Quantcast
Channel: ΑΠΟΛΟΓΗΤΙΚΑ – kantonopou’s blog
Viewing all 56 articles
Browse latest View live

ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

0
0

Τον τελευταίο καιρό ακούμε όλο και πιο συχνά ανθρώπους να λένε: «Δεν πιστεύω σε καμία θρησκεία. Αυτά τα έκαναν οι παλιοί που δεν ήξεραν. Εμείς έχουμε την επιστήμη που μας εξηγεί τις απορίες μας και δεν χρειαζόμαστε ένα φανταστικό Θεό». Μπορεί όμως κάτι τέτοιο να ισχύει;

Για να το απαντήσουμε αυτό, θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε τι θα πει πίστη και τι επιστήμη. Κατά τον απόστολο Παύλο, «Έστιν δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων». Η πίστη δεν βλέπεται, αλλά βιώνεται. Επίσης προϋποθέτει εμπιστοσύνη σε κάποιον που γνωρίζει καλύτερα από εμάς, ο οποίος θα μας οδηγήσει στο σωστό.

Αντίθετα η επιστήμη – ή πιο σωστά η επιστημονική διαδικασία, διότι αυτό εννοούν όσοι αντιπαραβάλλουν πίστη και επιστήμη – είναι η συστηματική έρευνα της νέας γνώσης σε ένα σύστημα. Εδώ έχουμε ένα ήδη αντιληπτό σύστημα, το οποίο επεξεργαζόμαστε για να βρούμε πως λειτουργεί. Επίσης η έρευνα δεν σταματά ποτέ, καθώς η νέα γνώση έρχεται να προστεθεί πάνω στην παλιά και συχνά αλλάζει εντελώς τα όσα πιστεύαμε μέχρι εκείνη τη στιγμή.

Γίνεται ήδη αντιληπτό το βασικό πρόβλημα της άποψης που αναφέραμε: η επιστήμη δεν είναι αλάθητη. Τα νέα δεδομένα μπορεί να ανατρέψουν θεωρίες που έμειναν αναλλοίωτες για αιώνες. Δεν μπορεί λοιπόν κάποιος να τα χρησιμοποιήσει ως ασφαλή βάση για να στηρίξει την άποψη αυτή.

Δεύτερο ζήτημα είναι το εξής: μπορεί η επιστήμη να προσεγγίσει το Θεό; Η απάντηση είναι όχι, καθώς η επιστήμη ασχολείται με όσα ο άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί με τις αισθήσεις του, και ο Θεός δεν ανήκει σ’ αυτά. Ακόμα και στις περιπτώσεις θαυμάτων, όπου έχουμε παραβίαση των φυσικών νόμων, το μόνο που η επιστήμη μπορεί να πει είναι ότι έχει στα χέρια της ένα ανεξήγητο φαινόμενο.

Είναι λοιπόν μεγάλο λάθος να προσπαθεί κανείς να αποδείξει επιστημονικά τόσο την ύπαρξη όσο και την μη ύπαρξη του Θεού. Ο πιστός αντιλαμβάνεται στα γεγονότα της ζωής του τη χάρη του Θεού, ενώ ο άπιστος αποδίδει τα ίδια γεγονότα σε τυχαίους παράγοντες. Το πρόβλημα για τον άπιστο, που θα προσπαθήσει να δώσει στην απιστία του επιστημονική χροιά, είναι ότι η επιστήμη δεν αποδέχεται την τύχη. Για την επιστήμη υπάρχει μόνο η παρατήρηση και το πείραμα, το οποίο πρέπει να δίνει σε κάθε επανάληψη τα ίδια αποτελέσματα. Η μόνη απάντηση της επιστήμης σε κάτι που ξεπερνά τις γνώσεις της είναι «δεν ξέρω μέχρι να βρεθούν – εάν βρεθούν – νέα στοιχεία».

Το ίδιο όμως ισχύει για όσους χρησιμοποιούν τα θαύματα ως μία μορφή επιστήμης, προσπαθώντας να αποδείξουν μέσω αυτών την ύπαρξη του Θεού. Είναι σαν λένε ότι χωρίς τα θαύματα δεν υπάρχει πίστη. Επαναλαμβάνω τα λόγια του απόστολου Παύλου, ότι η πίστη είναι «πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων». Τα θαύματα επαληθεύουν την πίστη, δεν την αποδεικνύουν. Αν αποτελούσαν από μόνα τους απόδειξη τότε δεν έπρεπε να υπάρχει άπιστοι.

Και περνάμε στο τρίτο και τελευταίο ζήτημα: ο άπιστος είναι πραγματικά άπιστος; Το θέμα αυτό χρίζει μελέτης, καθώς βασικό επιχείρημα των ποικίλων αθέων είναι ότι η πίστη είναι περιττή σε έναν ορθολογιστή και σκεπτόμενο άνθρωπο.

Εδώ θα θυμηθώ ένα ανέκδοτο, το οποίο απαντά στο θέμα: Κάποτε ένας καθηγητής ειρωνεύτηκε έναν πιστό μαθητή του, λέγοντας: «Αφού δεν μπορείς να δεις τον Θεό, πως πιστεύεις ότι υπάρχει;» Ο μαθητής του τότε απάντησε: «Αν πραγματικά πιστεύετε αυτό που είπατε, τότε πρέπει να σας πληροφορήσω ότι είστε ανεγκέφαλος». Ο καθηγητής έξαλλος ζήτησε εξηγήσεις από το μαθητή του, ο οποίος του απάντησε: «Έχετε μήπως δει ποτέ τον εγκέφαλος σας; Πως ξέρετε λοιπόν ότι υπάρχει;»

Αλλά, θα πει κανείς, δεν είναι το ίδιο. Έχουμε δει εγκεφάλους ανθρώπων, έχουμε ακτινογραφίες που το αποδεικνύουν. Σωστό, αλλά για σκεφτείτε καλύτερα … έχετε εσείς προσωπικά γνώσεις ανατομίας για να είστε σίγουροι αυτό που παρουσιάζουν ως εγκέφαλο οι επιστήμονες είναι όντως εγκέφαλος; Έχετε τις κατάλληλες γνώσεις για να βεβαιώσετε ότι οι ακτινογραφίες είναι πραγματικές; Και το βασικότερο, κάνατε εσείς οι ίδιοι προσωπικά την έρευνα, ώστε να ξέρετε ότι δεν έγινε κανένα λάθος;

Αν και κάπως τραβηγμένο, το παράδειγμά μας αποδεικνύει κάτι που πολλοί δεν συνειδητοποιούν: όλοι μας πιστεύουμε σε κάτι που κάποιος άλλος μας έχουν πει. Κανείς δεν ανακάλυψε μόνος του όσα γνωρίζει, αλλά στηρίχθηκε σε γνώσεις τρίτων τους οποίους δεν αμφισβήτησε. Είναι λοιπόν υποκρισία να χαρακτηρίζει τους άλλους ανόητους επειδή πιστεύουν, καθώς και ο ίδιος πιστεύει τα περισσότερα από όσα θα του πουν στη ζωή του, αμφισβητώντας μόνο όσα θα νιώσει ότι τον δυσκολεύουν.

Μια σύγχρονη «μόδα» είναι ορισμένα δύσπιστα πρόσωπα να προσπαθούν να αποδείξουν ότι όσα πιστεύαμε μέχρι στιγμής είναι λάθος. Αυτό ποικίλει από κλασσικές θεωρίες συνωμοσίας – όπως η ύπαρξη εξωγήινων και η συγκάλυψη του γεγονότος από τις κυβερνήσεις – έως το δήθεν «ψέμα της θρησκείας» που εύκολα ανατρέπει η επιστήμη και ο ορθολογισμός. Το πρόβλημα είναι ότι τα πρόσωπα αυτά, αν και υποτίθεται ότι έχουν κάνει σοβαρή επιστημονική έρευνα, ξεχνούν ότι η επιστήμη παραδέχεται, η ίδια, ότι δεν είναι αλάθητη, όπως και το ότι δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις σε θέματα έξω από τον αντιληπτό κόσμο. Τελικά αποδεικνύεται εύκολα ότι τα πρόσωπα αυτά, το μόνο που έχουν κάνει είναι να αντιγράψουν – χωρίς να ερευνήσουν – τις προσωπικές απόψεις των επιστημόνων που, επικαλούμενοι τον τίτλο τους, παρουσιάζονται ως αυθεντίες σε όλα τα θέματα χωρίς να έχουν στοιχεία. Είναι πραγματικά ανόητο να πιστεύει κανείς ότι κάποιος που ισχυρίζεται ότι είναι επιστήμονας, αλλά συμπεριφέρεται αντίθετα από ότι η επιστήμη του ορίζει, είναι αξιόπιστος, αλλά αυτό επιλέγουν πολλοί να κάνουν.

Κλείνοντας τονίζουμε μία ακόμη φορά ότι πίστη και επιστήμη ακολουθούν παράλληλους δρόμους. Η επιστήμη εξηγεί το πώς συμβαίνει κάτι και η πίστη τογιατί. Το να προσπαθούμε να χρησιμοποιήσουμε τη μία για να εξηγήσουμε την άλλη έχει συχνά ολέθρια αποτελέσματα.

Της Tatiani Melidoni

http://antiairetikos.blogspot.gr/2015/11/blog-post_28.html

Η Μαγεία και οι εξορκισμοί στην Ορθόδοξη Εκκλησία

0
0

Η εμπειρία της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας που προέρχεται από τους αγίους όλων των αιώνων, μας πληροφορεί χωρίς αμφιβολία ότι υπάρχουν «μάγια» και αυτά δεν είναι τίποτε άλλο από την ανόητη και επικίνδυνη συνεργασία των ανθρώπων με δαιμονικά πνεύματα. Η Εκκλησία μας δηλαδή γνωρίζει ότι η μαγεία, ένα φαινόμενο που κυριαρχεί στην εποχή μας, είναι στην ουσία της λατρεία του Σατανά και των δαιμόνων του, λατρεία του διαβόλου, που κάποτε ήταν Αρχάγγελος του Θεού με το όνομα Εωσφόρος και ο οποίος από υπερηφάνεια θέλησε να λατρευτεί ο ίδιος ως θεός, με αποτέλεσμα να εκπέσει της Χάριτος του Θεού και να καταντήσει άγγελος του σκότους. Τα ονόματα που του δίνει η Εκκλησία υποδηλώνουν τα χαρακτηριστικά της σκοτεινής του φύσης. Ονομάζεται «σατανάς» που σημαίνει «καταστροφέας» και «διάβολος» ή «πονηρός» ή «πειρασμός», ονόματα που δηλώνουν ότι προσπαθεί να ξεγελάσει τον άνθρωπο, να τον δελεάσει με απάτες και να τον κερδίσει, προσφέροντάς του προσωρινά οφέλη, προκειμένου τελικά να τον καταστρέψει.

Οι άνθρωποι που ξεγελιούνται και ασχολούνται με διάφορες τελετές μαγείας, σατανιστές, μάγοι, μέντιουμ, αστρολόγοι, χαρτορίχτρες, καφετζούδες ή άλλα δήθεν «χαρισματικά» άτομα, στην πραγματικότητα δεν έχουν κανένα δικό τους υπερφυσικό χάρισμα, αλλά είτε ενσυνείδητα είτε επειδή έχουν παραπλανηθεί, χρησιμοποιούν τις δυνάμεις του σατανά με επικλήσεις για να πετύχουν την ικανοποίηση των επιθυμιών τους και πολλοί το κάνουν κατ’ επάγγελμα. Από την άλλη, όλοι εκείνοι που τους επισκέπτονται, άλλοτε για να κάνουν κακό σε κάποιον και άλλοτε για να λύσουν τα προβλήματά τους, ή για να λύσουν τα μάγια που άλλοι τους έχουν κάνει, βρίσκονται τελικά χωρίς να το θέλουν και οι ίδιοι μπλεγμένοι σε ένα σατανικό παιχνίδι, επικίνδυνο πολλές φορές ακόμα και για τη ζωή τους.

Πρέπει επομένως να διακρίνουμε τη μαγεία από οποιαδήποτε αυθυποβολή ή σχιζοφρένεια ή άλλη ψυχική ασθένεια και να ξεκαθαρίσουμε ότι πρόκειται για συνεργασία με τις δυνάμεις του σατανά, ο οποίος είναι υπαρκτό πρόσωπο και πνεύμα που αντιστρατεύεται τον Θεό. Συνηθισμένοι στόχοι εκείνων που κάνουν μάγια είναι να χωρίσουν κάποιο ζευγάρι ή να το εμποδίσουν να αποκτήσει παιδιά, να αρρωστήσουν κάποιον ή να του διαλύσουν την εργασία, να αναγκάσουν κάποιον να ερωτευτεί ένα πρόσωπο κ.α.

Πρέπει να τονίσουμε επίσης ότι δεν υπάρχει κανένα είδος «καλής» μαγείας. Η διάκριση της σε «λευκή» και «μαύρη» μαγεία ανάλογα με τα κίνητρα και τις πρακτικές, είναι και αυτή παραπλανητική. Οποιαδήποτε ανάμειξη με τις δυνάμεις του σατανά είναι βέβαιο ότι στο τέλος θα έχει καταστροφικό αποτέλεσμα! Είναι χαρακτηριστικό ότι στις τελετές τους οι μάγοι χρησιμοποιούν συμβολισμούς και μεθόδους ακριβώς αντίθετες από την χριστιανική λατρεία, πράγμα που φανερώνει ότι ο σατανάς προσπαθεί συνεχώς να προσβάλει τον Χριστό και να απομακρύνει τον άνθρωπο από Εκείνον που είναι η πηγή της ζωής του και η σωτηρία του.

Για να πιάσουν τα μάγια που κάποιος κάνει εναντίον σου, πρέπει να έχεις δώσει δικαιώματα στον διάβολο, να έχεις δώσει δηλαδή σοβαρή αφορμή με αμαρτωλές πράξεις που απομακρύνουν την Χάρη του Θεού από τον άνθρωπο και μετά να μην έχεις μετανοιώσει γι’ αυτές και να μην έχεις εξομολογηθεί. Εκείνος που θα συναισθανθεί το σφάλμα του και θα εξομολογηθεί με ειλικρίνεια, δεν έχει φόβο από τα μάγια, γιατί όταν έχεις καθαρή καρδιά, η χάρις του Θεού λειτουργεί σαν ασπίδα προστασίας επάνω σου και αδυνατεί ο διάβολος να σε βλάψει.

Επομένως, αν κάποιος ταλαιπωρείται από τη δαιμονική επήρεια της μαγείας, πρέπει πρώτα να ψάξει τον εαυτό του και να βρει σε τι έφταιξε και έπιασαν τα μάγια. Κατόπιν με αληθινή μετάνοια πρέπει να εξομολογηθεί, για να συγχωρεθεί από τον Θεό, ώστε να μπορέσει έπειτα να βοηθηθεί επιπλέον από τις ευχές των εξορκισμών, από τον αγιασμό ή το ευχέλαιο ή οποιαδήποτε άλλη ευχή και μυστηριακή πράξη της Εκκλησίας. Είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσει κανείς ότι όλες οι μαγικές τελετές του κόσμου θα πάψουν να έχουν ισχύ επάνω του αν στο σπίτι και στην καρδιά του μπει ο Χριστός. Αυτός είναι και ο μοναδικός τρόπος διαλύσεως της μαγείας: Η εν Χριστώ ζωή, με μετάνοια, εξομολόγηση και Θεία Κοινωνία.

Εδώ θα πρέπει να συμπληρώσουμε ότι η Εκκλησία μας χρησιμοποιεί επιπλέον και τις ευχές των εξορκισμών που συνέγραψαν άγιοι και θεοφόροι Πατέρες, όπως ο Μ. Βασίλειος, ο Αγ. Ιωάννης ο Χρυσόστομος και ο Αγ. Κυπριανός εναντίον της μαγείας και του δαιμονισμού, δηλαδή της κατάληψης ενός ανθρώπου από τους δαίμονες και οι οποίες υπάρχουν στα ευχολόγια των ιερέων.

Πρόκειται επομένως για ειδικές ευχές που συμπληρώνουν την θεραπευτική και μυστηριακή μέθοδο της Εκκλησίας και οι οποίες διαβάζονται από τους ιερείς για την εκδίωξη των πονηρών πνευμάτων σε ανθρώπους που έχει διαπιστωθεί ότι πάσχουν από αυτά. Οι ευχές των εξορκισμών της Εκκλησίας πρέπει να τονίσουμε ότι δεν έχουν καμία σχέση με τα λεγόμενα «ξόρκια» ή τα «γητέματα» της λαϊκής παράδοσης, τα οποία είναι παγίδες του σατανά μέσω των οποίων παραπλανώνται οι άνθρωποι.

Τα «ξόρκια» που χρησιμοποιούν πολλοί πιστεύοντας ότι έτσι εκδιώκουν το κακό, μπορεί να περιέχουν πολλές προσευχές και αναφορές σε αγίους ή στον Χριστό και την Παναγία, στην πραγματικότητα όμως αναμειγνύουν τα ιερά ονόματα και τα σύμβολα με δαιμονικά στοιχεία και ακατανόητες μαγικές επικλήσεις και πρακτικές. Αποτέλεσμα είναι να «μαγαρίζονται» οι χριστιανικές προσευχές και να εξευτελίζονται τα ιερά σύμβολα. Το σατανικό περιεχόμενο που έχουν τα ξόρκια διαπιστώνεται και από τα μαγικά όργανα και αντικείμενα που χρησιμοποιούν (κλωστές, πέτρες, σταγόνες λαδιού, κάρβουνα, πεντάλφες κ.α.). Ακόμα και το φτύσιμο σε κάποιον «για να μην βασκαθεί» είναι δαιμονικής φύσεως πράξη, αφού εκείνος που φτύνει τον συνάνθρωπό του στην ουσία φτύνει άθελά του τον ίδιο τον Θεό, επειδή ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού. Το φτύσιμο που είναι πράξη εξευτελισμού, θυμίζουμε ότι η Εκκλησία το χρησιμοποιεί μόνο εναντίον του διαβόλου κατά το άγιο Βάπτισμα, όταν ο νονός καλείται να στραφεί προς τη Δύση και να φτύσει τον σατανά.

Με τα ξόρκια και τα λοιπά μαγικά τεχνάσματα μπορεί βεβαίως να υπάρξει μια άμεση φαινομενική υποχώρηση της δαιμονικής επήρειας. Αυτό όμως γίνεται γιατί ο διάβολος προσπαθεί να ξεγελάσει τον άνθρωπο και να κερδίσει την εμπιστοσύνη του στις μαγικές πρακτικές. Στην πραγματικότητα οι δαίμονες αποκτούν μεγαλύτερη εξουσία στους ανθρώπους που καταφεύγουν σε μια «εξορκίστρια» και δείχνουν περισσότερη εμπιστοσύνη στα ξόρκια παρά στη Χάρη του Θεού. Έτσι βλέπουμε ότι τα ξόρκια έχουν μόνο προσωρινό αποτέλεσμα, ενώ το πρόβλημα παραμένει μόνιμο και επιδεινώνεται.

Καταλήγοντας θα πρέπει να εξηγήσουμε ότι ο Θεός μας που θέλει να σωθεί κάθε άνθρωπος, επιτρέπει να βασανίζονται κάποιοι άνθρωποι από την μαγεία και τον δαιμονισμό, προκειμένου να γίνει κατανοητό ότι είναι λανθασμένος ο τρόπος ζωής τους και να στραφούν κοντά Του, στην εν Χριστώ ζωή. Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που μέσα από αυτά τα προβλήματα γνώρισαν την παρουσία και την χάρη του αληθινού Θεού και έτσι μεταμορφώθηκε ολόκληρη η ζωή τους και έσωσαν την ψυχή τους. Σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την αίσια κατάληξη έχει ένας πεπειραμένος πνευματικός πατέρας, που θα καθοδηγήσει σαν καλός θεραπευτής εκείνους που έχουν προσβληθεί από δαιμονικά αίτια, όπως ακριβώς για κάθε πάθηση του σώματος υπάρχει ειδικός γιατρός που θα ορίσει την κατάλληλη θεραπεία και όποιος υποφέρει ψάχνει να βρει τον καλύτερο για την περίπτωσή του.

Του Πρωτοσυγκέλλου της Ι.Μ. Φωκίδος και Καθηγουμένου της Ι.Μ. Αγίων Αυγουστίνου Ιππώνος και Σεραφείμ του Σαρώφ, Γέροντος Νεκταρίου Μουλατσιώτη

Πηγή : poimin.gr

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΩΡΙΓΕΝΗ ΚΑΙ Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΕΠΙΦΑΝΙΟ

0
0

Η ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ ΤΟΥ ΩΡΙΓΕΝΗ

ΚΑΙ Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΓΙΟ ΕΠΙΦΑΝΙΟ

Αρχιμ. Θεοφίλου Λεμοντζή

    Σύμφωνα με τον Ωριγένη, ο Θεός είναι Μονάς ή Ένας που εκδηλώνεται και αποκαλύπτεται. Είναι νοερά φύση, απλή, δεν επιδέχε­ται κανενός είδους προσθήκη και αποτελεί την αρχή των όντων. Είναι ακατάληπτος όχι όμως όπως το αφηρημένο και απόλυτο ον της φιλοσο­φίας αλλά είναι εκείνο το ανώτατο ον το οποίο δε μπορούμε να γνωρί­σουμε καθώς είναι πέρα από κάθε είδους κτιστής πραγματικότητας.

Καταπολεμώντας τις μοναρχιακές αντιλήψεις ο Ωριγένης υποστηρί­ζει ότι ο Λόγος είναι «δεύτερος Θεός». Δε μπορεί να συγκριθεί με τον Πατέρα διότι είναι εικόνα του και μάλιστα εικόνα της αγαθότητάς Του. Ο Υιός γεννάται πάντοτε από τον Πατέρα και όχι μόνο μία φορά. Ενώ όμως γεννάται υπάρχει και ως «νοητική και προθετική των όλων δύναμις».

Όσον αφορά την κοσμολογία ο Ωριγένης τοποθετεί την όλη δημι­ουργία στο πλαίσιο της αιωνιότητας υποστηρίζοντας ότι ο Θεός δεν κράτησε ποτέ κρυμμένη τη δύναμή Του, την οποία εκδήλωνε δημιουρ­γώντας και αποκαλυπτόμενος. Εφόσον ο Θεός πάντα δημιουργούσε δεν υπήρχε χρόνος χωρίς κόσμο. Αλλά η άποψη αυτή δεν σημαίνει ότι ο συγκεκριμένος κόσμος είναι αιώνιος αλλά ότι υπάρχει διαδοχική σειρά κόσμων σύμφωνα με τον καθηγητή Π. Χρήστου.

Πρώτα δημιουργήθηκε ο κόσμος των νόων, τα πνεύματα δηλαδή τα οποία ήταν λογικά και με δυνατότητα εκλογής τού καλού και τού κακού.

Η εμφάνιση της αμαρτίας συνδέεται στενά με την εκλογή τού κακού και είναι ένα προκόσμιο επεισόδιο. Η αμαρτία είναι η απομάκρυνση από το Θεό. Πρώτος αμάρτησε ο διάβολος τον οποίον ακολούθησαν οι ψυχές των ανθρώπων. Μόνο η ψυχή τού μελλοντικού ενσαρκωμένου Λόγου δεν αμάρτησε. Ο παρών υλικός κόσμος κτίσθηκε ως τόπος καθάρσεως και τιμωρίας των νόων που έπεσαν και επίσης τόπος όπου οι ψυχές πρέ­πει να αγωνιστούν για να αποκατασταθούν στο παλαιό αξίωμα. Για την κάθαρση από την αμαρτία ήρθε στον κόσμο ο Χριστός. Η ψυχή του απετέλεσε μεσάζον ον που συνέδεσε το Λόγο με το σώμα τού Χριστού.

Ο Άγιος Επιφάνιος δίνει τη δική του θεώρηση γύρω από την Ωριγένεια θεολογία. Σύμφωνα με τον Επιφάνιο ο Ωριγένης πίστευε ότι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι κτίσματα τού Πατρός. Ο Υιός δεν είναι φυσικός αλλά θετός Υιός.

Επίσης υποστήριζε ότι οι ψυχές προϋπήρχαν και σε κάποια στιγμή έπεσαν από τον κόσμο τού πνεύματος στον υλικό κόσμο και φυλακί­στηκαν στο σώμα. Ο Ωριγένης ερμήνευε αλληγορικά το χωρίο (Ψαλμ. 118, 67) «πριν ή ταπεινωθήναί με, εγώ επλημμέλησα» για να στηρίξει την αντίληψή του για την πτώση των ψυχών. Με το χωρίο (Ψαλμ. 114, 7) «επίστρεψον ψυχή μου εις την ανάπαυσίν σου» προσπαθούσε να στηρίξει την αντίληψή του περί επιστροφής της ψυχής στην αρχέγονη κατάσταση. Επίσης ο Ωριγένης πίστευε ότι οι δερμάτινοι χιτώνες που ενδύθηκαν οι πρωτόπλαστοι ήταν το σώμα, σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 3, 21) «εποίησεν αυτοίς χιτώνας δερμάτινους και ενέδυσεν αυτούς». Αυτή η αντίληψη αποτελούσε θεμελιώδη προϋπόθεση της ερμηνείας που έδινε ο Ωριγένης στο είδος και τον τρόπο της γενικής ανάστασης η οποία χαρακτηρίζεται από τον Επιφάνιο «ελλιπής».

Ο Άγιος Επιφάνιος προσπαθώντας να στηρίξει την άποψή του ότι βασικό σημείο του πυρήνα της τριαδολογίας του Ωριγένη είναι η πεποί­θηση στην πιστότητα του Υιού, παρέθετε ένα απόσπασμα από την εξήγηση του Ωριγένη στον πρώτο ψαλμό. Ο Άγιος Επιφάνιος όμως τονίζει ότι, εάν ο Υιός είναι ποίημα και κτίσμα, δεν θα πρέπει να προσκυνείται, καθώς «παν γαρ το κτιστόν ου προσκυνητόν». Ο Υιός δεν είναι κτίσμα καθώς ο ίδιος είχε πει ότι «εγώ εν τω Πατρί και ο Πατήρ εν εμοί» (Ιωαν. 14, 30) και «εγώ και ο πατήρ εν εσμέν» (Ιωαν. 10, 30). Ο Χριστός κατά τη διάρκεια της ένσαρκης παρουσίας ποτέ δεν είπε ότι ο «Θεός έκτισέ με» αλλά ότι «ο εωρακώς εμέ εώρακε τον Πατέρα» (Ιωαν. 14, 9). Όλα αυτά τα χωρία υποδηλώνουν ότι ο Υιός δεν είναι κτίσμα αλλά φυσικό γέννημα του Πατρός. Εδώ τίθεται το ερώτημα: Ο Ωριγέ­νης πίστευε πράγματι ότι ο Υιός και το Άγιο Πνεύμα είναι κτίσματα; Όσον αφορά το Λόγο ο Ωριγένης πίστευε ότι προέρχεται εκ του Πατρός και ότι είναι η νοητική και προσθετική των όλων δύναμις, η προαιωνίως υπάρχουσα στον Πατέρα, γεννάται αΐδια από τον Πατέρα, αλλά διακρίνεται από τον Πατέρα κατά το πρόσωπο αντιθέμενος στον τροπικό μοναρχιανισμό, καθώς είναι «δύο τη υποστάσει πράγματα».

Σύμφωνα με το Θεοδώρου, ο Ωριγένης χρησιμοποιώντας κάποιες εκφράσεις ότι ο Λόγος παρίσταται ως το «πρεσβύτατον πάντων των δημιουργημάτων» και ως κτιστή σοφία, έδωσε έρεισμα σε κάποιους αντιωριγενιστές όπως ο Άγιος Επιφάνιος να τον κατηγορήσουν για πρόδρομο τού Αρείου. Όμως ο Ωριγένης τονίζει ότι ο Λόγος δεν είναι Θεός κατά μετουσίαν αλλά κατ’ ουσίαν και ο όρος ομοούσιος απαντά δύο φορές στον Ωριγένη. Σύμφωνα με το Θεοδώρου αδίκως ο Ωρι­γένης χαρακτηρίζεται ως πρόδρομος του αρειανισμού καθώς τα παρα­πάνω χωρία θα πρέπει να ερμηνευθούν σε συσχετισμό με την πίστη ότι ο Λόγος είναι Θεός ο οποίος γεννάται αΐδια από τον Πατέρα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ποτέ οι Αρειανοί δε χρησιμοποίησαν την αυθεντία του Ωριγένη για να στηρίξουν τις απόψεις τους. Ωστόσο υπάρχει το σχήμα υποταγής στον Ωριγένη όπως μαρτυρεί και ο Άγιος Επιφάνιος , αν και ο Λόγος είναι «δεύτερος Θεός» και εικόνα της αγαθότητάς του, εντούτοις είναι Υιός φύσει και όχι κατ’ υιοθεσίαν. Ως προς την διδασκαλίαν τού Άγιου Πνεύματος, ο Ωριγένης διδάσκει ότι είναι αιώνιο και ισοστάσιο προς την αιωνιότητα τού Υιού. Έχει την αυτή τιμή και δόξα προς τον Πατέρα και τον Υιόν, ενώ φαίνεται ότι πουθενά δεν το αποκαλεί πιστό, επειδή σε κανένα σημείο της Αγίας Γραφής το “Άγιο Πνεύμα δεν αναφέρεται ως κτιστό.

Το δεύτερο σημείο της θεολογίας τού Ωριγένη στο οποίο αντιτάσσεται ο Άγιος Επιφάνιος, είναι η αντίληψη για την ανάσταση των νεκρών. Ο Επιφάνιος παραθέτει τη διδασκαλία τού Ωριγένη όπως διασώζεται από το Μεθόδιο Ολύμπου σύμφωνα με την οποία κατά την ανάσταση τα σώματα θα είναι πνευματικά χωρίς να υπάρχει αφανισμός «τού προτέρου είδους καν επί το ενδοξότερον γένηται αυτού η τροπή». Σύμφωνα με τον Ωριγένη αυτό το οποίο θα αναστηθεί δεν θα είναι το παχυλό σώμα το οποίο αυξάνεται και αλλάζει με τη λήψη των τροφών καθώς είναι ρευστή η «φύσις τού σώματος» αλλά «το σωματικόν είδος καθ’ ο ειδοποιείται» ο κάθε άνθρωπος. Αυτό το σωμα­τικό είδος δεν αλλάζει ποτέ και «εν τη αναστάσει περιτίθεται πάλιν την ψυχήν επί το κρείττον μεταβάλλον ου πάντως τόδε έτι εντεταγμένον το κατά την πρώτην υποκείμενον».

Ο Ωριγένης δε συμφωνεί σε κάθε είδους υλιστική, παχυλή και απλοϊκή ερμηνεία της αναστάσεως και γι’ αυτό το λόγο επικαλείται τα χωρία (Α” Κορ. 15, 44) «Σπείρεται σώμα ψυχικόν εγείρεται σώμα πνευ­ματικόν» και (Α” Κορ. 15, 50) «σαρξ και αίμα βασιλείαν Θεού κληρο- νομήσαι ου δύνανται». Επίσης συμβουλεύει να ερμηνεύονται σωστά τα χωρία τα οποία ευνοούν μία απλοϊκή ερμηνεία της αναστάσεως όπως αυτά που κάνουν λόγο για το όραμα τού Ιεζεκιήλ.

Ο Άγιος Επιφάνιος αντιτίθεται στην θεωρία τού Ωριγένη ότι οι δερμάτινοι χιτώνες είναι τα υλικά σώματα καθώς αυτό φανερώνει ότι τα υλικά σώματα αποτελούν μία μεταπτωτική κατάσταση. Σύμφωνα με τον Ωριγένη αυτή η μεταπτωτική κατάσταση θα καταργηθεί με την Ανάσταση όπου θα υπάρξει επιστροφή στην προπτωτική κατάσταση. Κατά τον Επιφάνιο οι δερμάτινοι χιτώνες είναι η παχυλότητα των σωμάτων η οποία θα καταργηθεί με την ανάσταση. Ο Άγιος αρνείται να δεχτεί ότι τον άνθρωπο τον χαρακτηρίζει μόνο η ψυχή καθώς σώμα και ψυχή βρίσκονται άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους.

Έτσι ο άνθρωπος σώζεται ως ολότητα.

Το σώμα προορίζεται να σωθεί και όχι μόνο η ψυχή. Το σώμα θα αναστηθεί και θα είναι πνευματικό. Ο όρος «πνευματικό» δεν σημαίνει ότι δε θα υπάρχει ταυτότητα τού σώματος πριν και μετά την ανάσταση αλλά ότι το σώμα πια θα πράττει πνευματικά έργα και αυτό θεμελιώνε­ται στο χωρίο (Γαλ. 5, 25) «Ει ζώμεν πνεύματι, πνεύματι και στοιχώμεν». Έτσι μετά την ανάστασιν το σώμα δε θα πράττει σαρκικά αλλά πνευματικά έργα. Το σώμα λοιπόν τού ανθρώπου θα είναι όπως ήταν το σώμα τού αναστημένου Χριστού το οποίον αν και απέβα- λε την υλική παχύτητα όμως ταυτιζόταν με το σώμα που έπαθε. Ο αναστημένος Χριστός με το αναστημένο σώμα του συνέφαγε με τους μαθητές του. Το χωρίο (Λουκ. 24, 39) «Ίδετε ότι Πνεύμα, σάρκα και οστέα ουκ έχει καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα» για να δείξει την πραγματι­κότητα του σώματός τού Χριστού ο οποίος δεν ήταν φάντασμα.

Ο Επιφάνιος υποστηρίζει ότι οι δερμάτινοι χιτώνες δεν ήταν τα σώματα. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι η δημιουργία της Εύας έγινε από την πλευρά τού Αδάμ σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 2, 21) «επέβαλεν ο Θεός έκστασιν επί τον Αδάμ και ύπνωσε και έλαβε μίαν των πλευρών αυτού». Μόνο ένας άνθρωπος με υλικό σώμα έχει «πλευρά» η οποία είναι μέρος τού σώματος και όχι ένα Πνεύμα. Επίσης η θεία Γραφή αναφέρει ότι ο άνθρωπος πλάσθηκε από χώμα σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 1, 21) «ποιήσωμεν άνθρωπον κατ’ εικόνα ημετέραν και καθ’ ομοίωσιν και έλαβε χούν από της γης και έπλασε τον άνθρω­πο» Το χώμα λοιπόν έγινε η πρώτη ύλη για τη δημιουργία του σώματος του Αδάμ. Επίσης η Εύα όταν δημιουργήθηκε είχε οστά και υλικό σώμα καθώς ο ίδιος ο Αδάμ όταν ξύπνησε από το βαθύ ύπνο αναφώ­νησε «τούτο νυν οστούν εκ των οστών μου και σαρξ εκ της σαρκός μου» (Γεν. 2,23).

Ενέργειες τού Αδάμ όπως λήψη και βρώση τροφής σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 2, 7), η κάλυψη της γύμνιας του με φύλλα σύμφωνα με το χωρίο (Γεν. 3, 10) «την φωνήν σου ήκουσα και εφοβήθην» αποδεικνύουν έμμεσα ότι ο προπτωτικός άνθρωπος έφερε ένα υλικό σώμα το οποίο όμως δεν ήταν υποταγμένο στη φθορά.

Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο ο ίδιος ο Χριστός είχε πει ότι «εάν μη ο κόκκος τού σίτου πεσών εις την γην αποθάνη, αυτός μόνος μένει, εάν δε αποθάνη πολύν καρπόν φέρει» (Ιωάν. 12, 24). Αυτός ο κόκκος τού σίτου είναι το σώμα τού Χριστού και όχι κάποιου άλλου, ούτε κάποιο μέρος μόνο τού σώματος. Αυτό το σώμα σταυρώθηκε και αυτό το σώμα αναστήθηκε. Αυτό μαρτυρείται από τα λόγια του αγγέλου προς τις Μυροφόρες που επισκέφτηκαν τον κενό τάφο, «οίδα γαρ ότι Ιησούν τον εσταυρωμένον ζητείτε, ουκ έστιν ώδε.ηγέρθη γαρ καθώς είπε» (Ματθ. 28,5-6).

Η γενική ανάσταση των ανθρώπων θα γίνει πραγματικότητα εξ αίτιας της ανάστασης τού Χριστού. Η γενική ανάσταση τού ανθρώπινου γένους από δυνατότητα θα γίνει πραγματικότητα. Αυτή η πεποίθη­ση αποτελεί το θεμέλιο της πίστης σύμφωνα με το χωρίο (Α’ Κορ. 15, 14) «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών, κενή και η πίστις υμών, ευρισκόμεθα δε και ψευδομάρτυρες τού Θεού, ότι εμαρτυρήσαμεν κατά τού Θεού ότι ήγειρε τον Χριστόν, ον ουκ ήγειρεν, είπερ άρα νεκροί ουκ εγείρονται».

Η εικόνα τού κόκκου τού σίτου ο οποίος πέφτει στη γη και πεθαί­νει χρησιμοποιείται επίσης από τον Απόστολο Παύλο στο χωρίο (Α Κορ. 15, 35). «Αλλ’ ερείς τις· πως εγείρονται οι νεκροί; ποίω δε σώματι έρχονται; άφρον συ ο σπείρεις, ου ζωοποιείται εάν μη αποθάνη, και ο σπείρεις, ου το σώμα το γενησόμενον σπείρεις, αλλά γυμνόν κόκκον, ει τύχοι σίτου ή τινός των λοιπών. Ο δε Θεός αυτώ δίδωσι σώμα καθώς ηθέλησε, και εκάστω των σπερμάτων το ίδιον σώμα». `Ο Άγιος Επιφάνιος επικαλούμενος το ανωτέρω χωρίο τονίζει ότι αυτό που σπείρεται όταν φυτρώνει δεν αλλάζει ουσία αλλά είναι καρπός τού αυτού σπέρ­ματος. Κατά τον ίδιον τρόπο όταν το σώμα ενταφιάζεται και μετά ανασταίνεται δεν αλλάζει κατά τη βαθύτερη ουσία του διότι «το σπειρόμενον αυτό εστί το εγειρούμενον». Αυτός λοιπόν ο κόκκος που θάβεται στη γη, αυτό το σώμα που πεθαίνει και ενταφιάζεται «σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία, σπείρεται εν ατιμία, εγείρεται εν δόξη» (Α΄ Κορ. 15, 43). Τα χωρία (Ψαλμ. 29, 1) «Υψώσω σε Κύριε, ότι υπέλαβές με ανακαινίζων τον οίκον μου και ουκ ευφράνας τους εχθρούς μου επ’ εμέ» και (Παροιμ. 24, 27) «ετοίμαζε εις την έξοδον τα έργα σου και παρασκευάζου εις τον αγρόν» σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο κάνουν λόγο για την ανάσταση των ανθρώπων. Ο «οίκος» τού χωρίου είναι το σώμα τού ανθρώπου το οποίο ανακαινίζεται από τον Κύριο. Η φράση παρασκευάζου εις τον αγρόν» αναφέρεται στην απόθεση τού σώματος στη γη, ενώ η «ανοικοδόμηση» τού οίκου αναφέρεται στην ανάσταση τού ανθρώπου. Εφόσον ο Θεός έχει δημιουργή­σει τον άνθρωπο κατά τον ίδιο τρόπο θα αναδημιουργήσει το σώμα ανασταίνοντάς το. Ο Άγιος Επιφάνιος αρνείται να δει το γεγονός της ανάστασης κάτω από μία ανθρωπολογία με διασπαστικές τάσεις. Όχι μόνο η ψυχή αλλά επίσης και το σώμα είναι προορισμένο να σωθεί. Εάν το σώμα δε θα μετάσχει της βασιλείας τού Θεού τότε είναι ανώφελη όλη η ασκητική προσπάθεια τού ανθρώπου καθώς η άσκηση προε­τοιμάζει το σώμα για την είσοδό του στη βασιλεία τού Θεού.

http://www.egolpion.com/95D157B4.el.aspx#ixzz3wCBEEoV9

Πως πιστοποιείται η αυθεντικότητα των κειμένων τής Καινής Διαθήκης, αφού τα πρωτότυπα έχουν χαθεί;

0
0

Πολλοί σκεπτικιστές ή επικριτές της αυθεντικότητας της Καινής Διαθήκης και κατ’ επέκταση του Χριστιανισμού, χρησιμοποιούν τα εξής δύο επιχειρήματα για να προσβάλλουν της αξιοπιστία της:

  1. Κανένα από τα πρωτότυπα/αυτόγραφα βιβλία της Καινής Διαθήκης δεν έχει διασωθεί

  2. Κανένα αντίγραφο που υπάρχει δεν είναι απόλυτα όμοιο με κάποιο άλλο, αν και τα δύο αναφέρονται στο ίδιο κείμενο

Αλλά, αυτόγραφα/πρωτότυπα έργα χριστιανικά ή μη, υπάρχουν στον κόσμο μόνο μετά τον 12ο αιώνα μ.Χ. Όλα τα υπόλοιπα κείμενα της αρχαίας φιλολογίας σώζονται μόνο σε αντίγραφα. Σημειωτέον πως, όσο πιο πολλά αντίγραφα έχουμε ενός έργου και μάλιστα από διαφορετικούς χώρους και όσο πιο πολύ χρονικά, τα αντίγραφα αυτά είναι πλησίον στο χρονικό σημείο της συγγραφής του πρωτοτύπου, τόσο περισσότερο βεβαιωνόμαστε για την πιστότητα του κειμένου που έχει φτάσει στα χέρια μας σήμερα.

Η Αγία Γραφή κατέχει από μόνη της το 12% των ευρεθέντων αρχαίων χειρογράφων, ενώ το υπόλοιπο των χειρογράφων αυτών, το μοιράζονται 2.100 συγγραφείς, 600 ειδωλολάτρες και 1500 χριστιανοί. Από τα 60.000 υπάρχοντα ελληνικά χειρόγραφα τα 7.300 είναι της Βίβλου, τα 5.644 αφορούν την Καινή Διαθήκη και τα 2.000 την Παλαιά Διαθήκη. Όλα αυτά δεν βρίσκονται σε ένα μόνο μέρος, αλλά είναι διασκορπισμένα σε 380 βιβλιοθήκες ανά τον κόσμο (οι κυριότερες από τις οποίες είναι του Αγίου Όρους, της μονής της Αγίας Αικατερίνης στη χερσόνησο του Σινά, των Παρισίων, των Αθηνών, του Λονδίνου, του Βατικανού), και όπως είναι φυσικό είναι αδύνατο να τα ερευνήσει κάποιος όλα αυτά με αυτοψία.

Τα χειρόγραφα της Αγίας Γραφής είναι τα αρχαιότερα όλων. Η Βίβλος έχει περίπου 300 χειρόγραφα πριν τον 9ο αιώνα μ.Χ., την περίοδο δηλαδή κατά την οποία εμφανίζονται πλήρη χειρόγραφα των αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων. Ας δώσουμε και ένα παράδειγμα από ένα εξωβιβλικό κείμενο για να υπάρξει σύγκριση αλλά και για να γίνουμε περισσότερο κατανοητοί. Το πιο διαδεδομένο ανάγνωσμα των ελληνιστικών χρόνων (323 π.Χ. – 30 π.Χ.), η Ιλιάδα του Ομήρου, παραδίδεται σε 650 χειρόγραφα και η Οδύσσεια σε 80. Από το 2οκαι 3ο αιώνα μ.Χ. σώζονται μόνο σπαράγματα (κομμάτια) των έργων του Ομήρου και πλήρη χειρόγραφα μόλις από 9ο αιώνα μ.Χ., δηλαδή 1800 χρόνια μετά τη συγγραφή του.

Στον παρακάτω πίνακα που δημοσιεύουμε γίνεται φανερό και μπορεί να το διαπιστώσει και κανείς από μόνος του, τη χρονική απόσταση που χωρίζει τα σημαντικότερα κλασικά έργα από το πρώτο ολοκληρωμένο χειρόγραφο αυτών:

Συγγραφέας Έργα Συγγραφή Αρχαιότατο ολοκληρωμένο

χειρόγραφο

Απόσταση

χρονολογική

Όμηρος Ιλιάδα και Οδύσσεια 8ος αι. π.Χ. 9ος αι. μ.Χ. 1800 έτη
Σοφοκλής Δράματα 5ος αι. π.Χ. 10ος αι. μ.Χ. 1500
Πλάτων Διάλογοι 4ος αι. π.Χ. 9/10ος αι. μ.Χ. 1300
Βιργίλιος Αινειάς 1ος αι. π.Χ. 5ος αι. μ.Χ. 500
Τάκιτος Germania 1ος αι. μ.Χ. 15ος αι. μ.Χ. 1400
Διάφοροι Καινή Διαθήκη 1ος αι. μ.Χ. 350 μ.Χ. 250

Από όλα τα ανευρεθέντα χειρόγραφα της Αγίας Γραφής αρχαιότερος όλων, είναι ο πάπυρος με το σύμβολο Ρ 52, ο οποίος περιέχει αποσπάσματα από το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο 18:31 – 33 & 37 «Εγώ εις τούτο γεγέννημαι και εις τούτο ελήλυθα εις τον κόσμον, ίνα μαρτυρήσω τη αληθεία˙ πας ο ων εκ της αληθείας ακούει μου της φωνής», και βρίσκεται και φυλάσσεται στη βιβλιοθήκη τουRylands, στο μουσείο του Μάντσεστερ (Manchester) της Αγγλίας. Αποκτήθηκε το 1920 στην Αίγυπτο, και ανακαλύφτηκε από τον C. H. Roberts μόλις το 1934 όταν ταξινομούσε τους παπύρους της βιβλιοθήκης του Rylands. Εξαιτίας του τρόπου της γραφής του, η συγγραφή του τοποθετείται χρονολογικά από την επιστημονική κοινότητα μεταξύ του 98 και 117 μ.Χ.

Η ανακάλυψή του συνετέλεσε σε μια μεγάλη ανατροπή που επικρατούσε έως τότε. Μέχρι εκείνο το σημείο οι «φιλελεύθεροι» θεολόγοι (προτεστάντες θεολόγοι του 18ου και 19ου αιώνα μ.Χ. που εισηγήθηκαν την απομυθοποίηση του Χριστιανισμού), υποτιμούσαν την αξιοπιστία του Κατά Ιωάννη Ευαγγελίου, ισχυριζόμενοι πως το θεολογικότατο αυτό «ποιητικό» κείμενο, όπου μαρτυρείται η θεότητα του Λόγου (Χριστού), δεν μπορεί να συγγράφηκε πριν το 160 μ.Χ.

Από τη στιγμή κατά την οποία όμως ανακαλύφθηκε χειρόγραφο του Ιωάννη χρονολογούμενο το 120 μ.Χ. στις όχθες του Νείλου, τόσο απόμακρο από τον πιθανό τόπο προέλευσής του (την Έφεσο της Μ. Ασίας ή τη Συρία), έπρεπε η συγγραφή του Ευαγγελίου να τοποθετηθεί σίγουρα πριν το τέλος του 1ου αιώνα μ.Χ. Έτσι με την ανακάλυψη αυτού του παπύρου, έξι τόνοι επιστημονικών εργασιών σχετικά με τον Ιωάννη οδηγήθηκε στον «κάλαθο των αχρήστων». Αξίζει εδώ να σημειώσουμε επί πλέον, πως το αρχαιότερο ακέραιο χειρόγραφο αφορά πάλι το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο και είναι το Ρ 66, που χρονολογείται από το 200 μ.Χ.

Το «σπορ» της αναζήτησης αρχαίων παπύρων εντάθηκε τον 20ο αιώνα μ.Χ., όταν έτυχε στις αρχές του ο F.Kenyon, κριτικός κειμένων του Βρετανικού μουσείου να ανακαλύψει ένα αιγυπτιακό ειλητάριο (χειρόγραφη επιμήκης λωρίδα τυλιγμένη γύρω από ξύλο), με ένα έργο του Αριστοτέλη. Τα μάτια των ερευνητών στράφηκαν ξαφνικά με βουλιμία στους τάφους και τους χώρους απορριμμάτων της Αιγύπτου. Στους τάφους, γιατί οι Αιγύπτιοι είχαν το έθιμο να εναποθέτουν δίπλα στο νεκρό πολύτιμα αντικείμενα γι’ αυτόν αφού πίστευαν πως θα τα χρησιμοποιούσε στην μετά θάνατον ζωή, και στους χώρους απορριμμάτων που ήταν η έρημος, γιατί εκεί χωμένα βαθιά στην ξερή άμμο διαφυλάσσονταν σε καλή κατάσταση λόγω έλλειψης υγρασίας και προφύλαξης από τον καυτό ήλιο. Δυο νεαροί, οι Grenfall και Hunt, έσκαψαν το 1897 στην Οξύρυγχο (τη σημερινήBahnasa) στη λιβυκή έρημο 15 χλμ. δυτικά του ποταμού Νείλου. Εκεί και στη βορειότερα κείμενη περιοχή της Φαγιούμ ανακάλυψαν 20 χιλιάδες παπύρους εκ των οποίων μερικοί ήταν Καινοδιαθηκικοί προερχόμενοι από τον 3ο αιώνα μ.Χ.

Η σπουδαία ανακάλυψη της Φαγιούμ, ήταν αυτή που έστελνε για μία ακόμη φορά στον «κάλαθο των αχρήστων», την επικρατούσα άποψη πως το κείμενο της Καινής Διαθήκης παραποιήθηκε, όταν επικράτησε ο Χριστιανισμός και θεσπίστηκαν/οριοθετήθηκαν τα δόγματα από τις Οικουμενικές Συνόδους. Γιατί το κείμενο των ανευρεθέντων παπύρων ήταν το ίδιο με εκείνο των μεγάλων κωδίκων (δηλ. βιβλίων) του 4ου αιώνα μ.Χ. Αποδείχθηκε επίσης ότι η γλώσσα της Καινής Διαθήκης, δεν αποτελεί κάποια θεία γλώσσα, αλλά την κοινή «δημοτική» γλώσσα της Εποχής.

