς αντιπάλους της πίστεως. Με την πέννα τους βουτηγμένη στο δηλητήριο της αρνήσεως και της συκοφαντίας, με ένα μίσος πρωτοφανές ορμούν κάθε τόσο επάνω στο σώμα της άγιάς του Εκκλησίας και το κακοποιούν με λύσσα. Ποτίζουν τη νεολαία με το πάθος της αμφισβήτησης, ενσπείρουν στο λαό την αμφιβολία, επιστρατεύουν την επιστήμη σα σύμμαχό τους στον ανίερο πόλεμο που διεξάγουν, ενώ αυτή δεν αντιστρατεύεται τη θρησκεία. Χρησιμοποιούν το δόλο και το ψέμα για να επιβάλουν τις απόψεις τους, μισούν την αλήθεια που σώζει, χειρίζονται καλά την τέχνη των εντυπώσεων, κρημνίζουν από τις ψυχές την πίστη. Με όλα αυτά ξανασταυρώνουν τον Χριστό, τινάζουν στο πρόσωπό του τον βούρκο της ψυχής τους, εκτονώνουν πάνω του τα κατάλοιπα του υποσυνειδήτου των, βγάζουν τα απωθημένα τους…
***
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους διώκτες της Εκκλησίας του. Κάνοντας χρήση της βίας εκστρατεύουν εναντίον της Εκκλησίας στα καθεστώτα της αθεΐας. Κλείνουν ναούς, απαγορεύουν την λατρεία, καταδιώκουν τους πιστούς, περιορίζουν τα μοναστήρια, δυναστεύουν το φρόνημα, συλλαμβάνουν τους χριστιανούς, τους φοβερίζουν, τους εξορίζουν, τους θανατώνουν. Γεμίζουν το νέο μαρτυρολόγιο της Εκκλησίας, εκατόμβες τα θύματα τους. Η Εκκλησία οδηγείται στις κατακόμβες, οι διώκτες θριαμβεύουν, ο Χριστός πάσχει, ο λαός καταπιέζεται η πίστη χλευάζεται.
***
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τους δικούς του, από εμένα και σένα, που ενώ ανήκουμε σ’ αυτόν, ανήκουμε και στον αντίδικό μας. Κάνουμε στη ζωή μας συμβιβασμούς υπόπτους και βλαβερούς, προδίνουμε το άγιο όνομα του, παραχωρούμε έδαφος στην ψυχή μας και το προσφέρουμε στο διάβολο. Η ασυνέπειά μας είναι καρφί στα πανάγια χέρια και πόδια του. Η έλλειψη αγωνιστικού φρονήματος είναι η προδοσία του Ιούδα. Η υποχώρησή μας μπροστά στο δέλεαρ της αμαρτίας είναι νέο ράπισμα στο πρόσωπό του. Η αδιαφορία μας για τη σωτηρία μας είναι κολαφισμός άγριος και βάναυσος επάνω του. Η περιφρόνηση προς την Εκκλησία του είναι εμπτυσμός στην όψη του. Η απομάκρυνσίς μας από τη σώζουσα χάρι των Μυστηρίων της είναι χλεύη εμπρός του. Η άρνησίς μας να πλησιάσουμε την ουσία της διδασκαλίας του και να επηρεασθούμε απ’ αυτήν είναι ακάνθινος στέφανος πάνω στην κεφαλή του. Ο φανατισμός μας, που βλέπει τους άλλους, ξένους και εχθρούς, είναι μαστίγωμα της ράχης του. Η αποκλειστικότητα της αγιότητας που την κρύβουμε μόνο για τους εαυτούς μας, κατακρίνοντας όλους τους άλλους, όπως ο φαρισαίος της παραβολής, είναι η λόγχη που ένυξε την πλευρά του. Η επιμονή μας να προσαρμόζουμε την πίστη μας στις αξιώσεις του εαυτού μας είναι θράσος απέραντο. “Ολα μαζί είναι ξανασταύρωμα του Χριστού, επανάληψη του μυστηρίου της ανομίας.
Ο Χριστός ξανασταυρώνεται από τα παιδιά του, που έχοντας υποτιμήσει την αξία του εύκολα τον εγκαταλείπουν για να συρθούν πίσω από ό,τι προς στιγμήν λάμπει και εντυπωσιάζει, είτε ανατολικός μυστικισμός λέγεται αυτό, είτε θιβετιανός διαλογισμός. Τα παιδιά του τον απαρνούνται συχνά, τρέχοντας από δω κι από κει για να πιάσουν στα χέρια τους ό,τι νομίζουν πως μπορεί να τους προσφέρει το πλήρωμα του εσωτερικού κενού της. Κι εγκαταλείπουν την πηγή της σοφίας και της γνώσεως. Προσφεύγουν στα ξυλοκέρατα και περιφρονούν την στερεή τροφή του θείου λόγου που συντηρεί τις καρδιές.
***
Αυτόν το Χριστό που κάθε μέρα ξανασταυρώνεται ας τον ατενίσουμε στοχαστικά απόψε. Όλοι μας, υπεύθυνοι και ανεύθυνοι, μεγάλοι και μικροί. Ας τον ατενίσουμε ειλικρινά και ας του ζητήσουμε να μας συγχωρέσει. Τον πικραίνουμε με τις μικρότητες μας και τα πάθη μας. Με τις επιπολαιότητες και τα παραστρατήματά μας. Με την άρνηση και την ασυνέπειά μας. Εκείνος από του ύψους του Σταυρού του μας περιμένει με τα χέρια ανοικτά, έτοιμος να δεχθή τη μετάνοια μας. Αρκεί όλοι μας να σταθούμε συλλογιστικά μπροστά του. Ο ιερός υμνογράφος θα βάλει απόψε στο στόμα του Νυμφίου το παραπονεμένο ερώτημά του: «Λαός μου τι εποίησά σοι και τι μοι ανταπέδωκας;» Σ’ αυτό το ερώτημα ας κάνουμε να μη ισχύσει για μας η απάντηση: «αντί του μάννα, χολήν, αντί του ύδατος, όξος».