Οι σημαντικότεροι κώδικες οι οποίοι περιέχουν ολόκληρο το κείμενο της Καινής Διαθήκης προέρχονται πιθανότατα από την Αίγυπτο και είναι οι εξής:

  1. Σιναϊτικός (א ή S). Προέρχεται από το 340 μ.Χ. και ανακαλύφθηκε με περιπετειώδη τρόπο από τον Γερμανό Tischendorf το 1844. Περιλαμβάνει επί πλέον την επιστολή Βαρνάβα και τον Ποιμένα του Ερμά, που δεν συμπεριλαμβάνονται στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης.

  2. Βατικανός (Β) από τον 5ο αιώνα μ.Χ., είναι βιβλιοδετημένος σε πέντε τόμους και βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Βατικανού. Είναι ίσως το αρχαιότερο βιβλίο του κόσμου, δηλαδή τόμος με την σημερινή έννοια. Έχει χαθεί ο τόμος με το Εβραίους 9:14 κε, Ποιμένας του Ερμά, Αποκάλυψη.

  3. Αλεξανδρινός Κώδικας (Α), από τον 5ο αιώνα μ.Χ., ο οποίος περιλαμβάνει επί πλέον και τις δύο επιστολές Κλήμεντος. Έχουν χαθεί οι περικοπές Ματθαίος 1 – 24, Ιωάννης 7 – 8 και 2 Κορινθίους 4 – 12.

  4. Εφραιμιτικός (C) από τον 5ο αιώνα μ.Χ., και ανακαλύφθηκε από τονTischendorf. Είναι παλίμψηστος, δηλαδή έχει «ξυστεί» το παλιό κείμενο και έχει γραφτεί πάνω του κάποιο άλλο καινούργιο. Στον συγκεκριμένο γράφτηκε τον 12ο αιώνα μ.Χ., η ελληνική μετάφραση των 38 πραγματειών του Εφραίμ του Σύρου.

  5. Κώδικας Βέζα (D) του 5ου αιώνα μ.Χ., ο οποίος περιέχει πολλές ιδιότυπες γραφές της λεγόμενης «δυτικής» παράδοσης του κειμένου.

Παρά το πλήθος των χειρογράφων, και τα ακούσια ή εκούσια σφάλματα που γίνονταν κατά την αντιγραφή των κειμένων, μόνον 1% του κειμένου της Καινής Διαθήκης παρουσιάζει παρεκκλίσεις. Και δεν ήταν δύσκολο να γίνουν ακούσια σφάλματα κατά την αντιγραφή γιατί τότε η γραφή ήταν μεγαλογράμματη και συνεχής. Έτσι γίνονταν σύγχυση σε λέξεις που ήταν διφορούμενες και πολύ όμοιες. Λόγου χάρη ΑΓΑΠΑΙΣ / ΑΠΑΤΑΙΣ. Ή δεν γίνονταν σωστός διαχωρισμός π.χ. η λέξη ΟΙΔΑΜΕΝ που μπορεί να διαβαστεί και ΟΙΔΑ ΜΕΝ. Ή το πιο συχνό σφάλμα το λεγόμενο «ομοιοτελεύτητο». Όταν δηλαδή δύο σειρές, η μία κοντά στην άλλη τελειώνουν με την ίδια λέξη. Συχνά το μάτι του αντιγραφέα πηδούσε στη δεύτερη λέξη, δημιουργώντας έτσι ένα χάσμα στο νόημα του κειμένου.

Πάντως οι παρεκκλίσεις αυτές ηθελημένες ή αθέλητες εύκολα παραθεωρούνται από τους ερευνητές. Γιατί από τις 200.000 παραλλαγές το 95% μαρτυρείται από ένα ασήμαντο αριθμό χειρογράφων. Από τις 10.000 το 95% έγκειται όχι στη σημασία του κειμένου, αλλά στο συλλαβισμό, τη γραμματική ή τη λανθασμένη σειρά των λέξεων. Εάν μια λέξη σε 1.000 χειρόγραφα συλλαβίζεται λανθασμένα, τότε υπολογίζεται ότι υπάρχουν 1.000 παραλλαγές. Από το 5%, τις 500 δηλαδή παραλλαγές, μόνο 50 έχουν ειδικό βάρος.

Όμως εκείνο που πράγματι εντυπωσιάζει, είναι το γεγονός, πως καμιά βασική χριστιανική διδασκαλία δεν βασίζεται πάνω σε λανθασμένη ανάγνωση και καμιά αναθεώρηση κάποιας λέξης δεν οδήγησε σε διόρθωση της διδασκαλίας της. Μια μόνο φράση της Καινής Διαθήκης δεν ανευρίσκεται στα ελληνικά χειρόγραφα. Είναι το χωρίο από την 1 καθολική επιστολή του Ιωάννη 5:7, γνωστό και ως «Κόμμα Ιωάννου»: «ότι τρεις εισίν οι μαρτυρούντες, το πνεύμα και το ύδωρ και το αίμα, και οι τρεις εις το εν εισιν».

Ακόμα και αν η ίδια η Βίβλος χανόταν, θα μπορούσαμε να ανασυντάξουμε το κείμενό της από τις πρώιμες μεταφράσεις σε 18 γλώσσες. Άμεσα από το ελληνικό πρωτότυπο στα Λατινικά (Vetus Latina, Itala – Vulgata Ιερώνυμου = το διαδεδομένο στο λαό κείμενο), Συριακά (Vetus Sira / Ευαγγέλιο των χωριστών – Πεσσιτώ) και Κοπτικά (σαχιδική, βοχαραϊκή, φαγιουμική, μεμφιτική) και έμμεσα στα Αρμενικά (βασίλισσα των μεταφράσεων), Γοτθικά (από τον απόστολο των Γότθων Ουλφίλα), Γεωργιανά, Αιθιοπικά, Ιβηρικά δηλ. Γεωργιανά και όχι Ισπανικά, Αραβικά, Περσικά και Σλαβονικά. Εάν προστεθούν στα 5.700 ελληνικά χειρόγραφα, τα 8.000 – 10.000 χειρόγραφα της Καινής Διαθήκης σε λατινική μετάφραση και 8.000 σε αιθιοπική, σλαβική και αρμενική, τότε έχουμε συνολικά 24.000 χειρόγραφα, τα οποία μας παραδίδουν το κείμενό της με απόκλιση μόλις στο 0,5 – 1%.

Αλλά και αν οι μεταφράσεις χάνονταν, θα μπορούσαμε να ανασυνθέσουμε τα βιβλία της από τα παραθέματα των Εκκλησιαστικών Πατέρων, κάτι που πράγματι έχει συμβεί με απωλεσθέντα έργα Χριστιανών ή μη συγγραφέων. Λόγου χάρη, ο «Αληθής Λόγος» γραμμένος το 178 μ.Χ. από τον εκλεκτικό φιλόσοφο της ύστερης αρχαιότητας Κέλσο, αν και έχει απωλεσθεί σώζεται σχεδόν αυτούσιος χάρη στον Χριστιανό κατηχητή Ωριγένη ο οποίος, προκειμένου να τον αντικρούσει, τον παρέθεσε μέσα στο απολογητικό του έργο«Κατά Κέλσου», ακριβώς ως είχε, παράγραφο προς παράγραφο, φράση προς φράση.

Μας παραδίδονται λοιπόν 205.000 παραθέματα της Γραφής σε ελληνόγλωσσους μόνον Χριστιανούς συγγραφείς, 85.000 της Παλαιάς Διαθήκης και 120.000 της Καινής Διαθήκης. Σε Εκκλησιαστικούς συγγραφείς του 1ουαιώνα μ.Χ., μαρτυρούνται 14 από τα 27 βιβλία της Καινής Διαθήκης. Στους αποστολικούς Πατέρες μέχρι το 150 μ.Χ. βρίσκουμε ήδη παραθέσεις από 24 βιβλία. Οι Εκκλησιαστικοί συγγραφείς των τριών πρώτων αιώνων καταγράφουν σχεδόν όλους τους στίχους της Καινής Διαθήκης. Μόνον στους Ειρηναίο, Ιουστίνο, Κλήμη Αλεξανδρείας, Κυπριανό, Ωριγένη, Ιππόλυτο, Τερτυλλιανό, συναντάμε 30.000 μέχρι 400.000 παραθέσεις από την Καινή Διαθήκη. Προσοχή όμως! Η πατερική παράθεση ενός χωρίου δεν σημαίνει ταυτόχρονα και αναγνώριση αυτού του βιβλίου ως κανονικού. Ο Ωριγένης παραθέτει έξι φορές χωρία από την 2 καθολική επιστολή του Πέτρου και όμως αμφιβάλλει για την κανονικότητά της: «Ο δε Πέτρος, επάνω εις τον οποίον οικοδομείται η Εκκλησία του Χριστού, της οποίας δεν θα υπερισχύσουν οι πύλες του Άδου, άφησε μία επιστολή αναμφισβήτητη, ίσως δε και δευτέρα, η οποία πάντως αμφισβητείται»Ευσέβιος, Εκκλησιαστική Ιστορία 6.25.8. Αλλά και η απουσία ενός βιβλίου από έναν Πατέρα δεν σημαίνει και αμφισβήτηση της κανονικότητάς του. Σε Πατέρες σώζονται και τα ονομαζόμενα «άγραφα λόγια» του Ιησού, λόγια δηλαδή τα οποία δεν παρατίθενται στην Καινή Διαθήκη.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Σωτήριος Σ. Δεσπότης: Ο κώδικας τών Ευαγγελίων, Εκδόσεις Άθως, 2007

  2. Κέλσος: «Αληθής Λόγος», Εκδόσεις Θύραθεν Επιλογή, 1996

  3. Ευσέβιος: Εκκλησιαστική Ιστορία, Εκδόσεις Γρηγόριος Παλαμάς 1978

  4. Περιοδικό «Επιστήμη και Πίστη», Τόμος ΙΙ, αριθμός 6, Δεκέμβρης 1985

    http://antiairetikos.blogspot.gr

«Είμαι πολύ καλά. Κάνω ρέικι, γιόγκα, μιλάω με αγγέλους…»

0
0

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Η εποχή μας βρίσκεται στο «τρίτο στάδιο της αθεΐας», όπως το περιγράφει ο μεγάλος Γάλλος ορθόδοξος θεολόγος Ολιβιέ Κλεμάν.

Στο α΄ στάδιο, γράφει, οι άνθρωποι επιτίθενται κατά της θρησκείας. Στο β΄ στάδιο, απλά αδιαφορούν για τη θρησκεία, δεν ασχολούνται πια μ’ αυτήν. Και στο γ΄ στάδιο, βάζουν στη ζωή τους μια καινούργια δεισιδαιμονία, με την οποία αντικαθιστούν τη θρησκεία που εγκατέλειψαν.

Σήμερα η κοινωνία μας έχει περάσει στο γ΄ στάδιο και σ’ αυτό οφείλεται η χιονοστιβάδα της ενασχόλησης με τη γιόγκα και το διαλογισμό, το φενγκ σούι, τα μέντιουμ, τους αστρολόγους, τις τράπουλες ταρώ, τις κρυσταλλοθεραπείες και γενικά τις «ενεργειακές θεραπείες», τη «θετική ενέργεια», τις «τεχνικές αυτοβελτίωσης», την «αύρα», το κάρμα και τη μετενσάρκωση, ακόμη και τη μαγεία, τις ασιατικές πολεμικές τέχνες (περιλαμβάνοντας διαλογισμό, παραψυχολογικές δυνάμεις και άλλα στοιχεία από τις θρησκείες της Άπω Ανατολής) και τους εξωγήινους (ενασχόληση με μορφή «πνευματικών επαφών» και όχι αληθινής επιστημονικής έρευνας).

Όλα αυτά που ψάχνουν οι άνθρωποι σ’ αυτές τις πρακτικές, υπάρχουν με άριστη μορφή στην πνευματική κληρονομιά των πατέρων μας, την Ορθοδοξία. Όμως δεν το ξέρουμε και δεν τα αναζητούμε ποτέ εκεί. Ευτυχώς, αρκετοί άνθρωποι, μετά από «πνευματικά ταξίδια» στο βουδισμό, τον ινδουισμό, τον πνευματισμό, τις θρησκείες των Ινδιάνων και ένα σωρό άλλους εξωτικούς δρόμους (που έχουν γίνει μόδα πλέον), ανακάλυψαν την Ορθοδοξία και επέστρεψαν σ’ αυτήν. Όμως η μόδα παραμένει και διαρκώς ενισχύεται, διαφημιζόμενη με κάθε μέσον και τρόπο…

Υποτίθεται ότι όλα τα παραπάνω «δεν έχουν σχέση με καμιά θρησκεία», απλώς είναι τεχνικές αναβάθμισης του εαυτού μας και βελτίωσης της ζωής μας. Δυστυχώς, δεν είναι έτσι. Ένας πραγματικός ορθόδοξος χριστιανός (που όχι μόνο πηγαίνει στην εκκλησία, νηστεύει, εξομολογείται, μεταλαβαίνει, προσεύχεται κ.τ.λ., αλλά και συνδέει τη ζωή του μ’ αυτά και ξέρει πολύ καλά τι νόημα έχουν) δεν έχει ποτέ την ανάγκη ν’ ασχοληθεί με αυτές τις πρακτικές, γιατί καλύπτεται 100% από το Χριστό.

Τα άλλα είναι υποκατάστατα της θρησκείας, που έχουν στόχο να προσφέρουν στον άνθρωπο αγάπη, γαλήνη, ειρήνη, αυτογνωσία, σοφία, αρμονική ζωή, σύνδεση με όλα τα πλάσματα κ.λ.π., δηλαδή ακριβώς αυτά που, εκ πρώτης όψεως, προσφέρει και η θρησκεία. Ο ασχολούμενος με κάποια από αυτά, κατά κανόνα δεν συνδέει τη θρησκεία με το βάθος της ζωής του και δεν αναζητά την πνευματική και ηθική του αναβάθμιση σ’ αυτήν, αλλά περιορίζεται στις «μοντέρνες πρακτικές», τις εισαγόμενες από άλλες θρησκευτικές παραδόσεις. Ίσως παράλληλα πηγαίνει και στην εκκλησία, αλλά συνήθως αυτό το κάνει είτε τυπικά (ως έθιμο), είτε παρερμηνεύοντάς το με βάση τις ξένες διδασκαλίες που ακολουθεί: «Πηγαίνω στα ξωκλήσια, γιατί έχουν καλούς κραδασμούς», μου έλεγε μια κυρία κάποτε…

Δυο απλά λόγια για το ρέικι και τη γιόγκα.

Τι ακριβώς είναι το ρέικι; Ένας πνευματικός δρόμος, με τον οποίο ο άνθρωπος καλλιεργεί μέσα του την αγάπη, την ειλικρίνεια, την ανιδιοτέλεια κ.τ.λ., βρίσκει τη γαλήνη, εξισορροπείται ψυχοσωματικά, και, αν προχωρήσει σε «ανώτερα στάδια», αρχίζει να έχει επαφές με όντα από «ανώτερους κόσμους».

Τι είναι η γιόγκα; Μια μέθοδος, με την οποία οι ινδουιστές αυτοσυγκεντρώνονται, αποκόπτονται από τον εξωτερικό κόσμο (τον οποίο θεωρούν αυταπάτη) και βυθίζουν το νου τους στον «εσωτερικό εαυτό τους», για να συναντήσουν εκεί αυτό που πιστεύουν πως είναι η «ψυχή του σύμπαντος» (το Μπράχμαν) ή οι θεοί τους. Σκοπός της γιόγκα, να σταματήσει να μετενσαρκώνεται ο άνθρωπος, όπως πιστεύουν οι ινδουιστές, και το πνεύμα του να αφομοιωθεί στο Μπράχμαν όπως μια σταγόνα στον ωκεανό.

Εκτός αυτών, έχει πάρει διαστάσεις και η δήθεν «επαφή με αγγέλους», που «καθοδηγούν και συμβουλεύουν» τους «εκλεκτούς», θεραπεύουν ασθένειες κ.τ.λ.

Το πρόβλημα όλων αυτών: ναι, έχουν αποτέλεσμα, αλλά δεν έχουν το Χριστό. Ο Χριστός δεν εξαφανίζει ως διά μαγείας όλα τα προβλήματα και τα ελαττώματα των ανθρώπων, αλλά μεταμορφώνει τους ανθρώπους έτσι (με έντονη προσπάθεια του ανθρώπου βέβαια, προσπάθεια που ονομάζεται «μετάνοια» στη γλώσσα της Εκκλησίας και αποσκοπεί στην καλλιέργεια πρωτίστως της ταπείνωσης και στη συνέχεια της αγάπης προς όλους), ώστε τα προβλήματά μας γίνονται το αγώνισμα της ζωής μας, που θα μας οδηγήσει σε μικρό ή μεγάλο βαθμό ένωσης με τον ίδιο το Χριστό, δηλαδή αγιότητας.

Όμως ο σύγχρονος άνθρωπος δεν θέλει ν’ αγωνιστεί. Θέλει εύκολα και αμέσως (χωρίς μετάνοια, χωρίς ταπείνωση, χωρίς εξομολόγηση, χωρίς θεία κοινωνία) «να αλλάξει», να φύγουν τα προβλήματα και τα ελαττώματά του και να ζήσει και σπουδαίες εμπειρίες με αγγέλους, «ανώτερες οντότητες» και «πνευματικά χαρίσματα». Αυτά στην Ορθόδοξη παράδοση ξέρουμε ότι τα ζουν οι άγιοι, αλλά για να γίνεις άγιος χρειάζεται πράγματι μεγάλος αγώνας με αυταπάρνηση και στροφή προς το Χριστό. Δεν γίνεται εφαρμόζοντας κάποιες «τεχνικές», που προσφέρουν μόνο υποκατάστατα ειρήνης, αρμονίας και «πνευματικών επαφών».

Ξέρουμε επίσης ότι αυτές οι «πνευματικές επαφές», που φαίνονται επαφές με φωτεινά πνεύματα, συχνά κρύβουν δαίμονες μεταμφιεσμένους. Στην ιστορία του χριστιανισμού υπάρχουν αμέτρητες περιπτώσεις ανθρώπων, που νόμιζαν ότι καθοδηγούνται από αγγέλους, αγίους ή τον ίδιο το Χριστό και εκ των υστέρων αποδείχθηκε ότι τους ξεγελούσαν οι δαίμονες.

Στο ίδιο κλίμα ανήκουν και οι χριστιανοί που εντάσσονται στις λεγόμενες «Εκκλησίες της πεντηκοστής» ή στο «χαρισματικό κίνημα» ή τους «αναγεννημένους χριστιανούς», και νομίζουν ότι έρχεται μέσα τους το Άγιο Πνεύμα και τους οδηγεί σε προφητικές και θαυματουργικές καταστάσεις, ιδίως κατά τις λατρευτικές τελετουργίες τους…

Το να ζει κάποιος την πνευματική ζωή της Ορθόδοξης Εκκλησίας με ειλικρίνεια και απλότητα, όπως τη ζούσε η αγία γερόντισσα Μάρθα του Αρκαδίου, που κοιμήθηκε λίγο πριν το Πάσχα του 2016, προϋποθέτει ταπεινή καρδιά. Σημαίνει ότι κάνει πράγματα που έκανε και η αγράμματη γιαγιά του, καθώς και εκατομμύρια ορθόδοξοι χριστιανοί πολλών λαών και εποχών. Αυτό πολλούς από εμάς τους δυσαρεστεί. Ενώ το να κάνουμε ρέικι ή γιόγκα και τα δεκάδες άλλα που έχουν εισχωρήσει στη ζωή μας, τονώνει και τον εγωισμό μας ότι κάνουμε κάτι «ιδιαίτερο» και «προχωρημένο», αν και στην πραγματικότητα δεν υπάρχει πιο ιδιαίτερο και προχωρημένο από το να ζει κάποιος ως αυθεντικός ορθόδοξος χριστιανός, δηλαδή μέλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας, άσχετα από το πόσα ακούει για κακούς και πονηρούς παπάδες (ας κοιτάξει στην ενορία του ή στη διπλανή ενορία και είμαι βέβαιος ότι θα ανακαλύψει καλούς παπάδες και καλούς πιστούς χριστιανούς).

Παρακαλώ επίσης να κάνει μια βόλτα ώς το ορθόδοξο χριστιανικό βιβλιοπωλείο της πόλης του, για να αναζητήσει τα βιβλία (ή να τα αναζητήσει στο Διαδίκτυο):

«Γίνονται θαύματα σήμερα;». Περιπτώσεις σύγχρονων ΑΜΕΑ, που, χωρίς να θεραπευτούν θαυματουργικά, έφτασαν τόσο κοντά στο Θεό, ώστε ήταν ευτυχισμένοι, παρά την αναπηρία τους (εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη).

«Η Ορθοδοξία και η θρησκεία του Μέλλοντος», κλασικό βιβλίο του πρώην άθεου φιλόσοφου και τελικά ορθόδοξου μοναχού στην Καλιφόρνια π. Σεραφείμ Ρόουζ. Μελετά τα πνευματικά ρεύματα και φαινόμενα της εποχής μας, όπως αυτά που μας απασχολούν εδώ.

Αξίζει επίσης να διαβάσετε και τη βιογραφία του π. Σεραφείμ Ρόουζ, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Μυριόβιβλος.

«Θεοί, είδωλα, γκουρού», του πνευματικού αναζητητή στο χώρο όλων των θρησκειών Κλάους Κένεθ, εκδ. Εν Πλω.

«Οιγκουρού, ο νέος και ο γέροντας Παΐσιος», του Διονυσίου Φαρασιώτη (Αθανασίου Ρακοβαλή, καθηγητή φυσικής και πρώην ινδουιστή). Εκδόσεις Παναγόπουλος.

«Οψώμεθα τον Θεόν καθώς εστί» του σύγχρονου αγίου Γέροντα Σωφρόνιου Σαχάρωφ.

πηγή

Η Καινή Διαθήκη και οι αντιρρήσεις για την αξιοπιστία της

0
0

Η σημασία της ονομασίας «Καινή Διαθήκη»

Η Καινή Διαθήκη είναι το δεύτερο μέρος της Αγίας Γραφής των χριστιανών, που πρώτο μέρος της έχει την Παλαιά Διαθήκη.

Στην πραγματικότητα, παλαιά και καινή διαθήκη ονομάζονται οι υποσχέσεις του Θεού προς τους ανθρώπους για τη σχέση Του με αυτούς. Η Παλαιά Διαθήκη είναι η υπόσχεση του Θεού προς τον αρχαίο λαό των Εβραίων (Ισραήλ), ότι, όσο παραμένουν πιστοί σε Αυτόν, θα τους ευλογεί και θα τους προστατεύει, καθώς και ότι θα στείλει το Μεσσία (το Χριστό), που θα είναι ο αιώνιος σωτήρας και βασιλιάς του λαού του Θεού.

Η Καινή (=καινούργια) Διαθήκη είναι η διαβεβαίωση του Θεού στην ανθρωπότητα, σε όλους τους λαούς της γης, ότι ο Μεσσίας ήρθε και είναι ο Ιησούς από τη Ναζαρέτ, και η υπόσχεσή Του ότι όλοι όσοι θα ζήσουν σύμφωνα με τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού θα κληρονομήσουν τη βασιλεία των ουρανών, δηλαδή τον παράδεισο.

Οι υποσχέσεις αυτές ονομάζονται διαθήκες, όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος στην προς Εβραίους επιστολή (που βρίσκεται μέσα στο βιβλίο που λέμε Καινή Διαθήκη), επειδή κάθε διαθήκη ισχύει με το θάνατο εκείνου που τη συνέταξε, και η διαθήκη του Θεού, με την οποία κάνει τους ανθρώπους κληρονόμους της βασιλείας Του, ισχύει μετά το θάνατο του Ιησού Χριστού, που είναι ο Υιός του Θεού και Θεός, το ένα από τα τρία πρόσωπα της τριαδικής Θεότητας, της Αγίας Τριάδας (δείτε σχετικά στηνπρος Εβραίους επιστολή, κεφ. 19, στίχοι 16-17).

Η Παλαιά Διαθήκη δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η προετοιμασία των ανθρώπων για την Καινή Διαθήκη. Όπως η Καινή Διαθήκη (δηλαδή η υπόσχεση του Θεού προς τους ανθρώπους για την κληρονομιά της βασιλείας των ουρανών) επισφραγίστηκε με το αίμα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, το οποίο χύθηκε στο σταυρό και βρίσκεται επίσης στο ποτήριο της θείας μετάληψης, έτσι και η Παλαιά Διαθήκη επισφραγιζόταν με το αίμα των ζώων, που θυσίαζαν οι Εβραίοι κατά τη λατρεία του αληθινού Θεού στο αρχαίο Ισραήλ. Οι θυσίες ζώων ήταν συνηθισμένη πρακτική λατρείας σε όλες τις θρησκείες. Μόνο που οι ειδωλολατρικές θρησκείες, αυτά τα ζώα τα πρόσφεραν στους «θεούς» (και πολλές φορές θυσίαζαν και ανθρώπους!), ενώ στην Παλαιά Διαθήκη οι θυσίες ανθρώπων απαγορεύονται και οι θυσίες των ζώων προσφέρονται για τη συγχώρηση των αμαρτιών των ανθρώπων, είναι δηλαδή συμβολισμός (προτύπωση) της θυσίας του αναμενόμενου Μεσσία, του Χριστού, που θα έσωζε τους ανθρώπους με τη δική Του θυσία, το θάνατό Του.

Μόνο που (όπως εξηγεί ο απόστολος Παύλος) το αίμα των ζώων δεν εξαφανίζει τις αμαρτίες και δεν τελειοποιεί τον άνθρωπο. Αυτό το κάνει μόνο το άγιο αίμα του Ιησού Χριστού (προς Εβραίους επιστολή, κεφάλαια 9 και 10).

Ο όρος «καινή διαθήκη» είναι παρμένος από την Αγία Γραφή. Στην Παλαιά Διαθήκη ο Θεός, μέσω του προφήτη Ιερεμία, λέει: «ιδού, έρχονται ημέρες, κατά τις οποίες θα συντάξω για το λαό των Ιουδαίων μια νέα διαθήκη» (στο αρχαίο: διαθήκην καινήν) «…θα δώσω νόμους στο μυαλό τους και θα τους γράψω στην καρδιά τους· και θα είμαι ο Θεός τους και εκείνοι θα είναι ο λαός μου· όλοι θα με γνωρίζουν και εγώ θα συγχωρήσω τις αμαρτίες τους» (βιβλίο του Ιερεμία, στην Π.Δ., κεφ. 38, 31-34). Η νέα αυτή διαθήκη βεβαίως δεν απευθύνεται μόνο στους Ιουδαίους (τους Εβραίους), αλλά στο συμβολικό «νέο Ισραήλ», δηλαδή όλη την ανθρωπότητα, που είναι προσκαλεσμένη για τη βασιλεία του Θεού μέσω του Ιησού Χριστού και της Ορθόδοξης Εκκλησίας Του.

Στην Καινή Διαθήκη, ο Ιησούς Χριστός, όταν κοινώνησε τους μαθητές Του κατά το Μυστικό Δείπνο, είπε: «αυτό το ποτήρι είναι η καινή διαθήκη, με το αίμα μου, που χύνεται για εσάς» (κατά Λουκάν ευαγγέλιο, κεφ. 22, στίχος 20).

Έτσι, όπως τα βιβλία των αρχαίων προφητών συγκεντρώθηκαν σε μια συλλογή, η οποία ονομάστηκε Παλαιά Διαθήκη (δηλαδή η παλαιά έκφραση του θελήματος και της υπόσχεσης του Θεού), έτσι τα βιβλία των μαθητών του Χριστού συγκεντρώθηκαν σε μια συλλογή, η οποία ονομάστηκε Καινή Διαθήκη.

Ποια είναι αυτά τα βιβλία των μαθητών του Χριστού, που αποτελούν την Καινή Διαθήκη;

Α) Τα τέσσερα ευαγγέλια και οι συγγραφείς τους

Στην αρχή του βιβλίου που ονομάζεται Καινή Διαθήκη βρίσκονται τα τέσσερα ευαγγέλια: το κατά Ματθαίον, το κατά Μάρκον, τοκατά Λουκάν και το κατά Ιωάννην, τα οποία διηγούνται τα βασικά σημεία της ζωής και της διδασκαλίας του Ιησού Χριστού, με σημαντικότερα γεγονότα τη σταύρωση και την ανάστασή Του.

Η αρχαία λέξη «ευαγγέλιο» σημαίνει «καλή είδηση» και υπάρχει στην αρχή του κατά Μάρκον ευαγγελίου, το οποίο ξεκινά με τη φράση: «αρχή του ευαγγελίου του Ιησού Χριστού, του υιού του Θεού». Στην πραγματικότητα, ένα ευαγγέλιο υπάρχει: το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, δηλαδή η καλή είδηση ότι ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος, για να κάνει κάθε άνθρωπο υιό του Θεού. Γι’ αυτό, τα τέσσερα βιβλία, που αφηγούνται τα γεγονότα της επίγειας ζωής και δράσης του Χριστού, οι χριστιανοί τα ονόμασαν ευαγγέλια.

Επειδή λοιπόν υπάρχει μόνον ένα ευαγγέλιο, το ευαγγέλιο του Ιησού Χριστού, το οποίο όμως είναι γραμμένο με τέσσερις διαφορετικές μορφές, γι’ αυτό δεν λέμε «το ευαγγέλιο του Ματθαίου», «του Μάρκου», «του Λουκά» και «του Ιωάννη», αλλά «το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο» (δηλαδή το ευαγγέλιο του Χριστού, κατά το Ματθαίο = σύμφωνα με το Ματθαίο), «το κατά Μάρκον», «το κατά Λουκάν» και «το κατά Ιωάννην».

Αυτά τα τέσσερα βιβλία ονομάζονται επίσης «το τετράμορφο ευαγγέλιο» ή «τετραβάγγελο».

Το παλαιότερο από τα τέσσερα ευαγγέλια είναι το κατά Μάρκον. Ο άγιος ευαγγελιστής Μάρκος ήταν μαθητής του αποστόλου Πέτρου, όμως η μητέρα του ήταν μαθήτρια του Κυρίου. Στο σπίτι της είχε γίνει η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος, πενήντα μέρες μετά την ανάσταση του Χριστού, και μάλλον εκεί έγινε και ο Μυστικός Δείπνος. Ο Μάρκος, ως παιδί, πρέπει να γνώρισε το Χριστό και μάλλον είναι ο «νεανίας» που είχε ακολουθήσει κρυφά το Χριστό και τους μαθητές Του μετά το Μυστικό Δείπνο τυλιγμένος με ένα σεντόνι και είδε τη σύλληψη του Κυρίου στον Κήπο της Γεθσημανή. Αυτό το αναφέρει ο ίδιος ο Μάρκος στο κεφάλαιο 14 του κατά Μάρκον ευαγγελίου, στους στίχους 51-52.

Ο ευαγγελιστής Ματθαίος είναι ένας από τους 12 αποστόλους και, για να γράψει το ευαγγέλιο, είναι φανερό ότι χρησιμοποίησε ως πηγή και το κατά Μάρκον, στο οποίο πρόσθεσε τις δικές του πληροφορίες, που ξεκινούν από τη γέννηση του Χριστού. Το ευαγγέλιό του γράφτηκε δεύτερο, αλλά μπήκε πρώτο στη συλλογή της Καινής Διαθήκης, επειδή αρχίζει να διηγείται την ιστορία του Ιησού Χριστού, όχι απλώς από τη γέννησή Του, αλλά από ένα κατάλογο των προγόνων Του (της γενεαλογίας Του), που ήταν απαραίτητος για να καταλάβουν οι Εβραίοι αναγνώστες του ότι ο Ιησούς ήταν γνήσιος Εβραίος και όχι κάποιος με άγνωστη προέλευση. Βέβαια, οι πρόγονοι που αναφέρει ο άγιος Ματθαίος είναι οι πρόγονοι του αγίου Ιωσήφ, του αρραβωνιαστικού της Παναγίας, όμως από τον παππού του Ιωσήφ και πίσω, μέχρι τον Αβραάμ, είναι και πρόγονοι της Παναγίας, δηλαδή του Χριστού.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς ήταν γιατρός, στενός φίλος και συνεργάτης του αποστόλου Παύλου. Ίσως ήταν και μαθητής του Παύλου. Όμως, κατά μία άποψη, ήταν ένας από τους 70 μαθητές του Χριστού, τους οποίους αναφέρει ο ίδιος ο Λουκάς στο κεφ. 10 του κατά Λουκάν ευαγγελίου, και μάλιστα ίσως είναι ο ένας από τους δύο αποστόλους που συνάντησαν τον Κύριο μετά την ανάστασή Του στο δρόμο προς Εμμαούς, πράγμα που επίσης αναφέρει ο Λουκάς στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του.

Ο άγιος Λουκάς χρησιμοποίησε ως πηγές το κατά Μάρκον και το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, αλλά συμπλήρωσε με πολλές πληροφορίες, που αρχίζουν τη διήγηση της ιστορίας του Χριστού από πολύ νωρίς, από τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, και ακόμη πιο πίσω, από την εγκυμοσύνη της αγίας Ελισάβετ, μητέρας του αγίου Ιωάννη του Προδρόμου.

Ο Λουκάς είναι ο ευαγγελιστής που δίνει τα περισσότερα στοιχεία για την Παναγία και τα παιδικά χρόνια του Κυρίου και οι φιλόλογοι θεωρούν ότι συνάντησε την Παναγία και πήρε πληροφορίες από την ίδια. Η αρχαία παράδοση της Εκκλησίας λέει ότι ο άγιος Λουκάς είναι ο πρώτος που ζωγράφισε την Παναγία και η αγία μορφή Της έμεινε στην ιστορία από κάποιες αρχαίες εικόνες της, που είχε αγιογραφήσει ο ευαγγελιστής Λουκάς.

Ο ευαγγελιστής Ιωάννης είναι ένας από τους 12 μαθητές του Κυρίου και μάλιστα ο μικρότερος σε ηλικία, προς τον οποίο φαίνεται ότι ο Κύριος εκδήλωνε μια κάπως αυξημένη στοργή και προστατευτικότητα, γι’ αυτό και, όπως γράφει ο ίδιος ο Ιωάννης, ήταν ο «αγαπημένος μαθητής» του Ιησού. Ο άγιος Ιωάννης έγραψε το ευαγγέλιο μετά τους άλλους τρεις ευαγγελιστές και φαίνεται ότι θέλησε να συμπληρώσει τις δικές τους διηγήσεις, γι’ αυτό και αφηγείται κυρίως επεισόδια που λείπουν από τα άλλα τρία ευαγγέλια. Το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο είναι γραμμένο με φιλοσοφικό τρόπο, επειδή μάλλον απευθυνόταν σε αναγνώστες με φιλοσοφική μόρφωση. Αρχίζει τη διήγησή του (όπως και ο Μάρκος) από τη βάπτιση του Χριστού, δηλαδή όταν ο Κύριος είναι περίπου 30 ετών, αν και στον πρόλογο του ευαγγελίου ο Ιωάννης δίνει ορισμένα πολύ σπουδαία στοιχεία για τη Θεότητα του Χριστού, για την προαιώνια ύπαρξή Του κοντά στο Θεό Πατέρα και για την αποστολή Του στον κόσμο. Εκεί ονομάζει το Χριστό «Λόγο» και «Μονογενή Υιό» του Θεού, ονόματα με βαθιά σημασία, που παίζουν βασικό ρόλο στη διδασκαλία της Εκκλησίας γι’ Αυτόν. Γι’ αυτό και ο ευαγγελιστής Ιωάννης χαρακτηρίζεται «άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος».

Β) Οι Πράξεις των αποστόλων

Μετά το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, στην Καινή Διαθήκη βρίσκεται ένα βιβλίο, που λέγεται Πράξεις αποστόλων. Συγγραφέας του είναι ο άγιος ευαγγελιστής Λουκάς και αποτελεί συνέχεια του κατά Λουκάν ευαγγελίου.

Στο βιβλίο αυτό, ο Λουκάς διηγείται την ιστορία των αποστόλων, δηλαδή των μαθητών του Χριστού, ξεκινώντας από την ανάληψή Του και προχωρώντας στην Πεντηκοστή, δηλαδή την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος, που φώτισε τους αποστόλους πενήντα μέρες μετά την ανάσταση του Χριστού (γι’ αυτό λέγεται «πεντηκοστή», δηλαδή 50ή ημέρα), και συνεχίζει με τις περιπέτειες των πρώτων χριστιανών, εξηγώντας τον αξιοθαύμαστο τρόπο ζωής τους, που ήταν γεμάτος πίστη, αγάπη και αυτοθυσία. Μιλάει για το μαρτύριο του αγίου Στεφάνου, για τη μετάνοια του αποστόλου Παύλου (που, από θανάσιμος εχθρός των χριστιανών, έγινε απόστολος του Χριστού, μετά από ένα συγκλονιστικό όραμα του θείου Φωτός) και τέλος διηγείται τον αγώνα του Παύλου να μεταδώσει το μήνυμα του Ιησού Χριστού σε όλα τα έθνη, μέχρι που κινδυνεύει να θανατωθεί από τους Ιουδαίους και τελικά φυλακίζεται από τους Ρωμαίους και οδηγείται στη Ρώμη, για να δικαστεί ως ταραχοποιός από το δικαστήριο του αυτοκράτορα.

Οι Πράξεις των αποστόλων (όπως και τα ευαγγέλια) είναι ένα συναρπαστικό βιβλίο, με πολλά διδάγματα, που η μελέτη του θα μας βοηθήσει να καταλάβουμε γιατί πολλά πράγματα στο χριστιανισμό γίνονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, ξεκινώντας από την εποχή των αποστόλων και των πρώτων χριστιανών.

Γ) Οι επιστολές των αποστόλων

Μετά τις Πράξεις των αποστόλων, στην Καινή Διαθήκη υπάρχουν επιστολές, δηλαδή γράμματα, που είχαν στείλει κάποιοι από τους αγίους αποστόλους σε διάφορες κοινότητες πρώτων χριστιανών («τοπικές Εκκλησίες», όπως λέμε, δηλ. συγκεντρώσεις χριστιανών σε διάφορες πόλεις) ή σε πρόσωπα. Αυτές οι επιστολές είναι σπουδαίες, γιατί αναφέρονται σε όλα σχεδόν τα ζητήματα ηθικής και πνευματικής ζωής, καθώς και σε σημαντικά θεολογικά ζητήματα, για το ποιος ήταν ο Ιησούς Χριστός και ποια η αποστολή Του στον κόσμο. Οι επιστολές των αποστόλων, δηλαδή, είναι ένας απαραίτητος οδηγός του ανθρώπου, στην προσπάθειά του να πλησιάσει το Θεό.

Οι απόστολοι είχαν γράψει κι άλλες επιστολές, αλλά στην Καινή Διαθήκη περιλαμβάνονται όσες διασώθηκαν. Έτσι, έχουμε 14 επιστολές του αποστόλου Παύλου, 2 του αποστόλου Πέτρου, 3 του ευαγγελιστή Ιωάννη, μία του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου και μια του αποστόλου Ιούδα (όχι του Ισκαριώτη, που πρόδωσε το Χριστό). Αυτός ο Ιάκωβος και ο Ιούδας είναι δύο από τους λεγόμενους «αδελφούς του Κυρίου», δηλαδή γιοι του αγίου Ιωσήφ από την πρώτη του σύζυγο, που είχε κοιμηθεί πριν εκείνος αρραβωνιαστεί την Παναγία.

Οι 14 επιστολές του αποστόλου Παύλου είναι: προς Ρωμαίους, Α΄ και Β΄ προς Κορινθίους (δηλ. 1η και 2η επιστολή προς τους πρώτους χριστιανούς της Κορίνθου), προς Γαλάτας, προς Εφεσίους, προς Φιλιππησίους, προς Κολοσσαείς (στην πόλη Κολοσσές της Μικράς Ασίας), Α΄ και Β΄ προς Θεσσαλονικείς, Α΄ και Β΄ προς Τιμόθεον, προς Τιτον, προς Φιλήμονα και προς Εβραίους.

Οι επιστολές των άλλων αποστόλων χαρακτηρίζονται «καθολικές», δηλαδή «συνολικές», πανανθρώπινες (αυτό σημαίνει η λέξη «καθολικός», πολύ πριν τον υιοθετήσει ως όνομά της η σημερινή Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία).

Στη θεία λειτουργία και σε άλλες χριστιανικές τελετές, όταν ο ψάλτης διαβάζει τον Απόστολο (πριν ο ιερέας διαβάσει το Ευαγγέλιο), πρόκειται για ένα απόσπασμα από κάποια επιστολή των αποστόλων (κυρίως του αποστόλου Παύλου) ή από τις Πράξεις των αποστόλων.

Δ) Η Αποκάλυψις του αγίου Ιωάννη

Η Καινή Διαθήκη και ολόκληρη η Αγία Γραφή τελειώνει με τη Αποκάλυψη του Ιωάννη.

Είναι ένα μεγάλο και πολύπλοκο όραμα, που είδε ο άγιος απόστολος και ευαγγελιστής Ιωάννης, όταν ήταν ηλικιωμένος και εξόριστος από τους Ρωμαίους στο νησί Πάτμος. Στην πραγματικότητα, είναι «Αποκάλυψις Ιησού Χριστού», που δόθηκε στους ανθρώπους μέσω του Ιωάννη. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Ιωάννης περιέγραφε όσα έβλεπε και τα έγραφε ο μαθητής του, ο άγιος Πρόχωρος.

Η Αποκάλυψη περιέχει επτά επιστολές του Ιησού Χριστού προς επτά χριστιανικές κοινότητες της Μικράς Ασίας και, στη συνέχεια, μέσα από ένα είδος ουράνιας θείας λειτουργίας, στην οποία συμμετέχουν άγγελοι, άνθρωποι και ο ίδιος ο Χριστός, με τη συμβολική μορφή θυσιασμένου αρνιού, δίνονται προφητείες για πολλά γεγονότα, που καταλήγουν στη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου, στην ανάσταση των νεκρών και στην περιγραφή του μελλοντικού παραδείσου και της αιώνιας ζωής των ανθρώπων.

Κεντρική θέση στην Αποκάλυψη έχει ο αγώνας των χριστιανών ενάντια στον Αντίχριστο (το «Θηρίο», όπως τον χαρακτηρίζει), δηλαδή τον τελευταίο δαιμονικό κοσμοκράτορα (μάλλον δεν θα είναι πολιτικός, αλλά κάτοχος οικονομικής εξουσίας), που οι άνθρωποι θα τον προσκυνήσουν σαν θεό και εκείνος θα σκοτώσει όποιον δεν τον προσκυνήσει. Ο Αντίχριστος θα πέσει από την εξουσία με έναν μεγάλο πόλεμο, τον Αρμαγεδδώνα, και με παρέμβαση του ίδιου του Χριστού.

Αν και τα περισσότερα γεγονότα που περιγράφει η Αποκάλυψη είναι δραματικά, όμως το μήνυμά της είναι αισιόδοξο και ενθαρρυντικό: στο τέλος ο Χριστός θα νικήσει, ενώ το Κακό, ο διάβολος και οι συνεργάτες του, θα νικηθούν και θα εξουδετερωθούν για πάντα. Οι νεκροί θα αναστηθούν και, όσοι θα είναι «γραμμένοι στο βιβλίο της ζωής», επειδή ήταν πιστοί και ενάρετοι, θα ζήσουν στη βασιλεία του Θεού, δηλαδή στον παράδεισο. Κάποιοι όμως (οι αμετανόητοι υπηρέτες του ψεύδους, της διαφθοράς και του διαβόλου) δεν θα μπουν στον παράδεισο, αλλά στην κόλαση.

Η Αποκάλυψη είναι αδύνατον να ερμηνευτεί με βεβαιότητα. Περιέχει έντονο συμβολικό στοιχείο, που δεν μπορούμε να ξέρουμε ακριβώς με τι είδους γεγονότα θα επαληθευτεί. Μπορούμε να καταλάβουμε μόνο γενικά πράγματα, με τη βοήθεια των ευαγγελίων και των επιστολών των αποστόλων, όπου ο Κύριος και οι απόστολοι δίνουν κάποιες συμπληρωματικές πληροφορίες για τον Αντίχριστο, τη Δευτέρα Παρουσία, την ανάσταση των νεκρών και την αιώνια ζωή.

Αντιρρήσεις και αμφιβολίες για την Καινή Διαθήκη

Ας μιλήσουμε για την αμφισβήτηση της αξιοπιστίας της Καινής Διαθήκης, δίνοντας μερικά ακόμη στοιχεία για τη δημιουργία της.

Πότε γράφτηκε η Καινή Διαθήκη και πότε καθιερώθηκε στην Εκκλησία;

Έχουμε ένα σίγουρο στοιχείο, που βεβαιώνει ότι τα ευαγγέλια κατά Ματθαίον, Μάρκον και Λουκάν είχαν γραφτεί το αργότερο μέχρι περίπου το 60 μ.Χ. Αυτό το στοιχείο το παίρνουμε από το βιβλίο Πράξεις των αποστόλων, που βρίσκεται κι αυτό μέσα στην Καινή Διαθήκη, μετά τα τέσσερα ευαγγέλια.

Οι Πράξεις των αποστόλων γράφτηκαν από τον ευαγγελιστή Λουκά και αρχίζουν τη διήγησή τους από εκεί ακριβώς που τελειώνει το κατά Λουκάν ευαγγέλιο. Οι Πράξεις λοιπόν σίγουρα γράφτηκαν γύρω στο 60 μ.Χ., γιατί δεν αναφέρουν τα σημαντικά γεγονότα της ιστορίας των πρώτων χριστιανών που συνέβησαν μετά το 60 μ.Χ., όπως το λιθοβολισμό μέχρι θανάτου του αγίου Ιάκωβου του Αδελφόθεου (62 μ.Χ.) και το μαρτύριο των αγίων αποστόλων Πέτρου και Παύλου (περίπου 65 μ.Χ.), ούτε βέβαια την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ.

Αφού λοιπόν οι Πράξεις είναι συνέχεια του κατά Λουκάν ευαγγελίου, το ευαγγέλιο γράφτηκε νωρίτερα. Όμως το κατά Λουκάνγράφτηκε μετά από τα ευαγγέλια κατά Ματθαίον και κατά Μάρκον, γιατί έχει μέσα ολόκληρα κομμάτια τους. Συνεπώς, τα τρία αυτά ευαγγέλια γράφτηκαν το αργότερο μέχρι το 60 μ.Χ. Το πρώτο δηλαδή ευαγγέλιο ίσως γράφτηκε και το 40 ή το 50 μ.Χ., δεν γνωρίζουμε όμως πότε.

Το κατά Ιωάννην ευαγγέλιο γράφτηκε μερικά χρόνια ή λίγες δεκαετίες αργότερα. Κατά μία άποψη, γράφτηκε πριν το 70 μ.Χ., γιατί στο κεφάλαιο 5, στίχος 2, αναφέρει την Κολυμπήθρα της Βηθεσδά σαν να υπήρχε ακόμη στην εποχή του, ενώ εκείνο το μέρος, μαζί με ολόκληρη την Ιερουσαλήμ, καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ.

Οι επιστολές των αποστόλων Ιάκωβου, Πέτρου και Παύλου γράφτηκαν πριν το μαρτύριό τους φυσικά, δηλαδή πριν το 65 και το 62 μ.Χ. αντίστοιχα. Η πιο παλιά από τις επιστολές του αποστόλου Παύλου που έχουμε θεωρείται η Α΄ προς Θεσσαλονικείς, που χρονολογείται γύρω στο 45 μ.Χ.

Η Αποκάλυψη του Ιωάννη τοποθετείται στα χρόνια 94-96 μ.Χ., δηλαδή την εποχή του διωγμού των χριστιανών από το Ρωμαίο αυτοκράτορα Δομιτιανό, που ο απόστολος Ιωάννης ήταν εξόριστος στην Πάτμο (Αποκάλυψις, κεφ. 1, στίχ. 9).

Οι επιστολές του Ιωάννη και η επιστολή Ιούδα τοποθετούνται μέσα στον πρώτο αιώνα μ.Χ.

Η Εκκλησία (δηλαδή το σύνολο των χριστιανών) παρέλαβε από την αρχή της ύπαρξής της τέσσερα ευαγγέλια, τις Πράξεις, τηνΑποκάλυψη και τις συγκεκριμένες επιστολές των αποστόλων που έχουμε και σήμερα. Αυτό το γνωρίζουμε από τις αναφορές που κάνουν σε αυτά τα βιβλία οι χριστιανοί συγγραφείς του 2ου αιώνα μ.Χ.

Οι παλαιότεροι τέτοιοι συγγραφείς, που ήταν μαθητές των ίδιων των αποστόλων, είναι οι άγιοι Ιγνάτιος Αντιοχείας, Πολύκαρπος Σμύρνης και Κλήμης Ρώμης, καθώς και ο Παπίας, επίσκοπος Ιεραπόλεως της Φρυγίας (στη Μικρά Ασία), ενώ σώζονται και έργα άγνωστων συγγραφέων, όπως η Διδαχή των 12 Αποστόλων, η λεγόμενη «Επιστολή του Βαρνάβα» (που δεν είναι όμως έργο του αγίου αποστόλου Βαρνάβα) και η Επιστολή προς Διόγνητον. Καθώς προχωρεί ο 2ος αιώνας μ.Χ. έχουμε πολλούς χριστιανούς συγγραφείς, όπως οι άγιοι Αριστείδης, Αθηναγόρας, Ιουστίνος, Θεόφιλος Αντιοχείας κ.ά., αλλά και ο άγιος Ειρηναίος της Λυών, από τους οποίους φαίνεται πλέον ότι η Εκκλησία διάβαζε τα ίδια ιερά βιβλία που διαβάζουμε κι εμείς σήμερα. Μάλιστα, ο άγιος Ειρηναίος είναι ο πρώτος χριστιανός συγγραφέας που έγραψε κατάλογο των βιβλίων της Καινής Διαθήκης (γύρω στο 170 μ.Χ.), για να απαντήσει στον κατάλογο που είχε γράψει ένας αιρετικός, ο Μαρκίων, ο οποίος έβαζε μόνο δέκα επιστολές του Παύλου (από τις δεκατέσσερις) και το κατά Λουκάν ευαγγέλιο κουτσουρεμένο.

Έτσι, δεν χρειάστηκε η Εκκλησία να πάρει κάποια «επίσημη απόφαση» για το ποια είναι τα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Ήξερε ποια είναι από τους αρχαίους αγίους της, που τα είχαν παραλάβει από τους ίδιους τους αποστόλους. Μόνο για μερικές επιστολές (όπως του Ιάκωβου και του Ιούδα, η Β΄ Πέτρου, οι Β΄ και Γ΄ Ιωάννου και η προς Εβραίους) αρχικά υπήρξε μια αμφισβήτηση από κάποιους αν είναι γνήσια έργα των αποστόλων που θεωρούνται συγγραφείς τους. Όμως η Εκκλησία γρήγορα τις αποδέχτηκε κι αυτές πέρα από κάθε αμφιβολία. Το ίδιο συνέβη και με την Αποκάλυψη του Ιωάννη, που, αν και είναι αποδεκτή από συγγραφείς των αρχαίων χρόνων, όπως ο άγιος Ειρηναίος, ο άγιος Ιππόλυτος της Ρώμης (μεταξύ 2ου και 3ου αι. μ.Χ.) κ.ά., υπήρξε προσωρινά μια αμφισβήτηση για τη γνησιότητά της, ιδίως γύρω στον 4ο αιώνα μ.Χ., μάλλον επειδή τη χρησιμοποιούσαν πολύ κάποιες αιρέσεις, που περίμεναν τη δευτέρα παρουσία με λάθος τρόπο και μάλιστα από στιγμή σε στιγμή.

Τα «απόκρυφα ευαγγέλια»

Τα τέσσερα ευαγγέλια (το κατά Ματθαίον, το κατά Μάρκον, το κατά Λουκάν και το κατά Ιωάννην) είναι τα μόνα ευαγγέλια που παρέλαβε η Εκκλησία από την εποχή των αποστόλων, δηλαδή των μαθητών του Χριστού. Στα αρχαία χρόνια, όμως, είχαν γραφτεί και άλλα βιβλία, που τιτλοφορήθηκαν «ευαγγέλια», τα οποία όμως απλώς μιμούνταν τα αληθινά τέσσερα ευαγγέλια.

Τα βιβλία αυτά είναι δύο ειδών:

Κάποια είχαν γραφτεί από πιστούς χριστιανούς, που συγκέντρωσαν σε αυτά πληροφορίες για τη ζωή του Χριστού και της Παναγίας, που δεν αναφέρονται στα κανονικά ευαγγέλια και οι οποίες ήταν αποδεκτές από την πρωτοχριστιανική Εκκλησία (κάποιοι όμως έβαλαν μέσα και ψεύτικες ιστορίες θαυμάτων κ.τ.λ., που απορρίφθηκαν από την αρχαία Εκκλησία). Πολλά στοιχεία που περιλαμβάνονται σ’ αυτά τα βιβλία είναι αποδεκτά από την Εκκλησία ήδη από τα αρχαία χρόνια και τα συναντάμε στα συναξάρια (δηλαδή στα αφηγηματικά κείμενα) μεγάλων χριστιανικών εορτών, ιδίως της Παναγίας. Σήμερα οι μελετητές ονομάζουν κι αυτά τα βιβλία «απόκρυφα ευαγγέλια», αλλά στην πραγματικότητα είναι πρωτοχριστιανικά κείμενα, ενώ απόκρυφα ευαγγέλια θα πούμε αμέσως παρακάτω ποια είναι.

Κάποια άλλα βιβλία που μιμούνταν τα ευαγγέλια είχαν γραφτεί από ομάδες αιρετικών (προερχόμενων κυρίως από μια θρησκεία που λεγόταν Γνωστικισμός), που προσπαθούσαν να παρουσιάσουν τις δικές τους ιδέες ως δήθεν διδασκαλίες του Χριστού. Αυτά τα τελευταία βιβλία (τα «ευαγγέλια» των Γνωστικών) ονομάστηκαν «απόκρυφα ευαγγέλια», επειδή οι Γνωστικοί κρατούσαν κρυφές τις διδασκαλίες τους και τις αποκάλυπταν μόνο στα μέλη της θρησκείας τους.

Τα απόκρυφα ευαγγέλια ποτέ δεν ήταν χριστιανικά βιβλία, γι’ αυτό και δεν υπήρχε περίπτωση να μπουν στην Καινή Διαθήκη. Μόνο από τον 4ο αιώνα μ.Χ., που ο Γνωστικισμός παρήκμασε και δημοσιεύτηκαν τα κρυφά του βιβλία, κάποιοι χριστιανοί αναρωτήθηκαν μήπως πρέπει να μπουν στην Καινή Διαθήκη, γι’ αυτό τότε άγιοι όπως ο Μέγας Αθανάσιος και κάποιες σύνοδοι (συμβούλια) της Εκκλησίας (όπως η Σύνοδος της Λαοδίκειας, μεταξύ των ετών 343 και 381, και η Σύνοδος της Καρθαγένης, 419 μ.Χ) ξεκαθάρισαν ποια είναι τα βιβλία της Καινής Διαθήκης και ποια δεν είναι. Όμως η Καινή Διαθήκη που καθιερώθηκε επίσημα τον 4ο αιώνα είναι η ίδια με την Καινή Διαθήκη που είχε παραλάβει η Εκκλησία από τους αποστόλους ήδη από τον 1ο αιώνα μ.Χ.

Οι αντιφάσεις των ευαγγελίων

Διαβάζοντας τα τέσσερα ευαγγέλια, παρατηρούμε ότι σε πολλά σημεία οι λεπτομέρειες των διηγήσεων για τη ζωή και τη διδασκαλία του Ιησού Χριστού είναι διαφορετικές από το ένα ευαγγέλιο στο άλλο. Αυτό προσφέρει ένα επιχείρημα στους εχθρούς του χριστιανισμού, να ισχυρίζονται έντονα ότι οι ευαγγελιστές Μάρκος, Ματθαίος, Λουκάς και Ιωάννης είναι ψεύτες, που γράφουν άλλα αντ’ άλλων και δεν πρέπει να τους εμπιστευόμαστε καθόλου.

Αν όμως οι ευαγγελιστές ήταν ψεύτες, τότε θα έπρεπε να έχουν φροντίσει να μην υπάρχει καμία διαφορά στις ιστορίες που διηγούνται. Οι απατεώνες φροντίζουν να συνεννοούνται, ώστε να μην πέσουν σε αντιφάσεις και αποκαλυφθούν. Το ότι οι τέσσερις ευαγγελιστές δεν έκαναν τέτοια συνεννόηση, καθώς και ότι η Εκκλησία συμπεριέλαβε και τα τέσσερα ευαγγέλια στην Καινή Διαθήκη (παρά τις διαφορές που έχουν μεταξύ τους), φανερώνει ότι η Εκκλησία δεν ενέργησε με πονηριά, αλλά περιέλαβε στην Καινή Διαθήκη όλα τα κείμενα που παρέλαβε από τους μαθητές του Χριστού, χωρίς να τα πειράξει.

Οι αντιφάσεις των ευαγγελίων σε πάρα πολλές περιπτώσεις είναι φαινομενικές. Μπορεί δηλαδή σε κάποιο γεγονός ο ένας ευαγγελιστής να παραθέτει διαφορετικές λεπτομέρειες από έναν άλλο, αλλά οι διηγήσεις να αλληλοσυμπληρώνονται, όπως συμβαίνει με τα λόγια που είπε ο Ιησούς Χριστός όταν ήταν καρφωμένος στο σταυρό (οι ευαγγελιστές δεν γράφουν όλοι τα ίδια λόγια).

Σε άλλες περιπτώσεις ίσως διηγούνται διαφορετικά περιστατικά, που μοιάζουν μεταξύ τους, αλλά δεν ταυτίζονται, όπως η επί του Όρους ομιλία στο κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 5-7, και η ομιλία «επί τόπου πεδινού» στο κεφ. 6 του κατά Λουκάν.

Πιθανόν όμως να υπάρχουν και περιπτώσεις, στις οποίες κάποιος ευαγγελιστής πράγματι κάνει λάθος στις λεπτομέρειες, επειδή δεν θυμόταν καλά ή δεν είχε σωστή πληροφόρηση.

Πρέπει να ξέρουμε ότι, σύμφωνα με την Ορθόδοξη Εκκλησία, η Αγία Γραφή δεν έχει γραφτεί απευθείας από το Θεό, αλλά από ανθρώπους, αγίους μεν και φωτισμένους από το Θεό, αλλά όχι «ρυθμισμένους» έτσι, ώστε να είναι αλάνθαστοι σε όλα τα ζητήματα. Η πείρα των αγίων διδασκάλων του χριστιανισμού όλων των εποχών, βεβαιώνει ότι τα ευαγγέλια – και γενικά τα βιβλία της Αγίας Γραφής – είναι αλάνθαστα όταν μιλούν για το πώς σώζεται ο άνθρωπος, αλλά όχι σε κάθε παραμικρή λεπτομέρεια διηγήσεων με δευτερεύουσα σημασία. Έτσι, πράγματι μπορεί σε κάποιο γεγονός ένας ευαγγελιστής να γράφει κάτι λάθος, ενώ ένας άλλος να το διηγείται πιο σωστά, χωρίς όμως αυτό το λάθος να επηρεάζει την ουσία της ζωής και της διδασκαλίας του Χριστού και τη σωτηρία των ανθρώπων.

Όμως ας έχουμε υπόψιν ότι τα σημεία αυτά (αν υπάρχουν καν) είναι πολύ λιγότερα απ’ όσα φαίνονται με την πρώτη ματιά. Ας δούμε δύο παραδείγματα:

Α) Τα ευαγγέλια κατά Ματθαίον και κατά Λουκάν παραθέτουν τη γενεαλογία (δηλ. τον κατάλογο των προγόνων) του αγίου Ιωσήφ του Μνήστορα, του αρραβωνιαστικού της Παναγίας και θετού πατέρα του Ιησού Χριστού. Όμως τα ονόματα των προγόνων, που αναφέρουν οι δύο ευαγγελιστές, έχουν πολλές διαφορές μεταξύ τους. Πώς γίνεται αυτό;

Ίσως απλώς κάθε ευαγγελιστής παρέθεσε το γενεαλογικό κατάλογο που βρήκε και μπορεί ο ένας από τους δύο να είναι λάθος (δεν αλλάζει σε τίποτε αυτό την ουσία των ευαγγελίων). Όμως υπάρχουν άλλες τρεις πιθανές εξηγήσεις: α) Στους Εβραίους ήταν συνηθισμένο να έχουν δύο ονόματα. Ίσως σε αυτό να οφείλονται οι διαφορές των ονομάτων. β) Ίσως οι άνθρωποι που αναφέρονται στους καταλόγους να μην είναι παιδιά των προηγούμενων, αλλά απλώς απόγονοί τους (π.χ. εγγόνια ή και δισέγγονα). γ) Ο ευαγγελιστής Λουκάς γράφει ότι ο Ιησούς ήταν υιός του Ιωσήφ «ως ενομίζετο». Η φράση «ως ενομίζετο» στη γλώσσα της εποχής εκείνης σημαίνει «σύμφωνα με το νόμο». Πιθανόν ο άγιος Ιωσήφ να ήταν φυσικός γιος του Ιακώβου, που αναφέρει στην αρχή του το κατά Ματθαίον ευαγγέλιο (γι’ αυτό και ο μεγάλος γιος του ονομαζόταν Ιάκωβος – είναι ο άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος) και «σύμφωνα με το νόμο» γιος του Ηλί, που αναφέρει το κατά Λουκάν, κεφ. 3.

Β) Στη διήγηση για τις Μυροφόρες, τις αγίες γυναίκες που πήγαν στον τάφο του Ιησού Χριστού το πρωί της Κυριακής και έμαθαν πρώτες για την ανάστασή Του, οι τέσσερις ευαγγελιστές αναφέρουν διαφορετικά ονόματα και αρκετές διαφορετικές λεπτομέρειες. Εδώ, κάποιοι μελετητές καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι όχι μία, αλλά δύο ή τρεις συντροφιές γυναικών επισκέφτηκαν τον Άγιο Τάφο εκείνο το πρωί και σ’ αυτό οφείλονται οι διαφορές. Διαβάστε σχετικά το άρθρο του Αντωνίου Κραποβίτσκυ (1863-1936), Μητροπολίτη Κιέβου, «Οι τρεις επισκέψεις της Μαρίας της Μαγδαληνής στον Τάφο του Κυρίου» (αναζητήστε το στο Διαδίκτυο).

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

http://theologoi-kritis.sch.gr

Francis Collins, Δ/της του Προγράμματος Ανθρωπίνου Γονιδιώματος (Η.Π.Α.): Γιατί πιστεύω στον Θεό

0
0

Δήλωση του Francis Collins, Δ/του του Προγράμματος Ανθρωπίνου Γονιδιώματος, στο CNN *

Είμαι επιστήμονας και πιστός και δεν βρίσκω καμία σύγκρουση μεταξύ αυτών των δύο. Ως διευθυντής του Προγράμματος Ανθρώπινου Γονιδιώματος έχω ηγηθεί συνεργασίας επιστημόνων για να διαβάσουμε τα 3,1 δισεκατομμύρια γράμματα του ανθρώπινου γονιδιώματος, του βιβλίου εντολών του DNA μας.

Ως χριστιανός βλέπω το DNA, κέντρο πληροφοριών όλων των ζώντων οργανισμών, σαν τη γλώσσα του Θεού και την κομψότητα και την πολυπλοκότητα των ίδιων των σωμάτων μας και της υπόλοιπης φύσης, ως αντανάκλαση του σχεδίου του Θεού. Ως μεταπτυχιακός φοιτητής στη φυσικοχημεία τη δεκαετία του 1970 ήμουν άθεος, μη βρίσκοντας λόγο να υποθέσω την ύπαρξη οποιασδήποτε αλήθειας, έξω από τα Μαθηματικά, τη Φυσική και τη Χημεία. Στη συνέχεια, όμως, πήγα στην Ιατρική Σχολή και εκεί αντιμετώπισα θέματα ζωής και θανάτου στο προσκέφαλο των ασθενών μου. Κάποτε, μια ασθενής μου, με ρώτησε: « Εσείς σε τι πιστεύετε γιατρέ ; ». Αυτό με προβλημάτισε και άρχισα να ψάχνω για απαντήσεις.

Αναγκάστηκα να παραδεχτώ ότι η επιστήμη, που αγαπούσα τόσο πολύ ήταν ανίκανη να απαντήσει σε ερωτήματα, όπως: « Ποιο είναι το νόημα της ζωής ;», « Γιατί είμαι εδώ ; », « Γιατί τα Μαθηματικά λειτουργούν έτσι κι αλλιώς ; ». «αν το σύμπαν έχει αρχή, ποιος το δημιούργησε ; », « Γιατί οι φυσικές σταθερές στο σύμπαν είναι τόσο λεπτά ρυθμισμένες, ώστε να επιτρέπουν τη δυνατότητα των σύνθετων μορφών ζωής ; », « Γιατί οι άνθρωποι έχουν την αίσθηση της ηθικής ; », « Τι συμβαίνει, όταν πεθαίνουμε ; ».

Είχα υποθέσει ότι η πίστη βασίζεται μόνο σε συναισθηματικά και παράλογα επιχειρήματα και έμεινα έκπληκτος, όταν ανακάλυψα, ότι μπορεί κάποιος να αναπτύξει πολύ ισχυρά επιχειρήματα για την πιθανότητα ύπαρξης του Θεού πάνω σε ένα αποκλειστικά λογικό υπόβαθρο. Η αρχική αθεϊστική μου βεβαιότητα, πως « ξέρω ότι δεν υπάρχει Θεός » αναδύθηκε τότε ως η πιο αβάσιμη εκδοχή.

Καθώς εύστοχα έχει παρατηρήσει ο Άγγλος συγγραφέας G.K. Chestetron, « ο αθεϊσμός είναι το πιο τολμηρό δόγμα, γιατί είναι η υποστήριξη μιας καθολικής άρνησης. Αλλά η λογική από μόνη της δεν μπορεί να αποδείξει την ύπαρξη του Θεού. Η Πίστη είναι λογική συν αποκάλυψη και αυτή αποκάλυψη απαιτεί σκέψη τόσο με το πνεύμα, όσο και με το μυαλό. Πρέπει να ακούσει κανείς τη μουσική, δεν φτάνει να διαβάσει μόνο τις νότες στο πεντάγραμμο. Τελικά ένα άλμα πίστης είναι απαραίτητο.

Για μένα, αυτό το άλμα ήρθε στο 27ο έτος της ηλικίας μου, όταν η αναζήτηση για να μάθω περισσότερα για τον Θεό με οδήγησε στον Ιησού Χριστό. Εδώ παρουσιαζόταν ένα πρόσωπο με ισχυρότατες ιστορικές μαρτυρίες για τη ζωή του, το οποίο έκανε εκπληκτικές δηλώσεις σχετικά με την αγάπη προς τον πλησίον, οι δε ισχυρισμοί του, ότι ήταν γιος του Θεού απαιτούσαν να πάρω μιαν απόφαση, για το αν ήταν πλανεμένος ή ήταν όντως ο γιος του Θεού. Μετά από αντίσταση σχεδόν δύο χρονών έγινα ακόλουθος του Ιησού.

Ορισμένοι με ρώτησαν: « Δεν έχει εκραγεί το μυαλό σου; Μπορείς να αναζητείς το πώς λειτουργεί η ζωή, χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της Γενετικής και της Μοριακής Βιολογίας και συγχρόνως να λατρεύεις ένα Δημιουργό Θεό; Δεν είναι η εξέλιξη και η πίστη στο Θεό ασυμβίβαστες ; Μπορεί ένας επιστήμονας να πιστεύει σε θαύματα, όπως η Ανάσταση ; ».

Στην πραγματικότητα δεν βρίσκω καμία σύγκρουση σ’ αυτά και το ίδιο συμβαίνει με το 40% των ενεργών επιστημόνων που δηλώνουν ότι είναι πιστοί. … Αλλά γιατί δεν θα μπορούσε η εξέλιξη να είναι το σχέδιο του Θεού για τη Δημιουργία ; Είναι αλήθεια ότι αυτό είναι ασυμβίβαστο με μία, κατά γράμμα ερμηνεία της Γένεσηςαλλά ακόμη κι ο Ιερός Αυγουστίνος δεν ήταν σίγουρος για την ακριβή ερμηνεία της καταπληκτικής αυτής ιστορίας της Δημιουργίας. Το να προσκολληθεί κανείς σε κατά γράμμα ερμηνείες … δεν είναι σοφό ούτε αναγκαίο … .

Εντυπωσιακή η ομολογία του Collins. Ακόμη και μέσα απ’ τα επιστημονικά οχυρά της αθεΐας αναδεικνύει η Αγαθότητα του Θεού επιστήμονες, οι οποίοι διακηρύττουν περίτρανα την πίστη τους! Θα ήταν ίσως χρήσιμο να γίνουν δυο σχόλια.

Α. Ο 

Collins, όπως φαίνεται και στο βιβλίο του « Η γλώσσα του Θεού » αποδέχεται πλήρως τη θεωρία της Εξέλιξης. Ακριβώς λόγω της τοποθέτησής του αυτής, η ομολογία του κορυφαίου γενετιστή εκθέτει ανεπανόρθωτα όσους χρησιμοποιούν τη θεωρία της εξέλιξης, σαν επιχείρημα εναντίον της πίστης.

Β. Το βιβλίο της Γένεσης  περιγράφει γεγονότα, τα οποία, σύμφωνα με τις σύγχρονες κοσμολογικές αντιλήψεις συνέβησαν σε διάστημα 14 δισεκατομμυρίων ετών. Το ιερό κείμενο αφιερώνει λίγες μόνο σελίδες για τα γεγονότα αυτά και η αφήγηση απευθύνεται σε ανθρώπους κάθε εποχής, μόρφωσης και ηλικίας. Κι ενώ το βιβλίο είναι Θεόπνευστο και η κάθε του λέξη έχει σημασία, δεν αποτελεί επιστημονικό εγχειρίδιο, παρ’ ότι περιέχει εντυπωσιακές επιστημονικές αλήθειες.

Η άπειρη σοφία του Θεού δεν μας έδωσε έτοιμες επιστημονικές απαντήσεις, μας έδωσε όμως την ικανότητα και τις αφορμές για επιστημονική διερεύνηση: «…πολλά απεσιώπησεν, τον ημέτερον νουν γυμνάζουσα προς εντρέχειαν ( ευστροφία ),εξ’ ολίγων αφορμήν παρεχόμενη επιλογίζεσθαι ( από λίγες αφορμές να συμπεράνουμε τα υπόλοιπα )…» γράφει ο Μέγας Βασίλειος. ( ΕΠΕ 4, 72/4 ).

Το μέλλον θα δείξει τι οδό ακολούθησε η Πανσοφία του Θεού για τη Δημιουργία της ζωής και του ανθρώπου. Ένα είναι σίγουρο. Ο Θεός δεν απειλείται από τις επιστημονικές ανακαλύψεις! « Ου γαρ ελαττούται η επί τοις μεγίστοις έκπληξις επειδάν ο τρόπος καθ’όν γίνεται τι των παραδόξων εξευρεθή » ( δεν μειώνεται ο θαυμασμός μας για τα μεγαλεία της δημιουργίας, όταν ανακαλυφθεί ο τρόπος με τον οποίο έγιναν ) λέγει ο Μ. Βασίλειος, Εις την Εξαήμερον, Ομιλία Α’ , 10.

«… Έχω βρει ότι υπάρχει μία θαυμάσια αρμονία στις συμπληρωματικές αλήθειες της Επιστήμης και της Πίστης. Ο Θεός της Βίβλου είναι επίσης, ο Θεός του γονιδιώματος. Ο Θεός μπορεί να βρεθεί στον καθεδρικό ναό ή στο εργαστήριο. Ερευνώντας τα μεγαλειώδη και θαυμάσια δημιουργήματα του Θεού, η Επιστήμη μπορεί να γίνει ένα μέσο λατρείας », καταλήγει ο Collins.

* Η συνέντευξη δόθηκε τον Απρίλιο του 2007. Χάρις στον Collins τα αποτελέσματα της μνημειώδους έρευνας στο ανθρώπινο γονιδίωμα διατέθηκαν ελεύθερα στη διεθνή κοινότητα. Ο Collins είναι διευθυντής του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας ( NIH) των Η.Π.Α. Στο βιβλίο του : « Η γλώσσα του Θεού. Ένας επιστήμονας δίνει μαρτυρία για την πίστη » ( Ελληνική έκδοση Παπαζήση ) κάνει εκτενέστατη ομολογία πίστης.

Πηγή : κ. Πετρουλέας Βασίλειος, Δρ. Φυσικός, Ε.ΚΕ.Φ.Ε. « Δημόκριτος »

το βρήκαμε εδώ http://ziogoukalliopi.blogspot.gr/2016/06/francis-collins.html
http://theologosgr.blogspot.gr/2016/06/francis-collins.html

Η ΠΕΘ συγχαίρει τον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας κ. Προκόπιο Παυλόπουλο

0
0

Αθήνα, 22 Ιουνίου 2016

Αριθμ. Πρωτ. 96

Δελτίου τύπου

Συγχαρητήρια στον Πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας

κ. Προκόπιο Παυλόπουλο δίνει η ΠΕΘ 

Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας, προσερχόμενος στη Θεία Λειτουργία και στον Εσπερινό της Γονυκλισίας, στο Ηράκλειο της Κρήτης, κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, είναι βέβαιο ότι προσήλθε εκεί για να ασκήσει όχι μόνον τα Προεδρικά του Καθήκοντα αλλά και τα θρησκευτικά. Η κριτική που του ασκείται -από  τους ήδη γνωστούς, ως προς τον αρνητισμό τους έναντι της Ορθοδοξίας και της πίστεως, είναι εντελώς αβάσιμη,  και σκόπιμη.

Ο Πρόεδρος σέβεται καταρχάς τη συνταγματική αρχή που ορίζει ρητά ότι η κυριαρχούσα θρησκεία της Ελλάδας είναι η Ορθόδοξη Ανατολική Εκκλησία. Ως Πρόεδρος, μετέβη στην Κρήτη για να τιμήσει ένα εκκλησιαστικό γεγονός και λειτουργήθηκε σε έναν Ναό, όπου συλλειτουργούσαν δέκα (10) ορθόδοξοι Πατριάρχες και Αρχιεπίσκοποι. Ο Εσπερινός της γονυκλισίας τελείται μία φορά τον χρόνο και όλοι οι πιστοί, κληρικοί και λαϊκοί, γονατίζουν για να διαβαστούν οι τρεις ευχές προς την Αγία Τριάδα, μέσω των οποίων γίνεται η επίκληση του Παναγίου Πνεύματος, προκειμένου να φωτίζει, να χαριτώνει και να αγιάζει τη ζωή όλων των χριστιανών. Μαζί με όλο το εκκλησίασμα(κλήρο και λαό), γονάτισε και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διότι εκείνη τη στιγμή αυτό αισθάνθηκε ότι έπρεπε να πράξει.

Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων, θεωρεί άδικες, κακόβουλες και ασεβείς τις όποιες επιθέσεις εναντίον του Προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας για την παραπάνω στάση του, διότι, τελικά, το αν είναι κοσμικό, λαϊκό ή άθεο το ελληνικό κράτος δεν θα το αποφασίσουν ορισμένοι διανοούμενοι. Εμείς γνωρίζουμε ότι το κράτος μας είναι δημοκρατικό και ότι Κράτος και Ορθόδοξη Εκκλησία σχετίζονται, τυπικά και ουσιαστικά, με σχέσεις συναλληλίας και συνεργασίας. Σε αυτήν τη γόνιμη συνύπαρξη συντελεί το γεγονός ότι πολίτες και πιστοί ορθόδοξοι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ταυτίζονται. Η προμετωπίδα, άλλωστε, του Ελληνικού Συντάγματος είναι: «Σύνταγμα στης Ελλάδας. Εις το όνομα της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος».

Κάθε Έλληνας πολίτης λοιπόν, από τον πιο απλό άνθρωπο έως και τον πρώτο πολίτη της χώρας, έχει ελευθερία θρησκευτικής συνειδήσεως και κατά συνέπεια, μπορεί και δικαιούται να εκπληρώνει τα θρησκευτικά του καθήκοντα, όπως εκείνος επιθυμεί. Σίγουρα ο κ. Πρόεδρος, καθόσον χρόνο εκτελεί τα προεδρικά του καθήκοντα είναι ταυτόχρονα και πιστός και δεν είναι σωστό να θέλουν ορισμένοι να καταργήσουν την προσωπική του θρησκευτική ελευθερία. Εάν ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ήταν Μουσουλμάνος και πήγαινε στο τέμενος για να προσευχηθεί ως πιστός, είναι βέβαιο ότι θα έβγαζε τα παπούτσια του και θα γονάτιζε, σεβόμενος το θρησκευτικό τυπικό, όπως πράττουν όλοι οι πιστοί Μουσουλμάνοι και δεν θα σκεφτόταν τότε, κανείς από τους σημερινούς κριτές του να προβούν σε παρόμοιες με τις σημερινές κρίσεις τους. Ο κ. Πρόεδρος είναι Έλληνας πολίτης και μπορεί να ασκεί ελεύθερα και όπως εκείνος κρίνει και επιθυμεί τα θρησκευτικά του καθήκοντα, αφού μάλιστα, κατά το άρθρο 13,1 του Συντάγματος, «H ελευθερία της θρησκευτικής συνείδησης είναι απαραβίαστη». Η πολιτική μιζέρια και μειονεξία ορισμένων, καλό θα είναι να διατηρεί τον πρέποντα σεβασμό στα πρόσωπα και στους θεσμούς.

Συγχαίρουμε λοιπόν, τον κ. Πρόεδρο της Δημοκρατίας για την συνέπεια και την αξιοπιστία με την οποία ασκεί τα καθήκοντά του, αλλά ταυτόχρονα και για τον εντελώς φυσικό και ταπεινό τρόπο, όπως άλλωστε αρμόζει στον κάθε πιστό, που εκφράζει την πίστη του στην ορθόδοξη πολιτισμική και θρησκευτική κληρονομιά της πολιτείας που δημοκρατικά υπηρετεί ως Πρόεδρος.

Λυπούμαστε για ορισμένους «διανοούμενους», που τους ενοχλεί η προσωπική θρησκευτική ελευθερία των Ελλήνων πολιτών και μάλιστα του Πρώτου εξ αυτών. Θα συνιστούσαμε σε όλους αυτούς που τόσο απερίσκεπτα διασύρουν και χλευάζουν, καθέναν και κάθε τι που τιμά Χριστό και Ελλάδα, να μάθουν να σκέπτονται δημοκρατικά και να σέβονται τον διαφορετικό από τον δικό τους τρόπο ζωής των «άλλων», διότι τότε αποδεικνύουν ότι το πρόβλημα το έχουν αυτοί οι ίδιοι και όχι ο Πρόεδρος που έδρασε ασκώντας ελεύθερα τη θρησκευτική του ελευθερία.

Το ΔΣ της ΠΕΘ

http://www.petheol.gr/nea/epethsynchaireitonproedrotesellenikesdemokratiaskprokopiopaulopoulo

Οι ιστορικές καταβολές του Filioque (Φιλιόκβε)

0
0

Ως γνωστόν, οι δυο πιο καθοριστικοί παράγοντες που έγιναν αιτία να γίνει το σχίσμα στην Εκκλησία και να χωριστεί έτσι σε Ανατολική και Δυτική, υπήρξαν το«παπικό πρωτείο» δηλαδή η αξίωση του Πάπα της Ρώμης να αναγνωρίζεται από όλους, ως ορατή κεφαλή της Εκκλησίας και αντιπρόσωπος του Χριστού επί της Γης και έχων την εξουσία επί των υπολοίπων Εκκλησιών και το «Filioque».

Αλλά τι σημαίνει «Filioque»; Η λέξη αυτή είναι λατινικής προέλευσης και είναι σύνθετη λέξη αποτελούμενη από το Filius = υιός και το que = και, και όλο μαζί σημαίνει «και εκ του υιού». Αφορά την εκπόρευση του Αγίου Πνεύματος. Όμως, ας γίνουμε πιο αναλυτικοί και συνεπώς πιο κατανοητοί…

Στο «Σύμβολο της Πίστεως» γνωστότερο και ως «Πιστεύω», ομολογούμε την πίστη μας «…και εις το Πνεύμα το Άγιον  … το εκ του Πατρός εκπορευόμενον». Δίπλα στη φράση, λοιπόν, που λέει ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται από τον Πατέρα, οι δυτικοί πρόσθεσαν και τη λέξη Filioque, δηλαδή πως το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται όχι μόνο από τον Πατέρα, αλλά και από τον Υιόν. Ας το δούμε, λοιπόν, πως διαμορφώνεται – σύμφωνα με τους Δυτικούς – στο συγκεκριμένο σημείο το «Πιστεύω»: «…και εις το Πνεύμα το Άγιον  … το εκ του Πατρός και εκ του Υιού εκπορευόμενον».

Αυτό μπορεί να φαίνεται ως λεπτομέρεια χωρίς ουσία, αλλά όμως είναι πολύ σημαντικό, γιατί καταργείται η μοναδικότητα του κάθε προσώπου τής Αγίας Τριάδας. Η Αγία Τριάδα είναι τέλεια κοινωνία τριών Προσώπων (Πατήρ, Υιός, Άγιο Πνεύμα) ισότιμων, το καθένα από τα οποία, είναι μοναδικό και ανεπανάληπτο έχοντας το καθένα κάποια χαρακτηριστικά αποκλειστικά δικά του. Τέτοιο χαρακτηριστικό του Πατέρα είναι ότι εκπορεύει το Άγιο Πνεύμα. Αν όμως πούμε ότι το Άγιο Πνεύμα εκπορεύεται και από τον Υιό, τότε είναι σαν να ταυτίζουμε τον Πατέρα και τον Υιό. Σε τέτοια περίπτωση αλλοιώνεται το δόγμα τής Αγία Τριάδας αφού καθένα Πρόσωπό της παύει να θεωρείται μοναδικό και ανεπανάληπτο.

Δεν θα επιμείνουμε περισσότερα στα θεολογικά τού Filioque, κάτι που πιθανόν να αποτελέσει μελλοντική εργασία μας, αλλά θα σταθούμε στις ιστορικές καταβολές αυτού και ιδιαίτερα σ’ αυτό που καθίσταται φανερό στον ερευνητή τής περιόδου αυτής, στην προοδευτική αποξένωση των δύο πλευρών με αποτέλεσμα το σχίσμα να επικυρώσει εν χρόνω πλέον και να καταστήσει φανερό την αποξένωση αυτή.

Την εποχή που ο Απόστολος Παύλος και οι υπόλοιποι Απόστολοι ταξίδευαν για την διάδοση του Χριστιανικού μηνύματος στον κόσμο τής Μεσογείου, κινούνταν μέσα σε μια σφιχτοδεμένη πολιτική και πολιτιστική ενότητα, που δεν ήταν άλλη από την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Η Αυτοκρατορία αυτή διέθετε το μεγάλο πλεονέκτημα να «αγκαλιάζει» πολλές διαφορετικές εθνικές ομάδες, παρόλο που οι ομάδες αυτές μιλούσαν διαφορετικές γλώσσες και διαλέκτους. Όμως, όλες αυτές τις κυβερνούσε ο ίδιος Αυτοκράτορας. Υπήρχε επίσης ένας διάσπαρτος Ελληνορωμαϊκός πολιτισμός στον οποίο συμμετείχαν οι μορφωμένοι σ’ όλη την Αυτοκρατορία. Τα ελληνικά και τα λατινικά μιλιούνταν παντού στην Αυτοκρατορία, και δεν ήταν και λίγοι οι οποίοι είχαν την ευχέρεια να μιλούν και τις δύο γλώσσες. Όλα λοιπόν αυτά τα πλεονεκτήματα συνέτειναν και βοήθησαν πολύ στην εξάπλωση τής πρώτης Χριστιανικής Εκκλησίας.

Προϊόντος όμως του χρόνου και στους αιώνες που ακολούθησαν, η ενότητα αυτή του Μεσογειακού κόσμου σταδιακά εξαφανίστηκε. Πρώτα – πρώτα χάθηκε η πολιτική ενότητα. Γιατί ήδη από τα τέλη του τρίτου αιώνα, η Αυτοκρατορία, ενώ ακόμη θεωρητικά παρέμεινε ενιαία, είχε χωριστεί σε δύο τμήματα, σε ανατολικό και δυτικό, το καθένα με τον δικό του Αυτοκράτορα. Ο Μέγας Κωνσταντίνος επέτεινε αυτή την διαδικασία τής διαίρεσης, ιδρύοντας μια δεύτερη αυτοκρατορική πρωτεύουσα στην Ανατολή, παράλληλα με την Παλαιά Ρώμη στην Ιταλία. Και η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε, με την εισβολές τών βαρβάρων στις αρχές του πέμπτου αιώνα στο δυτικό τμήμα τής Αυτοκρατορίας και την κατάλυση και λεηλασία της Ρώμης το 455 μ.Χ. από τους Βανδάλους. Εκτός από κάποιο σημαντικό τμήμα (το νότιο) τής Ιταλίας, που παρέμεινε για λίγο περισσότερο χρόνο στην Αυτοκρατορία, το δυτικό τμήμα της κατατεμαχίστηκε μεταξύ τών βαρβάρων αρχηγών.

Παρόλα αυτά οι Βυζαντινοί, που βέβαια θεωρούσαν τον εαυτό τους Ρωμαίους πολίτες, ποτέ δεν ξέχασαν τα Ρωμαϊκά ιδεώδη τής εποχής τού Αυγούστου και συνέχισαν να θεωρούν την Αυτοκρατορία τους – έστω και κατειλημμένη από τους βαρβάρους – θεωρητικά ως οικουμενική και δικιά τους. Ο Ιουστινιανός ήταν ο τελευταίος Αυτοκράτορας, που προσπάθησε σοβαρά με τους πολέμους που έκανε στην Δύση και την Αφρική, να γεφυρώσει το χάσμα μεταξύ θεωρίας και πράξης, αλλά μετά από κάποιες επιτυχίες που είχε και την επανάκτηση κάποιων εδαφών, εγκατέλειψε οριστικά τις κατακτήσεις αυτές στη Δύση. Η πολιτική λοιπόν ενότητα τής ελληνικής Ανατολής και τής λατινικής Δύσης καταστράφηκε παντελώς από τις εισβολές τών βαρβάρων και ποτέ πλέον δεν αποκαταστάθηκε.

Στα τέλη τού έκτου με τον έβδομο αιώνα, Ανατολή και Δύση αποξενώθηκαν ακόμη περισσότερο λόγω της εισβολής των Αβάρων και των Σλάβων στην χερσόνησο της Βαλκανικής. Το Ιλλυρικό, που χρησίμευε σαν γέφυρα μεταξύ Βυζαντίου και λατινικού κόσμου, έγινε μετά από αυτό φραγμός. Η ρήξη αυτή επεκτάθηκε ακόμη περισσότερο με την άνοδο του Ισλάμ, γιατί η Μεσόγειος θάλασσα, που οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν “mare nostrum”, «θάλασσα μας», τώρα πέρασε στο μεγαλύτερο μέρος της στον έλεγχο των Αράβων. Βέβαια παρ’ όλες αυτές τις δυσκολίες και τα εμπόδια, οι πολιτιστικές και οικονομικές επαφές μεταξύ ανατολικής και δυτικής Μεσογείου δεν έπαψαν ποτέ τελείως, αλλά δυσκόλεψαν πάρα πολύ.

Και σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ένα εκκλησιαστικό γεγονός ήρθε να προστεθεί και να μεγαλώσει ακόμα πιο πολύ την διαίρεση και την αποξένωση μεταξύ Βυζαντίου και Δύσης. Οι Πάπες εξαρχής υποστήριζαν σταθερά τις απόψεις τών Εικονολατρών, και έτσι για πολλές δεκαετίες βρέθηκαν εκτός κοινωνίας και σε καθεστώς εχθρότητας, με τους Εικονομάχους Αυτοκράτορες και Πατριάρχες τής Κωνσταντινούπολης. Αποκομμένος λοιπόν από το Βυζάντιο και έχοντας ανάγκη από βοήθεια για την επιβίωση του, ο Πάπας Στέφανος το 754 στράφηκε βόρεια και επισκέφτηκε τον Φράγκο ηγεμόνα Πιπίνο. Αυτό το γεγονός σημάδεψε το πρώτο βήμα σε μια αλλαγή κατεύθυνσης με αποφασιστική σημασία, τουλάχιστον όσον αφορά στην Παποσύνη. Μέχρι τότε η Ρώμη συνέχιζε εκκλησιαστικά τουλάχιστον να είναι και να θεωρείται τμήμα τού Βυζαντινού κόσμου, αλλά τώρα περνούσε προοδευτικά στην σφαίρα επιρροής των Φράγκων, αν και τα αποτελέσματα αυτού του επαναπροσανατολισμού δεν έγιναν πλήρως ορατά και αντιληπτά πριν από τα μέσα του ενδέκατου αιώνα.

Στην επίσκεψη του Πάπα Στεφάνου στον Πιπίνο έρχεται να προστεθεί μισό αιώνα αργότερα ένα πολύ πιο δραματικό γεγονός. Την ημέρα των Χριστουγέννων του έτους 800 ο Πάπας Λέων Γ΄στέφει τον Κάρολο τον Μέγα (Καρλομάγνο), Βασιλιά τών Φράγκων, Αυτοκράτορα. Ο Καρλομάγνος για να έχει ισχύ η στέψη του αυτή, επιδιώκει και την αναγνώρισή του από τον Βυζαντινό ηγεμόνα, που τότε ήταν μια γυναίκα, η Ειρήνη η Αθηναία, την οποία μάλιστα ζητά και σε γάμο για να ενωθούν τα δύο βασίλεια, αλλά χωρίς επιτυχία. Και αυτό συνέβη επειδή οι Βυζαντινοί, εμμένοντας ακόμη στην αρχή της αυτοκρατορικής ενότητας, θεώρησαν τον Καρλομάγνο ως εισβολέα και την στέψη που διενέργησε ο Πάπας ως μια πράξη σχίσματος μέσα στην Αυτοκρατορία. Έτσι δημιουργείται στη Δύση η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, που αντί να φέρει την Ευρώπη πιο κοντά, συμβάλλει στην ακόμα μεγαλύτερη αποξένωση μεταξύ Ανατολής και Δύσης.

Βέβαια η πολιτιστική ενότητα συνεχίστηκε μεταξύ των δύο πλευρών, αλλά ήταν πλέον φανερό πως είχε εξασθενήσει σημαντικά. Στην Ανατολή και τη Δύση, οι άνθρωποι τών γραμμάτων ζούσαν ακόμη μέσα στην κλασική παράδοση που την είχε προσλάβει και την είχε οικειοποιηθεί η Εκκλησία. Με το πέρασμα όμως του χρόνου άρχισαν προοδευτικά να ερμηνεύουν αυτή την παράδοση με αρκετά διαφορετικό τρόπο. Ένα ακόμη μεγάλο ζήτημα που προέκυψε και περιέπλεξε πιο πολύ τα πράγματα ήταν και το πρόβλημα με την γλώσσα, γιατί είχε περάσει ο καιρός που οι μορφωμένοι και των δύο πλευρών ήταν δίγλωσσοι.

Μετά το 450 ήταν πολύ λίγοι στη δυτική Ευρώπη εκείνοι που μπορούσαν να διαβάζουν ελληνικά, και μετά το 600, αν και το Βυζάντιο (λέξη καινοφανής των νεότερων χρόνων) ονομάζονταν ακόμη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ήταν σπάνιο το φαινόμενο κάποιος Βυζαντινός να μιλάει λατινικά, τη γλώσσα τών Ρωμαίων. Λέγεται πως ο μέγας Φώτιος, ο μεγαλύτερος λόγιος τής Κωνσταντινούπολης του ένατου αιώνα, δεν μπορούσε να διαβάσει λατινικά. Και το 864 ένας «Ρωμαίος» Αυτοκράτορας τού Βυζαντίου, ο Μιχαήλ Γ΄, αποκαλούσε τη γλώσσα που έγραψε ο Βιργίλιος «βαρβαρική και Σκυθική γλώσσα».

Συνήθως όταν οι Έλληνες επιθυμούσαν να διαβάσουν λατινικά έργα ή οι Λατίνοι ελληνικά, χρησιμοποιούσαν μεταφράσεις, αν και τις περισσότερες φορές δεν έκαναν ούτε αυτό τον κόπο. Ο Μιχαήλ Ψελλός, ένας διαπρεπής Έλληνας λόγιος του ενδέκατου αιώνα, διέθετε μια τόσο νεφελώδη γνώση για τη Λατινική φιλολογία, ώστε μπέρδευε τον Καίσαρα με τον Κικέρωνα. Η ελληνική Ανατολή και η λατινική Δύση, επειδή δεν εξαρτώντο πλέον από τις ίδιες πηγές ούτε διάβαζαν τα ίδια βιβλία, απομακρύνθηκαν ακόμη πιο πολύ ή μία από την άλλη.

Το γεγονός πως η πολιτιστική αναγέννηση τής Αυλής τού Καρλομάγνου σημαδεύτηκε εξ’ αρχής από μια ισχυρή ανθελληνική προκατάληψη, αν και αρνητικό, παραμένει σημαντικό. Στην Ευρώπη του τέταρτου αιώνα υπήρχε ένας ενιαίος Χριστιανικός πολιτισμός, στην Ευρώπη του δέκατου τρίτου αιώνα υπήρχαν δύο. Ακριβώς στην περίοδο τής βασιλείας τού Καρλομάγνου έγινε ίσως για πρώτη φορά ευδιάκριτο το σχίσμα των δύο πολιτισμών. Οι Βυζαντινοί από την πλευρά τους έμειναν κλεισμένοι στον δικό τους ιδεολογικό κόσμο και δεν έκαναν σχεδόν κανένα βήμα για να συναντήσουν τη Δύση στα μισά τού δρόμου. Επίσης τον ένατο αιώνα και στους μετέπειτα, δεν μπόρεσαν να πάρουν όσο άξιζε σοβαρά τη δυτική παιδεία. Χαρακτήριζαν τους Φράγκους ως βάρβαρους και τίποτε παραπάνω.

Δεν ήταν λοιπόν δυνατόν να μην επηρεάσουν τη ζωή τής Εκκλησίας αυτοί οι πολιτικοί και πολιτιστικοί παράγοντες και να μην καταστήσουν ακόμη πιο αβέβαιη τη θρησκευτική ενότητα. Η πολιτιστική και πολιτική αποξένωση μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε εκκλησιαστικές έριδες, όπως δείχνει η περίπτωση τού Καρλομάγνου. Γιατί όταν η Ειρήνη η Αθηναία (Βυζαντινή αυτοκράτειρα) αρνήθηκε να τον αναγνωρίσει στη σφαίρα τής πολιτικής, τότε αυτός έσπευσε να εκδικηθεί με την κατηγορία τής αίρεσης κατά της Βυζαντινής Εκκλησίας. Συγκεκριμένα κατήγγειλε τους Έλληνες για μη χρήση τού Filioque στο σύμβολο της Πίστεως και δεν δέχτηκε τις αποφάσεις τής Έβδομης Οικουμενικής Συνόδου, για την αποκατάσταση των εικόνων. Είναι αλήθεια όμως, πως ο Καρλομάγνος πληροφορήθηκε τις αποφάσεις αυτές μέσα από μια λανθασμένη μετάφραση που παραμόρφωνε σοβαρά το αληθινό τους νόημα. Αλλά σε κάθε περίπτωση φαίνεται πως οι απόψεις του ήταν ημι – εικονομαχικές. Με την στάση του αυτή ο Καρλομάγνος, έβαζε τις βάσεις για να σχισθεί ο «άρραφος χιτώνας του Χριστού» (Εκκλησία), γεγονός που επιτελέστηκε δυόμισι αιώνες μετά (1054), με το σχίσμα Ανατολικής και Δυτικής Εκκλησίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Κάλλιστος Ware, «Η Ορθόδοξη Εκκλησία»

Σχολικό Εγχειρίδιο Θρησκευτικών «Εκκλησία, η νέα κοινωνία σε πορεία» Γ΄γυμνασίου, 1999

antiairetikos.blogspot.gr

Η ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ ΟΧΙ Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΒΑΣΗ ΤΟΥ ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΔΟΓΜΑΤΟΣ

0
0

Ο Άντολφ φον Χάρνακ (1851 – 1930) υπήρξε ένας από τους μεγαλύτερους Γερμανούς Εκκλησιαστικούς ιστορικούς του Προτεσταντισμού. Επηρεασμένος από τον δάσκαλό του Α. Ρίτσλ παραμέρισε παντελώς την εκκλησιαστική δογματική και υποστήριξε πως τα εκκλησιαστικά δόγματα, αλλοίωσαν και συσκότισαν την πραγματική ουσία του Χριστιανισμού, αφού σχηματίσθηκαν εξ επιδράσεως τής αντίληψης περί Μεσσία τής Παλαιάς Διαθήκης, αλλά κυρίως της ελληνικής φιλοσοφίας.

Στην πραγματικότητα δηλαδή ο Χάρνακ φρονεί, πως εξαιτίας της ελληνικής φιλοσοφίας έχουμε ένα εξελληνισμό του Χριστιανισμού, αφού ο Χριστιανισμός αλλοτριώθηκε υποτασσόμενος σε ελληνικές φιλοσοφικές και θρησκευτικές κατηγορίες σκέψης και πράξης, χάνοντας έτσι την γνησιότητά του. Ισχυρίζονταν μάλιστα επί λέξει στις περίφημες παραδόσεις του περί της “ ουσίας του Χριστιανισμού”, πως το χριστιανικό δόγμα δεν είναι τίποτε άλλο παρά “έργο του ελληνικού πνεύματος σε ευαγγελικό έδαφος”.

Βέβαια η συλλογιστική αυτή του Χάρνακ και όλης της προτεσταντικής θεολογίας είναι δικαιολογημένη και ευνόητη, αφού βασίζεται στον “χρυσό κανόνα” του Προτεσταντισμού “sola scriptura (μόνο η Γραφή)”, με τον οποίο η Αγία Γραφή απολυτοποιείται και γίνεται το αποκλειστικό κριτήριο τής παράδοσης και της ζωής τής Εκκλησίας και την οποία μπορεί ο κάθε πιστός να ερμηνεύει όπως αυτός επιθυμεί. Συνεπώς, σύμφωνα με τον Χάρνακ αλλά και των οπαδών του προτεσταντικού φιλελευθερισμού ο Χριστιανισμός έστω και τώρα οφείλει να απαλλαγεί από τις επιδράσεις της ελληνικής φιλοσοφίας, να απαλύνει τον δογματισμό της χριστιανικής παράδοσης και να ανακαλύψει το “απλό Ευαγγέλιο” και τον ηθικό πυρήνα του, που κήρυξε και αποκάλυψε ο Ιησούς Χριστός.

Όμως η Ορθόδοξη Θεολογία υποστηρίζει, σε αντίθεση με τον Χάρνακ και τον προτεσταντικό φιλελευθερισμό, πως το δόγμα τής Εκκλησίας κάθε άλλο παρά αποτελεί καρπό του ελληνικού πνεύματος, γιατί ήδη βρίσκεται σπερματικά διατυπωμένο, δηλαδή σε διάφορα σημεία, μέσα στην Αγία Γραφή. Απλώς η ελληνική φιλοσοφία το βοηθάει να αναπτυχτεί σε επίπεδο μορφής και έκφρασης, αφού κατά το περιεχόμενο του παρέμεινε πάντα το ίδιο, είτε στο ξεκίνημά του ως σπερματική βιβλική διατύπωση μέχρι και την πιο αναπτυγμένη εκκλησιαστική μορφή του. Έτσι όταν οι Πατέρες τής Εκκλησίας χρησιμοποιούν την ελληνική φιλοσοφία στη διατύπωση και διαμόρφωση του δόγματος δεν αλλοιώνουν και δεν παραχαράσσουν το βιβλικό του περιεχόμενο, επειδή η διατύπωση αυτή περιορίζεται αυστηρά και μόνο σε επίπεδο μορφολογικό, δηλαδή σε επίπεδο ορολογίας.

Άλλωστε, κάτι ανάλογο, παρατηρείται ήδη μέσα στην Αγία Γραφή, όπως λόγου χάρη στο βιβλίο 2 Μακκαβαίων 7:28, όπου γίνεται λόγος για τη δημιουργία του κόσμου “εξ ουκ όντων (εκ του μηδενός)”: “αξιώ σε, τέκνον, αναβλέψαντα εις τον ουρανόν και την γην και τα εν αυτοίς πάντα ιδόντα, γνώναι ότι εξ ουκ όντωνεποίησεν αυτά ο Θεός και το των ανθρώπων γένος ούτως γεγένηται”. Αυτό είναι δάνειο από την ελληνική φιλοσοφία. Συγκεκριμένα ο Αριστοτέλης μιλώντας για τις θεωρίες που διατύπωσαν ο Ησίοδος και οι άλλοι φιλόσοφοι για τη δημιουργία του κόσμου γράφει: “Πολλοί δε και έτεροι είναι μεν ουδέν φασίν, γίγνεσθαι δε πάντα, λέγοντες εξ ουκ όντων γίνεσθαι τα γενόμενα. Ώστε τούτο μεν δήλον, ότι ενίοις γε δοκεί και εξ ουκ όντων αν γενέσθαι.” Αριστοτέλης “Περί Ξενοφάνους” 1.1.14”

Αλλά και ο ευαγγελιστής Ιωάννης στο ευαγγέλιο του 1:1 “Εν αρχή ήν ο Λόγος, και ο Λόγος ήν προς τον Θεόν, και Θεός ήν ο Λόγος”, αποκαλεί τον Υιό του Θεού “Λόγο”, ορολογία δανεισμένη από την ελληνική φιλοσοφία. Πρώτος που χρησιμοποίησε την λέξη «Λόγος», ήταν ο προσωκρατικός Έλληνας φιλόσοφος Ηράκλειτος (535 – 475 π.Χ.). Κατ’ αυτόν «Λόγος» σημαίνει την ομιλία (προφορικός λόγος), αλλά και την ρυθμιστική αρχή που διέπει το σύνολο τής πραγματικότητας και συνδέει με σχέσεις αναλογίας τα πάντα. Μετέπειτα οι οπαδοί της «Στοάς» (στωικοί), αποκαλούν «Λόγο» τον Θεό τους, τον οποίο θεωρούν ως μια απρόσωπη δύναμη που συνέχει το σύμπαν και είναι πανταχού παρούσα. Οι πλατωνιστές των Ελληνιστικών χρόνων όπως ο Αντίοχος ο Ασκαλωνίτης, ο Πλούταρχος κ.λ.π. χρησιμοποιούν την ονομασία «Λόγος» για να χαρακτηρίσουν εκείνες τις θείες δυνάμεις που γεφυρώνουν το οντολογικό χάσμα μεταξύ του υπερβατικού Θεού και του παχυλού υλικού κόσμου. Τέλος ο Ιουδαίος εκλεκτικός φιλόσοφος Φίλωνας υιοθέτησε τον όρο στην εβραϊκή φιλοσοφία. Κατ’ αυτόν «Λόγος» είναι η ανώτερη από όλες εκείνες τις θείες δυνάμεις, με τις οποίες ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης δημιουργεί τον κόσμο και επικοινωνεί με αυτόν.

Άλλωστε δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας, πως δεν ήταν οι Πατέρες εκείνοι, οι οποίοι χρησιμοποίησαν πρώτοι την ελληνική φιλοσοφία στην διδασκαλία τους αλλά οι αιρετικοί. Οπότε έπρεπε και αυτοί να απαντήσουν με τα ίδια όπλα, στην προσπάθειά τους να διαφυλάξουν άθικτες και αναλλοίωτες τις αλήθειες του Ευαγγελίου από τις αιρετικές παραχαράξεις και να παρουσιάσουν – όπως και οι αιρετικοί –με τα ίδια μορφολογικά φιλοσοφικά στοιχεία, την Ορθόδοξη διδασκαλία.

Αν, επί παραδείγματι, αναγκάστηκαν για να διασώσουν την Θεότητα του Υιού – Λόγου (Χριστού), να τον χαρακτηρίσουν “ομοούσιο με τον Πατέρα”, χρησιμοποιώντας έτσι ένα μη βιβλικό αλλά φιλοσοφικό όρο για τη σχέση Πατέρα και Υιού, αυτό το έκαναν γιατί πρώτος ο Άρειος χαρακτήρισε τον Υιό“αλλότριο … και ανόμοιο κατά πάντα τής του Πατρός ουσίας”, παραχαράσσοντας έτσι τη διδασκαλία τής Αγίας Γραφής για το πρόσωπο του Υιού – Λόγου (Χριστού).

Ουσιαστικά λοιπόν το Ορθόδοξο δόγμα καθ’ όλες τις φάσεις της ανάπτυξης και διαμόρφωσης του, διατυπώθηκε από τους Πατέρες τής Εκκλησίας ως απάντηση στην πρόκληση των αιρέσεων με αποκλειστικό σκοπό την διασφάλιση του αποκεκαλυμμένου βιβλικού μηνύματος. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αν δεν εμφανίζονταν οι διάφορες αιρέσεις που απείλησαν την πίστη τής Εκκλησίας, όπως αυτή ήταν διατυπωμένη αρχικά μέσα στη Βίβλο, οπωσδήποτε δεν θα υπήρχε μια τόσο αναπτυγμένη μορφή στη διατύπωση του Ορθόδοξου δόγματος. Τότε πράγματι πολύ δύσκολα το δόγμα τής Εκκλησίας θα μπορούσε να διακριθεί από τη διδασκαλία τής Αγίας Γραφής.

Συνεπώς είναι λάθος λόγω των μορφολογικών κριτηρίων και της χρήσης τής φιλοσοφικής ορολογίας και έκφρασης να υποστηρίξουμε πως η Αγία Γραφή αυτονομείται και αποστασιοποιείται από το Ορθόδοξο δόγμα και τη δογματική θεολογία. Γιατί αν δεχόμασταν κάτι τέτοιο, τότε και η θεολογική ενότητα που παρατηρείται στα βιβλία τής Αγίας Γραφής θα τινάζονταν στον αέρα. Επειδή η θεολογική ενότητα τής Γραφής, δεν στηρίζεται στην εξωτερική μορφή των βιβλίων της, αλλά στο αποκεκαλυμμένο μήνυμα στην ιστορία της Θείας Οικονομίας. Παρόμοιο λοιπόν κριτήριο ενότητας πρέπει να αναζητήσουμε μεταξύ Αγίας Γραφής και Ορθόδοξου δόγματος, που δεν είναι βέβαια η εξωτερική μορφή τους, αλλά αν το θείο μήνυμα διασώζεται ανόθευτο μέσα στην Εκκλησία.

Άλλωστε – σύμφωνα με την Ορθόδοξη θεολογία – η ίδια θεοπνευστία που διακρίνει τα βιβλία τής Αγίας Γραφής, χαρακτηρίζει και τα συγγράμματα των Πατέρων τής Εκκλησίας. Διότι η θεοπνευστία αυτή δεν ήταν μια έκτακτη ενέργεια του Αγίου Πνεύματος που έγινε μόνο στους συγγραφείς τής Αγίας Γραφής, αλλά είναι μια διαρκής παρουσία και ενέργεια του Αγίου Πνεύματος μέσα στην Εκκλησία, έτσι ώστε να καθοδηγεί αδιακρίτως τόσο τους αποστόλους όσο και τους Πατέρες, δηλαδή ολόκληρη την Εκκλησία, “εις πάσαν την αλήθειαν”. Ιωάννης 16:13

Το ότι Ορθόδοξο δόγμα έτσι όπως είναι διατυπωμένο στα συγγράμματα των Πατέρων ή στα σύμβολα και στους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων, στηρίζεται εξ’ ολοκλήρου στην Αγία Γραφή, όχι μόνο στην Καινή αλλά και την Παλαιά Διαθήκη, είναι πέραν πάσης αμφιβολίας. Γιατί, για να αντιμετωπίσουν οι Πατέρες τις διάφορες αιρέσεις, οι οποίες στήριζαν τις διάφορες κακοδοξίες τους στην Γραφή, έπρεπε και αυτοί να απαντήσουν με τα ίδια όπλα. Και αυτό έπραξαν. Κατέφυγαν στην Βίβλο.

Ανάλογα λοιπόν με ποια αίρεση αντιμετώπιζαν κάθε φορά, κατάρτιζαν ολόκληρες λίστες με χωρία (κομμάτια) τής Αγίας Γραφής, πάνω στα οποία θεμελίωναν την Ορθόδοξη δογματική διδασκαλία. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως στηρίζονταν σε μεμονωμένα και ασυνάρτητα βιβλικά χωρία. Γιατί για τους Πατέρες όχι τα χωρία καθεαυτά αλλά το όλο πνεύμα και η θεολογία της Γραφής, αποτελούν το υπόβαθρο της δογματικής διδασκαλίας τους.

Αν λόγου χάρη αναζητήσει κάποιος την πηγή και το υπόβαθρο της δογματικής διδασκαλίας των Πατέρων, ότι ο Λόγος (Χριστός) είναι το πρόσωπο των διαφόρων παλαιοδιαθηκικών θεοφανειών και το κλειδί της ορθής κατανόησης τής Παλαιάς Διαθήκης, θα διαπιστώσει την καθοριστική σημασία που είχε για τη δογματική αυτή διδασκαλία των Πατέρων, η Ιωάννεια και η Παύλεια συσχέτιση του προσώπου του Χριστού με ιστορικά γεγονότα τής Παλαιάς Διαθήκης. Παραθέτουμε τα χωρία για να γίνουμε κατανοητοί. Αναφερόμενος ο Ιωάννης πως στο όραμα που είδε τον Θεό ο προφήτης Ησαΐας, το πρόσωπο αυτό ήταν ο Χριστός, γράφει: “αυτά είπε ο Ησαΐας, όταν είδε την δόξα του και μίλησε γι’ αυτόν” Ιωάννης 12:41. Ομοίως και ο Παύλος θέλοντας να δείξει πως ο Χριστός ήταν αυτός που βοηθούσε παντοιοτρόπως τους Ισραηλίτες κατά την έξοδό τους από την Αίγυπτο αναφέρει: “διότι έπιναν από πνευματική πέτρα που τους ακολουθούσε, η δε πέτρα ήταν ο Χριστός” 1 Κορινθίους 10:4.

Επίσης αν διαβάσει κανείς τα δογματικά έργα του Μεγάλου Αθανασίου ή του Μεγάλου Βασιλείου, διαπιστώνει πως οι Πατέρες αυτοί στην προσπάθειά τους να αποδείξουν έναντι των Αρειανών και των Πνευματομάχων το άκτιστο (αδημιούργητο) της φύσης του Υιού και του Πνεύματος χρησιμοποιούν μια θεολογική μέθοδο την οποία θεμελιώνουν εξ ολοκλήρου πάνω στην Αγία Γραφή. Ποια είναι αυτή; Η εξής: Επιστρατεύουν όλα εκείνα τα χωρία τής Αγίας Γραφής, όπου γίνεται λόγος είτε για τις κοινές ενέργειες είτε για τα κοινά ονόματα των προσώπων της Αγίας Τριάδας (όπως λ.χ. η λέξη Πνεύμα που είναι κοινή και στα τρία πρόσωπα) και υποστηρίζουν πως, αφού ο Υιός και το Πνεύμα έχουν κοινές ενέργειες και κοινά ονόματα με τον Πατέρα, δεν είναι δυνατό παρά να έχουν και κοινή με αυτόν φύση, δηλαδή άκτιστη (αδημιούργητη). Έτσι ολόκληρη η δογματική διδασκαλία τους θεμελιώνεται πάνω σ’ ένα ακλόνητο βιβλικό υπόβαθρο.

Αυτή λοιπόν την ενότητα τής βιβλικής, πατερικής και δογματικής θεολογίας διακηρύσσει με εμφατικό και πανηγυρικό τρόπο το Συνοδικό της Ορθοδοξίαςπου διαβάζεται στους Ναούς την Α΄Κυριακή των Νηστειών: “Οι Προφήτες ως είδον, οι Απόστολοι ως εδίδαξαν, η Εκκλησία ως παρέλαβεν, οι Διδάσκαλοι ως εδογμάτισαν … ο Χριστός ως εβράβευσεν˙ούτω φρονούμεν, ούτω λαλούμεν, ούτω κηρύσσομεν …”

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  1. Γεώργιος Μαρτζέλλος: Ορθόδοξο Δόγμα και Θεολογικός Προβληματισμός

  2. Εγκυκλοπαίδεια των Θρησκειών

3. Ελληνική Βικιπαίδεια (Wikipedia)

http://antiairetikos.blogspot.gr

Ο ανύπαρκτος κρίνος της Παναγίας

0
0

O Ευαγγελισμός της Θεοτόκου.

Έργο του Δομήνικου Θεοτοκὀπουλου (1541-1614) 

Πολλοί πιστεύουν ότι ο αρχάγγελος Γαβριήλ βαστούσε, κατά τον Ευαγγελισμό της Παρθένου Μαρίας, έναν κρίνο, τον οποίο και προσέφερε στην Παναγία. Αυτή η λαθεμένη άποψη, η οποία δεν έχει έρεισμα ούτε στην Καινή Διαθήκη ούτε στη χριστιανική γραμματεία, έχει καταστεί προ πολλού αστικός μύθος, ο οποίος αναπαράγεται, δυστυχώς, ακόμα και στα σχολεία από δασκάλους και – χειρότερα – από θεολόγους. Η πλάνη αυτή προέρχεται από την ανάγνωση, με ανατολικά κριτήρια, της μετά την Αναγέννηση δυτικής ζωγραφικής τέχνης.

  Στο κείμενο που ακολουθεί εξηγούνται οι λόγοι αυτής της παρανόησης, με θεολογικά, ιστορικά και καλλιτεχνικά κριτήρια. Για να το δείτε σε πλήρη οθόνη, να το κατεβάσετε ή να το εκτυπώσετε, πατήστε στον ακόλουθο σύνδεσμο:

https://drive.google.com/file/d/0Bzyx-Q58fSg9UFJaZkpqZVpBbU0/view

Πηγή: Απλά και Ορθόδοξα: http://xerouveim.blogspot.gr/2016/03/blog-post.html#more

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ (ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ)

0
0

του αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Διδάκτορος Θεολογίας

Η παρούσα διάλεξη έγινε από τον π. Γρ. Κων/νου στις 05.12.2016 προσκληθείς από το Σωματείο «Μακεδονικός Παρατηρητής», στη Θεσσαλονίκη σε στελέχη προετοιμαζόμενα για τον αντιαιρετικό αγώνα. Κατόπιν λοιπόν παρακλήσεως προς τον π. Γρηγόριο μας παραχώρησε την άδεια να το αναρτήσουμε στο Ιστολόγιο μας προς ενημέρωση των αναγνωστών μας. Λόγω λοιπόν του μήκους του κειμένου θα αναρτηθεί σε δυο μέρη.

Εισαγωγικά

Ποια σχέση θα μπορούσε να υπάρξει ανάμεσα στην Προσευχή και στον Διαλογισμό; Την απάντηση θα την λάβουμε όταν δούμε αναλυτικά τι είναι και τι προσφέρει η καθεμιά από αυτές χωριστά. Μπορώ να διαλογίζομαι και να προσεύχομαι; είναι το ίδιο; εάν όχι ποιες είναι οι διαφορές; Είναι μερικά ερωτήματα που αναρωτιόμαστε. Στην καθημερινή μας ζωή έχουμε σχέση με την προσευχή και συγχρόνως με την «διαφήμιση» του διαλογισμού, ενός τρόπου προσευχής που μας έρχεται από την Κίνα και την Ινδία. Για την κατανόηση της διαφοράς ανάμεσα στην προσευχή και τον διαλογισμό, πρέπει να δούμε τι είναι οι δύο αυτοί πνευματικοί τρόποι, που ο άνθρωπος αναφέρεται στο Θεό και το πόσο πνευματικά και σωματικά επικίνδυνο είναι για τον καθένα μας.

Ωστόσο αγαπητοί μου, ένα άλλο φαινόμενο ή παρατήρηση που είναι ειδικά άκρως ανησυχητικό, αναφέρομαι στο ότι χριστιανοί ορθόδοξοι, αρκετοί θα έλεγα, έχουν έναν ανεξήγητο ενθουσιασμό και παρορμητισμό, σε τέτοιο σημείο που ενώ πιστεύουν στην Εκκλησία με τα μυστήριά της, αγκαλιάζουν συγχρόνως και τις μεθόδους αυτές με ένα αρρωστημένο χριστιανικό περίβλημα. Θα έχετε ίσως παρατηρήσει πως η οικειοποίηση αυτή των μεθόδων αυτών του διαλογισμού αφαιρούν πολλά στοιχεία της ορθόδοξης πνευματικότητας, ιερές ακολουθίες κ. ά. στοχεύοντας στην αποξένωση του πιστού από την λειτουργική και μυσταγωγική ζωή της Εκκλησίας. Βέβαιο είναι πως όλοι αυτοί που διατηρούν στον διαλογισμό τη σχέση τους με το χριστιανικό περίβλημα, έρχεται ο καιρός και τους διαλύει την προσωπικότητά τους βυθίζοντάς τους σε ένα μεγάλο και απύθμενο κενό.

1.Αρχικά ας δούμε τι είναι η προσευχή

1.1. Τι είναι η προσευχή

Η προσευχή είναι ένα από τα σημαντικότερα κεφάλαια στη ζωή του κάθε χριστιανού, που θέλει η πίστη του να μην είναι μια απλή ετικέτα στην πολιτική του ταυτότητα. Η ποιότητα αλλά και η συχνότητα της προσευχής αντανακλούν την ποιότητα της σύνδεσης και επικοινωνίας μας με το Θεό. Τι είναι όμως η προσευχή; Ένας απλός ορισμός που θα μπορούσαμε να δώσουμε, είναι ότι η προσευχή είναι η επικοινωνία μας με το Θεό. Αρχικά θα πρέπει να επισημάνουμε πως η επικοινωνία μας αυτή δια μέσου της προσευχής δεν στοχεύει στο να ενημερώσουμε το Θεό για τις δικές μας ανάγκες και απαιτήσεις ή και τα τυχόν προβλήματά μας. Ο Θεός βέβαια δεν περιμένει από εμάς να του πούμε ή να τον ενημερώσουμε τι χρειαζόμαστε για να ανταποκριθεί στα αιτήματά μας. Αυτός   γνωρίζει εκ των προτέρων τις όποιες ανάγκες έχουμε καλλίτερα κι από εμάς.

Η προσευχή δεν είναι μια απλή ενημερωτική επικοινωνία με τον Θεό, αλλά είναι η συνεχής προσπάθειά μας να καλλιεργήσουμε μαζί Του μια σχέση αγάπης παραμένοντας  σταθεροί και πιστοί στη σχέση αυτή. Ασφαλώς είναι πολύ σημαντικό και επιβεβλημένο να καθιερώσουμε ένα συγκεκριμένο κανόνα προσευχής. Ωστόσο είναι εξ ίσου σημαντικό ο κανόνας αυτός να έχει πρακτική συνέχεια και συνέπεια στην καθόλου πορεία της ζωή μας. Και επ’ ουδενί δεν αρμόζει αυτή να αποτελεί ένα μέρος της καθημερινότητάς μας. Στη βαθύτερη όμως ουσία της, η προσευχή είναι η επίμονη και επίπονη προσπάθεια να μεταμορφωθεί η καθημερινότητά μας σε μια ευχαριστιακή και αγαπητική σχέση με το Θεό, είναι η προσωπική μεταμόρφωση του καθενός μας.

1.2. Προϋποθέσεις προσευχής

Αν η προσπάθεια μας αποβλέπει  δια της προσευχής στη δημιουργία μιας αγαπητικής σχέσης με το Θεό, τότε είναι απαραίτητες κάποιες προϋποθέσεις για να αποδώσει καρπούς η προσπάθεια αυτή. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι:

α. Η ύπαρξη αμοιβαίας επιθυμίας για τη σχέση αυτή. Βέβαια αν επιζητάμε, να έχουμε μια σχέση αγάπης με το Θεό θα πρέπει να είμαστε διατεθειμένοι να ασκήσουμε τον εαυτό μας σωστά, θεμελιώνοντας εσωτερικά στο είναι μας την ευλογημένη συνήθεια της προσευχής. Η προσευχή είναι καρπός της συνεχούς άσκησης και μόνο και τίποτα άλλο.

β. Η αληθινή και συνεχής παρουσία μας στην προσπάθεια αυτή. Συχνά πυκνά προσκαλούμε το Θεό, αλλά εμείς στην ουσία είμαστε απόντες. Είτε γιατί η προσήλωση μας βρίσκεται κάπου αλλού, είτε γιατί δεν είμαστε διατεθειμένοι να ακούσουμε τη φωνή Του. Επομένως αν εμείς δεν  προσέχουμε σ’ αυτά που λέμε στο Θεό, τότε γιατί Εκείνος να προσέξει εμάς;

γ. Να νοιώθουμε την παρουσία του τριαδικού Θεού. Η προσευχή μας δεν απευθύνεται σε μια απρόσωπη δύναμη ούτε σε κάποια άγνωστη παγκόσμια συνείδηση, όπως πιστεύουν πολλές σύγχρονες αιρέσεις. Ο Θεός της Εκκλησίας μας είναι ένας προσωπικός Θεός, γι’ αυτό και η σχέση μας μαζί Του επιβάλλεται να είναι προσωπική, μοναδική και ανεπανάληπτη για τον καθένα μας.

δ. Η επίγνωση των αμαρτιών μας. Σε μια σχέση αγάπης είναι απαραίτητο να υπάρχει η επικοινωνία και κοινωνία των αγαπημένων προσώπων, χρησιμοποιώντας την ίδια γλώσσα την γλώσσα της ταπείνωσης, όπως ο ίδιος Θεός χρησιμοποιεί αυτή.

1.3. Τα είδη της προσευχής

Αναφορικά με τα είδη της προσευχής διακρίνουμε δύο τυπικές διακρίσεις. Το ένα είδος αναφέρεται στο εννοιολογικό περιεχόμενό της και το άλλο στην εξωτερική της μορφή. Ως προς το εννοιολογικό περιεχόμενο, η προσευχή διακρίνεται στην Ευχαριστία, ευχαριστούμε το Θεό για τη χάρη Του, που προσφέρει ζωή σε όλους εμάς και τη κτίση, την Ικεσία,  παρακαλούμε το Θεό για κάποιες ιδιαίτερες ανάγκες μας, και τη Δοξολογία, αναπέμπουμε δοξολογία στο Πανάγιο Όνομά Του. Είναι προφανές ότι και οι τρεις αυτές διαφοροποιήσεις είναι αλληλένδετες και αλληλεξαρτώμενες μεταξύ τους.

Σχετικά με την εξωτερική της μορφή η προσευχή διακρίνεται στην αυτοσχέδια και στην λατρευτική.

α) Η αυτοσχέδια προσευχή είναι εκείνη στην οποία χρησιμοποιούμε λόγια δικά μας, λόγια της καρδιάς μας. Πλεονέκτημα της προσευχής αυτής είναι η αμεσότητα των αισθημάτων που εκφράζει το άτομο. Μειονέκτημά της είναι η πιθανότητα φλυαρίας, όπως και ο μεγάλος κίνδυνος να γίνει τελικά η προσευχή μας προβολή του εγωισμού μας και των κατόρθωμάτων μας όπως συνέβη με τον Φαρισαίο της παραβολής.

β) Η καθιερωμένη λατρευτική προσευχή είναι αυτή που χρησιμοποιείται μέσα από την ιστορία της Εκκλησίας μας και είναι εμποτισμένη από την πνευματική ευωδία των αγίων Πατέρων που την καθιέρωσαν. Πλεονέκτημα αυτού του είδους της προσευχής είναι η βεβαιωμένη αγιότητα που αποπνέει, όπως και η αποδεδειγμένη αλήθεια της πίστεως που αυτή εκφράζει. Μειονέκτημα θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι το ότι, μπορεί να μετατραπεί σε στεγνή αποστήθιση ενός κειμένου (παπαγαλία) που απαγγέλλουμε χωρίς να ξέρουμε τι λέμε  και δυστυχώς χωρίς να μετέχουμε ουσιαστικά στα λόγια της προσευχής που εκφέρουμε. Γνωστές   προσευχές μας είναι το «Πάτερ Ημών» (που μας το δίδαξε ο ίδιος ο Κύριος), το «Βασιλεύ Ουράνιε», το «Χριστέ το φως το αληθινόν…» κ π ά.

γ)  Η νοερά Προσευχή

Πέρα από αυτές τις προσευχές, ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει και στη λεγόμενη νοερά ή καρδιακή ή μονολόγιστη προσευχή, που συνίσταται στην αδιάλειπτη επανάληψη της φράσεως «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλόν». Η προσευχή αυτή, είναι απλή, ευκολονόητη, εύχρηστη και περιληπτική. Είναι ταυτόχρονα λατρευτική, γιατί όπως ξέρουμε το έλεος του Θεού είναι το κύριο αίτημά μας σε κάθε λατρευτική  σύναξη,  αλλά και αυτοσχέδια προσευχή για να επιδιώκουμε καλύτερα το έλεος του Θεού. Για όλα αυτά τα πλεονεκτήματα της, η νοερά προσευχή είναι ιδιαίτερα αγαπητή στους πιστούς χριστιανούς, που πολλοί από αυτούς γεύονται τους γλυκούς πνευματικούς καρπούς της. Φανερό δε είναι πως πολλοί από αυτούς τους Χριστιανούς κληρικοί και λαϊκοί, αξιώθηκαν με την προσευχή αυτή να γίνουν μέτοχοι του άκτιστου θείου φωτός.

Στη συνέχεια αναφέρουμε δυο λόγια για την νοερά προσευχή, όπως αυτά ειπωθήκαν από το στόμα του Μητροπολίτου Κάλλιστου Γουέαρ: «Συνήθως διακρίνονται τρία επίπεδα ή βαθμοί στην εκφώνηση της προσευχής του Ιησού. Αρχίζει σαν προσευχή με τα χείλη, προφορική προσευχή. Έπειτα γίνεται πιο εσωτερική, καταλήγοντας σε προσευχή του νου, νοητική προσευχή. Τελικά ο νους “κατέρχεται” στην καρδιά κι ενώνεται μαζί της κι έτσι η προσευχή γίνεται “προσευχή της καρδιάς”, ή για μεγαλύτερη ακρίβεια, και “προσευχή του νου μέσα στην καρδιά”. Σ’ αυτό το επίπεδο γίνεται προσευχή ολόκληρου του προσώπου – όχι πια κάτι που σκεφτόμαστε ή λέμε αλλά κάτι που είμαστε – γιατί η απώτερη πρόθεση της πνευματικής Οδού δεν είναι μόνο ένα πρόσωπο που λέει προσευχές, από καιρό σε καιρό, αλλά ένα πρόσωπο που είναι προσευχή όλο τον καιρό».

Οι άνθρωποι που ασκούν την νοερά προσευχή χρησιμοποιούν σαν υποβοηθητικό μέσο σε αυτή τους την προσπάθεια το κομποσκοίνι, που αποτελείται από κόμπους καμωμένους από πολλούς μικρούς σταυρούς. (Υπάρχουν κομποσκοίνια με 12, με 33, με 50, με 100, με 300 και πάνω κόμπους). Κάθε φορά που λέγεται η προσευχή, το χέρι περνά πάνω από ένα κόμπο. Έτσι στη νοερά εκφορά της προσευχής έρχεται να υποβοηθήσει η αίσθηση της αφής στο κομποσκοίνι. Μια αίσθηση που κρατά το μυαλό συγκεντρωμένο στα λόγια που λέμε  και την πράξη της προσευχής.

2.      Διαλογισμός

2.1. Τι είναι ο διαλογισμός

Η έννοια του διαλογισμού στις ημέρες μας είναι πλέον ευρέως διαδεδομένη, που πολύ συνάνθρωποι μας παρότι δεν έχουν σαφή εικόνα για το τι είναι διαλογισμός, τι κάμνει και τι προσφέρει στο σύγχρονο και προβληματισμένο άτομο, πάρα ταύτα προσπαθούν να τον ακολουθήσουν. Ο Γκουρού-Διδάσκαλος Paramahansa Yogananda είχε πει για τον διαλογισμό: «Διαλογισμός είναι η επιστήμη του να είσαι ενεργά ήρεμος. Δεν μπορείς να αγοράσεις τη ειρήνη. Πρέπει να ξέρεις πώς μπορείς να τη δημιουργήσεις μέσα σου, μέσα στην ηρεμία του καθημερινού σου διαλογισμού. Διαλογισμός σημαίνει ενεργή ηρεμία. Η παθητική ηρεμία όπως συμβαίνει στον ύπνο ή το οκνηρό ονειροπόλημα, είναι ριζικά διαφορετική από την ενεργή ηρεμία – δηλαδή τη θετική κατάσταση της ειρήνης που υπάρχει στον επιστημονικό διαλογισμό».

Ο διαλογισμός είναι μια κατάσταση σαν τον ύπνο. Η βασική διαφορά όμως είναι πως στον ύπνο, εφόσον φτάνει κανείς σε ανώτερα επίπεδα μύησης ή και δεν έχει ξεκινήσει εντατική και συστηματική εργασία φωτός για γνώση εαυτού, δεν έχει συνείδηση εκείνων που λαμβάνουν χώρα και συνεπώς βιώνει τελείως παθητικά τη χαλάρωση και την ειρήνη χωρίς να μπορεί να επεμβαίνει και να φέρνει μαζί του τις διάφορες εμπειρίες που έχει ζήσει. Στον διαλογισμό όμως ακριβώς αυτό πετυχαίνετε, δηλαδή να έχει συνείδηση των εμπειριών και να τις ενσωματώνει. Με την πρόοδο στον «πνευματικό»  λεγόμενο μονοπάτι αυτό αλλάζει και ο διαλογιζόμενος δεν μπορεί να γνωρίζει πως βρίσκεται σε διαλογισμό βιώνοντας ταυτόχρονα εμπειρίες φώτισης και ανάληψης. Ωστόσο όταν πλέον ρέει η ενέργεια της Κουνταλίνι σε μόνιμη βάση μπορεί να μεταφέρει εμπειρίες φώτισης, έκστασης και ανάληψης ακόμα και στην καθημερινή του ζωή όπου με μια ανάσα και μόνο να βρίσκεται τελείως συνειδητά σε τέτοιες εμπειρίες! Κάτι αντίστοιχο ισχύει και για την συνειδητή εμπειρία του ύπνου όταν το άτομο γνωρίζει πως το φυσικό του σώμα κοιμάται αλλά συνεχίζει να έχει πλήρη συνείδηση εκείνων που διαδραματίζονται και βιώνει ψυχικά των λεπτότερων σωμάτων, μέσω των οποίων γίνονται δουλειές ακόμα και ταξίδια ψυχικά σε σχολές εκπαίδευσης εντός και εκτός της εμβέλειας της γης, κ. ά. πολλά.

Ο διαλογισμός λοιπόν μαζί με μια ολοκληρωμένη εργασία για γνώση εαυτού μπορεί να φέρει  τον άνθρωπο σε κατάσταση μόνιμης φαινομενικής χαράς και έκστασης, στην οποία όλα τα προβλήματα και δυσκολίες της ζωής του μετατρέπονται σε ευκαιρίες και σκαλοπάτια για υψηλότερα επίπεδα ύπαρξης. Αυτά είναι τα  λεγόμενα «προνόμια» και η «μεγάλη αμοιβή» όλων εκείνων που καταφέρνουν να φτάσουν στο αξίωμα του Δασκάλου.

Ο διαλογισμός, καθώς πετυχαίνει τον έλεγχο του υποσυνείδητου, έρχεται σε αισθητή επαφή με την Ψυχή του Σύμπαντος, μια ανύπαρκτη πνευματική ύπαρξη, από την οποία σταδιακά εισρέουν ολοένα και περισσότερες ψυχικές ενέργειες μέσα στο διαλογιζόμενο άτομο. Βέβαια αυτό φέρνει το πρόσωπο σε μια υγιή αποκέντρωση και από ταύτιση από το φυσικό σώμα και την προσωπικότητα και από όλες τις έννοιες, προβλήματα κ.λπ. της καθημερινότητας, ώστε να εξαφανίζονται και να σταματούν όλες οι αρνητικές επιρροές πάνω στον άνθρωπο.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ …

http://antiairetikos.blogspot.gr/2016/12/blog-post_18.html

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ – ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ)

ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ (ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ)

0
0

του αρχιμ. Γρηγορίου Κωνσταντίνου, Διδάκτορος Θεολογίας

Στο πρώτο μέρος της διάλεξής μας για «την προσευχή και τον διαλογισμό» που μπορείτε να βρείτε στο ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ   ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ, ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ ασχοληθήκαμε με 1. Τι είναι προσευχή 2. Προϋποθέσεις προσευχής 3. Τα είδη της προσευχής 4. Τι  είναι διαλογισμός Στο δεύτερο μέρος θα ασχοληθούμε με1. Τις Κατηγορίες διαλογισμού και 2. Το κριτικό ερώτημα, Διαλογισμός ή προσευχή;

2.2. Κατηγορίες διαλογισμού

Υπάρχουν πολλές πνευματικές σχολές και πάρα πολλά είδη διαλογισμών. Πολύ απλοϊκά θα μπορούσαμε να τους διαχωρίσουμε σε δύο μεγάλες βασικές κατηγορίες: Τον διαλογισμό μέσα στον οποίο αποκλειστικά γίνεται προσπάθεια επίτευξης εσωτερικής γαλήνης και σιωπής, όπου η ενεργητική ενασχόληση του διαλογιζόμενου αφορά το συνειδητό έλεγχο του νου και της ευθυγράμμισης με τον Ανώτερο Εαυτό και την Ψυχή (δηλ. το θείο). Αυτό βέβαια θα μπορεί να συνδυαστεί με τη χρήση ήχου ή ήχων, μάντρας, οπτικών ερεθισμάτων όπως σύμβολα, φλόγες, μάνταλες κ.ά.

Ο Νατζέμυ, ένας διαλογιστής γράφει: «Με την προσευχή και την ειλικρινή προσήλωση μπορούμε να γίνουμε μετασχηματιστές πνευματικής ενέργειας σε υλική αρμονία. Σαν τα φυτά που παίρνουν την ηλιακή ενέργεια από τον ήλιο και τη χρησιμοποιούν για να ενώσουν τούς υδατάνθρακες με  το οξυγόνο και να φτιάξουν ζάχαρη, άμυλα και άλλα θρεπτικά συστατικά, έτσι κι εμείς θα μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε πνευματική ενέργεια για να δημιουργήσουμε σκέψεις, ιδέες, λόγια και πράξεις που θα κάναν τον κόσμο καλύτερο. Με τον καθημερινό διαλογισμό μπορούμε να αφομοιώνουμε πνευματική ενέργεια και εσωτερική ηρεμία και να τη διοχετεύουμε στους άλλους γύρω μας με τη μορφή αγάπης, συμπόνιας, κατανόησης και εξυπηρέτησης, ώστε αυτό θα μάς δώσει ευτυχία και εσωτερική αγαλλίαση», (Οικουμενική φιλοσοφία, σ. 276).

Ο Νάτζεμυ προσθέτει ότι δεν  είναι απαραίτητο να χρησιμοποιήσει κανείς παραδοσιακές προσευχές. Μπορούμε να προτιμήσουμε κάτι πιο αυθόρμητο. Κάθε σκέψη έχει μέσα της μια πνευματική δύναμη. Η διαφορά έγκειται στην ένταση της «δόνησης»: Μπορούμε ακόμη να δημιουργήσουμε τη δικιά μας αυθόρμητη επικοινωνία, ανάλογα με    τα   αισθήματα εκείνης της στιγμής. Και τα δύο είναι πολύτιμα. Οι παραδοσιακές προσευχές έχουν δημιουργηθεί από φωτισμένα άτομα, όπως (το Πάτερ ημών από τον ίδιο τον Χριστό) ώστε να έχουν μια ιδιαίτερη πνευματική δόνηση. Επίσης, με τη  συνεχή επανάληψη για τόσο μεγάλα χρονικά διαστήματα, από δισεκατομμύρια ανθρώπους, τα λόγια αυτά απέκτησαν μια δική τους πνευματική δύναμη. Κάθε ανθρώπινη σκέψη και λόγος εμπεριέχει κάποια πνευματική δύναμη. Όταν τόσα δισεκατομμύρια ανθρώπων έχουν προσευχηθεί με τα ίδια τους τα λόγια, στον ίδιο θεό για χιλιάδες χρόνια, δημιουργείται μια τεράστια συγκέντρωση πνευματικής δύναμης, ανεξάρτητα από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα, όπως υποστηρίζουν όλοι αυτοί που ασχολούνται με τον διαλογισμό. (Οικουμενική φιλοσοφία, σ. 223-224).

Δεν έχει σημασία το περιεχόμενο των λόγων, αλλά η «φόρτισή» της που επιτυγχάνεται με την «πνευματική δύναμη», εξαιτίας της χρησιμοποίησής τους από «δισεκατομμύρια ανθρώπους». Αυτή η συγκέντρωση «πνευματικής δύναμης» που αποκτά ο άνθρωπος δημιουργείται ανεξάρτητα από οποιονδήποτε άλλο παράγοντα. Και δεν  έχει καμιά σημασία αν πούμε το «πάτερ ημών ο εν τοίς ουρανοίς» ή «Σατανά βοήθησέ με, είμαι δικός σου, γεννηθήτω το θέλημά σου»! Άλλωστε στον απόλυτο μονισμό δεν  υπάρχει η διάκριση ανάμεσα στον Υιό τού Θεού και στον Εωσφόρο, στον Χριστό και στον Διάβολο. Και οι δύο είναι «διαφορετικές όψεις του ίδιου πράγματος». Ο Νάτζεμυ μιλάει για «ενέργεια». Βέβαια  εδώ σε καμία περίπτωση δεν  πρόκειται για τίς Θείες ενέργειες τού Τριαδικού Θεού ως αποτέλεσμα της αγάπης και της ελευθερίας. Δεν πρόκειται για τη Θεία Χάρη αλλά για την ενέργεια που προέρχεται από τον ίδιο τον άνθρωπο, με αυτόματες, μηχανιστικές διαδικασίες, μέσω των τεχνικών που προσφέρει ο διαλογισμός.

Διευκρινιστικά παρατηρούμε εδώ πώς ο Νάτζεμυ αναφέρεται στη δοξασία του κάρμα και τής μετενσάρκωσης, που αποτελεί το θεμέλιο τού διαλογισμού. Ο κάθε άνθρωπος, με βάση τίς καρμικές σχέσεις από προηγούμενες ζωές, «διαλέγει» τους γονείς του, τον τόπο που θα γεννηθεί, τη θρησκεία πού θα έχει, το επάγγελμα κ.ο.κ. Ολόκληρη η ζωή του αποτελεί είδος κινηματογραφικής ταινίας, που είναι γραμμένη και δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να αλλάξει. Πρέπει να «παιχθεί». Ο καθένας έχει τη  δυνατότητα να παίξει το ρόλο του «χωρίς προσκόλληση» και «ταύτιση», σαν να μην τον αφορά το τί του συμβαίνει ή θα του συμβεί. Όλες οι πράξεις του, ανεξάρτητα από το αν εμείς τίς θεωρούμε καλές ή κακές, αν διαπραχθούν «χωρίς ταύτιση», είναι εξίσου άγιες, δεν  υπάρχει διαφορά ανάμεσα στο καλό και στο κακό. Και το ένα και το άλλο είναι προσδιορισμένα από το «κάρμα» και αναπόφευκτα. Έτσι ο καθένας που έχει «διαλέξει» το «θρησκευτικό περιβάλλον» με  τίς «καρμικές σχέσεις» του από προηγούμενες ζωές, μπορεί να χρησιμοποιήσει σύμβολα, ονόματα, προσευχές από το περιβάλλον αυτό. Το αποτέλεσμα είναι πάντοτε το ίδιο! (για το θέμα αυτό μπορεί κανείς να πληροφορηθεί περισσότερα διαβάζοντας τον π. Αντώνιο Αλεβιζόπουλο, Μετενσάρκωση ή ανάσταση; Ορθόδοξη θεώρηση του κακού, Πρέβεζα 1992).

  1. Το κριτικό ερώτημα, Διαλογισμός ή προσευχή;

Όποιος συγχέει το διαλογισμό με την προσευχή, εισάγει εξωχριστιανική αντίληψη για την προσευχή και βγαίνει έξω από τον πνευματικό χώρο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας. Μετατρέπει την προσευχή σε «τεχνική», πού δραστηριοποιεί δήθεν εσωτερικές δυνάμεις με αυτόματες διαδικασίες, που σε τελική φάση δε βρίσκονται σε σχέση ή σε αναφορά με το πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Ας το δούμε αυτό με βάση τα κείμενα της «Οικουμενικής θρησκείας» τής «Αρμονικής Ζωής» ή της «Οικουμενικής Φιλοσοφίας», όπως αναφέρει ο Νάτζεμυ: «Η προσευχή προσδιορίζεται ως επικοινωνία με το “Οικουμενικό Πνεύμα”, που όμως είναι “μέσα μας”. Οπότε επικοινωνία σημαίνει απλώς να σταματάμε προσωρινά το ατέρμονο τρέξιμο του νου προς εξωτερικά γεγονότα, επιθυμίες, προσκολλήσεις, φόβους και προσδοκίες. Σημαίνει να κατευθύνουμε την προσοχή μας στην εσωτερική ηρεμία, για να μπορούμε να σκεφτούμε καθαρά γι’ αυτά πού συμβαίνουν μέσα μας λέγοντάς τα  στο φίλο, την αληθινή μητέρα ή τον αληθινό πατέρα. Ακριβώς όπως αναφέρουμε στους κοντινούς μας αυτά που συμβαίνουν στη ζωή μας, έτσι μιλάμε για τα βαθύτερα συναισθήματά μας, τα ερωτήματά μας, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη μας και την ανάγκη μας στον Οικουμενικό Εαυτό» (Οικουμενική φιλοσοφία, σ. 23).

Όταν λοιπόν οι οπαδοί των γκουρού «προσεύχονται», δεν τρέχει ο νους τους «προς τα έξω», αλλά διαλογίζονται τα γεγονότα «μέσα τους». Ο «φίλος», ο «πατέρας», ο «αδελφός», δεν είναι ο Χριστός, αλλά ο «Οικουμενικός Εαυτός». Ακόμη κι αν χρησιμοποιούν την προσευχή τού Χριστού, το «Πάτερ ημών», δεν στρέφονται προς κάποιο Θεό έξω από τον εαυτό τους. Ενώ «προσεύχονται», μένουν εντελώς μόνοι και βυθισμένοι σε απέραντη μοναξιά, χωρίς να έχουν τη συναίσθηση πως υπάρχει εκεί και κάποιος άλλος, που μπορεί να τούς προσφέρει το έλεός Του, την βοήθεια, την αγάπη ή τη στοργή Του. Η λεγόμενη προσευχή είναι «άνοιγμα» προς τον «εαυτό», όχι προς κάποιον Θεό έξω από τον άνθρωπο. Ο Νάτζεμυ υπογραμμίζει ιδιαίτερα: «Αυτό ονομάζεται προσευχή. Πολύ απλά, ν’ ανοίγουμε την καρδιά μας στο οικουμενικό ον. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό με τη βοήθεια παραδοσιακών προσευχών, όπως είναι το Πάτερ Ημών ή άλλες προσευχές που μας έχουν δοθεί από το θρησκευτικό μας περιβάλλον, που εμείς έχουμε διαλέξει, όταν διαλέξαμε τον τόπο που θα γεννηθούμε και τούς γονείς μας».

Ο όρος προσευχή αποκτά στις γκουρουϊστικές ομάδες διαφορετικό περιεχόμενο, που προσδιορίζει μια εξωχριστιανική αντίληψη για την προσευχή. Πρόκειται για  μια «τεχνική», που, όπως διακηρύσσεται, φέρνει σε κάθε περίπτωση αποτελέσματα, με  τρόπο μηχανιστικό. Αυτή η ενέργεια, ως καρπός μιας τέτοιας τεχνικής, αντλείται μέσα από τον άνθρωπο, με μια συνοπτική διαδικασία του «μετασχηματισμού», χωρίς να υπάρχει τίποτε το υπερβατικό. Ο όρος αυτός χρησιμοποιείται με την έννοια του διαλογισμού. Ο διαλογιζόμενος δηλ. ο «προσευχόμενος» γίνεται μετασχηματιστής της ενέργειας. Είναι ο δημιουργός των σκέψεων, των ιδεών, που μεταβάλλονται σε πράξεις, προκαλώντας «εκπληκτικά φαινόμενα», υποστηρίζουν οι οπαδοί του διαλογισμού και τής «θετικής σκέψης». Με τον διαλογισμό «μετασχηματίζουμε» την πνευματική ενέργεια «μέσα μας», εσωτερικά για  να τη  διοχετεύσουμε στη συνέχεια προς τα έξω. Στη περίπτωση αυτή δεν  μεσολαβεί τίποτε εκτός από τον ίδιο τον άνθρωπο, ο οποίος μένει εντελώς μόνος και έρημος.

Όμως για την χριστιανική προσευχή όπως γνωρίζουμε είναι ανάγκη να υπάρχουν δύοστοιχεία: Αυτός που προσεύχεται, και Εκείνος που γίνεται αποδέκτης τής προσευχής μας. Αυτός πού παρακαλεί με το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με» και Εκείνος που απαντά κατά το πλούσιο έλεός Του.

Η χριστιανική προσευχή δεν είναι «στροφή προς τα έσω», αλλά απευθύνεται πάντοτε προς τον «αντικριστό του ανθρώπου», που είναι ο Θεός επικαλούμενος την αγάπη και το έλεός Του. Η προσευχή είναι ένα «άνοιγμα» του ανθρώπου στη θεία αγάπη, που αισθάνεται πως από μόνος του είναι αδύναμος και ανίκανος να υψωθεί πέρα από την κτιστή πραγματικότητα. Γι’ αυτό επικαλείται την αγάπη και τη δωρεά τού Θεού. Η απάντηση στην προσευχή δεν προέρχεται από τον ίδιο τον άνθρωπο, αλλά από τον Θεό. Όποιος δεν  κάνει τη   διάκριση ανάμεσα στον Θεό και στον εαυτό του, δεν μπορεί να προσευχηθεί, ούτε να γίνει δέκτης της θεϊκής απάντησης. Η απάντηση αυτή δεν  είναι κάποια ενέργεια τυφλής τάξεως, αλλά είναι η χάρις, η δωρεά τού Θεού, μετά του οποίου ο άνθρωπος έρχεται σε αγαπητική κοινωνία μέσω τής προσευχής.

Ο χριστιανός δεν καλείται σε μια καθαρά νοητική προσευχή. Συμμετέχει σ’ αυτήν και σωματικά προσεύχεται καθολικά, με όλη την ύπαρξή του. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί συνηθίζουν να κάνουν στην προσευχή τους και μετάνοιες ή ακόμη να προσεύχονται γονατιστοί. Αυτό είναι ασφαλώς για το σώμα μας μια δυνατότητα να συμμετάσχει κι αυτό στην προσευχή. Το ίδιο παρατηρούμε και για τη νηστεία. Με αυτές τις ασκήσεις ο χριστιανός ταπεινώνει το σώμα του. Αυτή η ταπείνωση προστίθεται στην  ταπείνωση του νου. Γιατί με την προσευχή ο άνθρωπος αποδεικνύει τη   διάθεσή του να «ταπεινώσει» το νου, αφού εγκαταλείπει την αυτονομία, αναγνωρίζοντας την ανεπάρκειά του προσβλέποντας στη βοήθεια του Θεού.

Ο άνθρωπος τής ταπείνωσης, όχι μόνο τής διανοητικής αλλά και τής καθολικής, έχει τη  διαβεβαίωση από τον Θεό πως θα τού δοθεί η δωρεά, η χάρη Του (Ιακώβου 4:6 και 1 Πέτρου 5:5). Αυτός που δεν  δείχνει στάση «αιτούντος», αλλά αισθάνεται επάρκεια πιστεύοντας πως όλα υπάρχουν «μέσα του» ώστε από εκεί να μπορεί να τα αντλήσει «αφυπνίζοντας» τρόπον τινά τίς «εσωτερικές» του δυνάμεις, δεν  αισθάνεται σε καμιά περίπτωση την ανάγκη της δωρεάς τού Θεού και ο Θεός δεν  του επιβάλλεται εκβιαστικά για να του προσφέρει τις ευλογίες Του.

Πρέπει λοιπόν να ξεκαθαρίσουμε το πράγμα: Αυτό που δίνει απάντηση στην προσευχή μας είναι ο Θεός. Αυτή η απάντηση είναι καρπός αγάπης και ελευθερίας του Θεού, δεν  είναι αποτέλεσμα εξαναγκασμού με ειδικές «τεχνικές» προσευχής, όπως χρησιμοποιεί ο διαλογισμός. Αλλά ένας καρπός της αληθινής προσευχής, που  ταυτόχρονα είναι και προϋπόθεση, σε ό,τι αφορά την ανθρώπινη συμμετοχή, που είναι η ταπείνωση. Ο αληθινά προσευχόμενος άνθρωπος αποκτά την συναίσθηση της ύψιστης τιμής που του δίδεται με την προσευχή και ταυτόχρονα του φόβου μήπως δεν  φανεί αντάξιος αυτής τής τιμής. Ο αληθινά προσευχόμενος άνθρωπος παραμένει ταπεινός!

Αντίθετα ο διαλογιζόμενος «φουσκώνει», δεν  λέγει «Σύ Κύριε», αλλά «Εγώ είμαι Αυτός», δηλαδή «Εγώ είμαι ο Κύριος», «η θεότητα στην ανεκδήλωτη μορφή». Έτσι ο διαλογιζόμενος αντιστρέφει την εντολή τού Θεού και την εφαρμόζει στον εαυτό του: «Εγώ ειμί Κύριος ο Θεός… ούκ έσονταί μοι θεοί έτεροι πλήν εμού»! Αν χαρακτηρίσουμε το διαλογισμό «προσευχή», αν εξισώσουμε το διαλογισμό με την προσευχή, τότε η προσευχή αυτή επιστρέφει στον εαυτό μας, γιατί αυτός είναι ο σκοπός του διαλογισμού, να αντιληφθεί ο διαλογιζόμενος πως αυτός ο ίδιος είναι «Κύριος ο Θεός» και πως δεν  υπάρχουν άλλοι θεοί πλην από τον εαυτόν του. Σας ευχαριστώ!

http://antiairetikos.blogspot.gr/2016/12/blog-post.htm

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ –ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΔΙΑΛΟΓΙΣΜΟΣ (ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ)

ΝΕΟΙ, ΠΙΣΤΗ ΚΑΙ ΕΠΙΣΤΗΜΗ

0
0

Οι νέοι της εποχής μας επηρεάζονται από αντιλήψεις που θέλουν να περιθωριοποιήσουν την πίστη, όπως ότι υπάρχει σύγκρουση ανάμεσα στην επιστήμη και τη θρησκεία. Το σχολείο και το πανεπιστήμιο αφήνουν να εννοηθεί ότι η επιστημονική γνώση έχει καταστήσει περιττή την ερμηνεία του κόσμου από την πίστη. Γιατί να μιλούμε για την δημιουργία του κόσμου από τον Τριαδικό Θεό με βάση την «Γένεση» της Παλαιάς Διαθήκης, όταν έχουμε την θεωρία της Μεγάλης Έκρηξης και το μποζόνιο του Χίγκς;  Γιατί να μιλούμε για τον άνθρωπο ως «εικόνα Θεού», όταν επικρατεί η θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου, του ανθρώπου ως μετασχηματισμένου πιθήκου; Γιατί να θέλουμε να κατευθύνουμε τις σχέσεις μας με γνώμονα την αγάπη και την συγχώρεση που φέρνει η πίστη, όταν μπορούμε να δικαιώσουμε τον εαυτό μας και τις επιλογές μας μέσω της Ψυχολογίας;

        Διάφοροι επιστήμονες, περισσότερο ή λιγότερο σπουδαίοι, χρησιμοποιούν τα επιστημονικά κατορθώματά τους για να διαγράψουν από τη ζωή την μεταφυσική αναζήτηση και την αναφορά στον Θεό. Η επιστήμη γίνεται ο διαπρύσιος κήρυκας του υλισμού και του μηδενισμού, θεωρώντας τον θάνατο ως πέρας της ύπαρξης. Βεβαίως για τα μέτρα της επιστήμης το ερώτημα του Θεού είναι αναπάντητο. Δεν μπορεί ο Θεός να είναι μέγεθος που χωρά στην παρατήρηση και το πείραμα, στην αιτιοκρατική απόδειξη, στον νόμο των πιθανοτήτων, στις θεωρίες. Θα τον περιορίζαμε κλείνοντάς τον σε λέξεις και προτάσεις και φαινόμενα, ενώ η παραδοχή της ύπαρξης Του μας οδηγεί στο να Τον θεωρήσουμε πέρα από αυτά. Δυστυχώς, κάποιοι επιστήμονες, συνεπικουρούμενοι από ανθρώπους που δε θέλουν τον Θεό στη ζωή τους, αναλαμβάνουν ρόλο που δεν τιμά την ανάγκη για αντικειμενική γνώση. Είναι άλλο η γνώμη του επιστήμονα για τον Θεό, που είναι κι αυτή «πίστη», και άλλο η αντικειμενική γνώμη της επιστήμης για ένα «μέγεθος» το οποίο δεν μπορεί να μετρήσει. Δεν είναι επιστημονική τέτοια γνώμη.

       Είναι αυτονόητο ότι η επιστήμη απαντά στα ερωτήματα «πώς υπάρχουν ο κόσμος και ο άνθρωπος», «ποιοι νόμοι συγκροτούν την τάξη του σύμπαντος». Η πίστη απαντά στο ερώτημα «Ποιος και γιατί δημιούργησε τον κόσμο και τον άνθρωπο». Οι νέοι μπορούν να κάνουν τον διαχωρισμό και να μην πέφτουν εύκολα θύματα της σύγχυσης των μεγάλων. Στην εποχή μας όμως κυριαρχεί το δόγμα «όλα επιτρέπονται» χωρίς Θεό. Έτσι ο όποιος περιορισμός, η όποια νηστεία αποτελούν φαινομενικά παραβίαση των δικαιωμάτων μας να κάνουμε ό,τι θέλουμε, να ορίζουμε τον εαυτό μας όπως επιθυμούμε. Ασχέτως αν τέτοια δόγματα είναι ψευδαισθήσεις, καθώς είμαστε ετεροκατευθυνόμενοι, βρίσκουν ωστόσο απήχηση στους νέους, που θέλουν να είναι ελεύθεροι. Μόνο όμως η πίστη ελευθερώνει διότι ανοίγει τον δρόμο για έξοδο από την αυτάρκεια του εγώ, για ανάσταση και αιωνιότητα, για την εμπειρία της Αλήθειας που είναι ο Θεός ως Πρόσωπο. Αυτά όμως θέλουν ταπεινότητα και αναζήτηση για να βιωθούν.

         Ένας μεγάλος Πατέρας της Εκκλησίας, ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, επισημαίνει ότι η επιστήμη είναι γύμναση της ύπαρξης και του νου. Γι’  αυτό η Εκκλησία συζητά και δεν αρνείται την επιστημονική πρόοδο, παρότι βλέπει την σχετικότητα και τα όριά της. Καλεί όμως τους νέους να αφεθούν στην επίγνωση του «Ποιος» νοηματοδοτεί τη ζωή μας. Και εκεί βρίσκεται τελικά η αυθεντική απάντηση ακόμα και στα δύσκολα ερωτήματα!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 11 Ιανουαρίου 2017

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

Η ΔΕΙΣΙΔΑΙΜΟΝΙΑ ΤΗΣ «ΘΕΤΙΚΗΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑΣ»

0
0

         Είναι της μόδας να διαφημίζεται η ανάγκη να έχουμε «θετική ενέργεια» στη ζωή μας. Διαφημιζόμενα καταναλωτικά αγαθά, αποκρυφιστικές ομάδες, αλλά και φιλοσοφίες ασιατικής προέλευσης με σήμα κατατεθέν ότι μέσα από τον διαλογισμό, την χρήση φυλαχτών, την αξιοποίηση λατρευτικών τρόπων της ανατολής θα αποκτήσουμε όρεξη για ζωή ή θα ακυρώσουμε την πρόσληψη αρνητικής ενέργειας κάνουν μερίδα ανθρώπων και ιδίως νέων στην ηλικία να στρέφονται στον τσαρλατανισμό ή να θεωρούν ότι η ζωή μας κυριαρχείται από το αρνητικό, μόνο που αυτό είναι απρόσωπο. Καλλιεργούν μία αίσθηση ότι για τις αποτυχίες μας, την κακή μας διάθεση, τα λάθη μας δεν φταίμε εμείς, αλλά μία απρόσωπη ενέργεια, την οποία πρέπει να διώξουμε.

      Η δεισιδαιμονία τελικά δεν έφυγε ποτέ από τη ζωή μας. Από την μία ζούμε σε έναν πολιτισμό ορθολογισμού, ο οποίος θεωρεί την θρησκευτικότητα δεισιδαιμονία και ζητά την απομάκρυνσή της από τη ζωή μας, πολεμώντας την ανελέητα, και από την άλλη οι άνθρωποι αναζητούν παρηγοριά και ελπίδα για τις δυσκολίες τους στην τύχη και σε απρόσωπες δυνάμεις, επιλέγοντας μια κεκαλυμμένη και άρρωστη θρησκευτικότητα. Δεν ζητούν να προσεγγίσουν αυθεντικά τον Θεό και να πιστέψουν σ’  Αυτόν. Θέλουν την μαγική επίλυση συμπτωμάτων, χωρίς να χρειαστεί να αναλάβουν την συνολική ευθύνη για την πορεία της ζωής.

       Οι υποστηρικτές της δεισιδαιμονίας σπεύδουν να κατηγορήσουν την θρησκεία. Τι άλλο κάνει αυτή παρά να εμπορεύεται λείψανα, εικόνες, φυλαχτά και άλλα σύμβολα αποτρεπτικά του κακού στο όνομα του Θεού; Είναι αυτονόητο ότι όπου γίνεται τέτοιο εμπόριο είναι καταδικαστέο. Ούτε και εκφράζει την Εκκλησία στο σύνολό της. Όμως οι επικριτές αδυνατούν να κατανοήσουν ότι τα άγια της Εκκλησίας δεν είναι απρόσωπα. Είναι μνήμες και σημάδια ανθρώπων οι οποίοι έζησαν τον Θεό και αφέθηκαν χάρις στην αγάπη προς Αυτόν να μεταμορφωθούν σε θεούμενες υπάρξεις και δι’  αυτών ο Θεός ευλογεί τον κόσμο.

Μόνο που αυτοί ανέλαβαν την ευθύνη να ακολουθήσουν τις εντολές Του. Να πολεμήσουν όχι μία απρόσωπη δύναμη ή άλλες απρόσωπες «ενέργειες», αλλά τον διάβολο ως προσωπική υπόσταση του κακού. Ως πατέρα του ψεύδους και της απάτης. Και αυτή η μάχη γίνεται στην Εκκλησία και στη ζωή της. Δεν είναι μόνο ατομικό γεγονός. Είναι ο αγώνας των μελών του σώματος του Χριστού να αγαπήσουν Θεό και πλησίον, βλέποντας  τα πάθη και τα λάθη. Ωριμάζοντας μέσα από τις ήττες. Με εμπιστοσύνη στα μυστήρια της Εκκλησίας. Με ταπείνωση και προσευχή. Με μαρτυρία και μαρτύριο, όχι για «θετική ενέργεια» στη ζωή, αλλά για την χάρη του Αγίου Πνεύματος και τους καρπούς της.

     Πολλοί νέοι εύκολα πέφτουν στην παγίδα του απρόσωπου. Αποδέχονται την ύπαρξη ενεργειών οι οποίες μας στερούν την ευχαρίστηση. Υπάρχουν όντως τέτοιες ενέργειες, αλλά είναι προσωπικές. Είναι αυτές του διαβόλου που κατάφερε να πείσει τον κόσμο ότι δεν υπάρχει ο ίδιος και παγιδεύει την ψυχή και τον νου μας ώστε να αρνηθούμε και την ύπαρξη του Θεού. Να νομίζουμε ότι μόνοι μας μπορούμε. Με τις δεισιδαιμονίες μας. Ας επιστρέψουμε στην αλήθεια της παράδοσής μας και ας αφήσουμε κατά μέρος ό,τι μας αλλοτριώνει. Με τη ευθύνη της ζωής στα χέρια μας και την επίκληση του ονόματος του Θεού στη ζωή της Εκκλησίας. Εκεί είναι η απάντηση.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 25 Ιανουαρίου 2017

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

ΤΑ ΟΡΑΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΓΡΑΦΗ ΚΑΙ Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥΣ

0
0

ΕΣΕΙΣ ΛΟΙΠΟΝ ΠΛΑΝΙΕΣΤΕ ΠΟΛΥ

Όταν ομιλούμε με αιρετικούς περί αθανασίας της ψυχής, τους παρουσιάζουμε πολλά εδάφια που αποδεικνύουν την ύπαρξη της αθανάτου ψυχής και μετά θάνατον!

Στο σημερινό μας άρθρο θα αναλύσουμε δύο χωρία ιδιαιτέρας σημασίας, τα οποία όταν τους τα παρουσιάζουμε ως επιχείρημα, τότε εκείνοι χρησιμοποιούν την λέξη »όραμα» για να μας πουν με αυτό πως όσα περιγράφονται σε αυτά δεν είναι κυριολεκτικής σημασίας.

Ας δούμε ευθύς αμέσως το πρώτο χωρίο :

»Και ξάφνου, φάνηκαν σ”

αυτούς ο Μωυσής και ο Ηλίας να συνομιλούν μαζί του. Και αποκρινόμενος ο Πέτρος, είπε στον Ιησού: Κύριε, είναι καλό να είμαστε εδώ· αν θέλεις, ας κάνουμε εδώ τρεις σκηνές, μία για σένα, μία για τον Μωυσή, και μία για τον Ηλία. Ενώ αυτός ακόμα μιλούσε, ξάφνου, μια φωτεινή νεφέλη τούς επισκίασε· και ξάφνου, μια φωνή από τη νεφέλη, που έλεγε: Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, στον οποίο ευαρεστήθηκα· αυτόν να ακούτε. Και ακούγοντας οι μαθητές έπεσαν με το πρόσωπό τους στη γη, και φοβήθηκαν υπερβολικά. Και καθώς ο Ιησούς ήρθε κοντά τους, τους έπιασε, και είπε: Σηκωθείτε, και μη φοβάστε. Και εκείνοι υψώνοντας τα μάτια τους, δεν είδαν κανέναν, παρά τον Ιησού, μόνον. Κι ενώ κατέβαιναν από το βουνό, ο Ιησούς παρήγγειλε σ” αυτούς, λέγοντας: Μη πείτε σε κανέναν το όραμα, μέχρις ότου ο Υιός τού ανθρώπου αναστηθεί από τους νεκρούς.»

Κατά Ματθαίον Κεφ. 17, Στίχοι 3 – 9..

Τους ρωτούμε :

»Πού βρέθηκε ο Μωυσής και ο Ηλίας οι οποίοι δεν ήταν στη ζωή να συνομιλούν με τον Ιησού;»

Το χωρίο φανερώνει ξεκάθαρα ότι ο Ιησούς συνομιλούσε μαζί τους και αυτοί (οι μαθητές), άκουγαν τη συνομιλία!

Όπως καταλαβαίνετε το χωρίο αυτό έρχεται κόντρα στις δοξασίες των αιρετικών, διότι ενώ αυτοί κηρύττουν ότι μετά θάνατον δεν υπάρχει ψυχή που ζει, εδώ βλέπουμε τον Ιησού να συνομιλεί με τον Ηλία και τον Μωϋσή οι οποίοι δεν ήταν σε αυτή τη ζωή!

Όπως είναι όμως γνωστό, οι αιρετικοί ξέρουν να ελίσσονται, διότι
»25 ώρες το 24ωρο» σκέπτονται με ποιό τρόπο θα καταφέρουν να μας αποδείξουν ότι πέφτουμε σε πλάνη και ερμηνεύουμε λάθος την Αγία Γραφή.

Έτσι λοιπόν σκέφτηκαν να μας απαντήσουν, ότι ο διάλογος αυτός ανάμεσα στον Ιησού, τον Μωυσή και τον Ηλία ήταν στη σφαίρα της φαντασίας διότι επρόκειτο για όραμα και όχι για πραγματικό γεγονός.

»… Μη πείτε σε κανέναν το όραμα, μέχρις ότου…»

Συνεπώς, κατά τους αιρετικούς ο Ιησούς ανέβηκε στο βουνό με τους τρεις μαθητές του για να τους ξεγελάσει.

Τους κορόιδεψε λοιπόν και μαζί με αυτούς γελιόμαστε κι εμείς.

Στην ερώτηση όμως των Σαδδουκαίων οι οποίοι ούτε κι αυτοί πίστευαν στην ανάσταση των νεκρών, ο Χριστός απαντά :

»Για τους νεκρούς, όμως, ότι ανασταίνονται, δεν διαβάσατε στο βιβλίο τού Μωϋσή, πώς είπε σ” αυτόν ο Θεός, στην περίπτωση της βάτου, λέγοντας: «Εγώ είμαι ο Θεός τού Αβραάμ, και ο Θεός τού Ισαάκ, και ο Θεός τού Ιακώβ»;

Δεν είναι ο Θεός νεκρών, αλλά Θεός ζωντανών· εσείς, λοιπόν, πλανιέστε πολύ.»

Κατά Μάρκον Ευαγγέλιο Κεφ. 12, Στίχοι 26 – 27..

Με βάση την ερμηνεία των αιρετικών, θα πρέπει λοιπόν να πιστέψουμε ότι ο Θεός ήταν Θεός του Αβραάμ, και Θεός του Ισαάκ, και ο Θεός του Ιακώβ, όσο αυτοί ήταν εν ζωή και θα ξανά είναι Θεός τους όταν αυτοί αναστηθούν.

Κάτι τέτοιο όμως δεν προκύπτει από τα λόγια του Χριστού.

Ο Χριστός είναι ευθύς και κατηγορηματικός :

“Δεν είναι ο Θεός νεκρών, αλλά Θεός ζωντανών·»

Ας δούμε τώρα κι ένα δεύτερο χωρίο που τους παρουσιάζουμε ως απόδειξη μεταθανάτιας υπάρξεως της ψυχής και που φυσικά το αμφισβητούν και αυτό.

»Και όταν άνοιξε την πέμπτη σφραγίδα, είδα από κάτω από το θυσιαστήριο τις ψυχές των σφαγμένων εξαιτίας τού λόγου τού Θεού, και εξαιτίας τής μαρτυρίας που είχαν· και έκραζαν με δυνατή φωνή, λέγοντας: Μέχρι πότε, ω Κυρίαρχε άγιε και αληθινέ, δεν κρίνεις και δεν εκδικείσαι το αίμα μας από εκείνους που κατοικούν επάνω στη γη; Και σε κάθε έναν δόθηκαν λευκές στολές, και τους ειπώθηκε να αναπαυθούν ακόμα λίγο καιρό, μέχρις ότου συμπληρωθούν και οι σύνδουλοί τους και οι αδελφοί τους, αυτοί που πρόκειται να φονευθούν όπως κι αυτοί.»

Αποκάλυψη του Ιωάννου, Κεφ. 6, Στίχοι 9 – 11..

Εδώ ο Άγιος Ιωάννης μας λέγει ότι είδε τις ψυχές των νεκρών!

Πώς τις είδε εφόσον για τους αιρετικούς δεν υπάρχουν πουθενά ψυχές μετά τον ανθρώπινο θάνατο;

Και σε αυτό μας απαντούν ότι ο Ιωάννης της Αποκαλύψεως, δεν είδε κυριολεκτικά τις ψυχές των σφαγμένων αλλά όπως ξέρουμε, ο Ιωάννης μέσω οραμάτων έβλεπε όσα έλεγε και σε κατάσταση έκστασης.

-Αποκάλυψις 21:10

-Αποκάλυψις 17:3

-Αποκάλυψις 4:2

-Αποκάλυψις 1:10

Ο Ιωάννης περιγράφει εκείνα που είδε και αυτά που ο Ιωάννης είδε λέγονται ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ!

Εάν τώρα θελήσουμε κι εμείς να μπούμε στην λογική των αιρετικών, δηλαδή ό,τι περιγράφεται στην Αγία Γραφή σε οράματα να τα θέσουμε υπό αμφισβήτηση, τότε θα πρέπει να αναθεωρήσουμε πολλά από αυτά που μέχρι σήμερα γνωρίζουμε.

Για παράδειγμα :

»Υπήρχε δε κάποιος μαθητής στη Δαμασκό, που ονομαζόταν Ανανίας, και ο Κύριος, διαμέσου ενός οράματος, του είπε: Ανανία. Και εκείνος είπε: Εδώ είμαι, Κύριε. Και ο Κύριος του είπε: Αφού σηκωθείς, πήγαινε στην οδό, που λέγεται Ευθεία, και στο σπίτι τού Ιούδα ζήτησε κάποιον που λέγεται Σαύλος, από την Ταρσό· επειδή, να, προσεύχεται· και διαμέσου ενός οράματος είδε έναν άνθρωπο, που λεγόταν Ανανίας, ότι μπήκε μέσα και έβαλε επάνω του το χέρι, για να ξαναδεί. Και ο Ανανίας αποκρίθηκε: Κύριε, από πολλούς άκουσα
γι” αυτόν τον άνδρα, όσα κακά έκανε στους αγίους σου στην Ιερουσαλήμ· κι εδώ έχει εξουσία από τους αρχιερείς να δέσει όλους όσους επικαλούνται το όνομά σου. Και ο Κύριος του είπε: Πήγαινε, δεδομένου ότι αυτός είναι ένα εκλεκτό σκεύος σε μένα, για να βαστάξει το όνομά μου μπροστά σε έθνη και βασιλιάδες, και τους γιους Ισραήλ· επειδή, εγώ θα του δείξω όσα πρέπει να πάθει για χάρη τού ονόματός μου.»

Καινή Διαθήκη Πράξεις Κεφ. 9, Στίχοι 10 – 16..

Για ποιό λόγο άραγε ο Ανανίας πίστεψε ότι στ’ αλήθεια μέσω οράματος του μίλησε ο Ίδιος ο Κύριος;

Πώς το ερμηνεύουν αυτό το όραμα οι αιρετικοί άραγε;

Ήταν ο Κύριος αυτός που μίλησε στον Ανανία ή μια ψευδαίσθηση, ένα φάντασμα ή ήταν κάποιο παιχνίδι του εγκεφάλου του;

Εκ του αποτελέσματος πάντως το όραμα μάλλον το αντίθετο αποδεικνύει!

»Υπήρχε δε κάποιος άνθρωπος στην Καισάρεια, με το όνομα Κορνήλιος, εκατόνταρχος, από το τάγμα που λεγόταν Ιταλικό,  ευσεβής  και  φοβούμενος  τον  Θεό  μαζί  με  ολόκληρη  την  οικογένειά του, ο οποίος έκανε πολλές ελεημοσύνες στον  λαό,  και δεόταν διαρκώς στον Θεό. Αυτός είδε φανερά διαμέσου οράματος, γύρω στην ένατη ώρα τής ημέρας, έναν άγγελο του Θεού, ότι μπήκε μέσα προς αυτόν και του είπε: Κορνήλιε. Και εκείνος, ατενίζοντας σ” αυτόν, και ενώ έγινε  έντρομος,  είπε: Τι είναι, Κύριε; Και του είπε:
Οι προσευχές σου και οι ελεημοσύνες σου ανέβηκαν σε υπόμνηση μπροστά στον Θεό. Και τώρα, στείλε ανθρώπους στην  Ιόππη, και προσκάλεσε τον Σίμωνα, που αποκαλείται Πέτρος·»

Να δίνεται ιδιαιτέραν σημασία στις λέξεις εκείνες που τονίζουμε και υπογραμμίζουμε!

»είδεν εν οράματι φανερώς

Και για ποιό λόγο να δώσει σημασία ο εκατόνταρχος Κορνήλιος σε ένα όραμα;

Πώς το ερμηνεύουν άραγε αυτό το όραμα οι αιρετικοί;

Μίλησε όντως δια μέσου οράματος Άγγελος Κυρίου, ή ήταν κι αυτό ένα φάντασμα όπως ο Μωϋσής με τον Ηλία στο βουνό της Μεταμορφώσεως όπως υποστηρίζουν οι Χιλιαστές και οι αιρετικοί γενικότερα;

»Και όταν έφυγε από εκεί, ήρθε στο σπίτι κάποιου που ονομαζόταν Ιούστος, ο οποίος σεβόταν τον Θεό, του οποίου το σπίτι συνόρευε με τη συναγωγή. Και ο αρχισυνάγωγος Κρίσπος πίστεψε στον Κύριο μαζί με ολόκληρη την οικογένειά  του· και πολλοί από τους Κορινθίους, ακούγοντας, πίστευαν και βαπτίζονταν. Και ο Κύριος, διαμέσου οράματος,  τη νύχτα, είπε στον Παύλο: Μη φοβάσαι, αλλά μίλα και μη σιωπήσεις· επειδή, εγώ είμαι μαζί σου, και κανένας  δεν  θα  βάλει  χέρι  επάνω σου για να σε κακοποιήσει· δεδομένου ότι, έχω πολύ λαό μέσα σ” αυτή την πόλη. Και  εκεί  κάθησε  έναν  χρόνο  και  έξι  μήνες,  διδάσκοντας  ανάμεσα σ” αυτούς τον λόγο τού Θεού.»

Καινή Διαθήκη Πράξεις Κεφ. 18, Στίχοι 7 – 11…

Αν τα οράματα στην Αγία

Γραφή, όπως υποστηρίζουν οι Χιλιαστές δεν πρέπει να τα λαμβάνουμε κυριολεκτικά υπόψη μας,  τότε  πώς  ο  Απόστολος  ένας  φωτισμένος  και  θεόπνευστος άνθρωπος δίδει τόση σημασία σε ένα όραμα που είδε;

Του μίλησε όντως ο Ίδιος ο Κύριος ή νόμιζε ότι του μίλησε;

Πώς το ερμηνεύουν αυτό το χωρίο άραγε οι αιρετικοί;

Ακολουθούν μερικά ακόμη χωρία από την Αγία Γραφή, τα οποία θα πρέπει να τεθούν υπό αμφισβήτηση με βάση την ερμηνεία  που  δίδουν  οι αιρετικές δοξασίες.

»Αλλ’ ενώ αυτός έκανε αυτές τις σκέψεις, ένας άγγελος του Κυρίου παρουσιάστηκε στο όνειρό του και του είπε:«Ιωσήφ, γιε του Δαβίδ, μη διστάσεις να πάρεις μαζί σου τη Μαρία, τη γυναίκα σου, γιατί αυτό που γεννήθηκε μέσα της προέρχεται από το Πνεύμα το Άγιο.»

Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο Κεφ. 1, Στίχος 20..

* * * * *

»Κι επειδή με θεία αποκάλυψη φωτίστηκαν στ” όνειρό τους να μην επιστρέψουν στον Ηρώδη, αναχώρησαν για τηχώρα τους από άλλο δρόμο.»

Κατά Ματθαίον Κεφ. 2, Στίχος 12..

* * * * *

»Όταν αυτοί αναχώρησαν, εμφανίζεται ένας άγγελος του Κυρίου στον Ιωσήφ, στ” όνειρό του, και του λέει: «Σήκω, πάρε μαζί σου το παιδί και τη μητέρα του και φύγε στην Αίγυπτο και μείνε εκεί ώσπου να σε ειδοποιήσω, γιατί ο Ηρώδης πρόκειται να αναζητήσει το παιδί, με σκοπό να το σκοτώσει» ».

Κατά Ματθαίον Κεφ. 2, Στίχος 13..

* * * * *

»Και αφού πια πέθανε ο Ηρώδης, εμφανίστηκε ένας άγγελος του Κυρίου στον Ιωσήφ, στ” όνειρό του στην Αίγυπτο και του είπε: «Σήκω, πάρε μαζί σου το παιδί και τη μητέρα του και πήγαινε στη χώρα του Ισραήλ, γιατί έχουν πεθάνει εκείνοι που ζητούσαν ν” αφαιρέσουν τη ζωή του παιδιού».»

Κατά Ματθαίον Κεφ. 2, Στίχοι 19 – 20..

Δείτε ακόμη περισσότερα περί των οραμάτων στην Αγία Γραφή στα χωρία που ακολουθούν.

-Λουκάς 1:22..

-Κορινθίους Β” 12:1..

-Πράξεις 18:9..

Έτσι λοιπόν με βάση όσα παραθέσαμε μέσα από το Λόγο του Θεού, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι τα όνειρα και τα οράματα, δεν είναι ψευδαισθήσεις, ούτε παιχνίδια του εγκεφάλου, ούτε με φαντάσματα έχουν να κάνουν!

Αλλά πρόκειται για ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ!!!

Για το λόγο αυτό, οι αιρετικοί ας εγκαταλείψουν τις διαστρεβλώσεις που διδάσκονται και ας αντιμετωπίσουν την αλήθεια κατάματα.

Αν αμφισβητούν κάποια γεγονότα επειδή αυτά έγιναν δια μέσου οραμάτων, τότε θα πρέπει να τεθούν υπό αμφισβήτηση όλα τα γεγονότα εκείνα που εφανερώθησαν δια μέσω οραμάτων.

Κλείνουμε αυτή τη μικρή μας αναφορά με ένα χωρίο που ίσως οι αιρετικοί δεν έχουν υπόψη τους ή δεν διδάσκονται στις συναθροίσεις τους.

Ένα χωρίο στο οποίο τα σχόλια περιττεύουν.

»Η Μάρθα, λοιπόν, είπε στον Ιησού: Κύριε, αν ήσουν εδώ, δεν θα πέθαινε ο αδελφός μου· όμως, και τώρα ξέρω ότι, όσα ζητήσεις από τον Θεό, ο Θεός θα σου τα δώσει.

Ο Ιησούς λέει σ” αυτήν: Ο αδελφός σου θα αναστηθεί.

Η Μάρθα λέει σ” αυτόν: Ξέρω ότι θα αναστηθεί κατά την ανάσταση στην έσχατη ημέρα.

Ο Ιησούς είπε σ” αυτήν: Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή· αυτός που πιστεύει σε μένα, και αν πεθάνει, θα ζήσει.

Και καθένας που ζει και πιστεύει σε μένα, δεν πρόκειται να πεθάνει στον αιώνα. Το πιστεύεις αυτό;

Του λέει: Ναι, Κύριε, εγώ πίστεψα ότι, εσύ είσαι ο Χριστός, ο Υιός τού Θεού, αυτός που έρχεται στον κόσμο.»

Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο Κεφ. 11, Στίχοι 21 – 27..

Όποιος δεν πιστεύει λοιπόν σε αυτό και δηλώνει χριστιανός, τότε πιστεύει στον Χριστό αλλά όχι στα λόγια Του.

Ο Θεός να μας προστατεύει από την πλάνη των αιρέσεων.

Επιμέλεια: » ΑΝΤΙΧΙΛΙΑΣΤΙΚΟΣ »

http://antiairetikos.blogspot.gr/2017/02/blog-post_28.html

Ο Δαρβίνος, η επιστήμη και ο Χριστιανισμός

0
0

Αποτέλεσμα εικόνας για Δαρβίνος, Χριστιανισμός

Ο  Δαρβίνος, η επιστήμη και ο Χριστιανισμός

Μελέτη  Γιώργου Ν. Παπαθανασόπουλου

Χημικού, Δημοσιογράφου και Συγγραφέα

                                                ΕΙΣΑΓΩΓΗ

            Ο ολοκληρωτισμός κατέρρευσε στην Ευρώπη και γενικότερα πριν από 28 χρόνια και μετά από 72 χρόνια, που επεκράτησαν οι μπολσεβίκοι στη Ρωσία. Όμως κάποια χαρακτηριστικά του εξακολουθούν να υπάρχουν, με άλλη μορφή, θυμίζοντας τη δυστοπία του Όργουελ. Η νοοτροπία, που κυριαρχεί σε μεγάλο μέρος της Δύσης σήμερα, επιδιώκει να επιβάλλει στους πολίτες να πιστέψουν ότι 2+2=5, ότι η ελευθερία είναι σκλαβιά, πως η άγνοια είναι δύναμη, και πως όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι αλλά κάποιες ομάδες από αυτές είναι «πιο ίσες». Αυτή η νοοτροπία θέλει να μας πείσει ότι το παρά φύση είναι φυσιολογικό, ότι η δολοφονία είναι αξιοπρέπεια και απόδειξη ισότητας των δύο φύλων, ότι η εξάρτηση από τα πάθη είναι ελευθερία, ενώ ο αγώνας για ανεξαρτησία από αυτά είναι σκλαβιά…

            Μοχλός για την οργουελική ατμόσφαιρα που βιώνουμε είναι η θεωρία της εξέλιξης και της καταγωγής των ειδών του Δαρβίνου, ο οποίος πάντως είναι αμέτοχος σ’ αυτήν. Απλώς εκμεταλλεύονται τη θεωρία του οι πάσης φύσεως άθεοι. Η ιδεολογία τους είναι πως η θεωρία της εξέλιξης ισχύει απολύτως και επεκτείνεται σε όλη τη ζωή του ανθρώπου. Επομένως, κατά τους αθέους,  δεν υπάρχουν σταθερές αρχές και αξίες. Αυτό που ήταν χθες ανήθικο, σήμερα είναι ηθικό, αυτό που απαγορευόταν άλλοτε, σήμερα επιτρέπεται. Όσοι πιστεύουν στις σταθερές αρχές και αξίες είναι «οπισθοδρομικοί» και «σκοταδιστές», «Προοδευτικοί» είναι όσοι αποδέχονται τα  όσα προωθούν οι άθεοι, οι ομοφυλόφιλοι και οι άλλες ισχυρές παγκοσμίως μειονότητες.

            Η προσπάθεια κατάργησης  αρχών και αξιών που δημιούργησε και ανέδειξε τον σημαντικότερο πολιτισμό στην ανθρωπότητα, και που στηρίζεται στους τρεις πυλώνες: Ιερουσαλήμ, Αθήνα, Ρώμη, είναι πορεία προς τον εκβαρβαρισμό της Δύσης και, ίσως, σύγκρουσης με το Ισλάμ, και πιθανή υποταγή της Ευρώπης σε αυτό. Τελικός σκοπός της εφαρμοζόμενης στρατηγικής από τους αθέους είναι η εξόντωση του Χριστιανισμού και του πολιτισμού του και η επιβολή της αθεΐας. Το παράδοξο της εποχής μας είναι πως στην αντιχριστιανική αυτή εκστρατεία συσπειρώνονται υλιστές, μαρξιστές, ηδονιστές, τέκτονες, αναρχικοί και φιλελεύθεροι!…

Κατά την ιδεολογία τους, προϊόν της εκμετάλλευσης της θεωρίας του Δαρβίνου, ο άνθρωπος είναι μόνο ύλη και επομένως για να βρει την ελευθερία του πρέπει να απελευθερωθεί από τον Χριστιανισμό, που είναι «μια τυραννία που τον βασανίζει…».  Σημειώνεται ότι η επιχείρηση των αθέων ενώ υποτίθεται πως είναι εναντίον των τριών μονοθεϊστικών θρησκειών, ουσιαστικά δρα μόνον εναντίον του Χριστιανισμού.

            Επειδή η εκστρατεία των αθέων κατά του Χριστιανικού πολιτισμού εντείνεται επιβάλλοντας, με τη μέθοδο του σαλαμιού, την αποδόμηση θεμελιωδών ηθικών και φυσικών αρχών της ανθρώπινης τιμής και αξιοπρέπειας θεώρησα καθήκον μου να γράψω την παρούσα μελέτη. Δεν είναι εύκολη, ούτε μικρή σε έκταση. Όμως ελπίζω να αποτελέσει εγχειρίδιο για πολλούς αναγνώστες της και βοήθημα στη σκέψη και στην πορεία της ζωής τους.

                                                        Α΄ ΜΕΡΟΣ

    Ο Χριστιανισμός και η θεωρία της εξέλιξης             

            Η θεωρία του Δαρβίνου για την εξέλιξη και την καταγωγή των ειδών, μετά από 158 χρόνια που δημοσιοποιήθηκε, συνεχίζει να απασχολεί τους επιστήμονες και να είναι, ως μη ώφελε,  η κεντρική ιδεολογία  των πάσης φύσεως αθέων εναντίον των Χριστιανών και, γενικότερα, εναντίον της πίστεως στον Θεό.  Αν και ατελής επιστημονική θεωρία, προωθείται ως έχουσα πλέον παγκόσμια και πλήρη αποδοχή…

 Τον περασμένο Νοέμβριο ο ομότιμος καθηγητής της ιστορίας των επιστημών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης Τζον Μπρουκ μίλησε στο αμφιθέατρο του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, με θέμα «Ο Δαρβίνος και η επιβίωση της θρησκείας». Με την ευκαιρία της παρουσίας του στην Ελλάδα έδωσε συνέντευξη στον Τάσο Καφαντάρη (Εφημ. «Το Βήμα», Κυριακή, 27 Νοεμβρίου 2016, σελ. 22). Στην ερώτηση για το ποιος, κατά την άποψή του, είναι ο λόγος της ανοχής που έδειξε η Ορθόδοξη Εκκλησία προς τους Γαλιλαίο και Δαρβίνο, όταν τέτοια ανοχή δεν υπήρξε από τους Ρωμαιοκαθολικούς και τους Προτεστάντες, ο Άγγλος καθηγητής σημείωσε, ότι δεν γνωρίζει τους λόγους, αλλά προέβη σε κάποιες υποθέσεις. Ως μία από αυτές  θεώρησε ότι είναι « η σοφή οικονομία του λόγου Της». Πάντως ζήτησε η Ορθόδοξη Εκκλησία να πάρει «σαφή θέση» στο θέμα της Θεωρίας της Εξέλιξης του Δαρβίνου, η οποία, όπως είπε, «είναι δεδομένο ότι για όλους τους επιστήμονες ισχύει και ότι δεν νοείται βιολογία χωρίς αυτήν».

            Ο κ. καθηγητής προφανώς αγνοεί την πνευματικότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία αντίθετα προς το πνεύμα των Προτεσταντών και των Ρωμαιοκαθολικών, δεν σχολιάζει τα επιτεύγματα  της Επιστήμης. Πίστη Της  είναι ότι ουδεμία  ανάμιξη μπορεί να έχει στα επιστημονικά επιτεύγματα, που φέρνουν τον άνθρωπο πιο κοντά στον Θεό. Εκεί που εκφράζει αντιρρήσεις  είναι όταν με την επιστήμη και την τεχνολογία  θίγεται ο άνθρωπος ως ύπαρξη και ως οντότητα, όταν καταλύονται οι θεσμοί, όπως η οικογένεια, και όταν παραβιάζεται και καταστρέφεται η φύση, εν ονόματι μιας ελευθερίας, που στην ουσία είναι υποταγή στην τυραννική εξουσία των παθών, ή της ιδεολογίας.

            Για τη θεωρία του Δαρβίνου, περί της εξέλιξης και της καταγωγής των ειδών πράγματι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν έχει εκφράσει άποψη. Σε καμία επιστημονική θεωρία δεν την έχει εκφράσει επισήμως, και έπραξε ορθώς. Δεν έχει εκφράσει την άποψή της λ.χ. για το Νόμο της  Παγκόσμιας Έλξης του Νεύτωνα, για τους Αστρονομικούς Νόμους του Κέπλερ και για τις αστρονομικές ανακαλύψεις του Γαλιλαίου, καθώς και

για τη θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν, που συγκλόνισαν τον επιστημονικό κόσμο της εποχής τους. Κατά τον 18ο αιώνα μεμονωμένα κληρικοί και λαϊκοί Της σχολίασαν τα επιστημονικά επιτεύγματα της εποχής τους, κυρίως τα αστρονομικά, άλλοι θετικά, άλλοι αρνητικά. Αρκετοί μετάφρασαν στα ελληνικά τις σύγχρονές τους επιστημονικές εργασίες και τις εξέδωσαν, προς ενημέρωση των Ελλήνων.

Μεταξύ αυτών, που υπήρξαν οι πρωτεργάτες του ελληνικού Διαφωτισμού και που προώθησαν τις θετικές επιστήμες στον Ελληνισμό ήσαν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων Χρύσανθος Νοταράς, οι Αρχιεπίσκοποι Σλαβενίου και Χερσώνος Ευγένιος Βούλγαρης και Νικηφόρος Θεοτόκης,  οι ιερομόναχοι Βενιαμίν ο Λέσβιος, Άνθιμος Γαζής, Μεθόδιος Ανθρακίτης και Διονύσιος Πύρρος, και λαϊκοί, πιστοί στην Ορθοδοξία, όπως ο ήρωας και εθνομάρτυρας Ρήγας ο Βελεστινλής και Κωνσταντίνος Κούμας. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος του Βενιαμίν του Λεσβίου για τον Γαλιλαίο:«Γαλιλαίος, εις τον οποίον η φιλοσοφία (Σημ. γρ. Ο Βενιαμίν ονομάζει Φιλοσοφία την Επιστήμη) είναι τόσον υπόχρεως, υπεβάσταξε περί τον δέκατον έβδομον αιώνα την δόξαν του Κοπερνίκου. Επειδή όμως και ο αρχηγός της δυτικής εκκλησίας φέρει ανά χείρας και τον σταυρόν και την σπάθην, και κολάζει (Σημ. γρ. τιμωρεί) καθώς ήθελε τω φανή, εβίασε τον Γαλιλαίον ή να εκβάλη το πυρ εκ του κέντρου του κόσμου και να αντικαταστήση την γην, ή να βαλθή αυτός εις το πυρ, καθό αιρετικός. Ούτω πως οι μαθηταί του πράου Ιησού κολάζουν τους αιρετικούς. Αν από το ένα μέρος είναι άτοπον να θεολογή η φιλοσοφία, από το άλλο είναι, ως φαίνεται, και αναγκαίον να φιλοσοφή (Σημ.γρ. Να ασχολείται με την Επιστήμη) η θεολογία. Δύο είναι τα αίτια, δια τα οποία το σύστημα του Κοπερνίκου υπήντησε κοινώς τόσην αντίστασιν, η φιλαυτία του ανθρώπου και η δύσληψις του ότι η γη κινείται». (Βλ. σχ. Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών «Ιστορία και φιλοσοφία των Επιστημών στον Ελληνικό χώρο (17ος-19ος αι.)», Εκδ. «Μεταίχμιο», Αθήνα, 2003, σελ. 467).

Για το ίδιο θέμα, του Γαλιλαίου και της αντιμετώπισής του,  ο Ζήσιμος Λορεντζάτος γράφει:

«Σωστά ο Γαλιλαίος έκαμε τους λογαριασμούς του (δεν είχε άλλο τρόπο). Το λάθος βρίσκεται στην καταδίκη του από την Καθολική Εκκλησία, που συσχέτιζε άτοπα. Το ίδιο άτοπος ο συσχετισμός ανάμεσα στον Αδάμ ή την Εύα και στην εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου. Δεν υπάρχει ανταγωνισμός ανάμεσα σε θρησκεία και επιστήμη, ανάμεσα σε αιωνιότητα και χρονικότητα ή χρόνο. Μάταια κονταροχτυπιούνται όσοι δεν το καταλαβαίνουν αυτό». (Ζήσιμου Λορεντζάτου «Collectanea», Εκδ. «Δόμος», Αθήνα, 2009, σελ. 663).

Ο Άγγλος καθηγητής Τζον Μπρουκ υποστηρίζει ότι η θεωρία του Δαρβίνου έχει την γενική αποδοχή των βιολόγων.  Όμως πάντα είναι μια θεωρία, η οποία έχει δεχθεί αυστηρή αρνητική επιστημονική κριτική. Ένας από τους επικριτές της θεωρίας του Δαρβίνου είναι ο διάσημος φιλόσοφος, υπερασπιστής της ανοικτής κοινωνίας  και καθηγητής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου και του LondonSchool of Economics Σερ Καρλ Πόπερ (1902-1994). Την θεωρεί μια εντυπωσιακή θεωρία, αλλά σημειώνει ότι η πεποίθηση πως  ερμηνεύει πλήρως την εξέλιξη των ειδών «είναι πολύ μακριά από το να αποδειχθεί».   H Ειρήνη Παπαδάκη στην εισαγωγή της στο βιβλίο του Πόπερ «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της» (Σημ. Η ίδια το μετέφρασε στα ελληνικά και έχει εκδοθεί  από τις εκδόσεις «Δωδώνη»), γράφει πως ο εν λόγω άγγλος καθηγητής της Λογικής υποστήριξε ότι η «διαψευσιμότητα» είναι απαραίτητη για να έχει μια θεωρία επιστημονική βάση. Δηλαδή μια θεωρία πρέπει να έχει πειραματικό και ελέγξιμο περιεχόμενο και να μην εκφράζει απλώς μιαν πίστη ή μιαν ιδεολογία. Επίσης τα δεδομένα της έρευνας για μιαν επιστημονική θεωρία δεν πρέπει να είναι περιορισμένης  παρατήρησης, εξειδικευμένης εμπειρίας και με λογικά κενά.  Γράφει ο Πόπερ:

            «Ως εκ τούτου μετά χαράς αποδέχομαι ότι διαψευσιοκράτες σαν και μένα προτιμούν πολύ περισσότερο το να επιχειρήσουν να λύσουν ένα ενδιαφέρον πρόβλημα με μία τολμηρή εικασία, ακόμα και αν (και ειδικά αν) αυτή πρόκειται να αποδειχθεί σύντομα ψευδής, από το να παραθέσουν μιαν ακολουθία άσχετων προφανειών. Το προτιμάμε γιατί πιστεύουμε ότι αυτός είναι μοναδικός τρόπος να μάθουμε από τα σφάλματά μας. Πιστεύουμε πως, ανακαλύπτοντας ότι η υπόθεση μας ήταν ψευδής, θα έχουμε μάθει πιο πολλά για την αλήθεια, θα έχουμε φτάσει πιο κοντά στην αλήθεια». (Βλ.σχ. A.F. Chalmers«Τι είναι αυτό που το λέμε Επιστήμη;», Πανεπ. Εκδ. Κρήτης, Ηράκλειο, 1994, σελ. 66 και K.R. Popper “Conjectures and Refutations”, Ed. Routledge & Kegan Paul, 1969, p. 231. Οι υπογραμμίσεις στο πρωτότυπο).

            Στα 1974, με γνωστή πλέον τη δομή του DNA και το καταστάλαγμα της σχετικής έρευνας περί της θαυμαστής  πολυπλοκότητας της λειτουργίας του, ο Πόπερ οδηγήθηκε στο συμπέρασμα πως «η δυνατότητα πρόσβασης  στην αρχή της ζωής κατέστη ένα αδιαπέραστο τείχος για την επιστήμη». ( «Studies in the Philosophy of Biology: Reduction and Related Problems», Edited by Francisco Jose Ayala & Theodosius Dobzansky, Mc Millan Press, 194, p. 270).

Η θεωρία του Δαρβίνου δεν πληροί τους όρους, που θέτει ο Πόπερ, για να θεωρηθεί επιστημονική. Ο ίδιος ο Δαρβίνος στο βιβλίο του «Η καταγωγή των ειδών» εξετάζοντας διάφορα είδη σημειώνει τη σχετικότητα και το ατελές της θεωρίας του: «Οι δυσκολίες που συναντάμε με τη θεωρία της καταγωγής με τροποποίηση είναι αρκετά σοβαρές. Όλα τα άτομα του ιδίου είδους και όλα τα είδη του ιδίου γένους…κατάγονται από κοινούς γονείς. Επομένως σε όσο μακρινά και απομονωμένα μέρη του κόσμου και αν βρεθούν τώρα, θα πρέπει να έχουν ταξιδέψει στη διάρκεια διαδοχικών γενιών από κάποιο σημείο σε όλα τα άλλα. Είμαστε συχνά εντελώς ανίκανοι ακόμα και να υποθέσουμε πώς θα μπορούσε να έχει πραγματοποιηθεί αυτό». (Καρόλου Δαρβίνου «Η καταγωγή των ειδών», Εκδ. «Το Βήμα», Αθήνα, 2009, Τόμος Β΄, σελ. 181. Ο τονισμός του υπογρ.).

Σε άλλο σημείο ο Δαρβίνος γράφει: «Αν και η γεωλογική έρευνα έχει αποκαλύψει αναμφίβολα την κατά το παρελθόν ύπαρξη πολλών κρίκων, φέρνοντας πολυάριθμες μορφές ζωής πολύ πλησιέστερα τη  μία με την άλλη, δεν δίνει τις απείρως πολλές λεπτές διαβαθμίσεις μεταξύ των προγενεστέρων και σημερινών ειδών που χρειάζονται στη θεωρία και αυτό είναι η πιο προφανής από τις πολλές αντιρρήσεις που χρειάζονται στη θεωρία». (Σημ. της καταγωγής των ειδών και της εξέλιξης. Ό.π. σελ. 183. Ο τονισμός του υπογρ.).

Στις αρχές του 20ού αιώνα o σημαντικός Γερμανός ιστορικός και φιλόσοφος της ιστορίας Oσβαλντ Σπένγκλερ (1880-1936) στο βιβλίο του «Η παρακμή της Δύσης», το οποίο είχε ολοκληρώσει στα 1914, αλλά κυκλοφορήθηκε μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, θεωρεί ότι «η βιολογική θεωρία του Δαρβίνου για τη γένεση των ειδών είναι πράγματι μόνον απομίμηση της εξέλιξης της ίδιας της Αγγλίας» και σημειώνει:

«Τίποτε δεν αναιρεί τόσο έγκυρα τον Δαρβίνο όσο τα αποτελέσματα της παλαιοντολογίας. Τα ευρήματα των απολιθωμάτων δεν μπορούν, σύμφωνα με μια απλή πιθανότητα, παρά να είναι μόνο τυχαία δείγματα. Κάθε κομμάτι θα έπρεπε λοιπόν να αντιπροσωπεύει ένα διαφορετικό στάδιο εξέλιξης. Θα υπήρχαν μόνο <μεταβατικά στάδια>, όχι όρια και κατά συνέπεια όχι είδη. Αντ’ αυτού όμως βρίσκουμε εντελώς σταθερές και επί μακρά χρονικά διαστήματα αμετάβλητες μορφές, οι οποίες δεν αναπτύχθηκαν ασφαλώς σκόπιμα, αλλά εμφανίζονται ξαφνικά και αμέσως σε οριστική διαμόρφωση, και δεν μετατρέπονται σε ακόμη πιο σκόπιμες, αλλά γίνονται πιο σπάνιες και εξαφανίζονται, ενώ έχουν εμφανισθεί και πάλι εντελώς διαφορετικές μορφές…».

Ως προς την δημιουργία του ανθρώπου ο Σπένγκλερ γράφει μεταξύ των άλλων:

«Όσον αφορά τον άνθρωπο, τα ευρήματα της πλειστοκαίνου υποπεριόδου δείχνουν όλο και πιο φανερά ότι όλες οι μορφές, που υπήρχαν τότε, αντιστοιχούν σε αυτές που ζουν σήμερα και ότι δεν εμφανίζουν το παραμικρό ίχνος μιας εξέλιξης προς μια πιο σκόπιμα δομημένη φυλή. Και η έλλειψη ευρημάτων της τριτογενούς περιόδου κάνει όλο και πιο φανερό ότι η μορφή ζωής του ανθρώπου οφείλει, όπως και κάθε άλλη, την προέλευσή της σε μια ξαφνική αλλαγή, το <από πού>, το <πώς> και το <γιατί> της οποίας θα παραμείνει ένα ανεξιχνίαστο μυστικό. Αν όντως υπήρχε μια εξέλιξη υπό την αγγλική έννοια, δεν θα υπήρχαν ούτε ξεχωριστά γήινα στρώματα ούτε μεμονωμένες τάξεις ζώων, αλλά μία και μοναδική γεωλογική μάζα και ένα χάος επί μέρους ζωντανών μορφών, που θα είχαν απομείνει στον αγώνα για την ύπαρξη». ( Οσβαλντ Σπένγκλερ «Η παρακμή της Δύσης», Ελλην. Έκδ. «Τυπωθήτω – Γιώργος Δαρδανός», Αθήνα, Α΄ Ανατύπωση 2004, Β΄ Τόμος, σελ. 42-45. Ο τονισμός στο πρωτότυπο).

Ο Ζακ Μονό (1910-1976), βραβείο Νόμπελ φυσιολογίας το 1965, άθεος και οπαδός «ενός σοσιαλιστικού ουμανισμού πραγματικά επιστημονικού» έγραψε το βιβλίο « Η τύχη και η αναγκαιότητα» ( Έκδ. Ράππα, Αθήνα, 1971). Χρησιμοποιώντας τα τότε γνωστά στοιχεία περί DNA επιχειρεί να εκσυγχρονίσει τη θεωρία της εξέλιξης του Δαρβίνου. Όμως δεν μπορεί να αποφύγει να αναγνωρίσει ότι οι μοριακοί μηχανισμοί αντιγραφής, μετάλλαξης και αποδικωποίησης επί τρισεκατομμύρια χρόνια και με προς το άπειρο τείνουσες μεταβολές αποτελούν «αίνιγμα», που τείνει στο «θαύμα». Γι’ αυτό και αναγνωρίζει ως εύλογο το λόγο του Μωριάκ: « Τα όσα λέει ο καθηγητής (Σημ. Ο Μονό) είναι πολύ πιο απίστευτα ακόμα και από όσα  πιστεύουμε εμείς οι ταπεινοί Χριστιανοί και τα θεωρεί απίστευτα» (Σημ. ο.π. σελ. 181). Πράγματι, δεν μπορεί κανείς μη δογματικός και σοβαρός επιστήμονας να υποστηρίξει με υπευθυνότητα   την άποψη του Μονό, πως όλα  στον πλανήτη μας συνέβησαν χωρίς σκοπό και μόνο με την τύχη και την αναγκαιότητα…. Είναι γνωστό το λεχθέν ότι οι θεωρίες των Δαρβίνου και Μονό έχουν απείρως μικρότερη πιθανότητα να πραγματοποιηθούν από το να αναμιχθούν τα 24 γράμματα της αλφαβήτου σε έναν αναμικτήρα και να προκύψει η Ιλιάδα…

Το συμπέρασμα του Μονό, ενός  σημαντικού επιστήμονα, που όμως ανέμιξε την ιδεολογία του στην επιστήμη,  στο βιβλίο του «Τύχη και αναγκαιότητα», είναι χαρακτηριστικό του λογικού και πνευματικού κενού στο οποίο ζούσε: «Ο άνθρωπος ξέρει επιτέλους ότι είναι μόνος μέσα στην αδιάφορη απεραντοσύνη του Σύμπαντος, από όπου ξεπήδησε τυχαία. Όχι μόνο το πεπρωμένο του, μα ούτε και το χρέος του είναι γραμμένο πουθενά…». (Σημ. Ο.π. σελ. 228).

Ο Ζαν Γκιτόν , μαθητής του Ανρί Μπερξόν, φιλόσοφος και ο ίδιος και μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, σχολιάζοντας τη θεωρία του Δαρβίνου γράφει: «Οπωσδήποτε οι νόμοι της εξέλιξης που διατύπωσε ο Δαρβίνος ισχύουν αφήνοντας πολλά περιθώρια στο τυχαίο. Όμως ποιος αποφάσισε αυτούς τους νόμους; Ποιο τυχαίο γεγονός έκανε ορισμένα άτομα να ενωθούν σχηματίζοντας τα πρώτα μόρια αμινοξέων; Και από ποιο τυχαίο γεγονός πάλι, αυτά τα μόρια συγκεντρώθηκαν για να καταλήξουν σε αυτό το εξαιρετικά πολύπλοκο οικοδόμημα, το DNA; Σαν τον βιολόγο Φρανσουά Ζακόμπ (Σημ. Έζησε από το 1920 έως το 2013. Έλαβε το βραβείο Νόμπελ μαζί με τον Ζακ Μονό), θέτω και εγώ την απλή ερώτηση: Ποιοςεπινόησε τα σχέδια του πρώτου μορίου DNA,φορέα του αρχικού μηνύματος, που θα επιτρέψει στο πρώτο ζωντανό κύτταρο να αναπαραχθεί;». (Από το βιβλίο «Dieu et la Science», Edition Grasset, Paris, 1991. Στην Ελλάδα κυκλοφορήθηκε από τις εκδόσεις «Αστάρτη» το 1998, με τίτλο «Θεός και Επιστήμη». Ο τονισμός στο πρωτότυπο).

Ως προς τη θεωρία του Ζακ Μονό, περί της τύχης και της αναγκαιότητας, που, κατά την άποψή του, δημιούργησαν και συντηρούν από τον μονοκύτταρο οργανισμό και τα όσα επί του πλανήτη μας υπάρχουν έως το σύνολο του σύμπαντος, ο Ζαν Γκιτόν σημειώνει στο ίδιο του βιβλίο: «Στις ρίζες της δημιουργίας δεν υπάρχει κανένα συμπτωματικό συμβάν, τίποτε το τυχαίο, αλλά ένας βαθμός τάξης άπειρα μεγαλύτερος από όσο μπορούμε να φαντασθούμε: Είναι μια ύψιστη τάξη, που ρυθμίζει τις φυσικές σταθερές, τις αρχικές συνθήκες, τη συμπεριφορά των ατόμων και τη ζωή των άστρων. Παντοδύναμη, ελεύθερη, άπειρα υπαρκτή, μυστηριακή, σιωπηλή, αόρατη, ευαίσθητη, βρίσκεται παντού αιώνια και απαρατήρητη, πίσω από τα επιφαινόμενα, πολύ μακριά πάνω από το σύμπαν, αλλά παρούσα σε κάθε σωματίδιο».

Ο Γάλλος διανοούμενος Ρενέ Γκενόν (1886-1951), για το ίδιο θέμα, σημειώνει ότι ο «εξελικτισμός»  στράφηκε τελικά κατά του ορθολογισμού, σημειώνοντας πως η λογική δεν μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως σε αυτό, που δεν είναι παρά αλλαγή και καθαρή πολλαπλότητα, ούτε να περιλάβει στις έννοιές της την απεριόριστη πολυπλοκότητα των αισθητών πραγμάτων.(Βλ. σχ. Ρενέ Γκενόν «Η κρίση του σύγχρονου κόσμου», Εκδ. «Δωδώνη», Αθήνα, 1980, σελ. 89).

Οι Ρωμαιοκαθολικοί και οι Προτεστάντες στο θέμα της Δημιουργίας και των περί αυτής αποδείξεων  ακολούθησαν τη λογική του Θωμά Ακινάτη. Η πεποίθηση των Λατίνων και λατινιζόντων θεολόγων, ότι δια της λογικής είναι δυνατό να αποδειχθεί η ύπαρξη του Θεού και να στηριχθεί το γράμμα της περιγραφής του προφήτη Μωυσή περί της Δημιουργίας, προκάλεσε και συνεχίζει να προκαλεί την έντονη  αντιπαράθεσή τους με τους αγνωστικιστές και τους αθέους. Οι Χριστιανοί της Δύσης δεν έμειναν στην επιστημονική και ορθολογιστική κριτική της θεωρίας του Δαρβίνου, αλλά αντιπαράθεσαν τα απολογητικά  επιχειρήματα της πίστης τους σε αυτά της ιδεολογίας των αθέων. Μπήκαν έτσι στο παιχνίδι  τους και έφτασαν στο σημείο, για να υποστηρίξουν τις θέσεις τους, να αμφισβητούν προφανή επιστημονικά δεδομένα….                   

    Β΄ ΜΕΡΟΣ

            Οι Πατέρες της Εκκλησίας και η Δημιουργία

Οι Πατέρες της Εκκλησίας προηγήθηκαν πολύ της εποχής τους με όσα έγραψαν για τη Δημιουργία. Από τα όσα έργα τους διασώθηκαν φαίνεται πως από τότε υπήρχε ρεύμα αθεΐας, το οποίο αντιμετώπισαν με πειστικά επιχειρήματα και υλιστές φιλόσοφοι, των οποίων τη σκέψη αντέκρουσαν με επιτυχία. Ο τρόπος τους ήταν να γνωρίζουν άριστα τα δεδομένα της επιστήμης και της φιλοσοφίας και να αντιπαρατεθούν με βάση αυτά.

Παράδειγμα ο  Μέγας Βασίλειος, του οποίου διασώθηκε το εξαιρετικό έργο του «Εξαήμερος». Είναι ομιλίες προς τους πιστούς της Καισαρείας, και έχουν μεν ποιμαντικό χαρακτήρα, αλλά σ’ αυτές αποκαλύπτονται η ευρύτητα της σκέψης Του, η  ιδιοφυία Του και η βαθιά γνώση της Φιλοσοφίας και των Επιστημών, από την εποχή του Θαλή έως τις ημέρες του. Για τη Δημιουργία ο Μέγας Βασίλειος σημειώνει:« Πολλά διαπραγματεύθηκαν για τη δημιουργία της φύσεως οι σοφοί των Ελλήνων, αλλά καμία θεωρία τους δεν έμεινε χωρίς να ανατραπεί. Πάντοτε ο επόμενος ανέτρεπε τη θεωρία του προηγουμένου. Έτσι εμείς δεν έχομε καμία ανάγκη να ελέγξουμε το έργο τους. Αρκούν τα όσα λένε μεταξύ τους, για να ανατρέψει ο ένας τη θεωρία του άλλου. Διότι όσοι αγνόησαν τον Θεό δεν παραδέχθηκαν την ύπαρξη λογικής αιτίας γενέσεως των πάντων, αλλά σύμφωνα με την εξ αρχής άγνοιά τους έβγαλαν τα συμπεράσματά τους. Γι’ αυτό οι μεν κατέφυγαν σε υλικές υποθέσεις, υποστηρίζοντας ότι η ύλη είναι η αιτία του παντός. Άλλοι δε φαντάσθηκαν ότι η φύση αποτελείται από άτομα και μη διαιρούμενα σώματα, τα οποία ερχόμενα σε ένωση ή σε διαχωρισμό συντελούν στις γενέσεις και στις φθορές στη φύση…Όλοι τους απατήθηκαν από την αθεΐα τους και δεν ήξεραν να πουν  «Εν αρχή εποίησεν ο Θεός τον ουρανόν και την γην», αλλά υποστήριξαν ότι τα σύμπαντα είναι ακυβέρνητα, αδιοίκητα και φερόμενα όπως τύχει…». (Μεγ. Βασιλείου Α΄ Ομιλία, στιχ. 6-9).

Κατά βιογράφους του ο Μέγας Βασίλειος είχε υπόψη του τις περί της δημιουργίας απόψεις  τωνΘαλή, Αναξιμάνδρου, Αναξιμένη, Πυθαγόρα, Εμπεδοκλή, Ξενοφάνη, Ηράκλειτου, Λεύκιππου, Δημόκριτου και, προ πάντων, του Αριστοτέλη. Τα όσα αναφέρει ο Μέγας Βασίλειος για τα φυτά, τα ερπετά και τα ζώα, καθώς και για τους αστέρες  δείχνουν τη θαυμαστή και σε βάθος γνώση του σε θέματα βοτανικής, φυτολογίας, ζωολογίας και αστρονομίας.

            Άλλοι Πατέρες που έγραψαν για τη Δημιουργία είναι οι Γρηγόριος ο Νύσσης, Γρηγόριος ο Θεολόγος, Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ο επίσκοπος Πόρτου Ιππόλυτος, ο Γαβάλων Σεβηριανός, ο Γεώργιος Πισίδης, ο Αμβρόσιος ο Μεδιολάνων και άλλοι. Όλες αυτές οι εργασίες των Πατέρων για τη Δημιουργία επιστημονικά μπορεί να ανήκουν στην Ιστορία, όμως δείχνουν την εκ μέρους τους  χρήση της κοσμικής γνώσης των συγχρόνων τους και παλαιοτέρων φιλοσόφων και τον άριστο και χωρίς φανατισμό τρόπο αντιμετώπισης των αθέων της εποχής τους.

            Για τον ιερό Αυγουστίνο ο αείμνηστος καθηγητής Παν. Τρεμπέλας γράφει πως για τη Δημιουργία  παραδεχόταν ότι ο Θεός δημιούργησε συγχρόνως όλα τα είδη, τα ζωικά και τα φυτικά. Επειδή όμως όλα δεν εμφανίστηκαν αμέσως αλλά διαδοχικώς, υποστήριξε ο Αυγουστίνος, ότι ο Θεός τα δημιούργησε στην αρχή «εν σπέρματι και δυνάμει» και ότι η ξηρά και η θάλασσα έλαβαν τη δύναμη από τον Θεό να παράγουν τα φυτά, τα δένδρα και τα ζώα, εντεθεισών σ’ αυτά ιδιοτήτων, τις οποίες ο ιερός συγγραφέας ονομάζει causales rationes (αιτιώδεις λόγους). Έτσι αφού δημιουργήθηκαν τα πάντα εξ αρχής και με κάποιο είδος συνθέσεως και συμπήξεως στοιχείων, εμφανίζονται καθένα από αυτά όταν υπάρξουν οι κατάλληλες περιστάσεις. Με τη σκέψη του αυτή  ο ιερός Αυγουστίνος, κατά τον καθηγητή Τρεμπέλα, αποδέχεται ένα είδος εξέλιξης των ειδών και αναγνωρίζει ότι την περί Δημιουργίας των όντων αφήγηση της Αγίας Γραφής «ουδαμόθεν είμεθα δεσμευμένοι να εκλάβωμεν κατά γράμμα». (Παν. Ν. Τρεμπέλα «Απολογητικαί Μελέται» Έκδ. Αδελφότητος Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι, 1969, Β΄ Τόμος, σελ. 167-168).

            Σε άλλο σημείο της μελέτης του ο αείμνηστος καθηγητής Τρεμπέλας σημειώνει:

            «Και είναι μεν αληθές, ότι καταντούν εις υπερβολήν διατεινόμενοι ότι ο Αυγουστίνος προεμάντευσε την θεωρίαν της εξελίξεως και εγένετο πρώτος εισηγητής αυτής. Παρά ταύτα όμως παραμένει αδιαμφισβήτητον γεγονός, ότι δι’ εκείνων, τα οποία και ο Μέγας Βασίλειος και ο Αυγουστίνος λέγουν περί της Δημιουργίας των φυτών και των ζώων, μάλιστα δε Γρηγόριος ο Νύσσης περί της δημιουργίας της γης και των ουρανίων σωμάτων, αναγνωρίζεται, ότι περί τον τρόπον της δημιουργίας και του σχηματισμού των όντων έχει τις ελευθερίαν να φιλοσοφή και δεν δεσμεύεται προς τούτο ούτε υπό του γράμματος της Αγίας Γραφής, ούτε υπό άλλου τινός στοιχείου της κατά θείαν αποκάλυψιν αληθείας. Ως δε παρατηρεί ο καθολικός ιερεύς  de Dordolot, καθηγητής της γεωλογίας και της παλαιοντολογίας εν τω πανεπιστημίω της Louvain <η διδασκαλία των αγίων Πατέρων (του αγίου Βασιλείου, του αγίου Γρηγορίου του Νύσσης, του αγίου Αυγουστίνου και άλλων) είναι ευνοϊκωτάτη προς την φυσικήν εξέλιξιν, διότι παρεδέχθησαν, ότι η δημιουργία εγένετο εν μια στιγμή και επηκολούθησεν η αυτόματος γένεσις παντός ανεξαιρέτως ζώντος υπό την επίδρασιν φυσικών αιτίων>». (ο.π. σελ. 351).

            Ο άγιος Γρηγόριος ο Νύσσης στον «Απολογητικό περί της Εξαημέρου» σημειώνει: «Σύμφωνα με τη δική μου αντίληψη, στο Θεό ο λόγος είναι έργο. Γιατί κάθε τι που γίνεται, γίνεται με το Λόγο (δια του Λόγου). Τίποτα δεν είναι και δεν νοείται άλογο, τίποτα τυχαίο και αυτόματο από αυτά που οφείλουν την ύπαρξή τους στο Θεό. Και αν ακόμα κάτι υπερβαίνει την αντιληπτική μας ικανότητα, πρέπει να πιστεύουμε, ότι σε κάθε ον έχει εναποτεθεί κάποιου είδους λόγος (λογικότητα), που φανερώνει την Τέχνη και τη Σοφία του Δημιουργού». (Γρηγορίου Νύσσης «Πνεύμα και Λόγος», Εκδ. «Τέρτιος», Κατερίνη, 1997, σελ. 149).

            Για τον Θωμά Ακινάτη ο καθηγητής Τρεμπέλας γράφει πως ασπάσθηκε τη διδασκαλία του ιερού Αυγουστίνου και υποστήριξε πως τα φυτά και τα ζώα παρήχθησαν με τη βοήθεια υλικών που προϋπήρχαν και αναπτύχθηκαν βαθμιαίως «δια της ενεργείας αιτιών φυσικών υπό την υπερτάτην κυβέρνησιν του Θεού». (ο.π. σελ. 169). Τη λογική του Ακινάτη ακολουθούν και σήμερα πολλοί στη Δύση, που ασχολούνται με τη Δημιουργία.

      Γ΄ ΜΕΡΟΣ

                   Ο Δαρβινισμός και η άθεη ιντελιγκέντσια

Τη θεωρία του Δαρβίνου περί της εξελίξεως και της καταγωγής των ειδών και του ανθρώπου επιδίωξαν και επιδιώκουν να αξιοποιήσουν άθεοι διανοούμενοι και επιστήμονες. Η ίδια η θεωρία δεν έχει αντιθρησκευτικό χαρακτήρα, ούτε όταν την έγραφε, στην αρχή τουλάχιστον, ο Δαρβίνος ήταν άθεος. Στο πρώτο του μάλιστα βιβλίο «Η καταγωγή των ειδών» και στο τέλος του ο Δαρβίνος αναφέρει: «Υπάρχει μεγαλείο σε αυτή την άποψη της ζωής (Σημ. Της φυσικής επιλογής), με τις διάφορες δυνάμεις της, που εμφυσήθηκαν αρχικά από τον Δημιουργό σε λίγες μορφές ή μόνο σε μία, και που, ενώ αυτός ο πλανήτης συνεχίζει να περιστρέφεται σύμφωνα με τον σταθερό Νόμο της βαρύτητας, από μια τόσο απλή αρχή έχουν εξελιχθεί και εξελίσσονται ατέλειωτες μορφές, ολοένα πιο ωραίες και πιο θαυμαστές» (Καρόλου Δαρβίνου «Η καταγωγή των ειδών», Εκδ. «ΤΟ ΒΗΜΑ», Αθήνα, 2009, Β΄ Τόμος σελ. 207. Ο τονισμός του γραφ.). Απόδειξη της ουδετερότητας της θεωρίας του Δαρβίνου είναι ότι και στις ημέρες μας υπάρχουν πολλοί Χριστιανοί και οπαδοί άλλων θρησκειών, που πιστεύουν στη θεωρία της εξέλιξης ως μια πράξη της βούλησης του Θεού.

Το Pew Research Center (Σημ. Παγκοσμίου εμβελείας κέντρο έρευνας και δημοσκοπήσεων) το 2014  διενήργησε έρευνα στις ΗΠΑ, με το ερώτημα αν οι ερωτώμενοι πιστεύουν στη θεωρία της εξέλιξης ως της καλύτερης εξήγησης για την  καταγωγή του ανθρώπου στη Γη. Στο ερώτημα της έρευνας απάντησαν θετικά: Το 54% των Ορθοδόξων Χριστιανών, το 58% των Ρωμαιοκαθολικών, το 51% των συγγενών προς τον Λούθηρο Προτεσταντών, το 24% των προς τον Καλβίνο συγγενικών προτεσταντικών δοξασιών, το 45% των Μουσουλμάνων, το 77% των Εβραίων, το 81% των Βουδιστών, το 80% των Ινδουιστών, και το 72%  των αγνωστικιστών. Ως προς τους επιστήμονες των σχετικών με την εξέλιξη επιστημών η έρευνα έδειξε ότι το 99,85% πιστεύουν σε μια οποιασδήποτε μορφής εξέλιξη. Μεταξύ αυτών πολλοί δήλωσαν πιστοί Χριστιανοί.

            Ο ίδιος ο Δαρβίνος πέντε μήνες πριν από τη δημοσίευση του βιβλίου του για την εξέλιξη και συγκεκριμένα τον Ιούνιο του 1859 σε επιστολή του προς τον φίλο του Τόμας Χένρι Χάξλεϊ (1825-1895) ανοικτά παραδέχτηκε ότι « η θεωρία μου για την εξέλιξη είναι ένα απλό πέπλο μιας υπόθεσης, η οποία έχει πολλά ψεγάδια και πολλές τρύπες». Βεβαίως ο Δαρβίνος δεν ήταν ιδεολόγος υλιστής, ούτε οπαδός τουΜαρξ. Είναι ενδεικτικό των απόψεών του πως όταν το «Κεφάλαιο» μεταφράστηκε στα αγγλικά και ο Μαρξ του ζήτησε να του αφιερώσει ένα αντίτυπο, ο Δαρβίνος το αρνήθηκε, διαμηνύοντας του ότι δεν συμφωνεί με τις επιθέσεις του κατά της Χριστιανικής Πίστεως…. Όπως γράφει ο Ζακ Μπαρζέν ο Μαρξ και οι Μαρξιστες πολύ ενοχλήθηκαν τότε από την άρνηση του Δαρβίνου, αλλά στις αρνητικές κριτικές τους δεν έπαυσαν να τον χαρακτηρίζουν «δυνατό στοχαστή».

Οι βιογράφοι του  Δαρβίνου τον χαρακτηρίζουν συμβιβαστικό, ως χαρακτήρα,  και σημειώνουν ότι δεν του άρεσαν οι εντάσεις… Πού να ήξερε τις εντάσεις, την πολεμική και τον φανατισμό που καλλιεργούνται στο όνομά του… Επίσης αναφέρουν ότι ήταν ένας τυπικός Άγγλος αστός, συντηρητικός στις αρχές του. Σε γράμμα του προς τον H.A. Gaskell λ.χ. εκφράζει τον φόβο του ότι ο Νόμος για τον έλεγχο των γεννήσεων θα οδηγήσει στην ανηθικότητα τις άγαμες γυναίκες και θα περιορίσει την αποικιοκρατική ισχύ της Αγγλίας, αν ο πληθυσμός σκέφτεται πώς θα περιορίσει τον αριθμό του…(Σημείωση 34 από το βιβλίο του Jacques Barzun «Darwin, Marx, Wagner: Critique of a heritage», The University of Chicago Press, Chicago and London, 2nd Edition, 1981, page 85).

Επίσης, ως τυπικός Άγγλος, ποτέ δεν αντέδρασε στην αποικιοκρατική πολιτική της χώρας του και  στο ότι κυβερνούσε τις αποικίες με τη βία, παρά με τη λαϊκή συγκατάθεση, θεωρώντας την αξιοπρέπεια των Ινδών και όλων των άλλων κατώτερη από τη δική της…. (Φράνσις Φουκουγιάμα «Το τέλος της ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος», Νέα Σύνορα, Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα, 1993, σελ. 354). Μάλλον ταίριαζε η αποικιοκρατική πολιτική της Αγγλίας στη θεωρία της φυσικής επιλογής και του ανταγωνισμού των ειδών…

             Στην ίδια περίοδο, που ξεκινάει η ιδεολογική εκμετάλλευση της θεωρίας του Δαρβίνου από τους αθέους, διάσημοι επιστήμονες, που άφησαν τη σφραγίδα τους στη Φυσική και σε άλλες θετικές επιστήμες, εκφράζουν την άποψη ότι ουδεμία αντίθεση υπάρχει μεταξύ θρησκείας και επιστήμης. Μεταξύ αυτών οιJames Joule (1818-1889), Balfour Stewart (1828-1887), James Clerk Maxwell (1831-1879), George Gabriel Stokes (1819-1903) και William Thomson (1824-1907).

Ο Μάξγουελ είναι εκ των σκαπανέων της σύγχρονης Φυσικής. Με τις εργασίες του στην ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία τοποθετείται στο ίδιο επίπεδο με τους Νεύτωνα και Αϊνστάιν. Στο τέλος της ζωής του είπε σε φίλο του: «Σκέφτομαι το πόσο ευεργετήθηκα στη ζωή μου…Η μόνη μου τώρα επιθυμία είναι όπως ο Δαυίδ να υπηρετήσω τη γενιά μου κατά το θέλημα του Θεού…».

Στον τάφο του Τζάουλ, του φυσικού, ο οποίος διατύπωσε τον 1ο Νόμο της Θερμοδυναμικής, περί της διατήρησης της ενεργείας, όπως επίσης, μαζί με τον Κέλβιν, προσδιόρισε το απόλυτο μηδέν, είναι γραμμένο, κατά τη θέλησή του, το του Ευαγγελιστού  Ιωάννου: «Εμέ δει εργάζεσθαι τα έργα του πέμψαντός με έως ημέρα εστίν. Έρχεται νυξ ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι» (θ΄ 4).

O Στόουκς, γνωστός για τις εργασίες του, μεταξύ των άλλων, στον φθορισμό, έγραψε: «Όλοι αποδεχόμαστε ότι το βιβλίο της φύσης και το βιβλίο της Αποκάλυψης προέρχονται και τα δύο από τον Θεό και επομένως δεν μπορεί να υπάρξει οποιαδήποτε ασυμφωνία μεταξύ τους, αν ορθώς ερμηνευθούν».

Ο Ουίλιαμ Τόμσον, Α΄ Βαρώνος Κέλβιν, γνωστός από τις εργασίες του στη θερμότητα, στις μονώσεις και στην εφεύρεση των υποβρυχίων καλωδίων τηλεγράφου, επινόησε την κλίμακα μετρήσεως της θερμοκρασίας που φέρει το όνομά του, για τη μέτρηση της απόλυτης θερμοκρασίας των σωμάτων, με αρχή το απόλυτο μηδέν, που υπολόγισε σε -273,15Ο Κελσίου. Ο Κέλβιν  έγραψε: «Η Χριστιανική μου Πίστη με βοηθάει και με ενισχύει στην έρευνά μου. Δέχομαι την εξέλιξη, αλλά η Αρχή και η κατεύθυνση είναι από τον Θεό….Δεν βρίσκω οποιαδήποτε διαφορά πίστης και επιστήμης».   (Σημ. Οι πληροφορίες προέρχονται από το διαδίκτυο στα οικεία λήμματα).

            Ο Δαρβινισμός αναμιγνύεται και γίνεται ένα με τον Μαρξισμό και τον Φροϋδισμό, με άλλα λόγια με τον Υλισμό, τον Ηδονισμό και την Αθεΐα. Κατά τον Έλληνα ποιητή και στοχαστή Γιώργο Σαραντάρη(1908-1941) «ο Μαρξισμός και ο Φροϋδισμός είναι θεωρίες που θυσιάζουν τον άνθρωπο στον θάνατο, και δεν το γνωρίζουν. Είναι διαστροφές που γεννήθηκαν από έναν αχαλίνωτο ηδονισμό. Στην επιφάνεια χαρίζουν το μίσος, στο βάθος την πεποίθηση του θανάτου. Η ηδονή του θανάτου, του θανάτου όλου του κόσμου τις διατρέχει…». (Γιώργου Σαραντάρη «Δοκίμια για την ύπαρξη του ανθρώπου», Εκδ. «Ευθύνη», Αθήναι, 1999,σελ. 33).

            Μετά τη δημοσίευση της θεωρίας του Δαρβίνου υπήρξαν έντονες αντιπαραθέσεις από επιστήμονες στο περιεχόμενό της. Οι αρνητικοί προς την θεωρία του Δαρβίνου εντόπιζαν την κριτική τους κυρίως στα κενά, που βρήκαν ότι είχε και στα ερωτήματα που προκαλούσε. Οι επιστήμονες που υποστήριξαν τη θεωρία του Δαρβίνου ισχυρίστηκαν ότι με αυτήν λύθηκε ορθολογικά η καταγωγή των ειδών της φύσης και του ανθρώπου. Ο F. A. Lange, καθηγητής του πανεπιστημίου του Μάρμπουργκ, έγραψε σχετικά: « Η θεωρία για την καταγωγή των ειδών κάνει τους ανθρώπους να ανατρέξουν σε ένα παρελθόν που αποκτά ένα μυστηριώδες χρώμα, κατά το ότι στις διηγήσεις μύθων δεν αντιπαραθέτει  παρά  πολλές δυνατότητες, από τις οποίες οι περισσότερες περιορίζουν σε ακραίο βαθμό την αξιοπιστία κάθε μιας από αυτές». ( F.-A. Lange, “Histoire du materialisme”, Librairie Schleicher Freres, Paris, 1911,  B’ Tome, p. 265). Τα επιστημονικά κενά στη θεωρία του Δαρβίνου ήσαν τόσα, που θεώρησαν ότι θα καταπέσει και θα τεθεί στο περιθώριο της επιστήμης. Ενδεικτικά ο Hans Driesch (1867-1941), Γερμανός καθηγητής βιολογίας και φιλόσοφος, το 1902 διακήρυξε: « Δια τους φωτισμένους ανθρώπους ο Δαρβινισμός έχει πεθάνει!» (Βλ.σχ. Παν. Τρεμπέλα «Απολογητικαί Μελέται,  τομ. Β΄ σελ. 324).

            Την ίδια πάντως εποχή ο αμερικανός αγνωστικιστής και εχθρός του Χριστιανισμού Ρόμπερτ Γκριν Ίνγκερσολ (1833-1899) στο έργο του «Ορθοδοξία» (Σημ. Χρησιμοποίησε τον ελληνικό όρο, με την έννοια ότι αυτός εκφράζει την «ορθή δόξα», δηλαδή την ορθή άποψη…) υποστήριξε πως ο Δαρβίνος, με τη θεωρία του, «κατέστρεψε την αξιοπιστία του Χριστιανισμού» και πρόβλεψε ότι «είναι πλέον υπόθεση χρόνου να παραμεριστεί εντελώς ο Χριστιανισμός,  καθώς ένας εξελισσόμενος επιστημονικός πολιτισμός θα τον θεωρούσε ως μια δεισιδαιμονία αδαών». ( Alister McGrath « Το λυκόφως του αθεϊσμού», Εκδ. «Ουρανός», Αθήνα, 2008, σελ. 141).

Ο μαθηματικός, φιλόσοφος, και συγγραφέας Αλεξάντρ Κοϋρέ (1892-1964), καθηγητής σε διάφορα Πανεπιστήμια και στο Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ, διαφώνησε με τους άθεους συναδέλφους ως προς το ότι οι Νόμοι του  Νεύτωνα «Εξόρισαν τον Θεό από τη φύση». Έγραψε: «Δεν μπορεί να είναι τυχαίο το γεγονός ότι, τόσο για τον ίδιο τον Νεύτωνα όσο και για όλους τους νευτωνιστές, με εξαίρεση τον Λαπλάς, ηνευτώνεια επιστήμη προϋπέθετε μια λογική πίστη στο Θεό» ( H. Metzger “Attraction Universelle” &John H. Randall :The Making of the Modern Mind, Boston, 1940 και Αλεξάντρ Κοϋρέ «Δυτικός Πολιτισμός – Η άνθιση της επιστήμης και της τεχνικής», Εκδ. «Ύψιλον», Αθήνα, 1991, σελ. 62. Η υπογράμμιση του γραφ.).

Μιαν άλλη άποψη δίδει ο Αλβέρτος Αϊνστάϊν (1879-1955), Νόμπελ Φυσικής 1921,  για τη σχέση της επιστήμης με τη θρησκεία και σημειώνει ότι οι ακραίες θέσεις της μιας και της άλλης πλευράς οδηγούν σε σύγκρουση: «Δημιουργείται σύγκρουση όταν μια θρησκευτική κοινότητα επιμένει στην απόλυτη αλήθεια όλων των γεγονότων που αναφέρονται στη Βίβλο. Αυτό σημαίνει επέμβαση της θρησκείας στη σφαίρα της επιστήμης. Αυτού ανήκει ο αγώνας της εκκλησίας εναντίον των θεωριών του Γαλιλαίου και του Δαρβίνου. Από την άλλη μεριά, αντιπρόσωποι των επιστημών προσπάθησαν συχνά να φθάσουν σε βασικές κρίσεις, σχετικά με τις αξίες και τους σκοπούς με βάση την επιστημονική  μέθοδο και μ’ αυτόν τον τρόπο βρέθηκα αντιμέτωποι με τη θρησκεία. Όλες αυτές οι διαμάχες προκλήθηκαν από μοιραίες πλάνες….Η Επιστήμη χωρίς θρησκεία είναι χωλή, η θρησκεία χωρίς επιστήμη είναι τυφλή». (Α. Αϊνστάϊν «Ο σημερινός κόσμος», Εκδ. ΜΑΡΗ, Αθήνα, 1951, σελ. 19-20).

Για την σε αναφορά με τον Θεό  διαφορά των Νόμων του Νεύτωνα με τη θεωρία του Δαρβίνου ο καθηγητής του Ανοικτού Πανεπιστημίου της Μεγ. Βρετανίας Robert G. Crawford (1927- ) γράφει:

«Πριν από τον δέκατο ένατο αιώνα υπήρχε ως έναν βαθμό συμφωνία μεταξύ επιστήμης και θρησκείας. Ο Νεύτων ήταν χριστιανός και ο κλήρος συμμετείχε στην επιστήμη. Ο Θεός ήταν ο μέγας σχεδιαστής που είχε δημιουργήσει τον κόσμο και τους ανθρώπους σύμφωνα με έναν σκοπό. Βέβαια ο Γαλιλαίος είχε φέρει μια αναστάτωση, αλλά και αυτός πίστευε σταθερά στην αποκάλυψη του Θεού μέσα από το βιβλίο της φύσης και το βιβλίο του Θεού, την Αγία Γραφή. Ο Δαρβίνος ήταν αυτός που <άνοιξε τον ασκό του Αιόλου> με την εξελικτική θεωρία του για την προέλευση της ζωής, τη θέση του ανθρώπου στον φυσικό κόσμο και τη σχέση του με τον Θεό….Ο Δαρβίνος σκόπευε να γίνει κληρικός, αλλά είχε δεχτεί πρόθυμα μια πρόταση να γυρίσει όλο τον κόσμο για να παρατηρήσει και να συλλέξει φυτά, πουλιά, ζώα και απολιθώματα. Σ’ αυτό το στάδιο της ζωής του ήταν θρησκευόμενος, διάβαζε τα Ευαγγέλια και φιλοσοφούσε σε θρησκευτικά θέματα, προκαλώντας μάλιστα τη θυμηδία του πληρώματος του σκάφους. Αλλά βαθμιαία άρχισε να επικρίνει τη Βίβλο, φρονώντας ότι η ιστορία της ήταν ψεύτικη και η εικόνα, που παρουσίαζε για τον Θεό, τυραννική….Ο Δαρβίνος μνημόνευε τον Θεό ως δημιουργό στο τέλος της «Προέλευσης των ειδών» (1859), αλλά στο επόμενο έργο του, την «Καταγωγή του ανθρώπου» (1871), ο Θεός εγκαταλείπεται οριστικά». (Ρόμπερτ Κρώφορντ «Τι είναι θρησκεία», Εκδ. Σαββάλα, Αθήνα, 2004, σελ. 173 κ.ε.).

Δ΄ ΜΕΡΟΣ

Ο Δαρβινισμός και η εξέλιξη της αντιπαράθεσης

            Από τα τέλη του 20ού αιώνα οι θεωρίες του Δαρβίνου βρίσκονται σε ένα νέο στάδιο αντιπαράθεσης μεταξύ των αθέων και των χριστιανών επιστημόνων και συγγραφέων. Αιτία η ανάπτυξη της μοριακής βιολογίας, της βιοχημείας και των άλλων όμορων σ’ αυτές επιστημών. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1960, όταν άρχισε να αναπτύσσεται η μοριακή βιολογία,  για τους παραδοσιακούς εξελικτικούς φάνηκε πως ήταν μια απειλή απαξίωσης των όσων είχε γράψει ο Δαρβίνος τον προηγούμενο αιώνα.

            Πράγματι τρεις επιστήμονες, από τους σημαντικότερους εξελικτικούς του  20ου αιώνα, οι ErnstMayr (1904-2005), Theodosius Dobzhansky (1900-1975) και George Gaylord Simpson (1902-1984) εξέφρασαν τον έντονο σκεπτικισμό τους ακόμη και με τις μοριακές προσεγγίσεις της εξέλιξης, ειδικά όταν έρχονταν σε σύνδεση με την φυσική επιλογή. Ειδικότερα ο Mayr εξέφρασε τη διαφωνία του και με την θεωρία του Δαρβίνου, ότι τα πάντα προέρχονται από έναν κοινό πρόγονο. Σημειώνεται ότι ο Mayr ήταν Γερμανικής καταγωγής Αμερικανός και άθεος, ο Dobzhansky Ουκρανο – Αμερικανός γενετιστής και βιολόγος, φίλος του φημισμένου παλαιοντολόγου ρωμαιοκαθολικού κληρικού Teilhard de Chardin και πιστός Ορθόδοξος Χριστιανός και ο Simpson Αμερικανός παλαιοντολόγος, που ξεκίνησε ως πιστός Χριστιανός και προοδευτικά έγινε αγνωστικιστής. Επιπρόσθετα οι ανακαλύψεις του Αμερικανού βιολόγουCarl Woese (1928-2012) στο RNA  και οι πριν από λίγα χρόνια πιστοποιηθέντες παράγοντες συμβιογένεσης και οριζόντιας μεταφοράς γονιδίων, εισήγαγαν ακόμη μεγαλύτερη πολυπλοκότητα στην εξελικτική θεωρία.

            Ο Άγγλος βιοχημικός Rupert Sheldrake (1942- ) σε συνέντευξή του στο γαλλικό περιοδικό Le monde des Religions (No 63, Janvier – Fevrier 2014, p. 68-71) διαφωνεί με τον άθεο βιολόγο Richard Dawkins, ότι ο άνθρωπος δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα γιγαντιαίο ρομπότ, δηλαδή μια άψυχη μηχανή και προσθέτει:

            «Πιστεύω ότι ο υλισμός είναι ένας διανοητικός φραγμός, ο οποίος εμποδίζει τους ανθρώπους να ζήσουν σε αρμονία με την φύση…Αν δεν αρθεί αυτός ο φραγμός δεν θα μπορέσουν να ανακαλύψουν τον πλούτο της θρησκευτικής τους  παράδοσης».

Ένας άλλος σημαντικός μοριακός βιολόγος και βιοχημικός είναι ο δρ. Denis Alexander (1945- ), επικεφαλής του προγράμματος περί Ανοσολογίας στο Abraham Institute, διδάσκων στο St. Edmund’sCollege του Πανεπιστημίου του Καίμπριτζ και εκδότης του περιοδικού «Science and Christian Belief». Σε άρθρο του σημειώνει: «Δυστυχώς πολλοί δοκίμασαν να κουρσέψουν τη θεωρία της εξέλιξης, για να στηρίξουν κάθε είδους ιδεολογία. Η εξέλιξη χρησιμοποιήθηκε για να στηρίξει το ρατσισμό, τον κομμουνισμό, τον καπιταλισμό και άλλες ιδεολογίες – πολλές εκ των οποίων είναι ασύμβατες μεταξύ τους. Αλλά η εξέλιξη είναι απλώς μια βιολογική θεωρία, αρκετά αδύναμη για τόσο Ηράκλειες ιδεολογικές απόψεις». (Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο διαδίκτυο με τον τίτλο « Is Evolution atheistic?» (Είναι αθεϊστική η εξέλιξη;).

            Ο Αμερικανός δρ. Henry M. Morris (1918-2006) ασχολήθηκε ιδιαίτερα με το θέμα της εξέλιξης και ήταν ο ιδρυτής της Εταιρείας Έρευνας της Δημιουργίας. Σε άρθρο του υποστηρίζει: «Είναι γεγονός πως οι εξελικτικοί πιστεύουν στην εξέλιξη επειδή το θέλουν. Είναι επιθυμία τους με κάθε κόστος να ερμηνεύσουν την καταγωγή του παντός χωρίς τον Δημιουργό. Ο <εξελικτισμός> έτσι στην πραγματικότητα  είναι μια αθεϊστική θρησκεία. Ορισμένοι μπορεί να προτιμούν να τον ονομάζουν ουμανισμό και οι εξελικτικοί της Νέας Εποχής μπορεί να τον τοποθετούν στο πλαίσιο μιας μορφής πανθεϊσμού, αλλά όλοι αυτοί οι ορισμοί και όλα αυτά τα πιστεύω είναι το ίδιο πράγμα. Είτε τον ονομάζουν αθεϊσμό, είτε ουμανισμό, είτε πανθεϊσμό, ο σκοπός τους  είναι να εξαφανίσουν τον προσωπικό Θεό από κάθε ενεργητικό ρόλο στη δημιουργία του σύμπαντος και από όλα τα συστατικά της, συμπεριλαμβανομένου του ανθρώπου. …Εφόσον μαζί ο νατουραλισμός και ο ουμανισμός αποκλείουν τον Θεό από την επιστήμη ή οποιαδήποτε άλλη ενεργό  λειτουργία στη δημιουργία και στη διατήρηση της ζωής και του σύμπαντος γενικά, είναι πασιφανές ότι η θέση τους δεν είναι τίποτε άλλο παρά αθεϊσμός και ο αθεϊσμός είναι μια θρησκεία!». (Το άρθρο στο διαδίκτυο με τίτλο: « Evolution is religion – not science» (Η εξέλιξη είναι θρησκεία-όχι επιστήμη).

            Ο καθηγητής ανθρωπολογίας του πανεπιστημίου της Μπολόνια Fiorenzo Facchini (1929- ) στο βιβλίο του «Evoluzione. Cinque questioni nel dibattito attuale» (Εξέλιξη – Πέντε ερωτήματα στην επίκαιρη συζήτηση) (Ediz. Book, Milano) σημειώνει ότι οι εξελικτικοί πρέπει να είναι σε πολύ δύσκολη θέση με τις νέες ανακαλύψεις πάνω στην πολυπλοκότητα του DNA. Πιο συγκεκριμένα σημειώνει ότι «το DNA σε ένα ανθρώπινο κύτταρο έχει συντεθεί από περίπου τρία δισεκατομμύρια νουκλεοτίδια» και προς σύγκριση αυτού του δεδομένου ο ιταλός καθηγητής σημειώνει ότι οι πληροφορίες τους είναι ως τα στοιχεία χίλιων τόμων μιας βιβλιοθήκης. (Βλ.σχ. «Il Sole 24 Ore» Domenica, 4 Novembre 2012, p. 27). Θέτει λοιπόν ο κ. Φακίνι το ερώτημα αν όλα αυτά και οι συνδυασμοί στην υπάρχουσα πολυπλοκότητά τους συνέβησαν τυχαία.

           Στη μηχανιστική άποψη της ανθρώπινης ζωής οι εξελικτικοί πρέπει να απαντήσουν επίσης στο πώς αυτή μπορεί να συνδυασθεί με ανώτερα ανθρώπινα συναισθήματα, όπως είναι ο αλτρουισμός, ο ηρωισμός,  η αυτοθυσία, η αγάπη, η αλληλεγγύη και η ίδια η Ηθική. Αν ισχύει, κατ’ αυτούς, η χρησιμοθηρία και η μηχανιστική λογική πώς μπορούν να εξηγηθούν συναισθήματα και πράξεις, που συμβαίνουν από ανθρώπους αντίθετα προς αυτή τη χρησιμοθηρία και αυτή την συμφεροντολογική λογική;

         Ο συνεργάτης  του πανεπιστημίου της Γενεύης Florian Cova σημειώνει ότι ορισμένοι σύγχρονοι φιλόσοφοι βλέπουν τη δυνατότητα να βρεθεί κάποτε μια φυσική και επιστημονική βάση στην εξήγηση της Ηθικής. Άλλοι, αντιθέτως, βλέπουν στην προηγούμενη άποψη μιαν ακόμη αιτία να απορριφθεί η Ηθική ως μια πλάνη… Όπως ισχυρίζονται αν η κάποια ηθική ενέργεια επελέγη για την χρησιμότητά της, τότε ουδείς λόγος υπάρχει να θεωρείται αληθινή…. Το βέβαιο είναι, κατά τον Φλόριαν Κόβα, ότι « η σχέση μεταξύ της Ηθικής και της επιστημονικής της προσέγγισης  θα είναι, χωρίς καμία αμφιβολία, στο κέντρο των συζητήσεων  κατά τα επόμενα χρόνια». ( Άρθρο του Florian Cova στο περιοδικό “Le Point”, Decembre 2016 – Janvier 2017, “References – Le bien et le mal – Les textes fondamentaux”. p. 98). Από τη διαπίστωση του πανεπιστημιακού, του ειδικού σε θέματα συναισθημάτων, διαπιστώνει κανείς πόσο δρόμο έχει η εξέλιξη για να μπορέσει να ερμηνεύσει ακόμη και στοιχειώδεις πλευρές της ζωής του ανθρώπου…

         Οι κύριοι εκπρόσωποι της επιθετικής και δημαγωγικής αθεϊστικής προπαγάνδας είναι για μεν τους αγγλοσάξονες ο Ρίτσαρντ Ντόκινς και για τους γαλλόφωνους ο Μισέλ Ονφρέ. Και οι δύο στηρίζουν την προπαγάνδα τους στη θεωρία της εξέλιξης. Ο Ντόκινς (1941- ) είναι βρετανός ηθολόγος, εξελικτικός βιολόγος και στρατευμένος στον αθεϊσμό. Έχει γράψει δέκα τρία βιβλία εκλαϊκευμένης επιστήμης, τα περισσότερα των οποίων έχουν κυκλοφορηθεί και στα ελληνικά. Σε συνέντευξη, που έδωσε στο ΒΗΜagazino ( 14 Μαρτίου 2010, σελ. 28-36) και στον Μάκη Προβατά, στο σχόλιο του έλληνα δημοσιογράφου ότι τον αποκαλούν «ροντβάιλερ του Δαρβίνου» ο Άγγλος εξελικτικός και επιθετικός αθεϊστής απάντησε: « Υποθέτω ότι το λένε εννοώντας ότι το ροντβάϊλερ είναι επιθετικό σκυλί. Κατ’ αρχάς εγώ δεν είμαι καθόλου επιθετικός, αλλά μπορώ επίσης να πω ότι το ροντβάϊλερ είναι ένα γλυκό ζώο, αν το γνωρίσεις καλά. Έτσι κι αλλιώς, πάντως, με κολακεύει οποιοσδήποτε χαρακτηρισμός έχει να κάνει με τον Δαρβίνο».

          Ο καθηγητής Ernst Mayr έγραψε για τον Ντόκινς: « Το κωμικό πράγμα είναι πως εάν στην Αγγλία ρωτήσεις έναν άνθρωπο στο δρόμο ποιος είναι ο μέγιστος εν ζωή Δαρβινιστής θα σου απαντήσει ο Ρίτσαρντ Ντόκινς. Και, πράγματι, ο Ντόκινς έχει κάμει μιαν εξαιρετική δουλειά να εκλαϊκεύσει τον Δαρβινισμό. Αλλά η βασική θεωρία του Ντόκινς επί του γονιδίου, πως αποτελεί το αντικείμενο της εξέλιξης, είναι καθ’ ολοκληρίαν αντι – Δαρβινικό. Επομένως εγώ δεν θα τον αποκαλούσα τον μέγιστο Δαρβινιστή»(Ernst Mayr “ What evolution is”, Edge 92, Editor Brockman John).

         Ο Ντόκινς μιλάει και γράφει με μίσος κατά του Χριστιανισμού. Είπε, μεταξύ των πολλών άλλων, στη συνέντευξη που προαναφέρθηκε, ότι « μπορεί να αποδείξει ότι η πίστη είναι ένα από τα μεγαλύτερα κακά του κόσμου, συγκρίσιμο με την ευλογιά, αλλά πιο δύσκολο στην εξάλειψή του». Και για να υποστηρίξει την πίστη του στην αθεΐα λέγει κάτι εντελώς παράλογο: «Η επιστήμη αποδεικνύει τα πράγματα, θεμελιώνει τις θεωρίες της με βεβαιότητα». Αυτό μόνο ένας φανατικός και ακατάρτιστος οπαδός της αθεΐας θα μπορούσε να το εκστομίσει… Ο χαρακτηρισμός και το μίσος του Ντόκινς ακολουθεί αυτό του  Νίτσε, ότι ο Θεός πέθανε και των Μαρξ – Λένιν, ότι η θρησκεία είναι το όπιο του λαού.

          Η άποψη του αμερικανού παλαιοντολόγου και εξελικτικού βιολόγου Στέφεν Τζέι Γκουλντ (1941-2002) στο θέμα της σχέσης της θεωρίας της εξέλιξης και της υπάρξεως Θεού Δημιουργού είναι διαφορετική από αυτή του Ντόκινς. Παρά το ότι ο Γκουλντ ήταν αγνωστικιστής παραδεχόταν ότι η επιστήμη μπορεί να εργαστεί μονάχα στο πλαίσιο φυσιοκρατικών εξηγήσεων. Όπως έγραψε  «Δεν μπορεί ούτε να επιβεβαιώσει, ούτε να απορρίψει την ύπαρξη του Θεού». (Σημ. Για τις απόψεις των Ντόκινς και Γκουλντ δες βιβλίο Άλιστερ ΜακΓκραθ «Το λυκόφως του αθεϊσμού», Εκδ. «Ουρανός», σελ. 135-157).

         Ο Μισέλ Ονφρέ (1959 – ) Γάλλος αθεϊστής, ηδονιστής και επικούρειος (Σημ. Έτσι τον περιγράφει το βιογραφικό του),  είναι των ιδίων αντιλήψεων και ίδιων δημαγωγικών νοοτροπιών με αυτών του Ντόκινς, αλλά κινείται περισσότερο πολιτικά και κοινωνιολογικά. Το περιοδικό «Le Point» στο φύλλο του της 5ηςΙανουαρίου 2017  έχει πρωτοσέλιδο τον Ονφρέ, προβάλλει το νέο του βιβλίο «Decadence» (Παρακμή – Κατάπτωση), με υπότιτλο «Το βιβλίο σοκ του Μισέλ Ονφρέ» και στο κύριο άρθρο του, που υπογράφει ο Franz-Olivier Giesbert, σημειώνεται ότι ο Ονφρέ, «μισός δράκος και μισός προφήτης, είναι σε διαδικασία να καταστεί από μόνος του ο εθνικός μας (Σημ. Των Γάλλων)  φιλόσοφος και η συλλογική μας συνείδηση»…

       Ο Ονφρέ αποτελεί ένα πρότυπο δημαγωγίας. Δεν είναι των θετικών επιστημών, είναι φιλόσοφος. Δεν ασχολείται  τόσο με τον Δαρβίνο, όσο με το να εξαλείψει τον  Πολιτισμό που  δημιούργησε ο Χριστιανισμός.  Χειμαρρώδης στο λόγο, γραπτό και προφορικό, δεν διστάζει να εξαπολύει ανεύθυνους, αβασάνιστους και συκοφαντικούς χαρακτηρισμούς σε ιστορικά πρόσωπα και να τα βάζει με όλους και με όλα. Υβρίζει και συκοφαντεί  τον Ιησού Χριστό, τον Απόστολο Παύλο, τον Μέγα Κωνσταντίνο και γενικά τον Χριστιανισμό.  Καταφέρεται επίσης με απαξιωτικό τρόπο εναντίον του Μαρξ, του Λένιν, του κομμουνισμού, του Σαρτρ, του συνδικαλισμού… «Ζήτω εγώ και κανείς άλλος», θα μπορούσε να διακηρύξει…

       Στη συνέντευξη, που έδωσε στο περιοδικό «Le Point», όπως και στο πρόσφατο βιβλίο του «Παρακμή», ο Ονφρέ  «αναγγέλλει» – και αυτός – τον θάνατο του Χριστιανικού Πολιτισμού. Ο δημοσιογράφος τον ερωτά γιατί αυτό το  μίσος προς τον Χριστιανισμό και εκείνος απαντά: «Ο ανατόμος δεν ερεθίζεται από το σώμα που στηθοσκοπεί»… Επίσης σημειώνει πως «το ιδανικό του Χριστιανισμού είναι απάνθρωπο», ότι «ο Ιησούς Χριστός ενέπνευσε τον Χίτλερ στην ιδεολογία του και επομένως έχει ευθύνη για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων», ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος «κατέστρεψε τα αγάλματα των θεών και επέβαλε με τη βία τον Χριστιανισμό», ότι το χριστιανικό πανεπιστήμιο «σκότωσε» το Σωκράτη… Για να στηρίξει τον συκοφαντικό και υβριστικό ισχυρισμό του ότι ο Χριστός ενέπνευσε τον Χίτλερ  αναφέρεται στο ότι ο αιμοσταγής Γερμανός δικτάτορας, έγραψε  στο βιβλίο του «Ο Αγών μου» πως «ο χριστιανισμός που θα υπερασπιστεί είναι αυτός του φραγγελίου που πήρε ο Χριστός για να διώξει τους εμπόρους από τον  Ναό του Σολομώντα…» Δηλαδή για να κτυπήσει τον Χριστιανισμό ο Ονφρέ παίρνει στα σοβαρά τα λόγια του Χίτλερ και όχι τη διδασκαλία και τα όσα έπραξε ο Ιησούς στη ζωή Του…Δεν εξετάζει καν το πνευματικό περιεχόμενο της ενέργειάς Του στο Ναό του Σολομώντα, καθώς και των «ουαί» κατά των φαρισαίων… (Michel Onfray “Traite d’ atheologie”, Ed. Grasset, Paris, 2005, p. 201).

           Αυτά που γράφει στο ίδιο βιβλίο ο Ονφρέ για τον Απόστολο Παύλο δεν είναι απλώς ανεύθυνα, επιπόλαια, υβριστικά και συκοφαντικά, είναι χυδαία. Από όλα όσα αναφέρει ο Απόστολος των Εθνών στις Επιστολές του περιορίζεται μόνο  στο ότι είχε «σκόλοπα στη σάρκα του» και αφού αναφέρει μια σελίδα ασθένειες, από τις οποίες μπορεί να έπασχε, ρίχνει το δηλητήριό του, ότι πιθανόν να έπασχε από σεξουαλικά προβλήματα… (Βλ. ανωτ. Σελ. 166-169). Φυσικά η αναφορά  του είναι μόνο για να προκαλέσει και να εντυπωσιάσει. Αυτό είναι το επίπεδο ήθους του διεκδικούντος να αποτελεί τη συνείδηση της σύγχρονης Γαλλίας….

          Η καταγωγή του ανθρώπου αποτελεί πάντα πεδίο έρευνας για τους επιστήμονες της εποχής μας. Πρόσφατο άρθρο του Jon Moallem, που γράφτηκε στους   New York Times και αναδημοσιεύθηκε στην «Καθημερινή» της 13ης Ιανουαρίου 2017 (σελ. 9), δείχνει τις δυσκολίες που υπάρχουν στο να προσδιοριστεί ο ενδιάμεσος κρίκος μεταξύ ανθρώπου και πιθήκου. Γράφοντας την υπόθεση, ότι ο άνθρωπος του Νεάτερνταλ είχε κοινό πρόγονο με τον homo sapiens σημειώνει: «Προφανώς είχαμε έναν κοινό πρόγονο, σε κάποιο σημείο μέσα στον χρόνο, πριν από 500.000 έως 750.000 χρόνια….Εμείς εξελιχθήκαμε στην Αφρική, ενώ οι Νεάτερνταλ στην Ευρώπη και στην Ασία επί 300.000 χρόνια. Ή ίσως και μέχρι 60.000 χρόνια. Η απάντηση, βέβαια σε αυτό εξαρτάται από τον ποιόν θα ρωτήσεις, καθώς η μελέτη της καταγωγής του ανθρώπου χαρακτηρίζεται από εντονότατες διαφωνίες και η πιο απλή ερώτηση μπορεί να τύχει πολλαπλών απαντήσεων».  Αν με τις πιο εξελιγμένες σήμερα μορφές της Επιστήμης υπάρχουν κολοσσιαίες διαφορές στους υπολογισμούς, αντιλαμβάνεται κανείς πόσες ατέλειες έχουν οι υποθέσεις των προηγουμένων δεκαετιών για την εξέλιξη του ανθρώπου…  

            Υπάρχουν και άλλες απλοϊκές έως γραφικές απόψεις πάνω στην εξέλιξη. Μια από αυτές είναι του άθεου Γάλλου στοχαστή Ρεζίς Ντεμπρέ, ότι «η τρίτη γενιά χιμπατζήδων είναι και παραμένει ένα θρησκευόμενο θηλαστικό». (Ρεζίς Ντεμπρέ «Ο Θεός», Εκδ. «Κέδρος», Αθήνα, 2001, σελ. 41). Επίσης η «ανακάλυψη» της συμπαθέστατης κυρίας Τζέϊν Γκούντολ, που μετά από μεγάλη έρευνα διαπίστωσε ότι χιμπαντζήδες έκοβαν κλαράκια από τα δένδρα, απομάκρυναν τα φύλλα τους και τα έβαζαν στην είσοδο της φωλιάς των τερμιτών… Όταν οι τερμίτες ανέβαιναν πάνω στα κλαράκι, τα απέσυραν από τη φωλιά και έτρωγαν το μεζεδάκι τους…Αυτό έπεισε την κυρία Γκούντολ ότι οι χιμπαντζήδες είναι ικανοί να δημιουργούν εργαλεία!… (Βλ. σχ. «Το ΒΗΜΑ science» της 8ης Ιανουαριου 2017, σελ. 1,4-5). Με την ίδια λογική θα μπορούσε η κυρία Γκούντολ να θεωρήσει ικανά να φτιάχνουν

κατασκευές χρησιμοποιώντας τέτοιου είδους «εργαλεία», όπως των χιμπαντζήδων, και  πολλά άλλα ζώα, όπως είναι ο σκίουρος, το χελιδόνι, ακόμη και το μυρμήγκι…

         Στη διάθεση της άθεης ιντελιγκέντσιας να εκμεταλλευθεί την θεωρία της εξέλιξης για να προωθήσει τις ιδέες της δίνει απάντηση ο Βιτγκενστάϊν, μέσω του Ζήσιμου Λορεντζάτου:

         «Κανένας δε λέει πως η εξέλιξη πηγαίνει στο καλύτερο. Και πρώτα πρώτα η ίδια η εξέλιξη, που γεννάει εκτρώματα και καταστρέφει τα έργα της. Αυτό διόλου δε σημαίνει πως η θεωρία της εξέλιξης δεν είναι σωστή (Δαρβίνος) καθώς και η γενικευμένη θεωρία της εξέλιξης (νεοδαρβινιστές). Να θυμηθούμε εδώ τον Wittgenstein (Σημ. γρ. Λούντβιχ Βιτγκενστάιν, 1889-1951, Αυστριακός φιλόσοφος με σημαντική συνεισφορά στον τομέα της αναλυτικής φιλοσοφίας και λογικής), που διαχωρίζει – από τη μια μεριά τη φιλοσοφία και από την άλλη τις φυσικές επιστήμες. <Η θεωρία του Δαρβίνου δεν έχει να κάνει με τη φιλοσοφία περισσότερο από όσο έχει να κάνει οποιαδήποτε άλλη υπόθεση της φυσικής επιστήμης> (Tractatus 4.1122)». (Ζησ. Λορεντζάτου «Collectanea», σελ. 697).

     ΜΕΡΟΣ Ε΄

              Ο Δαρβινισμός στον 21ο αιώνα

Στον 21ο αιώνα εντείνεται η εκστρατεία των υλιστών και των αθέων εναντίον του Χριστιανισμού, με εργαλείο την θεωρία της εξέλιξης. Η εκμετάλλευση της θεωρίας του Δαρβίνου ξεκίνησε αμέσως μετά την δημοσιοποίηση της. Ο Χάξλεϊ και κυρίως ο Χέρμπερτ Σπένσερ (1820-1903), άθεος βρετανός φιλόσοφος, μαζί με τον επίσης άθεο γνωστό φυσικό επιστήμονα Τζον Τίνταλ (1820-1893) χρησιμοποίησαν τη θεωρία του Δαρβίνου και την επεξέτειναν στον κοινωνικό, ιδεολογικό, πολιτικό, ακόμη  και στον μεταφυσικό χώρο. Δημιούργησαν έτσι μια νέα ιδεολογία, μια νέα θρησκεία καλύτερα, που ονομάστηκε Δαρβινισμός. ΟEmanuele Severino (1929- ), καθηγητής της θεωρητικής φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Βενετίας) γράφει σχετικά: « Ο Σπένσερ (1820-1903) επεξέτεινε την έννοια της <εξέλιξης> από την κοινωνική πραγματικότητα στη φυσική πραγματικότητα και σε κάθε άλλη όψη του κόσμου. Ακολουθώντας τη σκέψη της έρευνας του Δαρβίνου (1809-1882), ο Σπένσερ υποστήριξε ότι η έρευνα  αυτή της «εξέλιξης» είναι ο θεμελιώδης νόμος όλων των φαινομένων». (Severino Emanuele “Antologia filosofica”, Biblioteca Universale Rizzoli, 3za Edizione, Milano, 1997, p. 364).

Μετά την έκδοση και του βιβλίου «Η καταγωγή του ανθρώπου», το 1871, και την υπόθεση του Δαρβίνου ότι πίθηκοι και άνθρωποι εντάσσονται στο ίδιο γενεαλογικό δένδρο, οι άθεοι επιστήμονες θεώρησαν ότι πλέον η επιστήμη θριάμβευσε επί του Χριστιανισμού. O Αγγλο – Αμερικανός διανοούμενοςΓκέραλντ Χερντ (1889-1971) έγραψε χαρακτηριστικά: «Ο Νεύτωνας εξόρισε τον Θεό από τη φύση, ο Δαρβίνος Τον εξόρισε από τη ζωή και ο Φρόιντ Τον έδιωξε από το τελευταίο οχυρό Του, την ψυχή». ( Jacques Barzun “Darwin, Marx, Wagner: Critique of a heritage”, The University of Chicago Press, Chicago and London, 2nd Edition 1981, p. 87).

Ο Δαρβινισμός, κατ’ άλλους Νεοδαρβινισμός, του 21ου αιώνα, δεν είναι η συνέχεια του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού. Ο αγνωστικιστής ιταλός καθηγητής της φιλοσοφίας και της σημειωτικής  και γνωστός συγγραφέας Ουμπέρτο Έκο γράφει:

«Ο Διαφωτισμός του Μπάϊλ και του Βολταίρου, του Ρουσώ και του Καντ, του Νεύτωνα και του Λαπλάς, έστω με ύφος κριτικής και σκεπτικισμού, είναι χριστιανικός και αν ακόμη δεν πιστεύει σε έναν προσωπικό Θεό, είναι σε έναν υπέρτατο βαθμό αποδεδειγμένος και δεδηλωμένος θεϊστικός… Εκείνος ο χριστιανισμός, ο διεφθαρμένος όχι μόνο από τη Ρώμη ή από το Παρίσι των παπιστών, αλλά και από την ανεκτική Γενεύη του Καλβίνου, είναι η πραγματική αιτία του αθεϊσμού… Λιγότερο στον Βολταίρο και περισσότερο στον Καντ ο λαϊκισμός παρουσιάζει τα αποτυπώματα του χριστιανικού Διαφωτισμού που απορροφά και πάλι, με κόπο, το υπολανθάνον σχίσμα, που υπάρχει στον άνθρωπο της Δύσης.

Αλλά δεν ήταν τέτοιος ο λαϊκισμός του Μαρξ ή του Νίτσε ή του Φρόϊντ, που υπήρξαν πριν και μετά τις μεγάλες επαναστάσεις της επιστήμης, της οικονομίας, των λαών. Με αυτούς και όχι μόνο με αυτούς, ο λαϊκισμός βγαίνει από τη διάσταση του χριστιανικού Διαφωτισμού…

Από τότε και μετά – έλεγαν οι μεγαλύτεροί μας όταν είμασταν παιδιά -, ο κόσμος δεν είναι πια ίδιος. Μετά από τότε; Μετά από τη Γαλλική Επανάσταση; Μετά τον τηλέγραφο; Μετά τον Μαρξ; Μετά τον Δαρβίνο; Μετά τον Νίτσε; Μετά τον Φρόϊντ και τον Αϊνστάϊν, μετά τον κομμουνισμό και τον ναζισμό; Μετά τα πυρηνικά και τον κόσμο μοιρασμένο στα δύο; Τέλος πάντων, μετά από τον μοντερνισμό όπως τον γνωρίσαμε στους δύο τελευταίους αιώνες της χιλιετίας;  Ή, μετά από αυτόν, το μεταμοντερνισμό, που φτάνει τελευταίος και μας ελκύει και μας ξεπερνάει και ενώ αναζητούμε μιαν οντότητα πιο βαθιά, στο μέγεθος της ανάγκης της οντότητας του κόσμου, πολλαπλασιάζει τις αναλύσεις και τα ηθικά διδάγματα, τα καταχωρίζει και τα εκθέτει σε ένα ηθικό σούπερ μάρκετ της αρετής των θρησκειών, με εσωτερισμούς, στρατούς σωτηρίας, ψυχοθεραπείες και ψυχοφάρμακα». (Ουμπέρτο Έκο «Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει;», Εκδ. «Ελληνικά Γράμματα», Ε΄ Έκδοση, Αθήνα, 1998, σελ. 138-144).

Η σημερινή αθεΐα εκπροσωπείται κυρίως από τον Ονφρέ και όσους έχουν τις ίδιες απόψεις μαζί του. Ο Ονφρέ στο προαναφερθέν βιβλίο του «Traite d’ atheologie» καταλήγει: «Σε όλες αυτές τις αμπρακαταμπρακικές θεολογίες, προτιμώ να αναφέρομαι στις εναλλακτικές σκέψεις έναντι της κυριαρχούσας φιλοσοφικής ιστοριογραφίας: των σκωπτών, των υλιστών, των ριζοσπαστών, των κυνικών, των ηδονιστών, των αθέων, των φιλήδονων, των ηδυπαθών. Αυτοί γνωρίζουν ότι δεν υπάρχει παρά ένας κόσμος και κάθε προώθηση ενός άλλου κόσμου μας κάνει να χάσουμε την απόλαυση και το όφελος του μόνου που υπάρχει. Αμάρτημα αληθινά θανάσιμο…». (ό.π. σελ. 262).

Σήμερα  κυριαρχούν ιδεολογικά ο νεοδαρβινισμός και η θεωρία του Σπένσερ. Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη ιδεολογία η εξέλιξη ισχύει σε κάθε πτυχή της ζωής του ανθρώπου και επομένως δεν υπάρχουν σ’ αυτήν σταθερές Αρχές. Η άποψη αυτή  είναι αποδεκτή και προωθείται  από το σύνολο των μαρξιστών αριστερών, από μεγάλο μέρος των νεοφιλελεύθερων δεξιών, οπαδών του Μίλτον Φρίντμαν και από τους ποικίλους  άθεους, οπαδούς του τεκτονισμού και άλλους. Κοινή είναι η εκ μέρους τους  απόρριψη του φυσικού δικαίου και των από αιώνων παραδεκτών από  όλο τον χριστιανικό κόσμο αρχών της Ηθικής. Απώτερος κύριος προς εξόντωση στόχος, εκ μέρους των εξελικτικών του 21ου αιώνα – μαρξιστών, φιλελεύθερων και λοιπών –, είναι ο χριστιανισμός, ως θρησκεία και ως πολιτισμός. Άμεσοι στόχοι τους η περιθωριοποίηση της Εκκλησίας, η αλλαγή της δομής και της ουσίας της οικογένειας, η κατάργηση της προστασίας του αδύναμου ανθρώπου, είτε είναι έμβρυο, είτε γέροντας, η στροφή του ανθρώπου στην πλημμύρα των πληροφοριών, χωρίς γνώση, χωρίς επίγνωση και η μετατροπή του σε ένα είδος ρομπότ. Εκεί οδηγεί η τεχνολογική εξέλιξη. Στον περιορισμένο χώρο της Γης, που θα εξακολουθεί να ζει ο άνθρωπος, οι δυνατότητες  του, οι τοπικές και οι χρονικές, έχουν σταθερά όρια. Σ’ αυτόν λοιπόν τον φιλόξενο πλανήτη θα εξελίσσεται τεχνολογικά και, με βάση αυτή την εξέλιξη, ο άνθρωπος θα καθορίσει το μέλλον του. Όμως η τεχνολογική εξέλιξη δεν έχει καμία σχέση με την πολιτισμική. Στη δεύτερη μάλλον υπάρχει υποβάθμιση, τάση προς εκβαρβάρωση…

Η σύγχρονη μετανεωτερική (και μεταλογική;) πρακτική αθεΐα, εκφράζει φιλοσοφικές απόψεις τουΝίτσε, ή του Μαρξ, αλλά τις εφαρμόζει και τις επιβάλλει, εν ονόματι του υπό διαρκή εξέλιξη διαμορφούμενου δικαίου. Λόγου χάριν η εκ μέρους των οπαδών της υποστήριξη της ανεξιθρησκείας και της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι στην ουσία η επιβολή της αθεΐας, της ηδονιστικής αντίληψης της ζωής και της περιθωριοποίησης της Εκκλησίας. Σε ομιλία της στο «Rome Life Foroum», που διεξήχθη στη Ρώμη στις 6 και 7 Μαΐου 2016 η AncaMaria Cernea, Ρουμάνα ιατρός, της οποίας ο πατέρας υπέστη βασανιστήρια και φυλάκιση 17 ετών από το καθεστώς Τσαουσέσκου, έγραψε ότι αυτά που συμβαίνουν σήμερα στην φιλελεύθερη Δύση, εν ονόματι της εξέλιξης, προηγήθηκαν στο καθεστώς των μπολσεβίκων στην ΕΣΣΔ. Οι εκτρώσεις αποποινικοποιήθηκαν από τον Λένιν το 1920 – στις ΗΠΑ το 1973 άρχισε η αποποινικοποίησή τους με την υπόθεση Roe versus Wade. Το αυτόματο διαζύγιο εφαρμόστηκε από τους μπολσεβίκους το 1918 – στις ΗΠΑ αυτό συνέβη για πρώτη φορά στην Καλιφόρνια το 1969. Η ομοφυλοφιλία αποποινικοποιήθηκε από το καθεστώς των μπολσεβίκων το 1922, αλλά αργότερα επιβλήθηκαν νομοθετικά σε βάρος των ομοφυλοφίλων αυστηρές ποινές και ήσαν υπό συνεχείς διώξεις – στις ΗΠΑ, στην Πολιτεία του Ιλινόϊς αποποινικοποιήθηκε η ομοφυλοφιλία το 1969 και πρόσφατα επιβλήθηκαν ομοσπονδιακά τα δικαιώματα των ομοφυλοφίλων, που έχουν ως συνέπεια την καταπίεση και τις διώξεις όλων όσοι δεν συμφωνούν με την επιβληθείσα νομοθεσία. O Ούγγρος κομμουνιστής πολιτικός Μπέλα Κουν, στην βραχύβια κυβέρνησή του, το 1919,  εισήγαγε τη σεξουαλική αγωγή στα σχολεία, για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας. Σήμερα επιδιώκεται η γενίκευσή της σε όλες τις χριστιανικές χώρες. Στα 1950 ο κομμουνιστής Harry Hay ίδρυσε στις ΗΠΑ την Mattachine Society, πρώτη εταιρεία στον κόσμο για τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων….

Η προώθηση της εξελικτικής θεωρίας στα θέματα της ανθρώπινης ζωής γίνεται μέσω της συνολικής ( από την Δεξιά έως την Αριστερά) πολιτικής εξουσίας σε κάθε χώρα, την οποία χειραγωγούν τα ισχυρότατα παγκοσμίως αθεϊστικά λόμπι, τα οποία φέρουν ελκυστικά ονόματα, όπως «ανθρωπιστικές οργανώσεις», ή «οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων». Είναι πράγματι αξιοπερίεργο από πού έλκουν αυτή τη δύναμη και επιρροή τους. Πρόσφατα η Αμερικανική Ανθρωπιστική Εταιρεία ανακοίνωσε ότι στις ΗΠΑ η Βουλή των Αντιπροσώπων πήρε απόφαση να καθιερωθεί στη χώρα η 12η Φεβρουαρίου, ημέρα της γεννήσεως του Δαρβίνου, ως «Ημέρα του Δαρβίνου» και ως «εθνικός εορτασμός της εξέλιξης και της επιστήμης». O δημοκρατικός βουλευτής Jim Himes, χριστιανός πρεσβυτεριανός κατά δήλωσή του, ήταν ο εισηγητής της Ημέρας του Δαρβίνου και δήλωσε σχετικά: « Στο σύγχρονο πολιτικό κλίμα, όταν τα συγκεκριμένα γεγονότα και οι μεγάλες αλήθειες, που έχουν αποκαλυφθεί από την επιστήμη δέχονται επίθεση, η απόδοση τιμής στις προσπάθειες των επιστημόνων, των αληθινών ηρώων της ανθρώπινης ιστορίας, είναι ιδιαίτερα σημαντική. Με τον εορτασμό και την εκδήλωση μνήμης στην ημέρα γεννήσεως του Δαρβίνου δεν αναγνωρίζουμε μόνο την τεράστια συμβολή στο να κατανοήσουμε καλύτερα τις αρχές της ζωής, αλλά στέλνουμε μήνυμα ότι δίνουμε αξία στη μόρφωση, στη γνώση και στην επιστήμη ως αρχών που μας καθοδηγούν». (Από American Humanist Association, Press Release, 12 January 2017). Σημειώνεται ότι το σύνθημα κάτω από την επιγραφή της εν λόγω εταιρείας είναι «Good without God» (Το καλό χωρίς Θεό).

Η «Διεθνής Ανθρωπιστική και Ηθική  Ένωση» σύμφωνα με την Wikipedia, «είναι η οργάνωση ομπρέλα των ανά τον κόσμο ουμανιστικών, αθεϊστικών, ρασιοναλιστικών, κοσμικών,  σκεπτικιστών, και ηθικιστικής κουλτούρας οργανώσεων». Ιδρύθηκε το 1952 και έχει έδρα το Άμστερνταμ. Φέτος το παγκόσμιο συνέδριό της θα διεξαχθεί στο Σάο Πάολο της Βραζιλίας. Κοινός παρονομαστής τους η αθεΐα, το μίσος προς τον Χριστιανισμό, η προώθηση του ομοφυλοφιλικού τρόπου ζωής, καθώς και η υπονόμευση της οικογένειας, ως φυσικού θεσμού. Όπου επικρατούν οι αρχές των αθεϊστικών οργανώσεων επιβάλλονται δρακόντειοι νόμοι σε βάρος όσων εκφράζουν την, για λόγους συνειδήσεως, διαφωνία τους.

Μια ακόμη απόδειξη της, εν ονόματι της εξέλιξης, σε βάρος της παραδοσιακής ηθικής συνεργασίας Αριστερών και Φιλελευθέρων είναι το ψήφισμα που έγινε αποδεκτό στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 4 Φεβρουαρίου του 2014. Αυτό προτείνει ουσιαστικά την προώθηση των αρχών των ομοφυλοφίλων στην Ευρώπη και ειδικότερα στην εκπαίδευση των νέων. Υπερψηφίστηκε από την Αριστερά και από τους Φιλελευθέρους. Από τους Έλληνες Ευρωβουλευτές το ψήφισαν εκείνοι του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και αρκετοί της Νέας Δημοκρατίας. Πρόσφατα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο τα μέτρα για το συμβόλαιο συμβίωσης ομοφυλοφίλων ψηφίστηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΟΤΑΜΙ, το ΠΑΣΟΚ, αλλά και φιλελεύθερους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας… Η κατάργηση της προαιρετικής αναγραφής του θρησκεύματος από τις ταυτότητες έγινε με αγαστή συνεργασία των φιλελευθέρων του κ. Μάνου με το ΠΑΣΟΚ και την Αριστερά. Το πρόσφατα δημοσιευθέν σχέδιο Συντάγματος, που συντάχθηκε με την πρωτοβουλία και την ενεργό συμμετοχή του φιλελεύθερου κ. Στ. Μάνου και τη συμμετοχή αριστερών επιστημόνων, προσβάλλει την Ιστορία και την Παράδοση αυτού του τόπου. Προτείνεται η κατάργηση όσων άρθρων αφορούν στην Ορθόδοξη Εκκλησία και αφαιρείται από το προοίμιο η επίκληση της Αγίας Τριάδας, αν και με την πίστη προς Αυτήν ελευθερώθηκαν οι Έλληνες, για να μπορούν σήμερα να ζητούν ο κ. Μάνος και η ομάδα του το ξερίζωμά Της. Της ευγνωμοσύνης προηγείται η αθεΐα και της παράδοσης η εξέλιξη…

Όπως διαμορφώθηκαν οι Θεωρίες της εξέλιξης και της καταγωγής των ειδών  του Δαρβίνου, πηγαίνουν μαζί με τον υλισμό και τον ηδονισμό και, ως άθροισμα, αποτελούν τη βάση της ιδεολογίας της   αθεΐας και του πολέμου κατά του Χριστιανισμού. Ο Ευγένιος Ιονέσκο έχει γράψει στον πρόλογο του θεατρικού του έργου «Ο Ρινόκερος» κάτι που ταιριάζει στην εκστρατεία των αθέων: «Ο Ρινόκερος είναι αναμφισβήτητα έργο αντιφασιστικό. Κυρίως όμως, είναι ένα έργο που αντιτίθεται σε κάθε μαζική υστερία, σε κάθε επιδημία, που κρύβεται κάτω από την καλύπτρα της λογικής και των ιδεών, αλλά που δεν παύει να είναι κοινωνική αρρώστια, της οποίας οι ιδεολογίες είναι στην πραγματικότητα το άλλοθι». (Ευγ. Ιονέσκο «Ο Ρινόκερος», Εκδ. «Δωδώνη», Αθήνα, 1992, σελ. 14). 

Για την αμηχανία της Αριστεράς έναντι του Δαρβινισμού γράφουν τα ακόλουθα οι  Νίκος Μπελογιάννης και Αγγελική Κώττη: « Ο δαρβινισμός αντιμετωπίζεται (από την Αριστερά) αλλού σαν ιδεαλιστικός, αλλού σαν μηχανιστικός, αλλού ότι είναι επηρεασμένος απόλυτα από τους νόμους της καπιταλιστικής ζούγκλας, ενώ η επίκληση του διαλεκτικού υλισμού γίνεται συνεχώς για να στηριχτεί ό, τι δε μπορεί να σταθεί αλλιώς». (Νίκου Μπελογιάννη – Αγγελικής Κώττη «Σταλινισμός – Η τέταρτη μονοθεϊστική θρησκεία, Εκδ. Άγρα, Αθήνα 2012, σελ. 117).  Αριστεροί και φιλελεύθεροι συμπλέουν στην πρακτική αθεΐα και στην εξόντωση του Χριστιανισμού, αλλά δεν συμφωνούν στις προϋποθέσεις για αυτήν. Κατά τους μαρξιστές η εξελικτική θεωρία είναι ένας τρόπος έκφρασης του ιστορικού υλισμού, όπως τον εξέφρασαν οι Μαρξ  και Ένγκελς. Βεβαίως θέλουν να αγνοούν ότι ο ίδιος ο Δαρβίνος αρνήθηκε να δεχθεί να του αφιερωθεί το «Κεφάλαιο» από τον Μαρξ…(Βλ. σχ. Rocco Pezzimenti “Politica e Religione”, CittaNuova, Roma, 2004, p. 239).

Πάντως οι άθεοι, μαρξιστές και φιλελεύθεροι, πολεμούν άγρια τον χριστιανικό πολιτισμό, γιατί έτσι, όπως υποστηρίζουν «ο άνθρωπος θα βρει την ελευθερία του». Είναι αυτό που είναι γραμμένο σε τοίχο του ΕΜΠ, επί της οδού Τοσίτσα, στην Αθήνα: «Καταστροφή του (χριστιανικού) πολιτισμού ελευθερία στη Γη»… Η θεωρία της εξέλιξης και η εκμετάλλευση των τεχνολογικών επιτευγμάτων τους βοηθούν να αφαιρέσουν την ιστορική συνείδηση από τους ανθρώπους, οπότε έτσι θα γίνει ευκολότερη η επιβολή της ολοκληρωτικής ιδεολογίας τους. Γράφει ο Κώστας Παπαϊωάννου: « Ο μοντέρνος ( και κύρια μαρξιστικός) ολοκληρωτισμός κατάλαβε ότι μέσα σε μια  κοινωνία όπου η κύρια λειτουργία της ιστορικής συνείδησης είναι να κάνει τους ανθρώπους να βλέπουν με νηφάλια μάτια τη θέση τους μέσα στον κόσμο και τις αναμεταξύ τους σχέσεις, ο μόνος τρόπος για να εξασφαλιστεί ο ολοκληρωτικός εξανδραποδισμός του ανθρώπου είναι να ξεριζωθεί μέσα από την ψυχή του η ιστορική συνείδηση και να σκεπαστούν όλες οι σχέσεις των ανθρώπων αναμεταξύ τους από την ομίχλη της προπαγανδιστικής απάτης, έτσι που τα ίδια τα γεγονότα να χάσουν την ιστορικότητά τους και να μεταμορφωθούν σε απλές αλληγορίες αυτής της μυθικής γιγαντομαχίας ανάμεσα στον <προοδευτικό διαφωτισμό> και στον <αντιδραστικό σκοταδισμό>». (Κώστα Παπαϊωάννου « Η κρίση του μαρξισμού», Περ/κό «Εποπτεία», τεύχος 64, Ιανουάριος 1982, σελ. 32). Αυτό το ξερίζωμα της ιστορικής συνείδησης επιδιώκεται από τον κ. Μάνο, με την πρόταση του ιδίου και της ομάδας του για νέο Σύνταγμα, αυτό επιδιώκεται από το ΚΚΕ και την Αριστερά με την επιλεκτική μνήμη στα γεγονότα και τη δογματική ιδεολογία τους.

Εκείνο που δεν αντιλαμβάνονται όσοι πολεμούν τον χριστιανικό πολιτισμό είναι ότι στρώνουν το χαλί στην εξάπλωση του Ισλάμ στις χριστιανικές χώρες, που επιδιώκεται να εξελιχθούν σε αθεϊστικές…. Σημειώνεται ότι όλος ο αντιθρησκευτικός πόλεμος διεξάγεται μόνο στις χριστιανικές χώρες. Σε καμία ισλαμική και βουδιστική χώρα, αλλά και στο ιουδαϊκό Ισραήλ,  γίνεται αντιθρησκευτική εκστρατεία…Ο πολιτισμός αυτών των θρησκειών δεν την επιτρέπει…. Ο αντιθρησκευτικός  πόλεμος στις λεγόμενες δυτικές χώρες θυμίζει τις ειρηνευτικές εκστρατείες στη Δύση, την ώρα που εξοπλιζόταν περισσότερο η κομμουνιστική Ανατολή…

Ήρθε όμως το τέλος του Χριστιανισμού στις χώρες όπου επικράτησε στο διάστημα της 2000ετούς παρουσίας Του στην Ιστορία και ειδικότερα στην Ευρώπη; Σύμφωνα με τον Άτλαντα των Χριστιανών«παρά την γενικευόμενη εκκοσμίκευση των κοινωνιών στην Ευρώπη οι πνευματικοί δεσμοί με τον Χριστιανισμό, ή τουλάχιστον  με τις <χριστιανικές ρίζες>  παραμένουν ισχυροί και οι κυβερνήσεις επιζητούν τη συνεργασία με τις διάφορες θρησκείες και πρώτα με τις χριστιανικές ομολογίες». (Aurelien Girard, Sylvain Parent, Laura Pettinaroli “Atlas des chretiens”, Ed. Autrement, Paris 2016, p. 80). Η πρόβλεψη του PEW Research Center για το 2050 είναι πως οι Χριστιανοί θα είναι 2,92 δισεκατομμύρια, από τα 2,17 που είναι σήμερα. Θα έχουν λοιπόν οι άθεοι για καιρό ακόμη τους Χριστιανούς…Το Ισλάμ θα έχει πολύ μεγάλη αύξηση πιστών στην ίδια χρονική περίοδο: Θα έχει 2,76 δισεκατομμύρια πιστούς από 1,6 δισεκατομμύρια που είναι σήμερα… (ΒΗΜΑgazino, 20.12.2015, σελ. 10). Αν και αυτές οι προβλέψεις είναι γνωστές, οι άθεοι θέλουν να αποδυναμώσουν τις δυτικές κοινωνίες από τα πνευματικά αντισώματά της. Μπρος στην ηδονή και στον ορθολογισμό ας γίνουν όλα στάχτη…

Ο Ντοστογιέφσκι (1821 – 1881)  έζησε παράλληλα με τον Δαρβίνο ( 1809 – 1882). Το 1859 ο Δαρβίνος εκδίδει τη θεωρία της καταγωγής των ειδών και ο Ντοστογιέφσκι αποφυλακίζεται, μετά την καταδίκη του σε θάνατο, ως μέλους τρομοκρατικής ομάδας και της μετατροπής της ποινής του σε τέσσερα χρόνια καταναγκαστικά έργα στη Σιβηρία. Το 1871 ο Δαρβίνος με το βιβλίο του «Η καταγωγή του ανθρώπου και η επιλογή η συνδεόμενη με το φύλο» δημοσιοποίησε τις απόψεις του για την εξελικτική πορεία του ανθρώπου και το 1872, με το βιβλίο του «Η έκφραση των συναισθημάτων στον άνθρωπο και στα ζώα» εξέφρασε τη θεωρία του πως ο ανθρώπινος νους και τα ανθρώπινα συναισθήματα είναι αποτέλεσμα  μιας συνεχούς βιολογικής εξέλιξης. Ο Ντοστογιέφσκι το 1871 – 1872 εξέδωσε τους «Δαιμονισμένους» και το 1879 αρχίζει η έκδοση του τελευταίου και, κατά την άποψη πολλών, του πιο σημαντικού έργου του για τον άνθρωπο και τη συνείδηση του, «Αδελφοί Καραμάζοφ». Ο Ντοστογιέφσκι στα δύο τελευταία έργα του  πρόβλεψε την πορεία του ανθρώπου προς τον μηδενισμό και την αθεΐα. Ο Αλμπέρ Καμύ που διασκεύασε σε θεατρικό έργο τους «Δαιμονισμένους», σε συνέντευξή του είπε: « Για καιρό πιστευόταν ότι ο Μαρξ είναι ο προφήτης του 20ού αιώνα. Τώρα γνωρίζουμε ότι η προφητεία του προκάλεσε μεγάλη πυρκαϊά. Και ανακαλύψαμε πως ο αληθινός προφήτης ήταν ο Ντοστογιέφσκι. Προφήτεψε την κυριαρχία των <Μεγάλων Ιεροεξεταστών> και τον θρίαμβο της δύναμης επί της δικαιοσύνης». (Albert Camus «Les possedes”, Edit. Gallimard, Paris, 2010, p. 260).

Στους «Δαιμονισμένους» ο Κυρίλοφ δηλώνει προφητικά, σα να είναι σημερινός άθεος, πως «η αθεΐα του είναι η ελευθερία του». Στους «Αδελφούς Καραμάζοφ» ο διάβολος λέγει στον Ιβάν Καραμάζοφ ότι  οΜέγας Ιεροεξεταστής πρέπει να υλοποιήσει το έργο του: «Κατά τη γνώμη μου δεν χρειάζεται τίποτα να γκρεμίσουν (Σημ. γρ. Οι οπαδοί του Μεγάλου Ιεροεξεταστή και της αθεΐας), μα πρέπει μονάχα να γκρεμιστεί η ιδέα του Θεού μέσα στην ανθρωπότητα. Να από πού πρέπει να αρχίσουμε! Απ’ αυτό, απ’ αυτό πρέπει να αρχίσει κανείς – ω τυφλοί που τίποτε δεν καταλαβαίνετε! Όταν η ανθρωπότητα ολόκληρη θα απαρνηθεί το Θεό (και πιστεύω πως αυτή η περίοδος, αντίστοιχη με τις γεωλογικές – Σημ. γρ. Εδώ υπεισέρχεται η έννοια της εξέλιξης του Δαρβίνου – θα πραγματοποιηθεί) τότε από μόνη της χωρίς ανθρωποφαγία, θα καταρρεύσει όλη η προηγούμενη κοσμοθεώρηση και, το σπουδαιότερο, όλη η παλαιά ηθική, και θα πραγματοποιηθεί το καινούργιο. Οι άνθρωποι θα ενωθούν για να τα πάρουν όλα από τη ζωή, όλα όσα μπορεί να δώσει, μα οπωσδήποτε για την ευτυχία και τη χαρά σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο. Ο άνθρωπος θα ανυψωθεί με το πνεύμα της θεϊκής τιτανικής υπερηφάνειας και θα εμφανιστεί ο άνθρωπος – θεός. Θριαμβεύοντας πια απεριόριστα πάνω στη φύση, με τη θέλησή του και την επιστήμη του, ο άνθρωπος θα αισθάνεται μ’ αυτό και μόνο κάθε ώρα μιαν απόλαυση τόσο μεγάλη που θα του αντικαταστήσει όλες του τις ελπίδες για επουράνιες ηδονές. Ο καθένας θα μάθει πως είναι θνητός ολόκληρος, χωρίς ανάσταση, και θα δεχθεί τον θάνατο περήφανα και ήρεμα, σα θεός….Το πρόβλημα είναι τώρα αν είναι δυνατό να έρθει μια τέτοια πρόοδος, ή όχι; Αν έρθει, τότε όλα θα έχουν τακτοποιηθεί και η ανθρωπότητα θα οργανωθεί οριστικά. Αλλά έχοντας υπόψη μας την ανθρώπινη ανοησία, μπορούμε να βγάλουμε το συμπέρασμα πως αυτό δεν θα πραγματοποιηθεί ίσως ούτε ύστερα από χίλια χρόνια. Μα σε εκείνον που ξέρει από τώρα την αλήθεια επιτρέπεται να βολευθεί όπως του αρέσει πάνω στις νέες αρχές. Από αυτήν την άποψη σε έναν τέτοιον άνθρωπο όλα επιτρέπονται. Και όχι μονάχα αυτό. Και αν ακόμα αυτή η περίοδος δεν θα φτάσει ποτέ, μια και παρόλα αυτά Θεός και αθανασία δεν υπάρχουν, επιτρέπεται στον καινούργιο άνθρωπο να γίνει άνθρωπος – θεός, έστω και αν θα είναι ο μόνος σε όλο τον κόσμο και φυσικά με τον καινούργιο του τίτλο να υπερπηδήσει κάθε όριο παλαιάς ηθικής του πρώην δούλου  ανθρώπου , αν χρειαστεί». ( Ντοστογιέφσκι «Αδελφοί Καραμάζοφ», Εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα, Δ΄ Τόμος σελ. 98 – 100).

Ο Ντοστογιέφσκι πρόβλεψε τη σημερινή κατάσταση, ως προς την εκστρατεία της αθεΐας κατά του Χριστιανισμού, με εργαλείο την θεωρία της εξέλιξης. Μακάρι ο καθένας μας να επιλέξει να είναι μαζί του στην ακράδαντη πίστη του προς τον Ιησού Χριστό και όχι με τον Δαρβίνο και τον Μεγάλο Ιεροεξεταστή της εποχής μας, έστω και αν αυτός δείχνει ισχυρός εξουσιαστής και μας απειλεί με συνέπειες στη ζωή μας, αν δεν υποκύψουμε και δεν τον ακολουθήσουμε.-

Βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε για το παρόν πόνημα

  • Αϊνστάϊν Αλβέρτου «Ο σημερινός κόσμος», Εκδόσεις Μάρη, Αθήνα, 1951

  • Βασιλείου Αγίου του Μεγάλου «Εξαήμερος», Μ. Βασιλείου Έργα, 4ος Τόμος, Πατερικές Εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς», Θεσσαλονίκη, 1973.

  • Βολφ Λάρι (Larry Wolff) «Ο Διαφωτισμός και ο Ορθόδοξος κόσμος», Κέντρο Νεοελληνικών Ερευνών Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών, Αθήνα, 2001.

  • Γκενόν Ρενέ «Η κρίση του σύγχρονου κόσμου», Εκδ. «Δωδώνη», Αθήνα, 1980.

  • Γκιτόν Ζαν «Θεός και Επιστήμη», Εκδ. «Αστάρτη», Αθήνα, 1999.

  • Γρηγορίου Νύσσης «Πνεύμα και Λόγος», Εκδ. «Τέρτιος», Κατερίνη, 1997

  • Δαρβίνου Καρόλου «Η καταγωγή των ειδών», Τόμοι Α΄ και Β΄, Εκδόσεις «Το Βήμα», Αθήνα 2009.

  • Δρακόπουλου Παναγιώτη «Θητεία», Εκδ. IMAGO, Αθήνα, 1982

  • Ιωάννου Χρυσοστόμου «Η Δημιουργία του κόσμου», Εκδ. «Λύχνος», Αθήνα, 2003.

  • Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών «Ιστορία και Φιλοσοφία των Επιστημών στον Ελληνικό χώρο (17ος-19οςαι.), Εκδ. Μεταίχμιο, Αθήνα, 2003.

  • Ιονέσκο Ευγενίου «Ο Ρινόκερος», Εκδ. «Δωδώνη», Αθήνα, 1992.

  • Koϊρέ Αλεξάντρ «Δυτικός πολιτισμός», Εκδόσεις «Ύψιλον», Αθήνα, 1991

  • Κρόφορντ Ρόμπερτ «Τι είναι θρησκεία», Εκδόσεις Σαββάλας, Αθήνα, 2004.

  • Λίποβατς Θάνου «Δημοκρατικός Λόγος, Ψυχανάλυση, Μονοθεϊσμός», Εκδόσεις «Πλέθρον», Αθήνα, 2001.

  • Λορεντζάτου Ζήσιμου «Collectanea», Εκδ. «Δόμος», Αθήνα, 2009.

  • Μακ Γκραθ Άλιστερ (McGrath Alister) «Το λυκόφως του αθεϊσμού», Εκδόσεις «Ουρανός», Αθήνα, 2008.

  • Μονό Ζακ «Η τύχη και η αναγκαιότητα», Εκδόσεις Ράππα, Αθήνα, 1971.

  • Μορέν Εντγκάρ «Αφήνοντας τον 20ό αιώνα», Εκδ. «Ροές», Αθήνα, 1987.

  • Μπελογιάννη Νίκου – Αγγελικής Κώττη «Σταλινισμός, η τέταρτη μονοθεϊστική θρησκεία», Εκδ. «Αγρα», Αθήνα, 2012.

  • Μπλουμ Αντωνίου, Μητροπολίτου « Ο Μητροπολίτης και η άθεη- Μια συζήτηση με τη Μαργκανίτα Λάσκι», Εκδόσεις «Εν πλω», Αθήνα, 2004.

  • Νοταρά Χρυσάνθου, Πατριάρχου Ιεροσολύμων «Εισαγωγή εις τα Γεωγραφικά και Σφαιρικά», Εν Παρισίοις, 1716.

  • Ντεμπρέ Ρεζίς «Ο Θεός, μια ιστορική διαδρομή», Εκδ. «Κέδρος», Αθήνα, 2001.

  • Ντοστογιέφσκι Φεοντόρ « Αδελφοί Καραμάζοφ», Εκδ. Γκοβόστη, Αθήνα.

  • Ντοστογιέφσκι Φ. «Δαιμονισμένοι», Διεθνείς Εκδόσεις,

  • Όργουελ Τζορτζ «1984», Εκδ. «Κάκτος», Αθήνα, 1978

  • Όργουελ Τζορτζ «Η φάρμα των ζώων», Εκδ. «Γράμματα», Αθήνα, 1982.

  • Παπαϊωάννου Κώστα «Η κρίση του μαρξισμού», άρθρο στο περιοδικό «Εποπτεία», τεύχος 64, Ιανουάριος 1982.

  • Πόπερ Καρλ «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της», Τόμοι Α+Β, Εκδόσεις «Δωδώνη», Αθήνα,1980.

  •  Σαραντάρη Γιώργου « Δοκίμια για την ύπαρξη του ανθρώπου», Εκδόσεις Ευθύνης (Αναλόγιο), Αθήνα, 1999.

  • Σεστώφ Λεβ «Στους αντίποδες του ορθολογισμού», Εκδόσεις «Printa», Αθήνα, 2005.

  • Σπένγκλερ Οσβαλντ (Spengler Oswald) «Η παρακμή της Δύσης», Α΄+Β΄ Τόμοι, Εκδ. «Τυπωθήτω-Γιώργος Δαρδανός, , Αθήνα, Α΄ Ανατύπωση στα ελληνικά Ιανουάριος 2004

  • Τρεμπέλα Ν. Παναγιώτη «Απολογητικαί Μελέται», Τόμοι Α΄, Β΄ και Γ΄, Έκδοσις Αδελφότητος Θεολόγων «Ο Σωτήρ», Αθήναι, 1965 – 1971.

  • Τσάλμερς Α.Φ. «Τι είναι αυτό που το λέμε Επιστήμη;», Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο 1994.

  • Φαρούκι Ναϊλά (Farouki Nayla)  «Πίστη και Λογική», Εκδ. Οίκου Π. Τραυλού – Ε. Κωσταράκη, Αθήνα, 1997.

  • Φουκουγιάμα Φράνσις «Το τέλος της Ιστορίας και ο τελευταίος άνθρωπος», Εκδ. Νέα Σύνορα, Α.Α. Λιβάνη, Αθήνα, 1993.

  • Χάντιγκτον Π. Σάμιουελ «Η σύγκρουση των πολιτισμών και ο ανασχηματισμός της παγκόσμιας τάξης», Εκδ. ΤERZO  BOOKS, Γ΄ Έκδοση, Αθήνα, 1999.

  • Χάντιγκτον Π. Σάμιουελ «Ποιοι είμαστε – Η Αμερικανική ταυτότητα στην εποχή μας», Εκδ. Οίκος Λιβάνη, Αθήνα, 2005.

  • Χόκινγκ Στέφεν ( Hawking H. Stephen) «Το χρονικό του χρόνου» Εκδ. «Κάτοπτρο», Αθήνα.

  • Copleston F.C. “Aquinas – An introduction to the life and work of the great medieval thinker”, Penguin Books, London 1955.

  • Badre Bertrand – Chalmin Philippe – Tissot Nicolas “La mondialisation a-t-elle une ame?”, Ed. Economica, Paris 1998.

  • Barzun Jacques “Darwin, Marx, Wagner – Critique of a heritage”, The University of Chicago Press, Chicago and London, 1958.

  • Camus Albert “Les possedes”, Edit. Gallimard, Paris, 2010.

  • Cattin Yves “L’ anthropologie politique de Thomas d’ Aquin”, Ed. L’ Harmattan, Paris, 2001.

  • Chalmers Alan F. “Qu’ est-ce que la science”, Ed. La Decouverte, Paris, 1987.

  • De Rivero Oswaldo “Le mythe du developpement”  Enjeux Planete, Editions de l’ Atelier, Paris, 2003.

  • Ferguson Niall “The great Degeneration”,Penguin Books, London 2012.

  • Girard Aurelien, Parent Sylvain, Pettinaroli Laura “Atlas des chretiens”, Ed. Autrement, Paris, 2016.

  • Lange F.-A “Histoire du materialisme”, 2 Tomes, Librairie Schleicher Freres, Paris, 1911.

  • Facchini Fiorenzo «Εvoluzione. Cinque questioni nel dibattito attuale», Jaca Book, Milano.

  • Le Point  “References – Le bien et le mal – Les textes fondamentaux”, Decembre 2016 – Janvier 2017.

  • Novak Michael  “The universal hunger for liberty”, Basic Books, New York, 2004.

  • Onfray Michel “Traite d’ atheologie”, Ed. Grasset, Paris, 2005.

  • Owen Judd J. “Religion & the Demise of Liberal Rationalism – The Foundational crisis of the Separation of church & State”, The University of Chicago Press, Chicago and London, 2001.

  • Pezzimenti Rocco “Politica e religione”, Ed. Citta Nuova, Roma, 2004.

  • Ringlet Gabriel “L’ evangile d’ un libre penseur”, Ed. Albin Michel, Paris, 1998.

  • Severino Emanuele “Antologia Filosofica”, Biblioteca Universale Rizzoli, 3za Edizione, 1997.

  • http://aktines.blogspot.gr/2017/02/blog-post_70.html

Γιατί σταυρώθηκε ο Χριστός

0
0

Σχετική εικόνα

Μητροπολίτης Μελέτιος Νικοπόλεως

α. Το σκάνδαλο του Σταυρού
1. Ο άγιος απόστολος Παύλος λέγει:
« Ο θάνατος του Χριστού στον Σταυρό είναι:
• για τους Ιουδαίους σκάνδαλο, αφού ο Νόμος ορίζει: επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου (Γαλ. 3,13, Δευτ. 21,23).
• για τους λογοκράτες έλληνες μωρία. Οι λογοκράτες λένε: Πώς είναι δυνατό εκείνος που δεν μπόρεσε να περιφρούρηση τον Εαυτό Του και να Τον προφυλάξη από τέτοιο θάνατο, να είναι σωτήρας άλλων;
• για μας, τους σωζομένους, είναι Θεού δύναμις και Θεού σοφία» (Α’ Κορ. 1,24)…

Μα πώς και γιατί ο θάνατος του Χριστού στον Σταυρό είναι η έκφραση της δύναμης και της σοφίας του Θεού για την σωτηρίας μας;
2. Ο Κύριος μας μίλησε για τον Εαυτό Του πολύ κατηγορηματικά. Μας είπε:
• Εγώ είμαι το φως του κόσμου. Όποιος ακολουθεί ΕΜΕΝΑ δεν διατρέχει τον κίνδυνο να νομίζη πως έχει φως και να περπατάη στο σκοτάδι (Ιω. 8,12), όπως συμβαίνει με εκείνους που ακολουθούν άλλα θρησκεύματα και φιλοσοφίες.
• Πριν από εμένα ήλθαν πολλοί. Και έφτιαξαν θρησκείες. Μα ήσαν κλέφτες και ληστές (Ιω. 10,8)
• Μετά από εμένα θα έλθουν πολλοί ψευδόχριστοι, ψευδοπροφήτες και αντίχριστοι. Θα είναι όλοι, η καταστροφή εκείνων που θα τους ακολουθήσουν (Ματθ. 24,11∙ Μάρκ. 13,22-23).
• Εγώ είμαι η οδός και η αλήθεια και η ζωή (Ιω. 14,6).
3. Και να η απορία – ερώτημα πολλών.
– Γιατί μόνον ο Ιησούς; δεν υπάρχει και άλλος δρόμος; Γιατί όχι και ο Βούδας; Γιατί όχι και ο Μωάμεθ; Γιατί όχι και κάποιος άλλος μύστης της Νέας εποχής;
Πριν από λίγα χρόνια έγινε στο Μπανγκόγκ της Ταϊλάνδης ένα Διαθρησκειακό Συνέδριο, στο οποίο έλαβαν μέρος μεγάλες προσωπικότητες από όλες τις θρησκείες του κόσμου.
Εφημερίδες, περιοδικά, ράδιο, τηλεόραση δεν σταματούσαν να πληροφορούν το «κοινό» για την πορεία των συζητήσεων, που είχαν όλες το ίδιο μοτίβο:
Ο Θεός είναι ένας. Οι διάφορες θρησκείες είναι διαφορετικοί δρόμοι∙ που όλοι οδηγούν στο ίδιο τέρμα: στην επίγνωση του ενός Θεού∙ και εκπληρώνουν τον ίδιο σκοπό: είναι διαφορετικοί τρόποι λατρείας του ίδιου Θεού.
Στο Συνέδριο αυτό δεν έγινε λόγος για τον Ιησού Χριστό. Κανείς δεν θυμήθηκε τα λόγια Του.
Με άλλα λόγια κανείς δεν θυμήθηκε ότι∙
• ο δρόμος, που οδηγεί στην αλήθεια και στη ζωή είναι ένας: ο Χριστός∙
• η θύρα, από την οποία πρέπει να περάση ο άνθρωπος για να εισέλθη στην αιώνια ζωή είναι μία: ο Χριστός∙
• ο Χριστός είναι η άμπελος∙ εμείς είμαστε τα κλήματα. Κάθε κλήμα, που αποκόπτεται από την άμπελο, ξηραίνεται∙ παύει να έχη ζωή∙
• κάθε πορεία έξω και μακριά από τον Χριστό είναι απλά ένα παραστράτημα!
• όποιος πιστεύει, ότι και οι άλλες θρησκείες είναι δρόμοι που οδηγούν στον Θεό και στην αιώνια ζωή, έχει αρνηθή τον Χριστό∙ έχει παύσει να είναι χριστιανός!
4. Όμως πολλοί διερωτώνται:
– Μα γιατί τάχα δεν μπορεί να υπάρχη και άλλος δρόμος προς τον Θεό και την αιώνια ζωή εκτός από τον Ιησού;
– Είναι ποτέ δυνατό ο Θεός να υποχρεώνη τον άνθρωπο να πιστεύη τον Χριστό σαν Σωτήρα του και Θεό, για να μπορέση να αποκτήση την αιώνια ζωή;
– Δεν αρκεί, να ζη ο άνθρωπος με ευλάβεια προς το θείο και με καλωσύνη προς τους ανθρώπους; Αν ο Θεός είναι αγάπη, όπως και είναι, δεν θα απλώση την αγκαλιά Του να δεχθή και εκείνους που δεν γνώρισαν τον Χριστό;
– Είναι ποτέ δυνατό ο Θεός της αγάπης να αφήση να πάνε στην κόλαση τόσοι άνθρωποι, που δεν γνώρισαν τον Χριστό;
5. Τί θα τους απαντήσωμε;
• Είναι δυνατό να πάνε κοντά στο Θεό άνθρωποι, που ποτέ δεν έκαμαν αυτά που φέρνουν τον άνθρωπο ψυχικά κοντά στον Θεό;
• Είναι δυνατό να πάνε κοντά στον Θεό άνθρωποι, που δεν έκαμαν πρόβλημα της ζωής τους να γνωρίσουν τον Θεό; και να μάθουν, τί είναι ο Θεός; Ποιός είναι ο Θεός; και ποιά είναι η οδός προς αυτόν;
• Είναι ποτέ δυνατό να πάνε κοντά στον Θεό άνθρωποι, που ποτέ δεν εφρόντισαν να καταλάβουν, ότι η δική τους λογική δεν είναι ίσης αξίας με την λογική του Θεού;
• Είναι ποτέ δυνατό να πάνε κοντά στον Θεό άνθρωποι, που ποτέ τους δεν ηθέλησαν να καταλάβουν, ότι έχουν χρέος να συμμορφώνουν την λογική τους με την λογική του Θεού;
6. Η λανθασμένη αντίληψη για τον Θεό (σχετικά με το τί είναι και ποιός είναι ο Θεός), συνήθως έχει σαν αιτία την ελλιπή γνώση των θεολογικών προβλημάτων. Και συνεπώς αποτελεί επιπολαιότητα. Και οδηγεί σε προχειρολογίες.
Εγώ ειμί η άμπελος∙
υμείς τα κλήματα.
Το κλήμα ου δύναται
καρπόν φέρειν αφ’ εαυτού
εάν μη μείνη εν τη αμπέλω∙
ούτως ουδέ υμείς,
εάν μη εν εμοί μείνητε.
Εγώ ειμί η άμπελος,
Υμείς τα κλήματα.
Ο μένων εν εμοί καγώ εν αυτώ
ούτος φέρει καρπόν πολύν∙
ότι χωρίς εμού, ου δύνασθε ποιείν ουδέν.
Εάν μη τις εν εμοί μείνη,
εβλήθη έξω ως το κλήμα
και εξηράνθη.
Και συνάγουσιν αυτά και εις πυρ βάλλουσι
και καίεται.
(Ιωάν. 15,4-6)
β. Δεν αρκεί η αγάπη
1. Πολλοί έχουν καταλάβει, ότι ο Θεός είναι αγάπη.
Μα δεν πρέπει να σταματάμε σ’ αυτό. Γιατί ο Θεός δεν είναι μόνο αγάπη. Είναι και άγιος∙ και δίκαιος∙ και αληθινός.
Δεν αρκεί να ξέρωμε, τι θα μας κάμη, όταν δεν έχωμε αγάπη. Πρέπει να ξέρωμε, και τι έκαμε και τι κάνει, για να μας μάθη να έχωμε αγάπη, και να μας δείξη ότι μας έχει αγάπη.
2. Ο Θεός είναι «ανέκφραστος, απερινόητος, αόρατος, ακατάληπτος». Αυτό ομολογούμε στην ιερώτερη προσευχή μας: στην θεία Λειτουργία. Είναι αδύνατο να καταλάβωμε και να κατανοήσωμε, τι είναι ο Θεός.
Γι’ αυτό και εκείνοι, που δεν ψάχνουν (να Τον εύρουν ) με ταπείνωση και ειλικρινά, εύκολα καταντούν στο συμπέρασμα, πως ο Θεός δεν υπάρχει.
Μα κάνουν ένα φρικτό λάθος. Θέλουν να γνωρίσουν τον Θεό, όπως γνωρίζουν τους ανθρώπους και τα διάφορα πράγματα του υλικού κόσμου: με τις αισθήσεις τους και με τα μέσα των θετικών επιστημών (βλ. κεφ. Α’ σελ. 24-25). Αυτό όμως είναι αδύνατο. Ο Θεός είναι αόρατος, ακατάληπτος∙ και απερινόητος. Ποτέ δεν θα ιδούμε και δεν θα καταλάβωμε με την ουσία Του.
3. Μα το ότι δεν Τον βλέπομε και δεν Τον καταλαβαίνομε, δεν σημαίνει πως δεν υπάρχει. Γιατί ο Θεός ζη, δρα, κινείται ανάμεσά μας. Και τις ενέργειές Του τις αισθανόμαστε. Και τις καταλαβαίνομε.
Ο Θεός σαν «Ο Ων» είναι απρόσιτος. Ο άνθρωπος την ουσία του Θεού δεν μπορεί∙ ούτε να την προσεγγίση∙ ούτε να την κατανοήση∙ με κανένα τρόπο.
Τον Θεό τον καταλαβαίνομε μόνο από τις ενέργειες Του. Όπως ακριβώς και τον ηλεκτρισμό και τον μαγνητισμό. Οι ενέργειες του Θεού αποτελούν μια ηθελημένη συγκατάβαση του Θεού, που την κάνει ο Θεός για χάρη μας, από στοργή και αγάπη για μας.
Ο Μέγας Βασίλειος λέγει επιγραμματικά:
Ο Θεός είναι ψηλά. Πολύ ψηλά. Η Ουσία Αυτού μας είναι απρόσιτη. Όμως οι ενέργειές Του κατεβαίνουν σε μας. Και μας Τον φέρνουν κοντά μας. Έτσι, από τις ενέργειές Του, καταλαβαίνομε:
• ότι υπάρχει∙
• ότι είναι αγαθός∙
• ότι είναι πατέρας μας∙
• ότι μας παρακολουθεί με το έλεός Του και με την στοργή Του.
4. Τον Θεό Τον γνωρίζομε από τις ενέργειές Του. Όχι από την Ουσία Του. Η ενέργεια του Θεού δεν είναι ένα τμήμα του Θεού. Ο Θεός δεν διαιρείται σε αγάπη, δικαιοσύνη, αλήθεια, δόξα, έλεος, φιλανθρωπία κλπ. Ενέργεια του Θεού είναι απλώς «κάτι», που το κάνει ο Θεός. Είναι φυσικό να σκεφθούμε, ότι αυτά που κάνει και πέφτουν στην δική μας αντίληψη δεν είναι όλα εκείνα που μπορεί να κάμη, όταν το θελήση. Ο Θεός έχει την σοφία, την δύναμη και την δυνατότητα να σκεφθή πιο πολλά και να ενεργήση εντελώς διαφορετικά, από ό,τι εμείς φανταζόμαστε.
γ. Η αγάπη του Θεού
1. Η πιο αισθητή σε μας φυσική ενέργεια του Θεού είναι η αγάπη Του για μας.
Τί σημαίνει, «ο Θεός μας αγαπάει»;
Ας το ιδούμε, όσο πιο σύντομα μπορούμε.
Ο Θεός εδημιούργησε τον άνθρωπο.
Γιατί τον εδημιούργησε;
Για να γίνη ένα ον ταλαίπωρο και δυστυχισμένο;
Όχι. Αλλά για να γίνη ευτυχισμένος.
Ποιά είναι η μεγαλύτερη ευτυχία;
Οπωσδήποτε όχι η εξωτερική.
Όχι η χαρά που δίνει ο πλούτος και η ηδονή.
2. Θυμηθήτε τον Αριστοτέλη Ωνάση.
Επέτυχε στη ζωή. Έγινε ένας από τους πιο πλούσιους ανθρώπους στον κόσμο. Αληθινός Κροίσος. Γράφτηκαν για αυτόν βιβλία, που μιλάνε για αυτόν, σαν να ήταν μυθικός ήρωας. Είχε χρήματα να κάνη ό,τι ήθελε. Και να διασκεδάση όσο ήθελε. Και λοιπόν; Εξωτερικά φαινόταν απόλυτα ευτυχισμένος. Ήταν όμως πράγματι ευτυχισμένος; Κάποια στιγμή πέθανε ο υιός του Αλέξανδρος. Και τότε εζήτησαν από τον πατέρα Αριστοτέλη Ωνάση μια συνέντευξη στην τηλεόραση. Εκείνος εδέχθη. Και την έδωσε. Στο τέλος τον ερώτησαν:
– Πώς αισθάνεστε, κ. Ωνάση, μετά τον θάνατο του παιδιού σας;
Απάντησε:
Αισθάνομαι, πως είμαι ο πιο φτωχός άνθρωπος στον κόσμο.
Τί μας είπε;
Μας είπε: Η ευτυχία δεν είναι στα έξω. Είναι μωρία να θέλη ο άνθρωπος να γίνη ευτυχισμένος με τα έξω. Η ευτυχία είναι «μέσα».
3. Ποιά είναι η βαθύτερη μορφή ευτυχίας;
Η εσωτερική. Η ειρήνη της καρδιάς και της ψυχής.
Αν ευτυχία ήταν η ηδονή το πιο ευτυχισμένο ον θα ήταν ο πετεινός. Και πιο ευτυχισμένοι άνθρωποι οι πόρνες (Μάρκος Αυρήλιος Στ, 34).
Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο με συνείδηση. Και με ηθική κρίση. Για να μπορή να αποκτήση μια ευτυχία όχι εξωτερική, ψεύτικη και παροδική, αλλά εσωτερική, αληθινή, μόνιμη, αναφαίρετη.
Ο Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο με τις τελειότερες και υψηλότερες προδιαγραφές: τον εδημιούργησε «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού». Δηλ. τον έφτιαξε να έχη μερικά από τα δικά Του χαρακτηριστικά.
• ελεύθερο, να κρίνη και να αποφασίζη μόνος του, τι θα κάμη∙
• να αγαπάη την αλήθεια και το καλό∙
• να έχη ευσπλαχνία και συμπόνια∙
• και να μπορή – όταν το θελήση – να γίνη όμοιος με τον Θεό, κατά χάριν Θεός (δηλ. γεμάτος καλωσύνη, αγάπη, ευσπλαγχνία, αλήθεια, κ.ο.κ.).
Όλοι ξέρομε ότι, όταν ο άνθρωπος αποκτήση μερικές από αυτές τις αρετές, γίνεται εσωτερικά, βαθιά, μόνιμα ευτυχισμένος.
δ. Η αμαρτία και η διόρθωσή της.
1. Έτσι έπρεπε να είμαστε όλοι μας. Έτσι ήταν το πρόγραμμα του Θεού για μας. Να είμαστε όλοι γεμάτοι αρετές και απόλυτα ευτυχισμένοι.
Όμως ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελευθερίας του. Έκαμε την σκέψη, πως μπορεί να γίνη πιο ευτυχισμένος, αν ζήση χωρίς τον Θεό, αδιαφορώντας για αυτά που του είχε δείξει ο Θεός. Έτσι τους είχε υποδείξει ο Όφις:
– Αφήστε στην άκρη τον Θεό. Πάρτε εσείς την θέση του. Καθορίζετε μόνοι σας, τι είναι για σας καλό και τι κακό. Και τότε «έσεσθε ως Θεοί, γινώσκοντες καλόν και πονηρόν» (Γεν. 3,5).
2. Πού οδηγεί το φρόνημα αυτό;
• Σε σχέση με τον Θεό:
Μας κάνει κατάκριτους και εχθρούς του Θεού. Όταν ένα άθλιο κουνούπι μας ενοχλήσει, χωρίς να αισθανόμαστε ίχνος λύπης, χωρίς ίχνος δισταγμού, το ψεκάζομε με εντομοκτόνο∙ και ησυχάζομε. Επειδή είχε την αναίδεια να έλθη αντίθετο στο θέλημά μας. Τί θα έπρεπε να κάνη ο Θεός σε μας, όταν ερχόμαστε αντίθετοι στο θέλημα Του; Μη ξεχνάμε ότι η διαφορά ανάμεσα στον Θεό και σε μας είναι πολύ πιο μεγάλη, από ό,τι ανάμεσα σε μας και στο κουνούπι. Εμείς είμαστε με το κουνούπι αδέλφια: φτιαγμένοι από την ίδια ύλη∙ εξ ίσου και οι δύο ύλη∙ εξ ίσου κτίσματα! Μα ο Θεός δεν είναι ύλη∙ και είναι ο Δημιουργός της ύλης∙ είναι ο Κτίστης∙ εξ ίσου και για μας∙ και για τα κουνούπια.
Τί σημασία έχει η αμαρτία; Τεράστια. Απέραντη. Ανυπολόγιστη. Γιατί είναι η καταφρόνηση του άπειρου Θεού από ένα άθλιο πλάσμα Του.
• Σε σχέση με τον εαυτό μας.
Μας οδηγεί στην διάλυση της ηδονομανίας (πορνεία, μοιχεία, ομοφυλοφιλία, ναρκωτικά, κ.ά.). Στις αλλεπάλληλες αυτοκτονίες των παραχορτασμένων. Στην πλήρη απογοήτευση, με την οποία γεμίζει τις ψυχές, όταν συναισθανθούν πως επήραν λάθος δρόμο!
• Σε σχέση με τους άλλους.
Σε μια ανειρήνευτη πάλη!
3. Και ο Θεός;
Ου κατά τας ανομίας ημών εποίησεν ημίν∙ ουδέ κατά τας αμαρτίας ημών ανταπέδωκεν ημίν (Ψαλμ. 102,10).
Δεν μας φέρθηκε, όπως φερόμαστε εμείς στα κουνούπια. Παρ’ ότι είναι Θεός. Παρ’ ότι είναι απερίγραπτος, άναρχος και ανέκφραστος. Αλλά ήλθε επί της γης, μορφήν δούλου λαβών, εν ομοιώματι ανθρώπων γενόμενος. Και το έκαμε, γιατί δεν το άντεχε «δια σπλάχνα ελέους» Του, «θεάσθαι (= να βλέπη) υπό του διαβόλου τυραννούμενον το γένος των ανθρώπων. Αλλά ήλθε και μας έσωσε».
Γιατί ήλθε;
• Επειδή δεν το υπέφερε να μας βλέπη σε τόση δυστυχία! Να τυραννούμεθα από τον διάβολο!
• Επειδή ηθέλησε να μας σώση!
• Επειδή έτσι τον ωδήγησε η αγάπη Του για μας.
Ήλθε για να μας ξαναφέρη στο σωστό φρόνημα∙ στον σωστό τρόπο ζωής.
«Ούτως ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε τον Υιόν Αυτού τον Μονογενή έδωκεν, ίνα πας ο πιστεύων εις Αυτόν μη απόληται, αλλ’ έχη ζωήν αιώνιον» (Ιω. 3,16).
Ήλθε να μας σώση.
Πώς να μας σώση;
• Και σωματικά.
• Και ψυχικά.
• Και με συμβουλές.
• Και με την υπόδειξη του κακού που μας απειλεί.
• Και με απειλές.
• Και με παιδαγωγικές τιμωρίες.
• Και με φάρμακα.
Φάρμακα είναι:
• Το βάπτισμα
• Η εξομολόγηση.
• Η θεία Κοινωνία: το Σώμα Του και το Αίμα Του.
Συμβουλές, απειλές, υποδείξεις είναι
• Η διδασκαλία Του
4. Η ταλαιπωρία και η δυστυχία μας είναι το λανθασμένο φρόνημα. Που μας λέει ότι μπορούμε να βρούμε ευτυχία και όταν ζούμε χωρίς Θεό.
• Αυτό είναι το χειρότερο λάθος μας.
• Αυτό είναι η πηγή της δυστυχίας μας.
• Αυτό μας σπρώχνει σε όλες τις αμαρτίες.
Ο Πολυεύσπλαγχνος Θεός κάνει τα πάντα να μας βοηθήση, να μην αφήσωμε αυτό το φοβερό κακό να μείνη μέσα μας αθάνατο (= για πάντα).
5. Πώς όμως διορθώνεται το φρόνημα;
Με την μετάνοια.
Η λέξη μετανοώ σημαίνει: Αλλάζω τρόπο σκέπτεσθαι. Καταλαβαίνω, ότι η μέχρι τώρα νοοτροπία μου ή κοσμοθεωρία μου ήταν λάθος∙ με έβλαπτε∙ με κατέστρεφε!
Όλοι καταλαβαίνομε, ότι το λάθος στον τρόπο γενικής αντιμετωπίσεως της ζωής είναι το χειρότερο από όλα.
Από εκεί πρέπει να αρχίζη η διόρθωση.
Ο Θεός, λοιπόν, μας βοηθεί να διορθώνομε τον τρόπο του σκέπτεσθαι
• με τις διδασκαλίες Του
• με το παράδειγμά Του (κατέβηκε για χάρη μας στην γη και σταυρώθηκε για μας).
• με το να ορίση να είναι για όλους μας άγνωστη η ώρα του θανάτου μας.
• με την απειλή της αιώνιας κόλασης.
Όλα αυτά μας βοηθούν να μην αφήνομε το λάθος-φρόνημα να μένη μέσα μας αθάνατο.
Και αμέσως μόλις διορθωθή το φρόνημά μας, ο πολυεύσπλαγχνος Θεός μας δέχεται!
• Εδέχθη τον ληστή (ένα κακούργο, ένα φονιά)!
• Εδέχθη την πόρνη (ένα μέχρις αηδίας φιλήδονο ον)!
• Εδέχθη τον διώκτη Του (ένα φανατικά κακόψυχο άνθρωπο).6. Και τα τραύματα της αμαρτίας σε σώμα και ψυχή; Τα θεραπεύει με τα φάρμακά Του.
ε. Έπαθε για μας. Αντί για μας.
1. Ο Θεός είναι η Αγία Τριάς: ο Πατήρ, ο Υιός, και το Άγιο Πνεύμα. Τρία πρόσωπα∙ ομοούσια∙ ομόθρονα∙ ομότιμα∙ εξ ίσου παντοδύναμα∙ με μια και τα τρία θέληση, που πάντοτε ταυτίζεται. Δεν υπάρχουν διαφορές και αντιγνωμίες στην Αγία Τριάδα.
Μα κάποτε ο Υιός «σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιω. 1,14), δηλ. έγινε άνθρωπος, χωρίς βέβαια να παύση να είναι Θεός. Όπως λέγει ο Απόστολος Παύλος, ο Υιός «εν μορφή Θεού υπάρχων» δεν φοβήθηκε, μη χάση και πάψη να είναι ίσος με τον Θεό. Και για αυτό εκένωσεν εαυτόν και επήρε δούλου μορφήν και έγινε όμοιος με τον κάθε άλλο άνθρωπο» (Φιλ. 2,6-7).
Μα γιατί έγινε άνθρωπος;
«Εταπείνωσεν εαυτόν – απαντά ο απ. Παύλος – γενόμενος υπήκοος μέχρι θανάτου, θανάτου δε σταυρού» (Φιλ. 2,8). Δηλαδή έγινε άνθρωπος από υπακοή στο πανάγαθο θέλημα του Πατρός Του.
2. Γιατί έγινε άνθρωπος;
Δι’ ημάς τους ανθρώπους και δια την ημετέραν σωτηρίαν. Και πιο συγκεκριμένα: για μένα.
Γιατί;
Για να μας ελευθερώση από τα δεσμά της αμαρτίας.
Πώς;
Με το να τιμωρηθή Αυτός για μας, αντί για μας. Με το να γίνη θυσία και προσφορά στον Θεό για μας. Γι’ αυτό έγινε άνθρωπος. Για να έχη την δυνατότητα να τιμωρηθή για μας, για να άρη τις δικές μας αμαρτίες.
Γράφει ο απ. Παύλος:
Εξ αιτίας των αμαρτιών μας είμαστε όλοι ένοχοι και άξιοι τιμωρίας σε αιώνιο θάνατο. Μα τελικά απαλλαγήκαμε από την τιμωρία που μας έπρεπε. Μας απάλλαξε από την τιμωρία αυτή ο ίδιος ο Θεός, δια της απολυτρώσεως που μας έδωκε δια Ιησού Χριστού. Αυτόν, τον Χριστό, ο Θεός τον έβαλε στην θέση μας. Τιμωρήθηκε για μας. Αντί για μας. Έγινε ιλαστήρια θυσία. Για μας. Και έτσι τώρα, όποιος πιστεύει, ότι το αίμα Του χύθηκε για να μας καθαρίση από τις αμαρτίες μας, σώζεται (Ρωμ. 3,24-25).
Γιατί έγινε αυτό;
Γιατί ο Θεός αγάπησε τόσο πολύ τον κόσμο, δηλ. τους ανθρώπους, ώστε έδωκε τον Υιόν Του να γίνη θυσία για μας∙ να τιμωρηθή Αυτός για μας. Έτσι τώρα, όποιος πιστεύει σ’ Αυτόν όχι μόνο δεν κινδυνεύει να απωλεσθή, αλλά και έχει σίγουρη την αιώνια ζωή κοντά Του (Ιω. 3,16).
3. Μερικοί, στους οποίους τα έργα του Θεού γίνονται όχι μόνο ακατανόητα (σ’ αυτό συμφωνούμε όλοι) αλλά και … ανόητα (σ’ αυτό ΔΕΝ συμφωνούμε όλοι!), λένε:
Καλά, ο Θεός σαν πολυεύσπλαγχνος δεν μπορούσε να συγχωρέση τον κόσμο, χωρίς τιμωρίες και θυσίες;
Η απάντηση είναι:
Η αμαρτία δεν είναι απλώς μια απρέπεια. Είναι και μια ζημιά, και μια καταστροφή. Η συγχώρηση ΔΕΝ αρκεί. Χρειάζεται και να αποκατασταθή η ζημιά. Και να διορθωθή, ό,τι κατεστράφη.
ΤΙ ΕΚΑΜΕ Ο ΥΙΟΣ ΤΟΥ ΘΕΟΥ  ΓΙΑ ΜΑΣ
Τον δι’ ημάς τους ανθρώπους
και δια την ημετέραν σωτηρίαν
• Κατελθόντα εκ των ουρανών∙
• και σαρκωθέντα εκ Πνεύματος Αγίου
και Μαρίας της Παρθένου∙
• και ενανθρωπήσαντα∙
• σταυρωθέντα τε υπέρ ημών
επί Ποντίου Πιλάτου∙
• και παθόντα∙
• και ταφέντα∙
• και αναστάντα τη τρίτη ημέρα
κατά τας Γραφάς∙
• και ανελθόντα εις τους ουρανούς∙
• και καθεζόμενον εκ δεξιών του Πατρός∙
• Και πάλιν ερχόμενον μετά δόξης
κρίναι ζώντας και νεκρούς∙
• «Ου της Βασιλείας
ουκ έσται τέλος.
(Από το Σύμβολο της Πίστεως)
Αυτώ η δόξα και ευχαριστία
Εις τους αιώνας των αιώνων∙ αμήν

στ. Το Αίμα της Διαθήκης.
Ας ιδούμε τώρα, τι μας έλεγε ο απόστολος Παύλος για τον θάνατο του Χριστού στην προς Εβραίου επιστολή του, στην οποία μας μιλάει γι’ αυτόν διεξοδικά.
1. Ο αγιάζων (= ο Χριστός) και οι αγιαζόμενοι (= εμείς οι άνθρωποι), όλοι μας πηγή της υπάρξεώς μας έχομε τον ίδιο επουράνιο Πατέρα∙ γι’ αυτό ο Χριστός δεν το εθεώρησε ποτέ υποτιμητικό για τον Εαυτό Του να μας ονομάζη αδελφούς Του. Και γι’ αυτό από την παλιά εποχή έλεγε η αγία Γραφή:
• λόγια δικά Του: Απαγγελώ το Όνομά Σου τοις αδελφοίς Μου∙ εν μέσω Εκκλησίας υμνήσω Σε (Ψαλμ. 21,23).
• λόγια δικά μας: Εγώ πεποιθώς έσομαι επ’ αυτώ (τω Χριστώ) και σωθήσομαι δι’ Αυτού (Ησ. 12,2).
• Και πάλι λόγια δικά Του: Ιδού εγώ και τα παιδία, α μοι έδωκεν ο Θεός (Ησ. 8,18).
Μα να, αυτά τα «παιδία» είχαν σάρκα και οστά. Ήλθε λοιπόν και αυτός (ο αγιάζων) και επήρε την ίδια σάρκα και τα ίδια οστά, για να μπορέση έτσι να πεθάνη∙ και έτσι με τον θάνατο Του να εξουδετερώση εκείνον που είχε στα χέρια του όπλο εναντίον μας την δύναμη του θανάτου, την αμαρτία, την αιτία που προκάλεσε και προκαλεί τον θάνατο. Και εξουδετερώνοντάς τον να μας κάμη να καταλάβωμε, ότι δεν είναι πια κυρίαρχος∙ και όποτε θέλομε, μπορούμε να απαλλαγούμε και από αυτόν και από το όπλο του, με το οποίο μας καταδυναστεύει (= την αμαρτία)∙ και συνεπώς να μας απαλλάξη από την απελπιστικά δυσάρεστη κατάσταση να τον τρέμωμε σαν δούλοι του και να μη μπορούμε να χαρούμε την ομορφιά της ζωής (Εβρ. 2,11-15).
2. Έγινε άνθρωπος για ένα σκοπό: να πεθάνη για μας (όπως χάριτι Θεού παντός γευσήται θανάτου).
Ο Θεός δεν είχε καμμιά υποχρεώση να κάμη ο Ίδιος θυσία για χάρι μας! Μα η αγάπη Του για μας Τον ωδήγησε να στείλη τον Υιό Του στον κόσμο να γίνη άνθρωπος και να γευθή τον θάνατο για μας∙ να γίνη θυσία για μας. Γιατί δεν μας βλέπει, όπως βλέπομε εμείς τα κουνούπια και τις κατσαρίδες. Δεν θέλει τον θάνατο του αμαρτωλού. Θέλει την μετάνοιά του∙ την επιστροφή του.
Κάθε μετάνοια και επιστροφή στον Θεό αποτελεί μια νέα διαθήκη, μια ειδική συμφωνία με τον Θεό, ότι στο εξής θα είμαστε νεκροί για την αμαρτία και θα ζούμε γι’ Αυτόν. Και γι’ αυτό την μετάνοια, την απόφαση να είμαστε νεκροί για την αμαρτία, την εικονίζαμε με τον θάνατο ενός ζώου, που συμβολικά το εθυσιάζαμε στη θέση μας∙ αντί για μας. Πέθανε, συμβολίζοντας ότι εμείς έχουμε χρέος να πεθάνωμε για την αμαρτία. Διαθήκη, δηλ. συμφωνητικό μετανοίας, χωρίς θάνατο, εκείνου που κάνει την διαθήκη, δεν γίνεται (Εβρ. 9,15-16).
Μα τον θάνατο των ζώων οι άνθρωποι δεν τον έπαιρναν στα σοβαρά, γιατί ήταν εύκολο πράγμα η σφαγή ενός ζώου. Και βέβαια μπορεί να συμβολίζη, τον θάνατο του ανθρώπου. Μα δεν ισοδυναμεί με τον θάνατο ανθρώπου. Και γι’ αυτό οι θυσίες αυτές δεν είχαν αντικειμενική αξία! Δεν ίσχυαν να καθαρίζουν τον άνθρωπο και να τον επανασυνδέουν με τον Θεό! Το αίμα των ταύρων και τράγων δεν έχει δύναμη να αφαιρή αμαρτίας (Εβρ. 10,4).
3. Γι’ αυτό ο Θεός θέλοντας να σώση τον άνθρωπο χάριτι, (= από την πολλή Του αγάπη και πατρική ευσπλαγχνία) ώφειλε να φροντίση να υπάρχη.
• ένας τέλειος συμβολαιογράφος (αρχιερέας), που θα φτιάξη το συμφωνητικό της σωτηρίας (δηλαδή μετάνοιας, θανάτου για την αμαρτία εκ μέρους μας – συγχώρησης εκ μέρους του Θεού) και
• ένα τέλειο ον που θα θυσιασθή για μας, για τον καθένα μας, και όλους μαζύ και ο θάνατος του θα έχη μεγαλύτερη αξία από ό,τι η ζωή όλων μας.
Έτσι ο θεαρχικώτατος Πατήρ αιώνιο αρχιερέα προαιωνίως κατέστησε τον Υιό Του με τα λόγια: Συ ει ο ιερεύς εις τον αιώνα κατά την τάξιν Μελχισεδέκ.
Και μετά, ότε ήλθε το πλήρωμα των καιρών, κατηρτίσατο Αυτώ σώμα (Εβρ. 10,5) μέσα στην άχραντη κοιλία της υπευρευλογημένης Μαρίας. Έτσι το σώμα του Ιησού, σαν σώμα του απείρου Θεού-Λόγου είχε
• τόσο μεγαλύτερη αξία από ό,τι η ζωή όλων των ανθρώπων, όσο μεγαλύτερη τιμή και αξία έχει ο άκτιστος κτίστης, από τα κτίσματά Του και
• τόσο πολύ περισσότερη χάρη και αγιαστική δύναμη από ό,τι απαιτεί η άφεση όλων των αμαρτιών όλου του κόσμου, ώστε και μια μόνο σταγόνα από το άγιο αίμα Του αρκεί να μας αγιάση και να μας σώση.
4. Έτσι ο Χριστός σαν αρχιερέας και σφάγιο μαζί, σαν θύτης και θύμα μαζί, έκαμε επάνω στον Σταυρό στον Γολγοθά «την εν Σιών μυστικήν ιερουργίαν»: απέθανε, για να γίνη ένα μόνιμο συμφωνητικό μετανοίας και επιστροφής των ανθρώπων στον Θεό, που όταν το δέχονται έχουν πια ζωντανή υποχρέωση να ζουν νεκροί για την αμαρτία και ζωντανοί μόνο για τον Θεό. Γιατί Εκείνος που εθυσιάσθη, έχει άπειρη αξία. Και η Καινή Διαθήκη Του είναι μια για πάντα∙ μια Διαθήκη που δεν μπορεί να καταργηθή, ούτε να αντικατασταθή με άλλη καλλίτερη. Και όποιος καταφρονεί αυτή την διαθήκη κάνει ένα μεγάλο λάθος (= αμάρτημα): θεωρεί το αίμα του Χριστού, με το οποίο υπογράφτηκε αυτή η συμφωνία, κοινό (= ίσης αξίας με το αίμα των τράγων και ταύρων!) και συνεπώς καταπατεί τον Υιό του Θεού (δηλ. δεν προσέχει ότι μέσα σ’ αυτό το Σώμα και σ’ αυτό το Αίμα ευρίσκεται ολόκληρος ο Υιός του Θεού).
Αν αμαρτία είναι η καταφρόνηση του Θεού, υπάρχει μεγαλύτερη αμαρτία από αυτή;
ζ. Γιατί στον Σταυρό;
1. Γιατί ο Αμνός του Θεού και Αρχιερεύς πρόσφερε την θυσία Του στον Σταυρό, και ΄όχι με κάποιο άλλο τρόπο;
2. Το θέλημα του Θεού είναι άγιο. Και ο νόμος του Θεού, που το εκφράζει, είναι και αυτός άγιος και η εντολή αγία (Ρωμ. 7,12). Ο Νόμος του Θεού έχει απέραντη ιερότητα.
• Είναι ποτέ δυνατό να τον καταπατάμε με το αζημίωτο;
• Είναι δυνατό να τον καταφρονούμε με το αζημίωτο;
• Είναι νοητό να μην κάνωμε ό,τι περισσότερο μπορούμε για την τήρησή του, και να είναι «όλα καλά»;
Για να περιφρουρήση την ιερότητα του Νόμου και να μας προφυλάξη από την αμαρτωλή νωχέλειά μας, ο Θεός μας το διασάφησε:
Επικατάρατος, εκείνος που δεν εμμένει σε όλες τις διατάξεις του Νόμου. Επικατάρατος εκείνος, που δεν εκτελεί όλες τις διατάξεις του Νόμου (Δευτ. 2.7,26).
Έτσι εκτός από ελάχιστους δικαίους, όλοι οι άνθρωποι έπεσαν στην κατάρα αυτή του Νόμου!
3. Μα ο Ιησούς ήλθε να σώση τον λαόν Αυτού από κάθε αμαρτία∙ από κάθε συνέπεια της αμαρτίας (Ματθ. 1,21). Ήταν ποτέ δυνατό να αφήση την χειρότερη, την κατάρα του Νόμου;
Ασφαλώς όχι!
Ο Υιός του Θεού υπέστη τα Άχραντα Πάθη, για να θεραπεύση τα δικά μας δυσώδη πάθη.
• Υβρίσθη, επειδή μας αρέσουν οι κολακείες.
• Ενεπτύσθη, επειδή ψοφάμε για τιμές.
• Εποτίσθη χολή, επειδή υποδουλωθήκαμε στην ηδονή του στόματος.
• Εφραγγελώθη, επειδή υποδουλωθήκαμε στην ηδονή του σώματος.
• Και υπετάγη στην πατρική βουλή να πάθη, επειδή εμείς υποκύπτομε στους λογισμούς μας.
• Και έγινε κατάρα (ο ευλογητός των Πατέρων Θεός και υπερένδοξος), για να μας εξαγοράση από την κατάρα του Νόμου.
4. Έλεγε προφητικά ο Νόμος.
Κεκατηραμένος υπό Θεού πας ο κρεμάμενος επί ξύλου (Δευτ. 21,23, Γαλ. 3,13). Δηλαδή. Ο κρεμάμενος επί ξύλου δεν βαστάζει μόνο την τιμωρία και την οργή των ανθρώπων, αλλά και την κατάρα του Θεού. Ο θάνατος στον σταυρό δεν ήταν μόνο σωματικά ο χειρότερος. Ήταν και πνευματικά.
η. Συμπέρασμα
Λέγει ο άγιος Ιγνάτιος ο Θεοφόρος (117 μ.Χ.)
Ο ταύτα μη πιστεύων εναγής
ουχ ήττον των σταυρωσάντων τον Κύριον.
Ο γαρ άρχων του κόσμου τούτου χαίρει,
όταν τις αρνήται τον Σταυρόν.
Όλεθρον γαρ εαυτού γινώσκει
την ομολογίαν του Σταυρού.

http://www.orthodoxfathers.com/

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ

0
0

 

  Σε πρόσφατη έρευνα φάνηκε ότι η πλειοψηφία των Ελλήνων δεν πιστεύει στην ανάσταση των νεκρών, μολονότι πιστεύει στον Θεό. Μάλιστα, η πιο συνηθισμένη απάντηση που λαμβάνει κάποιος από νέους είναι ότι δεν τους έχει απασχολήσει το ζήτημα, θα τους ενδιέφερε να γνωρίζουν, αλλά είναι δύσκολο να είναι βέβαιοι. Η πίστη στην πιο ξεχωριστή διδασκαλία  της ορθόδοξης παράδοσης, στην διακήρυξη του Αποστόλου Παύλου ότι «αν δεν υπάρχει ανάσταση νεκρών, τότε ούτε ο Χριστός έχει αναστηθεί και το τότε το κήρυγμά μας είναι χωρίς νόημα, το ίδιο και η πίστη» δεν αγγίζει τους πολλούς. Προτιμούν την συνήθεια, το έθιμο, την επανάληψη, χωρίς να αναζητούν τις μαρτυρίες της Ανάστασης.

        Η ίδια η Εκκλησία είναι μία από αυτές. Παρότι αποτελείται από ανθρώπους οι οποίοι δεν καταφέρνουν να ακολουθήσουν τα λόγια, τις εντολές, την ζωή του Χριστού και των Αποστόλων, δεν εξαλείφεται από τις ιδεολογίες, οι οποίες κατά καιρούς έθεσαν ως κύριο στόχο τους να την περιθωριοποιήσουν και να την διαγράψουν από το προσκήνιο.  Και δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με άλλες θρησκείες. Ο δρόμος του χριστιανισμού δεν είναι τόσο απλός, όπως για παράδειγμα το Ισλάμ. Η αυθεντική χριστιανική παράδοση είναι στηριγμένη στην συγγνώμη που ανέτειλε εκ του τάφου του Κυρίου. Δεν αρκείται στην ελεημοσύνη ως καθήκον, αλλά διδάσκει και εφαρμόζει για τους μοναχούς την ακτημοσύνη και για τους υπόλοιπους την φιλανθρωπία που αγγίζει τον όλο άνθρωπο. Δεν ζητά μία τυπική προσευχή, αλλά αυτή του νου και της καρδιάς που πυρπολεί την ύπαρξη. Δεν οδηγεί στον μηδενισμό ή στην σωτηρία μόνο των εκλεκτών, αλλά παλεύει για την σωτηρία όλων και βιώνει την εμπειρία της αγιότητας, της συνέχειας της ύπαρξης που αποδεικνύεται διά των πολλών θαυμάτων.

        Αναστάσιμη μαρτυρία είναι το ότι η Εκκλησία δεν έγινε ποτέ εξουσία, αλλά παρέμεινε διακονία αγάπης. Αυταπατώνται όσοι θεωρούν ότι η Ορθοδοξία επιβάλλεται με γνώμονα το πολιτικό κόστος της απόρριψής της ή την επίκληση της κόλασης. Χωρίς την πίστη στην Ανάσταση είναι αδύνατον σε ανθρώπους να είναι έτοιμοι να θυσιάσουν την ζωή τους, όχι για να γίνουν ήρωες κάνοντας κακό σε άλλους, αλλά χάριν της ταπεινής  αγάπης που δεν γνωρίζει διακρίσεις.  Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην πράξη δεν έγινε ούτε θα γίνει εξουσία, διότι ο Χριστός στήριξε την διδασκαλία Του σε εκείνο το «όστις θέλει». Δέχτηκε ως μοναδική προϋπόθεση μετοχής στην Βασιλεία Του ένα ταπεινό «Μνήσθητί μου Κύριε». Και εμφανίστηκε σε εκείνους και εκείνες που τόλμησαν να νικήσουν την εξουσία του φόβου και της ισχύος, το κράτος του θανάτου.

Αναστάσιμη μαρτυρία  είναι ό,τι συγκροτεί την Εκκλησία σε Σώμα Χριστού, δηλαδή το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Εκεί όπου δεν προκρίνονται οι πλούσιοι έναντι των φτωχών, οι άνδρες έναντι των γυναικών, οι μορφωμένοι έναντι των απλών, οι δίκαιοι έναντι των αμαρτωλών, αλλά όλοι γίνονται ένα με τον Αναστημένο Χριστό, ομολογώντας ότι «είς Άγιος, είς Κύριος Ιησούς Χριστός» και προχωρώντας με φόβο Θεού, πίστη και αγάπη στην συνάντηση μαζί Του.

Αναστάσιμη μαρτυρία τελικά θα παραμείνει το γεγονός ότι όχι μόνο δεν εξέλειπαν οι επώνυμοι Άγιοι, αλλά και το ότι ο καθένας μας μέσα στην Εκκλησία αγιάζεται και ευλογείται. Νιώθει την χαρά και το Φως της παρουσίας του Χριστού, ανοίγοντας την καρδιά του στην Ελπίδα!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» Στο φύλλο της Τετάρτης 19 Απριλίου 2917

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/

ΝΕΟ-ΑΘΕΪΑ ΚΑΙ ΝΕΟΙ

0
0

Πολλοί νέοι γοητεύονται από ένα κύμα νεο-αθεΐας το οποίο κατακλύζει το Ίντερνετ και τα ΜΜΕ.  Οι νεο-άθεοι προβάλλουν  ως βάση του αγνωστικισμού τους, της άρνησής τους να αποδεχθούν ότι υπάρχει Θεός, την επιστήμη, την λογική, τον υποκειμενισμό, τον πλουραλισμό των θρησκειών που δείχνει ότι κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το ποιος θεός είναι αληθινός και επομένως η ενασχόληση με την θρησκεία θεωρείται απώλεια χρόνου. Οι νεο-άθεοι πάλι παραπλανούν, διότι αρνούνται την ωφελιμιστική θέαση της Εκκλησίας. Καλό είναι να υπάρχει, για να κάνει φιλανθρωπίες ή να τηρεί έθιμα και παραδόσεις, αλλά η πίστη είναι προσωπική υπόθεση και δεν χρειάζεται να υπεισερχόμαστε σε λεπτομέρειες που δεν μας αφορούν. Οι νεο-άθεοι δεν πιστεύουν ότι υπάρχει μία αλήθεια και επομένως η απαίτηση της θρησκείας να θεωρεί ότι ο θεός της είναι ο μόνος αληθινός ξεπερνά τις δυνατότητες αποδοχής του ανθρώπινου νου. Άλλοι πάλι ειρωνεύονται όσους πιστεύουν ότι ακολουθούν έναν δρόμο οπισθοδρομικό, που δεν επιτρέπει την χαρά, την ευχαρίστηση, το να ζήσει κάποιος την ζωή του ελεύθερα.

                Η αθεΐα σήμερα δεν είναι ιδεολογική. Ο νεο-άθεος δεν είναι κατ’  ανάγκην οργανωμένος σε κοινότητες με γνώμονα την άρνηση του Θεού.  Δεν είναι απαραίτητα στρατευμένος σε υλιστικές θεωρήσεις. Μπορεί κιόλας να είναι σκεπτόμενος. Να αγαπά τη τέχνη και τον πολιτισμό. Να είναι δηλαδή ένας σχετικά καλλιεργημένος άνθρωπος. Η παρουσία του Θεού όμως στην ζωή του κόσμου παραμένει γι’  αυτόν κόλαφος. Δεν του χρειάζεται ο Θεός και επομένως δεν Τον θέλει να υπάρχει. Η νεο-αθεΐα εμφανίζεται τελικά με την έμπρακτη αδιαφορία για την θρησκευτική χρησιμοθηρία.

                Οι νέοι γοητεύονται από την στάση ζωής που περιλαμβάνει την άρνηση σε κάθε μορφής αυθεντία. Απλώς η αντίσταση δεν γίνεται με μαχητικότητα, προβληματισμό, κατάθεση γνώμης με επιχειρήματα. Ο νέος δεν ασχολείται με υπαρξιακά ερωτήματα, κορυφαίο εκ των οποίων είναι ο Θεός που υπάρχει προσωπικά για τον καθέναν. Το πολιτισμικό σύστημα, με τα ΜΜΕ και το Διαδίκτυο, καθώς και με την χρήση συσκευών που απορροφούν και τον χρόνο και τον νου, έχει καταφέρει τους πολλούς να κλείνονται στο εγώ τους και στους λίγους με τους οποίους μοιράζονται την ζωή τους. Όμως η έν-θεη ζωή περιλαμβάνει τόσο τη εμπιστοσύνη στην ύπαρξη του Θεού, όσο και την επίγνωση Ποιος είναι Αυτός. Ταυτόχρονα, η ένθεη ζωή προϋποθέτει το άνοιγμα του ανθρώπου στην ζωή της Εκκλησίας, δηλαδή στον πλησίον, στην αγάπη, στο μοίρασμα.  Αυτοί οι τρόποι δεν συγκινούν τους πολλούς, οι οποίοι αρκούνται στο να είναι καταναλωτές των όσων ο κόσμος προβάλλει ως προϋποθέσεις ευχαρίστησης. Η έν-θεη ζωή προϋποθέτει κόπο, αγάπη, σκέψη, άποψη, εμπειρία ευχαριστίας σε έναν κόσμο που ολοένα και περισσότερο γίνεται αγνώμων.

                Δεν είναι εύκολη η αντίσταση στην νεο-αθεΐα, η οποία κάποτε κάνει θόρυβο. Δεν είναι καν θέμα επιχειρημάτων από την πλευρά της Εκκλησίας, παρότι υπάρχουν.  Το «ου με πείσεις καν με πείσεις» ισχύει. Δεν ωφελεί όμως και η σιωπή. Η παθητική αποδοχή ότι έτσι είναι ο κόσμος. Η Εκκλησία καλείται να καταθέτει την μαρτυρία της και να γεννά εστίες αντίστασης στο νεοαθεΐστικο κλίμα. Ας προβληματίζει, χωρίς να αδιαφορεί, και ας αγκαλιάζει τους νέους με την μαρτυρία της Αλήθειας που είναι Πρόσωπο και όχι ιδέα. Και ας κάνει και υπομονή, αφού όμως έχει μιλήσει!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» στο φύλλο της Τετάρτης 26 Απριλίου 2017

http://themistoklismourtzanos.blogspot.gr/
Viewing all 56 articles
Browse latest View live




Latest Images